31 Μαρ 2016

ΟΙ ΔΥΟ ΟΧΘΕΣ 1939-1945

ΟΙ ΔΥΟ ΟΧΘΕΣ 1939-1945
ΜΙΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΓΙΑ ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΖΑΟΥΣΗΣ
Εκδόσεις ΩΚΕΑΝΙΔΑ
Σελ. 957, Νοέμβριος 2015

     Πριν από λίγους μήνες κυκλοφόρησε σε δεύτερη επίτομη αυτή τη φορά έκδοση (η πρώτη έκδοση του 1987 ήταν δίτομη) το έργο του Αλ. Ζαούση.
     Ο συγγραφέας στον πρόλογο, αναφέρεται στην εστίαση του βιβλίου. «Το βιβλίο αυτό θα σταθεί κυρίως στα αμφιλεγόμενα γεγονότα της περιόδου 1939-1945. Δεν διεκδικεί τον τίτλο μιας πλήρους ιστορίας. Ξεκινάει από το 1939, γιατί η έναρξη του Β! Παγκοσμίου Πολέμου άγγιξε αποφασιστικά την πορεία της χώρας μας προς τη δική της τραγωδία. Και τελειώνει με τη συμφωνία της Βάρκιζας, το 1945. Ελπίζω να μην μπω ποτέ στον πειρασμό να καταπιαστώ και με τον εμφύλιο 1946-1949. Δεν υπάρχει τίποτα πιο καταθλιπτικό από την περιγραφή των εμφύλιων σπαραγμών της πατρίδας σου».
     Το βιβλίο ξεκινά τον Αύγουστο του 1939. Περιγράφει τα όσα προηγήθηκαν του ελληνο-ιταλικού πολέμου. Τις επικές μάχες που δόθηκαν στα βουνά της Αλβανίας. Στη συνέχεια αναφέρεται στη γερμανική επίθεση στα σύνορά μας μέσω της Γιουγκοσλαβίας, η οποία προσπάθησε χωρίς επιτυχία να αναχαιτίσει τους Γερμανούς και της Βουλγαρίας, που επέτρεψε τη διέλευση και «ανταμείφθηκε» με την κατοχή της ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Τέλος περιγράφει τη μάχη της Κρήτης, που καταλήφθηκε κυρίως λόγω της ανεπάρκειας της βρετανικής διοίκησης της άμυνας του νησιού αλλά και του μικρού αριθμού των αμυνόμενων στρατευμάτων και παρά την πάνδημη ηρωική άμυνα με υποτυπώδη και παλαιωμένο οπλισμό.
     Στα χρόνια της Κατοχής, περιγράφει τις προσπάθειες δημιουργίας αντιστασιακών ομάδων, κυρίως από αξιωματικούς, που σαν κύρια δραστηριότητα είχαν τη διενέργεια κατασκοπίας των κινήσεων των γερμανικών στρατευμάτων και τη μετάδοση αυτών των πληροφοριών στη διοίκηση των συμμαχικών στρατευμάτων στο Κάιρο. Δυστυχώς για όλους, οι δύο μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις, ο ΕΔΕΣ και ο ΕΛΑΣ που δημιουργήθηκαν στη συνέχεια, συνεργάστηκαν για μία και μόνη φορά.  Ήταν στην επιχείρηση Harling, που οδήγησε στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, που είναι το κορυφαίο σημείο της Εθνικής αντίστασης. Έφεραν σε πέρας μια επιχείρηση που «Αν δεν ήταν ο Ζέρβας δεν θα γινόταν. Και αν δεν ήταν ο Άρης δεν θα πετύχαινε». Από κει και πέρα οι δρόμοι τους χώρισαν. Και σα να μην έφτανε αυτό, τα δύο μεγάλα ένοπλα σώματα, αντί να πολεμούν τον κοινό εχθρό, αναλώνονταν σε μια εμφύλια διαμάχη που κορυφώθηκε όταν αποχώρησαν οι κατακτητές, για να οδηγηθούμε στις εμφύλιες αγριότητες του 1946-1949. Μια χρονική περίοδος που πήγε τη χώρα πολύ πίσω. Γιατί όταν οι άλλες χώρες που ενεπλάκησαν στον πόλεμο (ακόμη και η ηττημένη Γερμανία) ξεκινούσαν την ανοικοδόμηση, οι Έλληνες, κατά την προσφιλή μας συνήθεια, τρωγόμασταν μεταξύ μας.
     Συναρπαστικός είναι ο τρόπος της αφήγησης που έκανε ο συγγραφέας. Επειδή ακριβώς δεν ήταν ιστορικός, ξέφυγε από «τη συνήθη ξερή παράθεση» κι έκανε το έργο του, εύκολο στην ανάγνωση, σε αντίθεση με πολλά ακραιφνώς επιστημονικά βιβλία. Το βιβλίο περιλαμβάνει φωτογραφίες, πληθώρα σημειώσεων, εκτενή βιβλιογραφία και πίνακα-ευρετήριο ονομάτων.

     Το έργο αυτό, αξίζει να διαβαστεί από κάθε σκεπτόμενο και «ανήσυχο» πολίτη, παρά τις όποιες αντιρρήσεις μπορεί να έχει για τα συμπεράσματα και τις απόψεις του συγγραφέα, ο οποίος θεωρεί ότι η προσφορά της μίας πλευράς (ΕΛΑΣ) έχει υπερτιμηθεί, ενώ οι αγώνες της άλλη πλευράς, έχουν υποτιμηθεί και δεν έχουν τύχει της προβολής που τους αρμόζει. Γι’ αυτό και κάποιες φορές, διολισθαίνει σε υπερβολές. Παρ’ όλα αυτά, όμως, αξίζει την προσοχή του αναγνωστικού κοινού.  

23 Μαρ 2016

525 ΤΑΓΜΑ ΠΕΖΙΚΟΥ

525 ΤΑΓΜΑ ΠΕΖΙΚΟΥ
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ
Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ
Σελ. 205, Οκτώβριος 2015

     Μια ακόμη έκδοση, η 105η (!!), του βιβλίου του Δ. Χαριτόπουλου, κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες.
     Ο συγγραφέας χαρακτηρίζει το έργο του μυθιστόρημα, αλλά σίγουρα περιλαμβάνει και αυτοβιογραφικά στοιχεία. Αναφέρεται στην γενική επιστράτευση που κήρυξε στις 20 Ιουλίου 1974, η κυβέρνηση της Χούντας, έντρομη λόγω της ανικανότητάς της να αντιμετωπίσει την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Η επιστράτευση εξελίχθηκε σε κανονικό φιάσκο, στο οποίο τίποτα δεν λειτούργησε όπως είχε σχεδιαστεί.
     Ένα από τα τάγματα που δημιουργήθηκαν τότε, ήταν και το 525. «Το 525 τάγμα πεζικού τώρα πια δεν υπάρχει. Ξεπήδησε μέσα από τα σχέδια επιστρατεύσεως στις 20 Ιουλίου 1974 και αφού εκτέλεσε με απόλυτη επιτυχία όλες τις αποστολές που του ανατέθηκαν, ξαφνικά τα ίχνη του χάθηκαν. Γι’ αυτή την αλλόκοτη εξαφάνιση υπάρχουν πολλές εκδοχές κι ο καθένας υποστηρίζει τη δική του. Όμως το 525 τ.π. δεν πρέπει να ξεχαστεί».
     Το τάγμα συγκεντρώθηκε σε ένα ορεινό χωριό της Καρδίτσας, όπως όριζαν τα σχέδια. Εκεί εξελίχτηκαν κωμικοτραγικές σκηνές. Ξεκίνησαν από την ημέρα συγκέντρωσης, όταν εμφανίστηκαν υπερδιπλάσιοι έφεδροι από όσους χρειαζόταν για τη συγκρότηση της μονάδας, με αποτέλεσμα ο διοικητής του τάγματος, να αναρωτιέται: «Τι διάολο… τάγμα μου δώσανε ή μεραρχία;». Τελικά επέλεξε να κρατήσει τους πιο… ψηλούς! και να στείλει τους υπόλοιπους σε άλλα στρατόπεδα. Στη διάρκεια της ύπαρξής του, κάθε μέρα, ξετυλίγονταν σκηνές στρατιωτικής τρέλας, απείρου κάλους. Οι οποίες τελείωσαν, όταν το τάγμα εξαφανίστηκε μυστηριωδώς, μετά από έντονη νεροποντή και μία οργιαστική λασπομαχία, στην οποία έλαβαν μέρος άπαντες, έφεδροι και μόνιμοι, ανεξαρτήτως βαθμού και θέσης, στις αρχές του Οκτώβρη του 1974. «Μερικοί λένε πως αποστρατεύτηκε κανονικά. Οι άντρες του ξαναπήραν τα δρόμο για τα σπίτια τους, τα όπλα και τα πυρομαχικά ξαναμπήκαν στις αποθήκες και τα αυτοκίνητα παραδόθηκαν πάλι στους ιδιοκτήτες τους. Άλλοι λένε ότι το 525 δεν αποστρατεύτηκε ποτέ. Οι άντρες του συνήθισαν σ’ αυτή τη ζωή και έμειναν στρατιώτες. Άλλοι πως τα παράτησαν μια νύχτα και εξαφανίστηκαν όλοι. Μια εκδοχή υποστηρίζει ότι το 525 απορροφήθηκε από τη μεραρχία ή πως υπάρχει ακόμα με άλλο όνομα. Κανείς δεν μπορεί να πει θετικά τι έγινε…».  

     Ξεκαρδιστικό βιβλίο, που αξίζει να διαβαστεί όχι μόνο γιατί καταδεικνύει μετ’ επιφάσεως, πόσο καραγκιόζηδες ήταν οι στρατιωτικοί της «εθνοσωτηρίου», αλλά και για το αστείρευτο χιούμορ που επέδειξαν όσοι κλήθηκαν «υπό τα όπλα», τις δύσκολες εκείνες μέρες του 1974. Απολαυστικό!

16 Μαρ 2016

Ο ΘΗΡΙΟΔΑΜΑΣΤΗΣ

CAMILLA LACKBERG
Μετάφραση ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Σελ. 497, Σεπτέμβριος 2015

     Την θετική άποψή μου για την Κ. Λέκμπεργκ και τα βιβλία της, την έχω εκφράσει παλαιότερα και από αυτό το blog και από διάφορα έντυπα που κατά καιρούς έγραφα. Σε κάθε νέο της έργο, δεν παύει να μας εκπλήσσει με την ευρηματικότητά της αλλά και με τη βαθιά της γνώση για την ανθρώπινη ψυχή και το κακό που μπορεί να κρύβει μέσα της. Σε όλα της τα βιβλία, «πρωταγωνιστούν» ο επιθεωρητής Πάτρικ και η σύζυγός του Ερίκα, που είναι συγγραφέας βιβλίων, που αναλύουν εγκλήματα που απασχόλησαν στο παρελθόν την κοινή γνώμη της Σουηδίας.
     Η ιστορία αυτού του βιβλίου ξεκινά έναν παγωμένο Γενάρη, όταν στη χιονισμένη Φιελμπάκα, ένα 14χρονο κορίτσι, η Βικτόρια εξαφανίζεται, για να βρεθεί τέσσερις μήνες μετά, κάτω από τις ρόδες ενός διερχόμενου αυτοκινήτου, σ’ έναν επαρχιακό δρόμο της περιοχής, ο οδηγός του οποίου δεν πρόλαβε να αντιδράσει. «Ο ήχος των φρένων κομμάτιασε τη σιωπή και έπειτα ακούστηκε ο γδούπος ενός σώματος που έπεσε στο έδαφος… Στο έδαφος κειτόταν το κορίτσι. Μ’ εκείνα τα παράξενα μάτια στραμμένα προς τον ουρανό». Το κορίτσι τραυματίστηκε βαρύτατα και χάνει λίγες ώρες αργότερα τη μάχη με το θάνατο, στο νοσοκομείο στο οποίο μεταφέρθηκε.
     Ο επιθεωρητής Πάτρικ και οι άντρες του τμήματος στη Φιελμπάκα, είναι στενοχωρημένοι που δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν εγκαίρως τη Βικτόρια και συνεχίζουν τις έρευνες για να ανακαλύψουν τι ακριβώς συνέβη. Η στεναχώρια τους όμως, μετατρέπεται σε οργή, όταν οι πληροφορίες από το νοσοκομείο και η ιατροδικαστική έκθεση, αποκαλύπτουν ότι το κορίτσι βασανίστηκε άγρια.
     Την ίδια εποχή, η Ερίκα, ερευνά ένα έγκλημα που έγινε το 1975. Μια γυναίκα κατηγορήθηκε ότι δολοφόνησε το σύζυγό της, μέσα στο σπίτι τους. Παραδέχτηκε αμέσως την ενοχή της, χωρίς να δώσει λεπτομέρειες, και καταδικάστηκε σε πολυετή φυλάκιση. Η Ερίκα την επισκέπτεται πολλές φορές, για να μπορέσει να της αποσπάσει πληροφορίες, αλλά αποκομίζει ελάχιστα δευτερεύοντα και άνευ σημασίας στοιχεία. Όμως το ένστικτό της, που εμπιστεύεται και η διαίσθησή της, την πείθουν ότι κάτι δεν είναι όπως φαίνεται. Αλλά η γυναίκα αρνείται να μιλήσει ξεκάθαρα και να δώσει εξηγήσεις, παρά το γεγονός ότι ο χρόνος που μεσολάβησε από το φόνο είναι πολύς. «Η υπόθεση δεν παρουσίασε κανένα πρόβλημα, κανείς δεν είχε αμφιβολίες. Υπήρχε ένα είδος λογικής σε αυτή, την οποία είχαν αποδεχτεί όλοι. Ωστόσο η Ερίκα είχε την έντονη αίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, και έτσι αποφάσισε-πριν από κάνα εξάμηνο-να γράψει για την υπόθεση αυτή. Είχε ακούσει πολλά γι’ αυτό το συνταρακτικό γεγονός από τότε που ήταν παιδί…». Η έρευνα και η συγγραφή, μοιάζουν να οδηγούνται σε τέλμα.
     Στο τμήμα της Φιελμπάκα εν τω μεταξύ, η ανησυχία εντείνεται, καθώς οι αστυνομικοί, συνδυάζουν την υπόθεση της Βικτόρια με τις εξαφανίσεις πέντε κοριτσιών με παρόμοια χαρακτηριστικά σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας, τα δύο τελευταία χρόνια. «…τη μεγαλύτερη ευθύνη την ένιωθε τώρα για τις εξαφανισμένες κοπέλες, οι οποίες ίσως να ήταν ακόμη ζωντανές και για όσε κοπέλες δεν είχαν απαχθεί ακόμη. Όσο ο δράστης παρέμενε ελεύθερος και άγνωστος κινδύνευαν περισσότερες κοπέλες. Οι κοπέλες που ζούσαν, ανέπνεαν και γελούσαν χωρίς να γνωρίζουν αν οι μέρες τους ήταν μετρημένες λόγω των κακών προθέσεων, ενός πιθανού δολοφόνου».

     Όπως σε όλα τα βιβλία της Λέκμπεργκ, για μια ακόμη φορά, το παρελθόν φαίνεται να επηρεάζει άμεσα το παρόν. Η λύση της υπόθεσης, θα κρύβει πολλές εκπλήξεις για όλους και κυρίως τους αναγνώστες που θα έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν ένα ακόμη εκπληκτικό κι ευρηματικό μυθιστόρημα της αγαπημένης τους (μας), συγγραφέως.    

11 Μαρ 2016

ΜΑΡΛΕΝΑ ΠΟΛΙΤΟΠΟΥΛΟΥ

Η Μαρλένα Πολιτοπούλου, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1950. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Δημοσιογράφησε σχεδόν είκοσι χρόνια σε εφημερίδες (Αυγή, Νέα) και στο ραδιόφωνο (ΕΡΑ). Δίδαξε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στα Τμήματα Επικοινωνίας και ΜΜΕ. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα και νουβέλες, καθώς και μεταφράσεις (από τα γερμανικά). Βιβλία της είναι «Η Μνήμη Της Πολαρόιντ» (2009), «Ο Κύριος Μάιος Μετάνιωσε Αργά» (2011) και «Η Πηνελόπη Των Τρένων» (2015).
 

Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας;
     Η πραγματικότητα όταν συνδέεται με το παρελθόν μέσα από μια εικόνα, μια σύγκρουση ανθρώπων, μια ακραία κοινωνική κατάσταση αποτελεί για εμένα την πηγή που πλημμυρίζει το μυαλό μου. Στην «Πηνελόπη των τρένων», ένα ταξίδι στη Νάουσα των κλειστών εργοστασίων και μια συνάντηση με έναν μετανάστη στη Γερμανία που μιλούσε με  τεράστιο μόχθο μόνο για τον Καζαντζίδη, με μηχάνημα στον λάρυγγα έπειτα από εγχείρηση, πυροδότησαν μια παλιά μου σκέψη για ένα βιβλίο σχετικά με τη μετανάστευση του ’60 στη Γερμανία.

Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με αυτό και ποιο είναι αυτό;
     Το «μήνυμα» μου θυμίζει προσπάθεια επικοινωνίας με λίγα λόγια σε περιβάλλον  ηλεκτρονικής επικοινωνίας ή εκτάκτου ανάγκης. Η πεζογραφία έχει το δώρο της άπλας και της πολυπλοκότητας. Αν υπάρχει μέσα σε ένα βιβλίο κάτι σαν μήνυμα, ο αναγνώστης είναι αυτό που θα το αποκωδικοποιήσει με βάση τις δικές του ευαισθησίες και ανάγκες.

Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;
     Οι ήρωες κάθε μυθιστορήματος ξεκινούν το μικρότερο ή μεγαλύτερο ταξίδι τους να συναντήσουν τους αναγνώστες. Ο συγγραφέας μετά την έκδοση γίνεται θεατής. Μέσα από τα μάτια των αναγνωστών οι ήρωές του επανέρχονται και ζητούν για λίγο καιρό την προσοχή του, ώσπου κάποιοι άλλοι ήρωες θα έρθουν να κατοικήσουν στο μυαλό του. Περαστικοί κι αυτοί όπως όλα στη ζωή. Στα βιβλία έχουν μόνο μια θέση σταθερή, αναζητώντας με έπαρση την αιωνιότητα.

Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;
     Η γάτα μου. Τα κοιτάζει με μεγάλη προσοχή και τα οσφραίνεται με ευχαρίστηση. Ο σύζυγός  μου μετά, ο οποίος δεν έχει και μεγάλη αδυναμία στην αστυνομική λογοτεχνία, οπότε είναι αυστηρότατος κριτής. Ακολουθεί κάποιος «ειδικός» σε κάθε βιβλίο, ένας φίλος ή συνεργάτης που μπορεί να με προφυλάξει από τυχόν πραγματολογικά λάθη. Δύσκολη φάση.

Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;
     Η σχέση μου με τη λογοτεχνία περιέχει μεγάλη ανάγκη έκφρασης και μάθησης. Αν παραμένεις ανοιχτός, δίχως παρωπίδες, σε αυτή τη διαδικασία είναι αδύνατον να μην ανοίξεις κάποιες οδούς κρυμμένες από τα αγριόχορτα του χρόνου. Η μνήμη είναι η μαγιά κάθε συγγραφής. Στο αστυνομικό μυθιστόρημα που είναι και ιστορικό, όπως η «Πηνελόπη των τρένων» η έρευνα έρχεται να συναντήσει τη μνήμη και τα προσωπικά βιώματα. Ένα παράδειγμα: ξανακοίταξα με άλλη ματιά γράφοντας την αμφίθυμη σχέση μου με τη φωνή του Καζαντζίδη, θυμήθηκα σκηνές από τότε που ήμουν παιδάκι, τη φωνή του πατέρα μου να μιλάει για τον Στέλιο.

Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;
     Δεν προχωράω γράφοντας με πεποιθήσεις. Θα έλεγα πως νιώθω ακριβώς το αντίθετο. Ζητώ να ησυχάσω τις αμφιθυμίες μου για πρόσωπα και καταστάσεις, την αγωνία μου για την ανθρώπινη μοίρα μέσα από την ιστορική έρευνα και την προσπάθεια να δείξω τις φωτεινές και σκοτεινές πλευρές των ηρώων μου. Ίσως μια σταθερή θέση μου είναι μόνο πως όταν γράφεις λογοτεχνία καλό είναι να ξεχνάς το άσπρο μαύρο και να παλεύεις με τις αποχρώσεις της ανθρώπινης κατάστασης.

Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους αναγνώστες σας; Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας «υποδείξουν», πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;
     Ναι, και αυτό μου δίνει πάντα μεγάλη χαρά. Η δυνατότητα διείσδυσης μερικών αναγνωστών είναι συχνά εντυπωσιακή και φωτίζει κάποιες πλευρές που για τον συγγραφέα αποτελούν εσωτερικούς τόπους που έχουν παραμείνει σκιεροί. Το κάνουν και οι κριτικοί λογοτεχνίας ενίοτε.

Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;
     Δεν υπάρχει παρθενογένεση στην Τέχνη. Ο ένας ακουμπάει πάνω στον άλλον και λιγοστοί ανοίγουν καινούριους δρόμους. Μέσα σε κάθε συγγραφέα υπάρχει χωνεμένο το έργο προηγουμένων. Αγαπημένοι τόσοι πολλοί μεταξύ των οποίων ο Ιούλιος Βερν και ο Ιζζό, ο Ροΐδης και ο Τζόναθαν Κόου, η Αγκάθα  Κρίστι και ο Ταϊμπό ΙΙ.

Πως σας επηρεάζει η κρίση και πως την αντιμετωπίζετε; Πιστεύετε ότι η κρίση είναι μόνο οικονομική;
     Πώς θα μπορούσε να μην με επηρεάσει αυτή η παμφάγα κρίση που καταπίνει υλικά αγαθά, ιδεολογίες και διαλύει τον κοινωνικό ιστό της χώρας και τις ψυχές των ανθρώπων; Αν δεν είχα τη συγγραφή και τη χαρά να εκδοθεί η «Πηνελόπη» μέσα σε αυτή τη χρονιά θα είχα βουλιάξει φοβάμαι σε αχαρτογράφητα νερά του ψυχισμού μου. Κατάφερα γράφοντας τα τρία περασμένα χρόνια να εστιάσω σε ένα θέμα, τους πρόσφυγες, που εξελίχτηκε σε μείζον πρόβλημα ολόκληρης της Ευρώπης, συνομίλησα με πολλούς ανθρώπους κατά τη διάρκεια της γραφής, με πολλούς αναγνώστες με το βιβλίο στα χέρια. Η ανταλλαγή αυτή, η περίσκεψη, η επιστροφή σε τραυματικά γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας με βοήθησαν να βγω από τα προσωπικά προβλήματα που δεν είναι λίγα και να βλέπω τη γενικότερη εικόνα που μας αφορά όλους. Να συμπάσχω και να κρατάω μια κριτική στάση. Η κρίση είναι βαθιά, ξεβράζει όλες τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, τραβάει σε μάκρος και εξελίσσεται σε πολύ δύσκολο διεθνές περιβάλλον.

Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;
     Η διαδικασία γραφής είναι δύσκολη αν βάζεις μέσα τον εαυτό σου και δεν αρκείσαι σε απλή διαχείριση ενός θέματος.  Έχει ανηφοριές, κατηφοριές, στροφές, ζόρια και χαρές. Αξίζει τον κόπο όταν γίνεται ανάσα ζωής, όταν νιώθεις κενός αν δεν γράφεις.

Σας ευχαριστώ. 

7 Μαρ 2016

ΜΙΑ ΦΩΝΗ ΤΗ ΝΥΧΤΑ

ANDREA CAMILLERI
Μετάφραση ΦΩΤΕΙΝΗ ΖΕΡΒΟΥ
Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ
Σελ. 311, Οκτώβριος 2015

     Μια ακόμη «περιπέτεια» του επιθεωρητή Μονταλμπάνο και των ανδρών του στο αστυνομικό τμήμα της Βιγκάτα στη Σικελία, μας παρουσιάζει ο χαλκέντερος (και πολύ αγαπημένος) Α. Καμιλλέρι, που παρά τα 90 του χρόνια, εξακολουθεί να γράφει εξαιρετικές ιστορίες.
     Η ιστορία αυτού του βιβλίου, ξεκινά με την διάρρηξη και την αφαίρεση από το ταμείο των εισπράξεων, που έφτανε στο ποσό των 17.000 σχεδόν ευρώ, ενός σούπερ μάρκετ, την οποία αναλαμβάνει να εξιχνιάσει το τμήμα της Βιγκάτα. Όμως αυτό το σούπερ μάρκετ, δεν είναι τυχαίο. «…θυμήθηκε ότι στην πόλη είχε ακουστεί ότι το σούπερ μάρκετ ανήκε σε μια εταιρεία αχυρανθρώπων, στην πραγματικότητα την επιχείρηση είχε χρηματοδοτήσει η οικογένεια Κουφάρο, η οποία μοιραζόταν τις δουλειές στη Βιγκάτα με την αντίπαλη οικογένεια της Μαφίας, τους Σινάγκρα».
     Το γεγονός της διάρρηξης, λες και λειτουργεί ως καταλύτης. Στην πόλη ξεσπά μια αλυσιδωτή αντίδραση εγκλημάτων, που άλλα έχουν εμφανή σχέση με τη διάρρηξη και άλλα πιο συγκαλυμμένη. Κι όταν ο διευθυντής του καταστήματος δύο μέρες μετά βρίσκεται απαγχονισμένος στο γραφείο του με ενδείξεις αυτοκτονίας, οι εχθροί του Μονταλμπάνο βρίσκουν την ευκαιρία να του επιτεθούν κατηγορώντας τον ότι άσκησε ψυχολογική βία που είχε ως αποτέλεσμα την αυτοκτονία.
     Ο Μονταλμπάνο πίσω από τα εγκλήματα, διαβλέπει την εμπλοκή προσώπων «υπεράνω υποψίας» και «υψηλά ιστάμενων», που προσπαθούν με κάθε τρόπο να πιέσουν για να κλείσουν οι υποθέσεις. «Τα τελευταία χρόνια, ίσως επειδή μεγάλωνε, όλο και λιγότερο κατάφερνε να συγκρατήσει την αγανάκτησή του και την έκρηξη θυμού που ακολουθούσε, συνέπεια της απροκάλυπτης στήριξης που παρείχε συγκεκριμένη πολιτική παράταξη σε βουλευτές και γερουσιαστές, συνεργάτες της Μαφίας… Τι χώρα είναι αυτή που ο υπεύθυνος υπουργός είπε κάποια στιγμή ότι έπρεπε να συνυπάρξουν με τη Μαφία; Τι χώρα είναι αυτή που ένας γερουσιαστής, ενώ είχε καταδικαστεί πρωτοβάθμια για συνεργασία με τη Μαφία, επανεμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή και μάλιστα κατάφερε να επανεκλεγεί; Τι χώρα είναι αυτή που ο τοπικός βουλευτής, ενώ καταδικάστηκε πρωτοβάθμια επειδή είχε βοηθήσει μαφιόζους, προάχθηκε σε γερουσιαστή;». Όμως αυτός δεν έχει την υποκρισία, την αδιαφορία και τη διαπλοκή των προϊσταμένων του. Έχει τον τρόπο να φτάσει στη λύση του εγκλήματος και να παρακάμψει τα εμπόδια που βάζει η διαπλοκή. Έχει την εξυπνάδα να βρει και να παραπέμψει στη δικαιοσύνη τους ενόχους, όποια αξιώματα κι αν κατέχουν. Και με τεχνάσματα που είναι λίγο νόμιμα και λίγο παράνομα, έχει στο τέλος το επιθυμητό αποτέλεσμα.
     Για μια ακόμη φορά ο Καμιλλέρι, μας αποδεικνύει πόσο καλός συγγραφέας είναι. Ο μάστορας του είδους, μας χαρίζει ένα πολύ καλό αστυνομικό μυθιστόρημα, που όπως όλα τα έργα του έχει κοινωνικές προεκτάσεις και εύστοχο σχολιασμό της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας που δεν αφορά μόνο τη χώρα του, αλλά και πολλές άλλες.