30 Νοε 2020

ΜΗ ΦΟΒΑΣΑΙ

ΜΑΝΙΝΑ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ
Εκδόσεις ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Σελ. 303, Ιούλιος 2020

 

     Με το νέο της μυθιστόρημα που έχει τίτλο «Μη Φοβάσαι», η Μ. Ζουμπουλάκη, ολοκληρώνει την «αθηναϊκή τριλογία», η οποία ξεκίνησε με το «Κάτι Μου Κρύβεις» (2017,  https://bibliodiktis.blogspot.com/2017/10/blog-post_25.html), συνεχίστηκε με το «Άκουσέ Με» (2018, https://bibliodiktis.blogspot.com/2019/01/blog-post_31.html) και ολοκληρώνεται τώρα.

     Όπως και στα προηγούμενα μυθιστορήματα της τριλογίας, έτσι και σε αυτό, κεντρικός χαρακτήρας είναι η Δώρα. Μια διαζευγμένη φιλόλογος, που όταν αντιλήφθηκε ότι το μέλλον με τη διδασκαλία δεν προβλεπόταν ευοίωνο, παράτησε το φροντιστήριο στο οποίο εργαζόταν κι έγινε ξεναγός. Δουλεύει παράνομα και ξεναγεί-μέσω ενός πρακτορείου που έχει μία φίλη της-γκρουπ ιδιαίτερα, που θέλουν να δουν κάτι περισσότερο από τις κλασικές αρχαιότητες. Όμως και η ίδια η Δώρα είναι… ιδιαίτερη. Όταν βρίσκεται κάτω από συγκεκριμένες ψυχολογικές συνθήκες, έχει το χάρισμα να βλέπει εικόνες από δραματικά περιστατικά που συμβαίνουν σε άλλους ανθρώπους, γνωστούς κι αγνώστους. Φροντίζει όμως να μην κοινοποιεί αυτή την ικανότητά της, αφού οι περισσότεροι άνθρωποι που το ακούν δεν το πιστεύουν. Απ’ ότι φαίνεται τα δύο παιδιά της, η έφηβη Κωνσταντίνα και ο λίγο μεγαλύτερος Στράτος, έχουν κληρονομήσει αυτή την ιδιαιτερότητα. Η κόρη της, ίσως λόγω του νεαρού της ηλικίας της δεν το έχει ακόμη συνειδητοποιήσει, σε αντίθεση με τον Στράτο, ο οποίος το ξέρει και προσπαθεί να μάθει να το διαχειρίζεται με τη βοήθεια της Δώρας.

     Η Δώρα, αυτό το καλοκαίρι ξεναγεί ένα γκρουπ ηλικιωμένων αμερικανών, οι οποίο έχουν επισκεφτεί και άλλες φορές της Ελλάδα και γι’ αυτό η ξενάγηση περιλαμβάνει χώρους και περιοχές ασυνήθιστες, όπως π.χ. τα μεταλλεία του Λαυρίου. Στη διάρκεια μίας ξενάγησης, η Δώρα «βλέπει» τη σκηνή της δολοφονίας ενός ηλικιωμένου ζευγαριού. «…βλέπει ένα νάιλον σχοινί πρώτα, και ανατριχιάζει με το σχοινί σαν να την αγγίζει, έπειτα βλέπει ένα αντικείμενο, κάτι από μάρμαρο, ένα σκληρό, βαρύ πράγμα, να πέφτει πάνω σε μια ηλικιωμένη γυναίκα. Η γυναίκα είναι ήδη στο πάτωμα, σε ασπρόμαυρα πλακάκια κουζίνας, που γίνονται κόκκινα από κάτι το οποίο θα μπορούσε να είναι μπογιά, αλλά είναι σίγουρη πως είναι αίμα. Ένας ηλικιωμένος άντρας σωριάζεται δίπλα της σαν άδειο σακί».  

     Σύντομα, «βλέπει» ένα ακόμη σχεδόν παρόμοιο περιστατικό και καταλαβαίνει ότι δεν είναι κάποια «ατυχήματα», δηλ. διαρρήξεις που πήγαν στραβά, αλλά υπάρχει ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο. «Οι διαρρήξεις γίνονται από έναν άντρα, που ανοίγει την πόρτα παραβιάζοντας την κλειδαριά. Αυτός ο πρώτος άντρας μπορεί να ξεκλειδώσει την πιο ζόρικη κλειδαριά με ένα σετ εργαλεία που κουβαλάει […] Οι δολοφονίες είναι άλλο καπέλο, γίνονται από τον δεύτερο άντρα. Ο δεύτερος άντρας, μικρόσωμος, νευρικός, ο νευρικός άντρας διαλέγει τα κλοπιμαία, ξέρει τι ζητάει, έχει οδηγίες και παραγγελίες, ενώ ο πρώτος ψάχνει μόνο για χρήματα. Και οι δύο δίνουν αναφορά σε κάποιον, αλλά για αυτόν τον κάποιο, τον Συλλέκτη, δεν έχει ιδέα η Δώρα, δεν βλέπει τίποτα, δεν αισθάνεται τίποτα […] Ο δεύτερος άντρας ψάχνει για αρχαία-οτιδήποτε αρχαίο. Νομίσματα. Αρχαία νομίσματα, αυτά θέλει περισσότερο από τα αγγεία, τα αγαλματίδια, τα κοσμήματα και κτερίσματα, τα αντικείμενα που κανονικά θα έπρεπε να βρίσκονται σε μουσεία αλλά έχουν ξεμείνει σε ιδιωτικές συλλογές. Τα θέλει, χωρίς να τον ενδιαφέρουν. Τα θέλει για κάποιον άλλον».

     Όταν όλη αυτή η παραβατική δραστηριότητα θα πλησιάσει σε επικίνδυνο βαθμό την οικογένειά της, η Δώρα θα αναγκαστεί να βάλει το χάρισμά της να δουλέψει… υπερωρίες, για να μπορέσει να προστατέψει τα αγαπημένα της πρόσωπα, αλλά και να συμβάλλει στην σύλληψη των διαρρηκτών και δολοφόνων.

     Όπως έχω ξαναγράψει, η Μ. Ζουμπουλάκη χρησιμοποιεί τη φόρμα του αστυνομικού μυθιστορήματος, για να θίξει προβλήματα της σύγχρονης κοινωνίας. Κι επειδή είναι πολύ καλή συγγραφέας, καταφέρνει να γράψει ένα μυθιστόρημα που έχει ενδιαφέρον τόσο ως κοινωνικό σχόλιο και κριτική σε κακώς κείμενα, όσο και ως αστυνομικό.

     Μια διευκρίνιση που θεωρώ ότι είναι απαραίτητη. Το μυθιστόρημα, αν και εντάσσεται στα πλαίσια μιας «τριλογίας», διαβάζεται ανεξάρτητα. Δεν είναι δηλ. απαραίτητο ο αναγνώστης να έχει διαβάσει τα προηγούμενα, για να μπορέσει να παρακολουθήσει τον μύθο αυτού του βιβλίου. Οι ιστορίες που περιγράφονται στα βιβλία είναι ξεχωριστές η μία από την άλλη. Το μόνο που τις συνδέει είναι η Δώρα και κάποιοι άλλοι χαρακτήρες.

25 Νοε 2020

ΑΚΟΗ

VINCENT KLIESCH/ SEBASTIAN FITZEK
Μετάφραση ΧΡΥΣΑ ΜΠΑΝΙΑ
Εκδόσεις Ε.Ο. ΛΙΒΑΝΗΣ
Σελ. 350, 2020

      Ένα θρίλερ γραμμένο από τον Β. Κλις που βασίζεται σε μια ιδέα του Σ. Φίτζεκ, είναι το «Ακοή».

     Ο καθηγητής Μ. Χέγκελ, είναι συνεργάτης στο τμήμα Βερολίνου, της Εθνικής Υπηρεσίας Δίωξης Εγκλήματος και χάρη στην εξαιρετική ακοή του και στην κατάρτισή του, έχει βοηθήσει να καταδικαστούν πολλοί εγκληματίες. «Ο Ματίας Χέγκελ εργαζόταν στον τομέα της δικανικής γλωσσολογίας. Εκείνη τη στιγμή ήταν ένα από τα ελάχιστα άτομα σε όλη τη Γερμανία που είχαν ειδικευτεί στην παροχή ακουστικών αποδείξεων. Οι περισσότεροι συνάδελφοί του στη Δίωξη Εγκλήματος πάσχιζαν να συνθέσουν το παζλ των εγκλημάτων με βάση δακτυλικά αποτυπώματα, δείγματα σιέλου, καταθέσεις μαρτύρων και υπολείμματα από ύφασμα ή τρίχες που είχαν ξεμείνει στον τόπο του εγκλήματος. Ο Χέγκελ, πάλι, είχε ειδικευτεί στη φωνητική εγκληματολογία. Στο φωνητικό DNA που χαρακτήριζε κάθε δράστη: διάλεκτοι, αποχρώσεις του τόνου, συχνότητες της φωνής, λάθη στην ομιλία». Λίγο μετά την επιτυχημένη –χάρη στην καίρια επέμβασή του- έκβαση μιας υπόθεσης ομηρίας μικρών παιδιών, ζητά από τον επικεφαλής αστυνομικό να τον συλλάβει. Εκείνος αιφνιδιάζεται αφού τον ακούει έκπληκτος να ομολογεί ότι είναι ο δράστης μιας δολοφονίας! «Χθες χτύπησα μια άστεγη με ένα σταχτοδοχείο κι έπειτα τη μαχαίρωσα είκοσι τρεις φορές. Έχω το πτώμα στο σπίτι μου. Στο υπόγειο».  

     Η Γιούλα Άνζογκε είναι μια νεαρή και φιλόδοξη δημοσιογράφος που εργάζεται στον ραδιοφωνικό σταθμό του Βερολίνου 101,5. Καθώς υπήρξε θύμα βιασμού και παιδί μιας δυσλειτουργικής οικογένειας, έχει κάποια προβλήματα, που προσπαθεί όσο είναι δυνατό, να μην την επηρεάζουν στη δουλειά της. Ειδικεύεται στην εξέταση υποθέσεων δικαστικής πλάνης και χάρη στις ικανότητές της, την ευφυΐα της και την βοήθεια ενός ικανότατου χάκερ με τον οποίο δεν έχει συναντηθεί ποτέ, η εκπομπή της σημειώνει αξιόλογη επιτυχία. Όταν μαθαίνει για την υπόθεση Χέγκελ, θεωρεί ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά. Κάτι σε αυτή την υπόθεση δεν ταιριάζει. «Ο Χέγκελ,  αναγνωρισμένος ειδικός της δικανικής γλωσσολογίας και πραγματικός θρύλος της αστυνομίας, είχε ομολογήσει τη βάναυση δολοφονία μιας άστεγης. Είχε οδηγήσει τους αστυνομικούς στη σορό και είχε καταθέσει πράγματα που μπορούσε να γνωρίζει μόνο ο δράστης […] Παρά την ομολογία και το συντριπτικό βάρος των αποδείξεων προέκυπτε αναπόφευκτα το ερώτημα πως ήταν δυνατόν ένα από τα πιο κοφτερά μυαλά του Βερολίνου-και ταυτόχρονα έμπειρος σύμβουλος της αστυνομίας-να δολοφονήσει μια άγνωστη αλήτισσα, με την οποία, απ’ ότι φαινόταν, δεν είχε ομολογήσει πως υπήρχε κάποια σύνδεση. Και μάλιστα να τη δολοφονήσει με τόση ατζαμοσύνη, χωρίς να μπορεί να κρυφτεί. Όλα αυτά δε φαινόταν διόλου λογικά στη Γιούλα». Αποφασίζει να ασχοληθεί με την υπόθεση και μέσω του δικηγόρου του, προσπαθεί να έρθει σε επαφή με τον Χέγκελ, ο οποίος όμως αρνείται να τη δει και να μιλήσει μαζί της. Παρ’ όλα αυτά, ξεκινά να εξετάζει την υπόθεση και αρχίζει να δημοσιοποιεί τα ευρήματά των ερευνών της. Τότε δέχεται ένα απειλητικό τηλεφώνημα. Κάποιος απειλεί ευθέως τη ζωή της, αν συνεχίσει την έρευνα κι επιχειρήσει να αποδείξει ότι ο Χέγκελ κακώς κατέληξε στη φυλακή…


     Το «Ακοή» είναι ένα συναρπαστικό θρίλερ, με γρήγορο κινηματογραφικό ρυθμό, σασπένς, εξαιρετική πλοκή κι-επειδή έβαλε το «δαχτυλάκι» του και ο Σεμπάστιαν Φίτζεκ-δύο θεαματικές ανατροπές στις τελευταίες σελίδες.

20 Νοε 2020

ΖΩΗ ΜΕΧΡΙ ΧΘΕΣ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ
Εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ
Σελ. 404, Νοέμβριος 2020

      Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε το νέο μυθιστόρημα του Γ. Ξανθούλη με τίτλο «Ζωή Μέχρι Χθες».

     Η Αμφιτρίτη (Ρίτα) Βράνη Κεραμοπούλου Φοντέν (!), επιστρέφει στην Αθήνα, μετά από σαράντα πέντε χρόνια, στα οποία λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων του συζύγου της, γύρισε όλο τον κόσμο και θυμάται… «Είσαι η Ρίτα Βράνη, χήρα εβδομήντα δύο χρόνων με αποσκευές γεμάτες εμπειρίες από πτώματα αρουραίων και κουφάρια πεταλούδων που δεν κατάφεραν να γίνουν νυχτερίδες […] Σκόρπιες και οι αναμνήσεις μου, αλλά τα βράδια, επειδή αργεί ο ύπνος, τις ταξινομώ κατ’ αλφαβητική σειρά». Είναι μια γυναίκα που φέρει βαθιά σημάδια από τα χτυπήματα της ζωής, εμφανή αλλά και κάποια-τα βαθύτερα-που δεν φαίνονται. Που γελάει για να μην κλάψει ή μάλλον επειδή δεν μπορεί να κλάψει. Που οι περισσότεροι άνθρωποι, όπως και το παρόν την αφήνουν αδιάφορη. «…όπως βλέπετε, ξεχνιέμαι και λέω τα ίδια και τα ίδια, λες και τρομάζω να μείνω στο παρόν, όπου οι επιθυμίες περιορίζονται…». Με την επιστροφή στα πατρογονικά εδάφη, καταβυθίζεται στο παρελθόν, για να αναμετρηθεί με τους εφιάλτες της. Ένα παρελθόν που μόνο τραγικό και δραματικό μπορεί να το χαρακτηρίσει κανείς. «Γύρισα για να παρακολουθήσω το τέλος μου, ίσως και για να βρω το νήμα της αρχής-νήμα μιας ταλαιπωρημένης από ιδεοψυχαναγκασμούς και υποταγές σε άχρηστα ταξίδια ύπαρξης».

     Ήταν η μάλλον αδιάφορης εμφάνισης κόρη του δερματολόγου-αφροδισιολόγου Κύριλλου Βράνη και ζούσε με την οικογένειά της στο Μέγαρο Βράνη στην Αχαρνών, που εκτός της οικίας, στέγαζε και το ιατρείο του πατέρα της. Στα δεκαοχτώ της χρόνια κι ενώ προετοιμαζόταν για να δώσει εξετάσεις στην Ιατρική σχολή, (όπως διακαώς επιθυμούσε ο Κύριλλος), έρχεται ο έρωτας να της χτυπήσει την πόρτα. Το αντικείμενο του πόθου της, δεν είναι ένα, αλλά… δύο!! Είναι τα δίδυμα αγόρια μιας πολυμελούς εργατικής οικογένειας, που νοικιάζει το κίτρινο παλιό σπίτι απέναντι από το δικό της. Κι ενώ δε ζει παρά μόνο για τη στιγμή που θα βρεθεί με τα δύο αδέρφια, σκαρφιζόμενη χιλιάδες πιθανές κι απίθανες δικαιολογίες για να ξεπορτίσει, κατά ένα μυστήριο τρόπο, λες και ο έρωτας διεύρυνε την αντιληπτική της ικανότητα, οι επιδόσεις της στα μαθήματα-όπως και οι σεξουαλικές της-βελτιώνονται συνεχώς. Έτσι δεν αφήνει περιθώρια να εγερθούν υποψίες για να ξεπορτίσματά της, που κάποιες φορές διαρκούν περισσότερο από το κανονικό. Αυτά τα οποία αισθάνεται η Ρίτα είναι τόσο δυνατά, που κάποια φορά, όταν χρειαστεί, δεν θα διστάσει να γίνει και κλέφτρα, βάζοντας στην άκρη την συντηρητική της ανατροφή και τους όποιους ηθικούς ενδοιασμούς. Ώσπου, όπως συμβαίνει συνήθως, κάποιοι καλοθελητές, με προεξάρχοντα έναν ιερέα, ανάμεσα στον οποίο και τη Ρίτα υπάρχει αμοιβαία αντιπάθεια, ενημερώνουν τον πατέρα της. Αναπόφευκτα έρχεται η σύγκρουση με δραματικά αποτελέσματα…

     Όπως σε κάθε νέο έργο, έτσι και σε αυτό, ο αγαπημένος συγγραφέας, καταφέρνει να μας εκπλήξει ευχάριστα. Το νέο του μυθιστόρημα, διαφοροποιείται από τα προηγούμενα, αλλά είναι εξίσου συναρπαστικό. Η χειμαρρώδης γραφή, ο βιτριολικός σαρκασμός, η μοναδική ψυχογράφηση της Ρίτας (δύσκολα ένας άντρας καταφέρνει να μπει τόσο καλά στον δαιδαλώδη-ούτως ή άλλως-γυναικείο ψυχισμό, πόσο μάλλον στον διαταραγμένο ψυχικό κόσμο αυτής της γυναίκας), η γλώσσα που δεν γνωρίζει όρια και κάποιες συγγραφικές εμμονές που παραμένουν γοητευτικές με τον τρόπο που αποδίδονται (όπως π.χ. η συνεχής βροχή, οι μεταφυσικές «πινελιές» ή τα παράξενα, τρομακτικά όνειρα), κάνουν το «Ζωή Μέχρι Χθες» τόσο εξαιρετικό, που σε κρατάει δέσμιο μέχρι την τελευταία σελίδα. Δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου και προσφέρει μοναδική αναγνωστική απόλαυση.

Επειδή γνωρίζω το σύνολο του συγγραφικού έργου του Γιάννη Ξανθούλη, μπορώ ανεπιφύλακτα να πω  ότι το μυθιστόρημα «Ζωή Μέχρι Χθες», συγκαταλέγεται ανάμεσα στα 3-4 καλύτερά του!          

15 Νοε 2020

ΡΕΝΑ ΚΥΡΚΑ-ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΒΑΡΔΑΛΗ

 

     Η Ρένα Κύρκα γεννήθηκε και µεγάλωσε στη Νάουσα. Σπούδασε στο Μαθηµατικό τµήµα του ΑΠΘ και εργάστηκε σε σχολεία της Μέσης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έχει ταξιδέψει σε πολλές χώρες και έχει δηµοσιεύσει άρθρα και διηγήµατα.

     Η Χρυσούλα Βαρδαλή γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία και Ψυχολογία στο ΑΠΘ. Εκπαιδεύτηκε στη Χάγη σε θέµατα εξαρτήσεων. Συµµετείχε στην πρώτη οµάδα διαχείρισης της Θεραπευτικής Κοινότητας ΙΘΑΚΗ, συνδυάζοντας τη µελέτη της ποίησης µε τη θεραπεία. Δούλεψε στο χώρο των εκδόσεων και στη συνέχεια στη Μέση Εκπαίδευση ως καθηγήτρια. Έχει οργανώσει πολλά προγράµµατα –πολιτιστικά, περιβαλλοντικά και αγωγής υγείας– σε γυµνάσια και λύκεια της χώρας, ενώ λειτουργεί µια Λέσχη Ανάγνωσης από το 2007. Έχει ασχοληθεί µε τη δηµιουργική γραφή και έχει παρουσιάσει τη δουλειά της οµάδας της στη 14η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, στο 4ο Διεθνές Συνέδριο Δηµιουργικής Γραφής (Πανεπιστήµιο Δυτικής Μακεδονίας) και σε άλλες εκδηλώσεις. Διακρίθηκε στον λογοτεχνικό διαγωνισµό που οργάνωσε το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο για «το 1821 και τις απηχήσεις του στο σήµερα» µε το διήγηµά της «Ελένη», το οποίο δηµοσιεύτηκε στην ειδική συλλογική έντυπη έκδοση της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος (ΙΕΕΕ). Με τη Ρένα Κύρκα, εκτός από τη συνεργασία τους στη συγγραφή αυτού του βιβλίου, οργάνωσαν και λειτούργησαν τη Λέσχη Ανάγνωσης Μαθηµατικής Λογοτεχνίας Logomathemania για επτά χρόνια.

Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας «Χαραγμένα Σε Πηλό»;

     Πηγή έμπνευσης του βιβλίου αποτέλεσε η συνεργασία μας σε μια Λέσχη Ανάγνωσης σε πρόγραμμα του σχολείου, όπου εξωσχολικά βιβλία προερχόμενα από το χώρο της λεγόμενης Μαθηματικής Λογοτεχνίας, αποτελούσαν την αφετηρία για να συζητήσουμε με τους μαθητές θέματα σχετικά με την Ιστορία, τη Λογοτεχνία, την Ιστορία των Μαθηματικών και τον πολιτισμό γενικότερα. Η ζύμωση όλων αυτών των ιδεών που προέρχονταν από τα βιβλία, μαζί με τις ιδέες των παιδιών και τις δικές μας που ξεπηδούσαν  κατά τη διάρκεια αυτής της συνεργασίας, οδηγούσε στην παραγωγή υλικού που αποτυπωνόταν άλλοτε σε ένα θεατρικό, άλλοτε σε ένα κόμικ ή σε μια ταινία μικρού μήκους. Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της δράσης ήταν η χαρά της συνεργατικής δημιουργίας. Αυτή η άριστη συνεργασία μας οδήγησε στην απόφαση να γράψουμε ένα δικό μας βιβλίο, ώστε να διαβαστεί από ένα ευρύτερο ηλικιακά κοινό και που να αγγίζει τα θέματα που προαναφέραμε. 

Γιατί επιλέξατε αυτόν τον τρόπο συγγραφής; Δηλ. γράφοντας δύο διαφορετικά μυθιστορήματα κι όχι γράφοντας ένα ενιαίο με όλη την ιστορία που θέλατε να αφηγηθείτε;

     Το να γράψουμε δύο ξεχωριστά μυθιστορήματα μας έδωσε την απόλυτη ελευθερία να διατηρήσουμε την ιδιαιτερότητα στον τρόπο γραφής της καθεμιάς μας, αλλά και να δημιουργήσουμε την πλοκή και την ιστορία που θέλαμε χωρίς την λογοκριτική παρέμβαση της άλλης. Πάντα βέβαια υπήρχε η ανταλλαγή απόψεων και ιδεών, αλλά με απόλυτο σεβασμό στις ιδιαίτερες προτιμήσεις της κάθε μιας. Ελευθερία, άριστη συνεργασία και σεβασμός, ήταν οι οδηγοί μας σε αυτό το συγγραφικό ταξίδι. 

Θεωρείτε ότι το «πείραμα» πέτυχε; Ποια είναι τα πρώτα σχόλια; 

     Από την άποψη της δικής μας συνεργασίας το πείραμα πέτυχε απόλυτα. Φαίνεται να αρέσει και στο αναγνωστικό κοινό, αν κρίνουμε από την πρώτη ανατροφοδότηση που έχουμε. Το πρωτότυπο δίπολο, δύο συγγραφείς, δύο τρόποι γραφής, δύο ξεχωριστές ιστορίες με ένα συνδετικό μόνο στοιχείο μπορεί στην αρχή να ξαφνιάζει, όμως τελικά αρέσει. Η επιλογή ‘δύο σε ένα’ είναι γνώριμη στο κοινό.

Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με το βιβλίο σας και ποιο είναι αυτό;

     Από την άποψη της μορφής του βιβλίου το μήνυμα που θα θέλαμε να μεταφέρουμε είναι  «Φιλία και Συνεργασία επί το έργον».  Από την άποψη του περιεχομένου: Η πορεία του ανθρώπου πάνω στη γη είναι ένας δύσκολος αγώνας που περνά μέσα από κακουχίες, φυσικές δυσκολίες,  συγκρούσεις και πολέμους που οδηγούνται από τα ένστικτα. Το μόνο που μπορεί να απαλύνει αυτή την πορεία είναι, η καλλιέργεια των άλλων πλευρών της ανθρώπινης ύπαρξης, της ψυχικής, πνευματικής και διανοητικής του πλευράς που είναι και τα μόνα αντίβαρα στη σκοτεινή του πορεία.   

Το βιβλίο δείχνει ότι και για τα δύο μυθιστορήματα απαιτήθηκε έρευνα. Σας δυσκόλεψε και σας πήρε πολύ χρόνο;

    ΡΚ Έγινε ενδελεχής έρευνα σε ελληνική και ξένη βιβλιογραφία, αλλά και σε διαδικτυακές πηγές, σε βιβλιοθήκες, στο Academia edu κλπ. Η συλλογή των στοιχείων και στη συνέχεια το μπόλιασμα τους  στην πλοκή του μυθιστορήματος απαιτούν το χρόνο τους.

     ΧΒ Πράγματι, απαιτήθηκε πολλή έρευνα και αρκετός χρόνος. Δε θα μπορούσε όμως να γίνει διαφορετικά, καθώς οι ιστορίες μας διαδραματίζονται σε πραγματικούς τόπους, σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους όπου η ιστορία άφησε αδρό το αποτύπωμά της. Η αναπαράσταση των «γεγονότων» έπρεπε να στηρίζεται σε αληθινές βάσεις και αυτό απαίτησε λεπτομερή έρευνα.

Ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε τώρα που πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο το οποίο απ’ όσο κατάλαβα, λόγω κορωνοϊού, άργησε κάπως να εκδοθεί;

     ΡΚ Η χαρά ήταν μεγάλη γιατί ολοκληρώθηκε μια πράξη. Ο Βίας ο Πριηνεύς,  στον οποίο γίνεται αναφορά στο πρώτο μυθιστόρημα, συμβουλεύει: «να μην αναλαμβάνεις βιαστικά ένα έργο, αν όμως κάτι αναλάβεις να επιμένεις σταθερά στην πραγματοποίησή του». Αυτή η προτροπή με ακολουθούσε σε όλη τη διάρκεια της συγγραφής. Όταν κράτησα στα χέρια μου το βιβλίο, επειδή μου άρεσε η έκδοση και το εξώφυλλο, το κοίταζα και δεν το χόρταινα, το άγγιζα, το χάιδευα και βέβαια το διάβαζα από άλλη οπτική, αυτήν των τυπωμένων σελίδων και όχι του υπολογιστή. Η χαρά ήταν ιδιαίτερη.

     ΧΒ Η ικανοποίηση της ολοκλήρωσης του εγχειρήματος ήταν αναμφισβήτητα μεγάλη.  Από την άλλη, η καθυστέρηση στην έκδοση του βιβλίου προκάλεσε στην αρχή απογοήτευση και ματαίωση, στη συνέχεια όμως άρχισε να αναδύεται μέσα μου μια φιλοσοφική καρτερία και μια ψυχολογική ανθεκτικότητα, η οποία σφυρηλατήθηκε μάλλον λόγω της σύμπλευσής μου με τη σκέψη του Θαλή του Μιλήσιου: «σοφώτατον χρόνος, ανευρίσκει γάρ πάντα».

Η λογοτεχνία μπορεί να είναι μια κοινωνική πράξη;

     ΡΚ Από τη στιγμή που ένα λογοτεχνικό έργο μπορεί να απασχολήσει διανοητικά, να συγκινήσει και να προβληματίσει  έναν μεγαλύτερο κύκλο ανθρώπων πέρα από τον στενό οικογενειακό ή τον επαγγελματικό, σαφώς και αποκτά τα χαρακτηριστικά μιας κοινωνικής πράξης.

    ΧΒ  Όλες οι επιλογές μας, και ιδιαίτερα οι συγγραφικές, δεν μπορεί παρά να έχουν κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά. Οι ήρωες που δημιουργούμε, οι καταστάσεις που ζουν, οι δράσεις και οι αντιδράσεις τους στις περιπλοκές, που αντιμετωπίζουν, είναι επινοήσεις και επιλογές του συγγραφέα, οι οποίες συνειδητά ή ακόμα και ασυνείδητα, δηλώνουν τη στάση του απέναντι στο ιστορικό γίγνεσθαι, αλλά και τη διάθεση επιρροής σε αυτό.

Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας;

     ΡΚ Είχα πάντα μια στενή σχέση με την έκφραση σκέψεων και συναισθημάτων στο χαρτί, αλλά δεν έκανα κάποια ουσιαστική απόπειρα συστηματικής καταγραφής. Η πρώτη συστηματική καταγραφή έγινε με μερικά ανέκδοτα ταξιδιωτικά ημερολόγια, με κάποια άρθρα στο περιοδικό Νιάουστα και κάποια διηγήματα. Το μυθιστόρημα ήταν μια καινούρια πρόκληση που είχε ως στόχο να παρουσιάσει γνωστικά και πολιτισμικά στοιχεία με έναν ευχάριστο, για να διαβαστεί, τρόπο.  

     ΧΒ Δεν μπορώ να ορίσω την ακριβή χρονική στιγμή που άρχισα να σκέφτομαι σαν συγγραφέας. Η δημιουργία στο μυαλό μου ιστοριών, εκδοχών της πραγματικότητας, η παρατήρηση των ανθρώπων και των ποικίλων αντιδράσεών τους με παρέσυρε από πολύ νωρίς σε άτυπη συγγραφική δραστηριότητα, η οποία όμως δεν κατέληγε συχνά σε  κάποια ολοκληρωμένα κείμενα. Από την άλλη, η ανάγνωση και μελέτη των λογοτεχνικών κειμένων σπουδαίων συγγραφέων λειτούργησε σε μένα (και σε πολλούς άλλους φιλολόγους, απ’όσο ξέρω) ως τροχοπέδη στη λογοτεχνική έκφραση. Άργησα να το ξεπεράσω αυτό και να δω τον εαυτό μου ως ένα από τα πολλά και διαφορετικά λουλούδια που ανθίζουν στον κάμπο των συγγραφέων.

Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;

     ΡΚ Κλείνονται, σαν τα τζίνι, στο μαγικό λυχνάρι τους που είναι το βιβλίο και περιμένουν υπομονετικά να τα ελευθερώσει πάλι κάποιος ανοίγοντας τις σελίδες του.

     ΧΒ Δεν χάνονται. Συνεχίζουν τη ζωή που θέλει ο καθένας να τους δώσει. Για μένα είναι ζωντανοί, παλιοί φίλοι που έχω καιρό να τους μιλήσω και τους σκέφτομαι τρυφερά και με ανησυχία για την τύχη τους.

Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά των ηρώων σας;

     ΡΚ  Ευτυχώς, μέχρι τώρα η ζωή μας δεν είχε την τραγικότητα που περιγράφεται στο βιβλίο, με τους πολέμους, την προσφυγιά και άλλες δύσκολες καταστάσεις, αλλά στο επίπεδο των γνωστικών προβληματισμών και των ηθικών διλημμάτων, ναι.

      ΧΒ Φυσικά. Ίσως όχι με την ένταση που τα βιώνουν αυτοί, παρόμοια όμως συναισθήματα έχουμε νιώσει όλοι. Ο φόβος, η απώλεια, η δυστυχία, αλλά και η ευτυχία, η πλήρωση, το χαμόγελο είναι κοινές ανθρώπινες εμπειρίες. Είναι η πεμπτουσία της ανθρώπινης ύπαρξης. Διαφορετικές είναι μόνο οι συνθήκες μέσα στις οποίες λαμβάνουν χώρα τα συναισθήματα. Και εδώ θα συμφωνήσω με την Ρένα. Ο πόλεμος και η προσφυγιά είναι άγνωστες εμπειρίες για μας. Κοινή όμως η μοίρα του ανθρώπου…

Σας μοιάζει κάποιος από τους ήρωες σας;

     ΡΚ  Δεν θα το έλεγα ακριβώς, αλλά κάποια στοιχεία που προσδίδεις στους ήρωες μπορεί να τα αντλείς από τον εαυτό σου  ή από αυτό που θα ήθελες να είσαι.

     ΧΒ  Όχι. Δεν ταυτίζομαι με κανέναν από τους ήρωές μου. Οπωσδήποτε όμως έχουν στοιχεία του εαυτού μου, όπως και ανθρώπων που έχω γνωρίσει.

Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;

     ΡΚ  Στο συγκεκριμένο βιβλίο η φίλη και συνεργάτης μου, η Χρυσούλα. Σε άλλα κείμενα, πρώτα ο άνδρας μου και ύστερα μερικοί φίλοι που έχουν άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, σχέση με τη συγγραφή.

     ΧΒ  Ο σύζυγός μου, ο οποίος μου κάνει και εποικοδομητική κριτική. Στο συγκεκριμένο βιβλίο τα κείμενά μου τα διάβαζε και η Ρένα, με την οποία είχαμε μια υποδειγματική συνεργασία βασισμένη στην ελευθερία και το σεβασμό της φωνής του άλλου.

Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;

     ΡΚ Αυτός που θα μπορέσει να διαβάσει με προσοχή και να νιώσει τον παλμό που με διακατείχε όταν το έγραφα.

     ΧΒ Ο απροκατάληπτος, αθώος άνθρωπος. Υπάρχει; Η δική μου απάντηση είναι αρνητική. Δεν προσβλέπω σε ιδανικούς αναγνώστες. Αντίθετα, θα ήταν μεγάλη επιτυχία του βιβλίου να διαβαστεί από ανθρώπους που διαφωνούν με τη λογική του και να τους δώσει μια άλλη οπτική, έστω για λίγο.

Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;

     ΡΚ  Σε κάθε πράξη και δραστηριότητα που κάνεις, αν είσαι παρατηρητικός, ανακαλύπτεις πράγματα για τον εαυτό σου. Κατά τη συγγραφή αυτού του βιβλίου μου βγήκε έντονη η ανάγκη να γράψω κάποιες αράδες με ρυθμό. Τον ρυθμό που θυμίζει ποίηση, όχι βέβαια την μοντέρνα. Δεν είχα κάνει ποτέ τη σκέψη να γράψω ποίηση.

     ΧΒ Η συγγραφή είναι, εκτός των άλλων, μια ανέξοδη ψυχοθεραπεία. Σε οδηγεί σε σκιερά μονοπάτια, όπου δεν θα πατούσες χωρίς το μίτο της και σε ξέφωτα ανοιχτά στην ενόραση. Επομένως, η απάντησή μου είναι θετική.

Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;

     ΡΚ  Όχι, δεν εντόπισα κάποια συνταρακτική ανατροπή.

     ΧΒ  Όχι, αν και θα ήμουν ευτυχής αν μου συνέβαινε.

Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;

     ΡΚ Ως προς το είδος, όλοι οι σύγχρονοι που έγραψαν και γράφουν τη λεγόμενη Μαθηματική Λογοτεχνία όπου μέσα από ένα μυθιστόρημα προσπαθούν να περάσουν στο ευρύ κοινό στοιχεία από την ιστορία των Μαθηματικών και των επιστημών. Ντενί Γκετζ, Απόστολος Δοξιάδης, Τεύκρος Μιχαηλίδης κ.ά. Από τους άλλους ο Νίκος Καζαντζάκης υπήρξε ο αγαπημένος της νιότης μου, γιατί έβαζε έντονα το στοιχείο της διανόησης και της εσωτερικής πάλης για βελτίωση στον άνθρωπο. Από εκεί και πέρα πολλά από τα αναγνώσματά μου είναι φιλοσοφικού και επιστημονικού χαρακτήρα.

     ΧΒ Πολλοί συγγραφείς νομίζω ότι με επηρέασαν και ασυνείδητα ακολουθώ την περπατησιά τους στη γραφή, συνταιριάζοντάς την με τη δική μου. Αυτοί όμως που επηρέασαν πάνω από όλους τη ματιά μου είναι δυο ποιητές, ο Σεφέρης από τους νεότερους και ο Όμηρος από τους παλιούς- αλλά ποτέ ξεπερασμένους. Η τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, άμεσα επηρεασμένης από την ιστορία, με ελκύει ως ιδέα ιδιαίτερα και ίσως γι’αυτό να ανατρέχω συχνά στη σκέψη και τους στίχους τους. 

Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;

     ΡΚ  Δεν είναι εύκολη διαδικασία, απαιτεί κόπο, χρόνο και μεράκι. Όπως έλεγαν παλιά οι γυναίκες, για να ζυμώσεις καλό ψωμί πρέπει να ιδρώσεις. Στη συγγραφή δεν υπάρχει σωματικό ίδρωμα, αλλά ψυχικό. Και κυλάν μέσα σου, αόρατα, οι σταγόνες, από την απόλυτη διανοητική αφιέρωση.

     ΧΒ  Η συγγραφή είναι μια διαδικασία που απαιτεί πολύ χρόνο, δουλειά κυριολεκτικά «χειρονακτική», κυρίως όμως εσωτερική πειθαρχία και ενδοσκόπηση. Δεν είναι, επομένως, μόνο δύσκολη. Θα την χαρακτήριζα βασανιστική. Γιατί, λοιπόν, γράφω όχι μόνο εγώ αλλά  και τόσοι ακόμα άνθρωποι; Φαίνεται ότι είναι μια εσωτερική ανάγκη να καταγράψουμε τον κόσμο για να τον καταλάβουμε. Βεβαίως, υπάρχουν και ένα σωρό άλλες ερμηνείες.

Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν λίγες εβδομάδες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο συρτάρι σας; Είτε και πάλι από κοινού, είτε η καθεμία χωριστά;

      ΡΚ Είναι  μια ερώτηση που γίνεται συνήθως σε όλους τους συγγραφείς και μια απάντηση που δίνεται, ίδια από όλους. Ναι, έχω υλικό και έχω αρχίσει ή θα αρχίσω σύντομα κάτι καινούριο. Φαίνεται, πως εκτός από τον κόπο η συγγραφή προσφέρει και μια εθιστική ηδονή. Αυτό το ντοπάρισμα ούτε και εγώ θα μπορέσω να το αποφύγω.

     ΧΒ Υλικό αδημοσίευτο υπάρχει άφθονο. Απαιτεί, όμως, αρκετή δουλειά για να γίνει δημοσιεύσιμο. Όλες μου οι δυνάμεις αυτήν τη στιγμή είναι αφιερωμένες σε ένα ιστορικό μυθιστόρημα που αφορά έναν ξεχασμένο ζωγράφο του περασμένου αιώνα, έργο πολύ απαιτητικό και από την άποψη της έρευνας. Στο μέλλον δεν αποκλείω την εκ νέου συνεργασία μας με τη Ρένα, καθώς το κοινό μας εγχείρημα ήταν μια από τις καλύτερες εμπειρίες της ζωής μου, τόσο δημιουργικά όσο και συναισθηματικά.

 

10 Νοε 2020

ΝΑΟΥΣΑ, Η ΠΟΛΗ ΜΑΣ

ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ 19ο ΣΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ
Εκδόσεις iWrite
Σελ. 190, Σεπτέμβριος 2020

      Ένα εξαιρετικό λεύκωμα, που θα πρέπει να αποτελέσει πολύτιμο απόκτημα για κάθε Ναουσαίο, κυκλοφόρησε πριν από λίγες εβδομάδες, από την Πολιτιστική Εταιρεία Νάουσας «Αναστάσιος Μιχαήλ ο Λόγιος».

     «Το παρόν λεύκωμα που αποτελεί ουσιαστικά μια συλλογή εργασιών που κατά καιρούς επεξεργάστηκε ο Πρόεδρος της Πολιτιστικής Εταιρείας, αρχιτέκτων-πολεοδόμος κ. Αλέξανδρος Οικονόμου, έχει στόχο να παρουσιάσει τις μεταβολές του πολεοδομικού ιστού της Νάουσας κατά τη διάρκεια της νεότερης ζωής της, καθώς και παλιότερα έργα ανώνυμης αρχιτεκτονικής που διασώθηκαν μέχρι τις μέρες μας και εξακολουθούν να τη χαρακτηρίζουν».

     Το βιβλίο περιλαμβάνει τρία κεφάλαια, το καθένα από τα οποία πραγματεύεται ένα διαφορετικό θέμα. Στο πρώτο γίνεται μια σύντομη αναφορά στην ιστορική διαδρομή της πόλης, από την ίδρυσή της, μέχρι τα πρώτα χρόνια μετά τον επανεποικισμό της.

     Το δεύτερο, αναφέρεται στη διαδικασία του σχηματισμού του αρχικού πυρήνα του οικισμού, και πως γεγονότα όπως η εκ βάθρων καταστροφή το 1822, η βιομηχανική ανάπτυξη, η έλευση και η εγκατάσταση προσφύγων το 1928, εκτεταμένα έργα υποδομών (π.χ. δίκτυο ύδρευσης) και η «έκρηξη» στην κατασκευή κατοικιών με τους νόμους περί αντιπαροχής, διαμόρφωσαν τον σημερινό της πρόσωπο.

     Το τρίτο κι εκτενέστερο κεφάλαιο, κάνει αναφορά στην αρχιτεκτονική των κτιρίων που κατασκευάστηκαν μέχρι τον μεσοπόλεμο και σώζονται σήμερα. «Ανάμεσά τους κάποιες εκκλησίες που προϋπήρχαν της καταστροφής της πόλης, κατά την Επανάσταση του 1822 και μερικές κατοικίες «μακεδονικού» τύπου, σήμερα διάσπαρτες στον αστικό ιστό. Ακόμα, μερικά υπολείμματα από τις πρώτες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, που σημάδεψαν τόσο την οικονομική και κοινωνική της ζωή, όσο και την εικόνα πολλών μη βιομηχανικών της κτιρίων. Τα παραπάνω, μαζί με τα κτίρια των δημόσιων σχολείων και μερικών ιδιωτικών κατοικιών […] μαρτυρούν ότι υπήρξε εδώ ένα ενδιαφέρον, τουλάχιστον, αστικό παρελθόν. Και ταυτόχρονα, υπενθυμίζουν σήμερα στους νεότερους ότι πριν από την ισοπεδωτική αρχιτεκτονική της αντιπαροχής, με τις κατοικίες-κλουβιά να στριμώχνονται να χωρέσουν, στον ίδιο τόπο, όσο περισσότερες γίνεται, η εικόνα της πόλης ήταν πολύ διαφορετική, ίσως πιο κοντά στην ανθρώπινη κλίμακα, με διαφορετικές αξίες και προτεραιότητες στην καθημερινότητα».

     Στο κεφάλαιο αυτό μελετώνται αρχιτεκτονικά:

     Ιδιωτικές κατοικίες (π.χ. Μούγγρη, Βογιατζή, Μάκη, Ματθαίου) οι περισσότερες από τις οποίες χρησιμοποιούνται ακόμη, είτε με την αρχική τους χρήση, είτε με διαφορετικές. Εκτός από την αρχιτεκτονική μελέτη, ο συγγραφέας, αφηγείται την ιστορία τους, καθώς και ενδιαφέρονται γεγονότα και συμβάντα που συνδέονται με αυτά τα κτίσματα.

     Εκκλησίες, που καταστράφηκαν το 1822 και ανοικοδομήθηκαν μεταξύ του 1833 και 1843 (Παναγία, Άγιος Γεώργιος και Μετόχι Τιμίου Προδρόμου-μέσα Πρόδρομος).

     Σχολικά κτίρια, όπως το «Σεφέρτζειο» (4ο Δημοτικό), τα σχολεία του Αγίου Μηνά (1ο-2ο Δημοτικά), «Γαλάκεια» (3ο Δημοτικό) και «Λάππειο» Γυμνάσιο.

     Εργοστάσια, τα οποία δυστυχώς, δεν λειτουργούν πια. Κάποια από αυτά τα κτίρια έχουν σήμερα διαφορετική χρήση. Όπως έχουν κι ένα λαμπρό παρελθόν. «Το έτος 1874-75 αποτελεί μια αποφασιστική χρονιά για τη μεταγενέστερη ανάπτυξη της οικονομίας της πόλης: για πρώτη φορά χρησιμοποιούνται τα νερά της Αράπιτσας, του ποταμού που διασχίζει την πόλη, ως κινητήρια δύναμη για μια «μείζονα» βιομηχανία επεξεργασίας βαμβακιού και αργότερα μαλλιού […] Πρέπει να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη φορά που μια βιομηχανία-με τη σύγχρονη έννοια του όρου-δημιουργήθηκε στη Μακεδονία».

     Τέλος γίνεται αναφορά στους «πύργους» της Νάουσας. «Αναφέρθηκε παραπάνω ότι την οικιστική εικόνα της Νάουσας συμπληρώνουν ορισμένα αρχιτεκτονήματα τα οποία αποτελούν σημεία αναφοράς, πραγματικά τοπόσημα. Πρόκειται για στιβαρές κατασκευές, στις οποίες υπερισχύει το στοιχείο του ύψους σε σχέση με το εμβαδόν που καταλαμβάνουν στο έδαφος…». Αυτά είναι τα καμπαναριά του Αγίου Γεωργίου και της Μεταμόρφωσης, ο πύργος του Ρολογιού και οι τέσσερις καμινάδες των εργοστασίων.

     Το λεύκωμα συμπληρώνουν τα διαφωτιστικά αρχιτεκτονικά σχέδια του Αλ. Οικονόμου και οι πολλές κι εξαιρετικές φωτογραφίες του Γιάννη Κουκούλου. Στο τέλος κάθε κεφαλαίου υπάρχει περίληψη μεταφρασμένη στα αγγλικά από την Λένα Παλαντζίδου και τον Αναστάση Στοϊδη. Το εξώφυλλο είναι του Δημήτρη Πάζου, ενώ ο φιλόλογος Πέτρος Στοϊδης έκανε την επιμέλεια των κειμένων.

     Όπως γράφω και στην εισαγωγή αυτής της παρουσίασης, το λεύκωμα είναι αληθινό κόσμημα. Ένα εξαιρετικό βιβλίο που πρέπει να αποκτήσει κάθε Ναουσαίος-και φίλος της Νάουσας. Σ’ αυτό βοηθά και η προσιτή τιμή του (20 ευρώ), που είναι τιμή πολύ χαμηλή σε σχέση με την αξία του.     

5 Νοε 2020

ΠΡΩΣΙΚΟ ΜΠΛΕ

PHILIP KERR
Μετάφραση ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΑΓΚΟΣ
Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
Σελ. 667, Σεπτέμβριος 2020

 

     Το προτελευταίο βιβλίο που εκδόθηκε όσο ο Φ. Κερ ήταν στη ζωή είναι το «Πρωσικό Μπλε». Είναι ένα «χορταστικό» μυθιστόρημα, που περιλαμβάνει δύο περιπέτειες του Μ. Γκούντερ, του γνωστού από τα προηγούμενα βιβλία του, αντιναζιστή πρώην επιθεωρητή της αστυνομίας του Βερολίνου.

     Η πρώτη εξελίσσεται τον Οκτώβριο του 1956. Το ξενοδοχείο Γκραντ Οτέλ Καπ Φερά, στο οποίο ο Γκούντερ εργάζεται ως κονσιέρζ (δηλ. ο άνθρωπος που είναι επιφορτισμένος με το καθήκον να δίνει αξιόπιστες και ακριβείς πληροφορίες στους ενοίκους, για αξιοθέατα, εστιατόρια, καφέ, καταστήματα κλπ) στη γαλλική Ριβιέρα έχει μόλις κλείσει λόγω λήξης της σεζόν. Ενώ αναρωτιέται πως θα περάσει τον χειμώνα, δέχεται την «επίσκεψη» ενός κλιμακίου της Στάζι. Επικεφαλής είναι ο ίδιος ο υποδιευθυντής και ουσιαστικά ο ισχυρός της άντρας, Έριχ Μίλκε. Ο οποίος λόγω της θέσης του, «ήταν ένας από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους στη ΛΔΓ». Ο Μίλκε ζητά από τον Γκούντερ να ταξιδέψει στην Αγγλία με πλαστό φυσικά διαβατήριο, για να δηλητηριάσει με θάλλιο την Ανν Φρεντς, μια πράκτορα με την οποία είχε συνεργαστεί στο παρελθόν. Δεν του αφήνει κανένα περιθώριο να αρνηθεί. «Το γεγονός ότι θα συμφωνήσεις να σκοτώσεις την Ανν Φρεντς, είναι προϋπόθεση για να μείνεις ζωντανός ο ίδιος». Εκτός αυτού, υπόσχεται ότι θα τον βοηθήσει να επιστρέψει στη Γερμανία, με νέα ταυτότητα. Όσοι έχουν διαβάσει και άλλα βιβλία της σειράς του Κερ με κεντρικό χαρακτήρα τον βερολινέζο αστυνομικό, γνωρίζουν ότι μετά την ήττα της Γερμανίας στον Β! παγκόσμιο πόλεμο και την κατάρρευση του ναζιστικού καθεστώτος, ένας αξιωματούχος υπέκλεψε την ταυτότητα του Γκούντερ για να αποφύγει τις διώξεις. Έτσι αυτός αναγκάστηκε να διαφύγει από τη Γερμανία, αφού ήταν δύσκολο να αποδείξει την πλαστοπροσωπία και κινδύνευε να καταδικαστεί ως ναζί. Ο Γκούντερ, δέχεται την πρόταση του Μίλκε. «Δέχομαι να κάνω αυτό που ζητάς στρατηγέ. Είμαι άφραγκος. Δεν έχω φίλους. Μένω μόνος μου σ’ ένα διαμέρισμα που δεν είναι μεγαλύτερο από παγίδα για αστακούς και η δουλειά μου πρόκειται να σταματήσει για τον χειμώνα. Μου λείπει η Γερμανία. Αν το τίμημα που πρέπει να πληρώσω για να πάρω τη ζωή μου πίσω είναι να σκοτώσω την Ανν Φρεντς, τότε είμαι κάτι παραπάνω από πρόθυμος να το κάνω».

     Η αποδοχή της πρότασης ήταν προσχηματική κι έγινε για να κερδίσει ο Γκούντερ χρόνο. Η σκέψη του ήταν διαφορετική «…να ακολουθήσω το σχέδιο του Μίλκε όσο χρειαζόταν για να πάρω στα χέρια μου το διαβατήριο και τα χρήματα και μετά να ψάξω μια ευκαιρία για να το σκάσω…». Πράγματι στο ταξίδι με το τραίνο προς το Καλαί, το σκάει. Από τη Στάζι και τον πρώην συνεργάτη του Φρίντριχ Κορς, που μετά τον πόλεμο είχε μεταπηδήσει στην υπηρεσία ασφαλείας της Ανατολικής Γερμανίας και βρισκόταν στο τραίνο για να τον επιτηρεί και να εξασφαλίσει ότι θα έκανε σωστά τη «δουλειά» του. Κι ενώ ο πρώην επιθεωρητής προσπαθεί να διαφύγει προς τα γερμανικά σύνορα, αναθυμάται την τελευταία φορά που συνεργάστηκε με τον Κορς.

     Ήταν τον Απρίλιο του 1939. Στις Βαυαρικές Άλπεις, στην νεόδμητη εξοχική κατοικία του Χίτλερ στο Ομπερσάλτσμπεργκ, δολοφονείται ένας πολιτικός μηχανικός, από τους πολλούς που έχουν κληθεί να επιβλέπουν το φαραωνικό και πολυδάπανο έργο που γίνεται στα εδάφη του Ηγέτη. «Σήμερα το πρωί στις οχτώ έγινε στο Μπέργκχοφ μια συνάντηση με συνοδεία γεύματος […] Οι παρόντες σε εκείνη τη συνάντηση ήταν κατά κύριο λόγο αρχιτέκτονες, μηχανικοί και δημόσιοι υπάλληλοι και σκοπός της συνάντησης ήταν να σκεφτούν ποιες άλλες βελτιώσεις μπορούσαν να γίνουν για την άνεση, την απόλαυση και την ασφάλεια του Ηγέτη. Υποθέτω πως θα πρέπει να ήταν παρόντες δέκα με δεκαπέντε άνθρωποι. Μετά το πρωινό γεύμα, γύρω στις εννέα η ώρα, οι παρευρισκόμενοι βγήκαν στη βεράντα, που έχει θέα σε όλη την περιοχή. Στις εννέα και τέταρτο προ μεσημβρίας, ένας από αυτούς-ο δόκτωρ Καρλ Φλεξ- κατέρρευσε στη βεράντα επειδή αιμορραγούσε έντονα από ένα τραύμα στο κεφάλι. Τον είχαν πυροβολήσει, πιθανότατα με τουφέκι, και πέθανε επιτόπου. Κανείς άλλος δεν τραυματίστηκε και περιέργως, κανείς δεν έδειξε να άκουσε το παραμικρό». Λόγω της ευαίσθητης περιοχής στην οποία έγινε το έγκλημα, ο δολοφόνος πρέπει να βρεθεί και να τιμωρηθεί πριν επισκεφθεί την περιοχή ο Χίτλερ για να γιορτάσει τα πεντηκοστά του γενέθλια. Όλα πρέπει να γίνουν με τη μέγιστη διακριτικότητα, για να μη γίνει γνωστό ότι υπάρχει κενό ασφαλείας στο εξοχικό. Οι υψηλόβαθμοι ναζί, συμφωνούν ότι ο ιδανικός άνθρωπος που μπορεί να δώσει λύση, είναι ο Μπέρνι Γκούντερ. Έτσι ο επιθεωρητής αναλαμβάνει μια υπόθεση που δεν θέλει με τίποτα και που τα έχει όλα: «παραδοξότητες, αποξένωση, υπαρξιακό άγχος και μπόλικους πιθανούς και απίθανους υπόπτους». Παίρνει σαν βοηθό του τον Φρίντριχ Κορς και αναχωρούν για τη Βαυαρία. Έχουν μόλις μια εβδομάδα να βρουν τον δολοφόνο κι ο μεγαλύτερος φόβος του, είναι το τι θα ανακαλύψει για την ελίτ των ναζί που φιλοξενείται στην περιοχή. Καθώς και πόσα από αυτά πρέπει να αποκαλύψει και σε ποιόν.

     Ένα ακόμη απολαυστικό μυθιστόρημα με κεντρικό χαρακτήρα τον Μπέρνι Γκούντερ, που είναι πιο σαρκαστικός και πιο κυνικός από κάθε άλλη φορά, γραμμένο με τον υπέροχο και μοναδικό τρόπο του πρόωρα χαμένου, βρετανού συγγραφέα.