ΙΣΙΔΩΡΟΣ
ΖΟΥΡΓΟΣ
Εκδόσεις
ΠΑΤΑΚΗΣ
Σελ.
452, Οκτώβριος 2019
Το νέο μυθιστόρημα του Ι.Ζουργού, με τίτλο
«Οι Ρετσίνες Του Βασιλιά», που κυκλοφόρησε τους τελευταίους μήνες του 2019, θα
σας παρουσιάσω σήμερα.
Στο μυθιστόρημα αυτό, ο συγγραφέας, αντλεί
την έμπνευση από την τραγωδία του William Shakespeare «Βασιλιάς Ληρ». Με την
εξαιρετική του πένα την μεταπλάθει λογοτεχνικά και μεταφέρει τη δράση της σε
ένα ελληνικό χωριό με κεντρικό χαρακτήρα τον επιβλητικής μορφής, 70χρονο Λεόντιο
Έξαρχο. «Αν τον παρατηρούσες, δεν θα μπορούσες να μην τον θαυμάσεις. Άντρας
ψηλός, λυγερός για την ηλικία του, μ’ ένα επιμελώς σιδερωμένο παντελόνι στην
τσάκιση, άσπρο πουκάμισο και σακάκι στο χρώμα της φωλιάς του σκαντζόχοιρου. Δερμάτινα
παπούτσια μαλακά, κάπως μυτερά, στιλβωμένα […] Ένας άντρας που τα γαλανά του
μάτια είχανε παρακολουθήσει παραστάσεις στην Όπερα του Σύδνεϋ, που είχε
γευματίσει σε πλωτό εστιατόριο στον Ρήνο, είχε χορέψει σε roof
garden
απλησίαστο για τους κοινούς θνητούς στην Τεχεράνη και είχε τσουγκρίσει το
ποτήρι του με γερουσιαστές στην Αστόρια».
Είναι ένας κοσμοπολίτης, πολιτικός
μηχανικός, συνιδιοκτήτης μιας κατασκευαστικής-τεχνικής εταιρίας,
προικισμένος με κοφτερό μυαλό κι
εμπορικό δαιμόνιο κι αρκετά ευκατάστατος άντρας. «Οι φήμες για τον πλούτο και την
επιρροή του αιωρούνταν πάνω απ’ το χωριό για καιρό, και με φανταστικές
προσθήκες απ’ τον καθένα είχαν διογκωθεί και είχαν πάρει σχεδόν μυθικές
διαστάσεις». Μετά τον θάνατο της γυναίκας του Ουρανίας, αποφασίζει να
αποσυρθεί στην απομόνωση που του προσφέρει το μικρό χωριό, στο οποίο υπάρχει το
πρόσφατα και ριζικά ανακαινισμένο αρχοντικό της οικογένειας-κληρονομιά της
συζύγου του-που οι κάτοικοι της περιοχής, ονομάζουν «πύργο». Εκεί του δίνεται η
ευκαιρία να αναστοχαστεί τη ζωή του, να αναμετρηθεί με το παρελθόν και να
επανεξετάσει τις σχέσεις του. Με τη σύζυγό του, τον συνέταιρό του, τον δύστροπο
και «σκοτεινό» πεθερό του που ποτέ δεν τον αποδέχτηκε, αλλά κυρίως με τις τρείς
κόρες του. Στις οποίες ενώ έδωσε τα πάντα, όταν τις χρειάστηκε, δηλ. όταν
έμεινε μόνος, αντί να βρει αγάπη, στοργή και προσοχή, ήρθε αντιμέτωπος με μια
σκαιή συμπεριφορά από τις δύο μεγαλύτερες και με αδιαφορία από την τρίτη.
Από τις πρώτες του μέρες στο χωριό,
απέκτησε… ακόλουθο. Είναι ο Ζαχαρίας ή Μασούρης, ο τρελός του χωριού, που όπως
ο γελωτοποιός του βασιλιά στο έργο του άγγλου βάρδου, γίνεται σκιά του και τον
ακολουθεί παντού. Του δίνει μάλιστα κάποιες φορές απαντήσεις και συμβουλές τόσο
εύστοχες και ακριβείς, που δεν δίνουν ούτε οι «γνωστικοί». Όταν όμως το μυαλό
του κάνει ταξίδια σε κόσμους άλλους και βλέπει εικόνες που μόνο εκείνος μπορεί
να δει, καταντά ανυπόφορος κι επικίνδυνος.
Ο Λεόντιος, θέλοντας να συμφιλιωθεί με τις
κόρες του, γράφει γράμματα που όμως ποτέ δεν πρόκειται να στείλει. Αρνείται να
κάνει αυτός το πρώτο βήμα. Περιμένει από εκείνες να ξεκινήσουν την προσέγγιση,
αφού πιστεύει ότι η συμπεριφορά τους απέναντί του, ήταν άδικη. Μόνο η μικρή του
κόρη, η Κορίνα, που είναι πιο ελεύθερο κι ασυμβίβαστο πνεύμα, θα τον
επισκεφθεί. Προσπαθεί να μαζέψει «τα κομμάτια του οικογενειακού μας αμφορέα
που έσπασε και να τα ξανακολλήσω». Αυτός θα χαρεί με την
επαναπροσέγγιση και θα της εξομολογηθεί και τους λόγους που τον έκαναν να
επιλέξει να αποσυρθεί. «Αν πραγματικά θέλεις αυτές τις μέρες που
ήρθες στο χωριό να ξανασυναντηθούμε, πρέπει αυτή τη λέξη να θυμάσαι:
μεταμόρφωση. Αυτός ήταν και ο λόγος που ήρθα στο χωριό, να γίνω κάποιος άλλος,
γιατί αυτό που ήμουν, που ήμασταν, δεν το ήθελα πια. Πικραμένος
από τη συμπεριφορά σας, προδομένος τελικά κι απ’ τη γυναίκα μου όπως
αποδείχτηκε, ήρθα εδώ για να ξαναμυρίσω το χώμα. Ήρθα να ξαναβρώ την ηδονή της
ζωής, που την είχα ξεχάσει και την κρατάνε λίγες λέξεις: φαγητό, ποτό, γέλια
και πλάκες, έρωτας όσο μου επιτρέπεται ακόμα. Απέτυχα. Η μεταμόρφωση έγινε αλλά
μοιάζω σ’ εκείνον που τον διάβαζες παλιά, όνομα δεν θυμάμαι, αυτόν που ξύπνησε
μια μέρα και κατάλαβε πως είχε γίνει κατσαρίδα».
Το βιβλίο, τελειώνει με τον ίδιο δραματικό
τρόπο που τελειώνει και η τραγωδία του Shakespeare.
Για μια ακόμη φορά, ο Ι. Ζουργός,
ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του αναγνώστη. Μπορεί ο μύθος του έργου να μην
είναι πρωτότυπος, αλλά αυτό λίγη σημασία έχει. Γιατί στο μυθιστόρημα αυτό,
απολαμβάνουμε τον εξαιρετικό και διεισδυτικό τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας
δομεί τους χαρακτήρες του βιβλίου του, με έμφαση φυσικά στον Λεόντιο, του
οποίου οι ψυχολογικές μεταπτώσεις αποδίδονται με τον καλύτερο τρόπο. Παράλληλα,
σκιαγραφεί εντυπωσιακά την κοινωνία του χωριού, που ειδικά το καλοκαίρι με την
έλευση των επισκεπτών, αποτελεί μικρογραφία της ελληνικής επαρχίας, ενώ
απεικονίζει ιδανικά τις ανθρώπινες σχέσεις, σε όλες τις εκφάνσεις τους. Το
μυθιστόρημα «Οι Ρετσίνες Του Βασιλιά» είναι ένα απολαυστικό ανάγνωσμα.