31 Οκτ 2024

Η ΚΑΘΑΡΣΗ

ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΛΑΠΑΤΑ
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ. 330, Οκτώβριος 2024

     Το ξεχωριστό ιστορικό μυθιστόρημα «Η Κάθαρση» της Φ. Λαπατά, είναι το τρίτο και τελευταίο μέρος της τριλογίας «Οι κόρες της Ελλάδας», το οποίο παρά το γεγονός ότι αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης σειράς, διαβάζεται αυτόνομα. Όπου υπάρχει σύνδεση με τα προηγούμενα μέρη («Η Επιστροφή» και «Ο Διχασμός»), γίνεται με τρόπο που να διευκολύνει τον αναγνώστη που δεν τα έχει διαβάσει, ώστε να μπορεί να παρακολουθεί την ροή της ιστορίας.

     Τον Σεπτέμβριο του 1882, ο Ηλίας Νεγρεπόντης, πρώην ανώτερος αξιωματικός της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών, καθώς καταλαβαίνει ότι το εγκεφαλικό επεισόδιο που είχε υποστεί κατέβαλλε τον οργανισμό του και το τέλος πλησίαζε, ζήτησε να δει τον ανιψιό του Φοίβο, επίσης αξιωματικό της Αστυνομίας. «Μιλούσε με δυσκολία. Με τις κομμένες συλλαβές μιας κοπιώδους αναπνοής. Οι λέξεις όμως, εκστομίζονταν με καθαρότητα νοήματος και σαφήνεια πρόθεσης. Η αναλαμπή του τέλους. Δεν είχε περίσσευμα δύναμης να σπαταλάει». Ο ετοιμοθάνατος Νεγρεπόντης, ζητά από τον ανιψιό του που ο ίδιος μεγάλωσε μετά τον θάνατο των γονιών του, να του δώσει μια υπόσχεση: ότι θα κάνει τα αδύνατα-δυνατά, για να λύση την μόνη υπόθεση που δεν είχε καταφέρει να εξιχνιάσει στη διάρκεια της ομολογουμένως πολύ επιτυχημένης καριέρας του. «Ποιος από τους παλιούς Πλακιώτες δε θυμόταν τη διαβόητη Ζηνοβία Σπίνου, την ιερόδουλη των Αθηνών, με τους αφράτους γλουτούς και τα τορνευτά στήθη, θρασύτατα ισχυρή στον ρόλο της, που μοσχοβολούσε κιτρολέμονο και πρωινές δροσοσταλίδες και η οποία τελεύτησε άδοξα η ζωή της την εποχή της εκθρόνισης του βασιλιά Όθωνα; Είχαν περάσει ήδη είκοσι χρόνια. Το πτώμα της είχε βρεθεί με το κεφάλι συντεθλιμμένο από κοτρόνα, σε αποσύνθεση στα κατσάβραχα των Κατσικάδων. Μια τέλεια σκηνοθεσία. Οι επιστάμενες έρευνες που ακολούθησαν δε φώτισαν την υπόθεση. Όλο και κάπου σκόνταφταν. Πότε στις ερημιές του Λυκαβηττού, πότε στα λιγοστά σπίτια της περιοχής, πότε στην έλλειψη μαρτύρων».

     Ο ανιψιός υπόσχεται ότι θα κάνει ότι μπορεί και σύντομα, παράλληλα με τις άλλες υποθέσεις που έχει να χειριστεί, ξεκινά μια έρευνα για την υπόθεση που πριν είκοσι χρόνια είχε συνταράξει την Αθήνα. Η δύσκολη έρευνα, πρέπει να γίνει σε ένα εντελώς διαφορετικό τοπίο, αφού στη διάρκεια των ετών, χτίστηκαν πολλά σπίτια στην περιοχή και με την πλειονότητα των λίγων που ζούσαν εκεί  την εποχή του συμβάντος και θα μπορούσαν κάτι να θυμηθούν, να έχουν πεθάνει. Παρ’ όλα αυτά, ξεκινά με ένα από τα σπίτια της περιοχής που είχε ήδη χτιστεί και κατοικούνταν εκείνη την εποχή. «Γνωρίζει ποια πόρτα χτυπάει σήμερα ο Φοίβος Νεγρεπόντης. Έχει εντρυφήσει σε συμβολαιογραφικά αρχεία. Παρόν όλο το οικογενειακό δέντρο των Βαρβαρέσων, των Δουκών και των Βογιατζόγλου άπλωνε κλαδιά μέσα στο μυαλό του. Έχει μελετήσει αναδρομικά την ιστορία της οικογένειας αναζητώντας στοιχεία και τεκμήρια που δεν είχε προσέξει ο θειος του. Το πείσμα και η καλοτυχία του ίσως τον βοηθούσαν να πλησιάσει την αλήθεια. Να ευοδωθεί ο ερευνητικός του μόχθος».

     Με αφετηρία την έρευνα του Φοίβου Νεγρεπόντη, η συγγραφέας πιάνει το νήμα της αφήγησης από το σημείο που το είχε αφήσει στο προηγούμενο μυθιστόρημα. Σε πρώτο επίπεδο παρακολουθούμε την συναρπαστική εξέλιξη της ιστορίας, στη διάρκεια της οποίας, φωτίζονται σκοτεινά σημεία, κι έρχονται στην επιφάνεια μυστικά, κάτι που λειτουργεί απελευθερωτικά για κάποιες από τις ηρωίδες της. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, πρωταγωνιστούν «η ηθογραφική και κοινωνική ζωή της Αθήνας καθώς και λεπτομέρειες της Ελληνικής ζωής», αλλά και η ίδια η πόλη με κάποιες χαρακτηριστικές φιγούρες που κυκλοφορούν στους δρόμους της. Ενώ σε ένα τρίτο επίπεδο, μέσα από τις σκέψεις και τις αντιδράσεις των χαρακτήρων, η συγγραφέας κάνει αναφορά σε θέματα όπως ο θάνατος, ο έρωτας, η αβάσταχτη αίσθηση της απώλειας, ο υποκριτικός πολλές φορές καθωσπρεπισμός της «υψηλής» αθηναϊκής-κι όχι μόνο-κοινωνίας, οι τύψεις για παλιές «αμαρτίες» κι εγκλήματα, η σχεδόν «διακοσμητική» θέση της γυναίκας αλλά και τα πρώτα σκιρτήματα αντίδρασης σε αυτήν την κοινωνική συνθήκη, κι άλλα. Όλα δοσμένα με τον μοναδικό, ξεχωριστό τρόπο γραφής της Φ. Λαπατά, που κάνοντας μια εξαιρετική χρήση της ελληνικής γλώσσας, μας παίρνει από το χέρι και μας οδηγεί σ’ ένα ταξίδι σε τόπους και σε χρόνους άλλους.  Ένα βιβλίο που θα χαρεί και θα απολαύσει ο κάθε αναγνώστης!!           


25 Οκτ 2024

ΧΩΡΙΟ ΠΟΤΕΜΚΙΝ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΝΑΓΗ
Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ
Σελ. 476, Νοέμβριος 2023

      Το «Χωριό Ποτέμκιν», είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Γ. Παναγή, που γεννήθηκε στην Κύπρο, αλλά ζει κι εργάζεται στο Βερολίνο.

      Εκτυλίσσεται στο Βερολίνο, την εμβληματική πόλη, «τη χτυπημένη από την Ιστορία». Καλύπτει χρονικά έναν αιώνα, εστιάζοντας σε έξη σημεία καμπής στην ιστορία της πόλης, που επηρέασαν όχι μόνο την Γερμανία και την Ευρώπη, αλλά ολόκληρο τον κόσμο.

     Το πρώτο ορόσημο, είναι η δεκαετία του ’20 («Η νύχτα της Βαϊμάρης»). Ο Α! παγκ. πόλεμος έχει μόλις τελειώσει, αφήνοντας μια Γερμανία ταπεινωμένη και κατεστραμμένη. Οι συνέπειες του πολέμου που επιτείνονται από τους επαχθείς όρους της συνθηκολόγησης, έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό κοκτέιλ, με κύρια συστατικά την ανεργία, την φτώχια, τις κοινωνικές ανισότητες. Τις νύχτες όμως, «όλη η πόλη μεταμορφωνόταν, σαν από μια ανομολόγητη συνωμοσία των κατοίκων της, σε ένα πελώριο βαριετέ». Μια τέτοια νύχτα, ο Γκερτ, τραυματίας του πολέμου και η Μάργκοτ, που υπήρξε νοσοκόμα και στη συνέχεια σύντροφός του, δέχονται μια απρόσμενη πρόσκληση για δείπνο στο σπίτι ενός απόστρατου ταγματάρχη. Έτσι τους δίνεται η ευκαιρία να ρίξουν μια γρήγορη ματιά, σε έναν «άλλο κόσμο», αλλά και να δοκιμάσουν τα όρια και τη σταθερότητα της σχέσης τους!

     Η δεκαετία του ’40, που ο συγγραφέας ονομάζει η «εποχή της ειλικρίνειας», δηλ. η εποχή του πολέμου, («Αν ο πόλεμος αποφάσιζε ν’ αλλάξει όνομα θα ‘πρεπε να τον φωνάζουν η εποχή της ειλικρίνειας»), είναι το πλαίσιο της επόμενης ιστορίας. Είναι εμπνευσμένη από το βιβλίο-ημερολόγιο «A Woman In Berlin», στο οποίο η ανώνυμη-για ευνόητους λόγους-αφηγήτρια, περιγράφει τα όσα υπέστησαν οι γυναίκες του Βερολίνου από τους Ρώσους στρατιώτες. Οι οποίοι μετά την κατάληψη της πόλης επιδόθηκαν σε ένα όργιο βιασμών και λεηλασιών, που κράτησαν για πολλές εβδομάδες.

     Η δεκαετία του ’60 βρίσκει την πόλη διαιρεμένη σε τέσσερις τομείς. Τον γαλλικό, τον αγγλικό, τον αμερικανικό και τον ρωσικό. Γύρω από τους τομείς των δυτικών κρατών, για να σταματήσει η διαρροή κυρίως νέων στην ηλικία βερολινέζων προς την δύση, χτίστηκε το 1961 το περίφημο Τείχος. «Αντιφασιστικής προστασίας» όπως το ονόμαζαν οι ανατολικογερμανοί ή «της ντροπής», όπως το αποκαλούσαν οι δυτικοί. Πολλοί νέοι όμως, επιλέγουν τη φυγή κι επιχειρούν να το παρακάμψουν. Ένας από αυτούς είναι ο Μάρκους ο όποιος συλλαμβάνεται την ώρα που προσπαθεί να διαφύγει. Μετά από μια παρωδία δίκης, φυλακίζεται. «Αυτή ήταν η έσχατη ποινή του: Τον είχαν θάψει ζωντανό μέσα σ’ αυτό το κελί, παρέα με όλες του τις μνήμες και τα όνειρα. Και περιμένουν υπομονετικά τη στιγμή που ο καιρός θα μετέτρεπε αυτόν τον τάφο σε κενοτάφιο, απ’ όπου θα απουσίαζαν και το παρελθόν και το μέλλον και ο ίδιος». Αυτό το μέρος του βιβλίου, είναι εμπνευσμένο από ιστορίες ανθρώπων που προσπάθησαν να περάσουν το Τείχος και να διαφύγουν.

     Το μέρος που αφορά τη δεκαετία του ’80, την εποχή της μεγάλης ευμάρειας, οι κάτοικοι ενός χωριού, ασχολούνται με το «φαίνεσθαι», αδιαφορώντας για την ουσία. «Κύριο χαρακτηριστικό του περιβάλλοντος στο οποίο ζούμε εμείς είναι η τελειότητα: Αυτό που διαφοροποιεί το Χωριό μας από τα υπόλοιπα δεν είναι η ύπαρξη μνημείων και τοπίων που δεν υπάρχουν αλλού, ούτε τίποτα αλλόκοτα έθιμα ή ενδυμασίες των ντόπιων, αλλά η παντελής απουσία ρωγμών στους τοίχους, η έλλειψη μαραμένων πετάλων στα παρτέρια. Η ανυπαρξία γερασμένων κορμών, η ακατάβλητη φρεσκάδα των αγαθών μας».

     Ο «Ιχνηλάτης» εκτυλίσσεται στην δεκαετία του 2000. Ο  Ντίτερ απέκτησε το GX130Y, ένα θαύμα της τεχνολογίας. Ένα αυτοκίνητο που αποτελούσε «…την πιο καινοτόμα επινόηση της τεχνολογίας των τελευταίων χρόνων, που έμελλε πιθανότατα να αποτελέσει πρόδρομο των εξελίξεων που θα σημειωθούν στο άμεσο μέλλον στο επίπεδο των συσκευών κινητής τηλεφωνίας και της πληροφορικής». Η επαφή του όμως με ένα μεγαλόσωμο αρσενικό ελάφι που εντόπισε το εξάρτημα του αυτοκινήτου με την ονομασία «ιχνηλάτης» σε μια δασώδη περιοχή γεμάτη μνήμες από τα παιδικά του χρόνια, τον κάνει να δει τη ζωή κάτω από διαφορετικό πρίσμα.   

     Τέλος, στην «Ιστορία της τελευταίας στιγμής», μια πανδημία του 2020, αναστατώνει την αδιατάρακτη ρουτίνα, δύο συνταξιούχων.

     Αν και το «Χωριό Ποτέμκιν» είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Γ. Παναγή, είναι καλογραμμένο και αξιόλογο, χωρίς τις αδυναμίες που παρουσιάζουν πολλά πρωτόλεια. Αντίθετα έχει αρετές, που δεν έχουν τα έργα πιο έμπειρων ομοτέχνων του. Αποτελεί ιδανική αναγνωστική επιλογή!


19 Οκτ 2024

ΒΕΝΤΕΤΕΣ

ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΒΕΝΤΕΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ΠΑΝΟΣ ΣΟΜΠΟΛΟΣ
Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ
Σελ. 423, Απρίλιος 2024

      Το βιβλίο που θα μας απασχολήσει στη σημερινή βιβλιοπαρουσίαση, είναι μια μελέτη-έρευνα του γνωστού δημοσιογράφου κι εκ των κορυφαίων του αστυνομικού ρεπορτάζ Π. Σόμπολου, που αναφέρεται σε βεντέτες του 20ου –κυρίως- αιώνα, που συγκλόνισαν την ελληνική κοινή γνώμη.

     Η βεντέτα είναι ένα πανάρχαιο έθιμο, που έχει τις ρίζες του σε εποχές που δεν υπήρχαν ισχυρές κοινωνικές δομές, νόμοι και δικαστήρια. Οπότε ο αδικούμενος κατέφευγε στην αυτοδικία. Είναι όμως και βάρβαρο, αφού σε πολλές περιπτώσεις υπήρξαν θύματα που «δεν έφταιγαν σε τίποτα αλλά πλήρωσαν μόνο επειδή έτυχε να ανήκουν στις αντιμαχόμενες οικογένειες».

     Η βεντέτα παλαιότερα κυριαρχούσε «σε πολλές περιοχές της Ελλάδας αλλά και άλλων χωρών, όπως της Αλβανίας, της Σερβίας, του Μαυροβουνίου, της Ιταλίας, της Κορσικής, του Λιβάνου καθώς και στον αραβικό κόσμο». Ειδικά στην Ελλάδα, ήταν συνήθης πρακτική επίλυσης διαφορών στη Μάνη και την Κρήτη. Κι ενώ στη Μάνη με την πάροδο των ετών εξέλειπε, αφού πρώτα «ξεκλήρισε οικογένειες, ερήμωσε χωριά ολόκληρα κι έστειλε στο χώμα αμέτρητα θύματα», στην Κρήτη η βαρβαρότητα εξακολουθεί να υφίσταται. Η βεντέτα δεν «πρόκειται να εκλείψει-παρά μόνο αν κάποια κυβέρνηση τολμήσει να παραμερίσει το πολιτικό κόστος και σε συνεργασία με την Εκκλησία της Κρήτης και τους αρμόδιους φορείς, κηρύξει σταυροφορία κατά της βεντέτας. Μόνο όταν τολμήσουν να πάρουν μέτρα ώστε να αφαιρεθούν όλα τα όπλα από τα σπίτια στην Κρήτη, και κυρίως στις ορεινές περιοχές και να τιμωρούνται παραδειγματικά όσοι οπλοφορούν, θα υπάρξει η ελπίδα να σταματήσουν οι αιματοχυσίες και οι συμφορές».

     Τι ώθησε όμως τον Π. Σόμπολο να μην υπολογίσει κόπο και χρόνο (η κοπιαστική έρευνα για άντληση στοιχείων, έγινε σε αρχεία της Ελληνικής Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων, Δικαστηρίων καθώς και σε δημοσιεύματα τοπικών και πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδων και περιοδικών) να γράψει αυτό το βιβλίο; «Έγραψα αυτό το βιβλίο για να αφήσω μια παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές γύρω από τα εγκλήματα της βεντέτας και για να καταδείξω τη βαρβαρότητα αυτού του εθίμου».

     Στο βιβλίο, για λόγους προστασίας των προσωπικών δεδομένων αλλά και για να μην αναμοχλεύονται πάθη και μίση, παραλείπονται τα επώνυμα των εμπλεκομένων, εκτός μίας-δύο περιπτώσεων όπου αυτό ήταν αναπόφευκτο. Η μία από αυτές μάλιστα-μια πολύνεκρη βεντέτα που διήρκησε χρόνια και κόστισε πολλές ζωές-  είχε σχέση με την οικογένεια του πρώην Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Χρήστου Σαρτζετάκη, ο οποίος εξελέγη με την ψήφο βουλευτή του ΠΑΣΟΚ που ανήκε στην «αντίπαλη» οικογένεια.  Για τον ίδιο λόγο, δεν γίνεται αναφορά σε βεντέτες που δυστυχώς συνεχίζονται!!

     Το βιβλίο, γραμμένο με την εγκυρότητα των στοιχείων και το γνωστό γλαφυρό ύφος του Π. Σόμπολου, εκτός από την περιγραφή των Κρητικών, Μανιάτικων και βεντετών της υπόλοιπης Ελλάδας, αναφέρει και μια περίπτωση στη Γερμανία του 1981. Ένα ακόμη θετικό του βιβλίου, μια 30σέλιδη ενδιαφέρουσα και κατατοπιστική «σύντομη ιστορία της βεντέτας».    

13 Οκτ 2024

DNA

YRSA SIGURDARDOTTIR
Μετάφραση ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΟΦΩΛΙΑΣ
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Σελ. 521, Μάιος 2024

      Σε δεύτερη ανανεωμένη έκδοση κυκλοφόρησε το αστυνομικό μυθιστόρημα της Ισλανδής συγγραφέως Υ. Σιγκουρδαρντοτιρ, με τίτλο DNA, το οποίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2017.

     Είναι το πρώτο της «άτυπης» σειράς των βιβλίων στα οποία «πρωταγωνιστούν» η ψυχολόγος Φρέιγια και ο ντετέκτιβ Χούλνταρ.

     Τον χειμώνα του 2015, εντοπίζεται δολοφονημένη με ειδεχθή τρόπο στο σπίτι της, η Ελίσα Μπγιαρναντότιρ, μια νεαρή μητέρα τριών παιδιών. Ο άντρας της, γιατρός με ειδικότητα την γυναικολογία, είχε αναχωρήσει την προηγούμενη μέρα για ένα συνέδριο στις ΗΠΑ. «Η Ελίσα κείτονταν στο διπλό κρεβάτι. Το κεφάλι της ήταν τυλιγμένο με κολλητική ταινία που κάλυπτε τα μάτια, τη μύτη και το στόμα της. Μόνο το επάνω μέρος του μετώπου της ήταν ορατό και τα μαλλιά που έπεφταν ανάκατα πάνω του. Το πιο αποτρόπαιο όμως ήταν αυτό που είχε συμβεί στο στόμα της. Κάποιος είχε χώσει τον μεταλλικό σωλήνα της ηλεκτρικής σκούπας στο λαιμό της και τον είχε στερεώσει εκεί με περισσότερη ταινία. Ο σωλήνας κατέληγε  στην ίδια την ηλεκτρική σκούπα που βρισκόταν στο πάτωμα δίπλα στο κρεβάτι. Δεν ήταν να απορεί κανείς που ο πρωτάρης αστυνόμος είχε αναγουλιάσει και είχε φύγει τρέχοντας».

     Μόνος μάρτυρας της δολοφονίας, η επτάχρονη κόρη του θύματος, που είχε έγκαιρα κρυφτεί κάτω από το κρεβάτι. Και η οποία όταν ρωτήθηκε αν άκουσε κάτι, αποκάλυψε στους αστυνομικούς ότι ο δολοφόνος είπε ότι σκόπευε να επιτεθεί και να σκοτώσει μια γυναίκα ακόμη. Οι έρευνες ανατίθενται στο ντετέκτιβ Χούλνταρ και την ομάδα που του παραχωρήθηκε.

     Λίγες μέρες μετά, έγινε φανερό ότι ο άγνωστος δολοφόνος, πραγματοποίησε την απειλή του. Το δεύτερο πτώμα που εντοπίστηκε είναι της συνταξιούχου καθηγήτριας Βιολογίας σε κολέγιο, Αστρός Εϊναρσντότιρ, η οποία δολοφονήθηκε με εξίσου αποτρόπαια μέθοδο. Αυτή τη φορά το φονικό όπλο ήταν ένα ηλεκτρικό εργαλείο για… μπούκλες!

     Την ίδια εποχή, ο Καρλ Πέτουρσον, ένας νεαρός ραδιοερασιτέχνης με χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση, την ώρα που επιδίδεται στο αγαπημένο του χόμπι, λαμβάνει την εκπομπή ενός σταθμού που εκπέμπει μια σειρά από αριθμητικές ακολουθίες. Αυτό είναι μεν σπάνιο, αλλά όχι και πρωτοφανές. Όπως υποψιάζεται ο Καρλ, είναι ένας τρόπος μετάδοσης μηνυμάτων-οδηγιών για «ύποπτες» δραστηριότητες. Μόνο που για να γίνουν κατανοητά τα μηνύματα, ο αποδέκτης, πρέπει να έχει τον κωδικό, για να μπορέσει να τα αποκωδικοποιήσει. Αυτό που συμβαίνει για πρώτη φορά και του προκαλεί τόση εντύπωση ώστε να επιδιώκει να ακούει συχνά αυτήν την συγκεκριμένη εκπομπή, είναι ότι λαμβάνει τη μετάδοση στην ισλανδική γλώσσα. Η έκπληξη και οι απορίες του πολλαπλασιάζονται, όταν αντιλαμβάνεται ότι η μία ακολουθία αφορά τον ίδιο, αφού είναι ο αριθμός της ταυτότητάς του και άλλες δύο ακολουθίες, είναι οι αριθμοί της ταυτότητας των δολοφονημένων γυναικών! Όμως η χαμηλή του αυτοεκτίμηση δεν του επιτρέπει να απευθυνθεί στις Αρχές. Φοβάται ότι θα τον χλευάσουν και θα γελοιοποιηθεί. Στο μεταξύ οι μέρες περνούν χωρίς ουσιαστική πρόοδο στην έρευνα…

     Το «DNA», είναι ένα μοναδικό αστυνομικό-ψυχολογικό θρίλερ. Η ευφάνταστη ιστορία με την εξαιρετική πλοκή, οδηγούν σε μια βασανιστική, αργή, αλλά συναρπαστική κλιμάκωση, ενώ τα προσωπικά δράματα των πρωταγωνιστών εντείνουν το σασπένς και την αγωνία. Από τα πολύ καλά μυθιστορήματα στο είδος του!

9 Οκτ 2024

ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΕΞΟΡΙΕΣ

ΗΛΙΑΣ ΤΣΕΧΟΣ
Εκδόσεις ΑΝΑΛΕΚΤΟ
Σελ. 61, Σεπτέμβριος 2024

      Πριν από λίγες ημέρες, κυκλοφόρησε στη σειρά «Μικρή Βιβλιοθήκη Ποίησης» των εκδόσεων Ανάλεκτο, η νέα ποιητική συλλογή του καταξιωμένου συντοπίτη ποιητή Ηλία Τσέχου. Η οποία όμως δεν είναι και τόσο… νέα, αφού υπάρχει ήδη σε ψηφιακή μορφή στο διαδίκτυο από το 2019. Τώρα διατίθεται και σε έντυπη, αλλά και αναθεωρημένη μορφή, για να την απολαμβάνουμε ακόμη περισσότερο, όσοι παραμένουμε αμετανόητοι λάτρεις της αίσθησης που αφήνει στο άγγιγμα το χαρτί σαμουά και του «αρώματος» της τυπογραφικής μελάνης. Στοιχεία που συμπληρώνουν κι επαυξάνουν την απόλαυση που προσφέρει η ανάγνωση βιβλίων ιδιαίτερα αξιόλογων και ξεχωριστών όπως η συλλογή «Ελεύθερες Εξορίες».

     Η συλλογή περιλαμβάνει τριάντα οκτώ ποιήματα, σε πολλά από τα οποία ο ποιητής «συνομιλεί» με γνωστούς, φίλους, ομοτέχνους, ακόμα και με τη σκυλίτσα του, ένα διήγημα («Τα λέμε με τον Πατέρα και τη Μάνα») ενώ ολοκληρώνεται με είκοσι ένα χαϊκού.

     Πιο κάτω παραθέτουμε μια από τις πιο τρυφερές «συνομιλίες» του:

 

Τα λέμε με την Ίρμα

 

Λατρεμένη μου Ίρμα

Τα δυο μας

Καθώς προς το τέλος της αγάπης

Οδεύουμε

 

Έχοντας ελάχιστο χρόνο

Με λούζεις

Χτενίζεις

Φροντίζεις

Με βολτάρεις

Γαβγίζουμε

Γράφουμε

 

Όποιος νωρίτερα φύγει

Να κλάψει και να πικροκλάψει

Περισσότερο απ’ αυτόν που θα μείνει.

6 Οκτ 2024

ΕΤΣΙ ΤΑ ΓΝΩΡΙΣΑ, ΕΤΣΙ ΤΑ ΑΓΑΠΗΣΑ

ΝΙΚΟΣ ΓΚΡΟΣΔΑΝΗΣ
Εκδόσεις ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ
ΣΕΛ. 371, Δεκέμβριος 2023

      Ο Νίκος Γκροσδάνης, που γεννήθηκε στο Πράβι (Ελευθερούπολη) του Παγγαίου, μια κωμόπολη που βρίσκεται περίπου 15 χλμ. μακριά από την Καβάλα, ήταν «διαφορετικός» από τους συνομηλίκους του. Λάτρευε τον κινηματογράφο από πολύ νεαρή ηλικια, κι έκανε ότι ήταν δυνατό, για να εξασφαλίσει τις λίγες δραχμές που χρειαζόταν για να πάει με το λεωφορείο στην Καβάλα και να δει ταινίες, κυρίως του ελληνικού κινηματογράφου. Μέσα από τις ταινίες, ήρθε σε επαφή και με άλλες μορφές της Τέχνης, όπως με τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, τον οποίο στη συνέχεια γνώρισε προσωπικά. «Δεν είναι λίγες οι φορές που αναρωτιέμαι ποια θα ήταν η πορεία της ζωής μου αν στο διάβα μου δεν γνώριζα τον Μάνο Χατζιδάκι. Πρώτα μέσα από τη μουσική του και αργότερα τον ίδιο προσωπικά για να ακολουθήσω τον δρόμο που εκείνος μου χάραζε με ότι εισέπραττα μέσα από τη μουσική του και μέσα από εκείνα τον άκουγα να λέει κατά καιρούς».

     Η Τέχνη, στα δύσκολα χρόνια του ’60, υπήρξε η μοναδική του απαντοχή. «Μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι που ανήκε στους πολιτικά ηττημένους εκείνης της εποχής, δεν ήταν λίγα τα προβλήματα που αντιμετωπίζαμε. Εκείνα τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’60 ήταν σκληρά, μόνο που σαν παιδί δεν καταλάβαινα και πολύ καλά γιατί συνέβαιναν όλα αυτά και ίσως γι’ αυτό ζητούσα τη βοήθεια της όποιας μαγείας μου προσέφεραν τα όποια ενδιαφέροντα που συνεχώς ανακάλυπτα μέσα από τους δρόμους της Τέχνης».

     Η αναζήτηση εργασίας και καλύτερων συνθηκών ζωής, όταν μεγάλωσε λίγο, τον έφεραν στην Θεσσαλονίκη. Εκεί βρήκε εργασία στο εμβληματικό και πολυτελές ξενοδοχείο Μεντιτερανέ Παλλάς. (το ξενοδοχείο, που βρισκόταν επί της λεωφόρου Νίκης, δεν υπάρχει σήμερα, αφού με τον σεισμό του Ιουνίου του 1978 υπέστη σοβαρές ζημίες και κατεδαφίστηκε. Το 1997, λίγα μόλις μέτρα δυτικότερα, ξεκίνησε τη λειτουργία του το επίσης πολυτελές ξενοδοχείο 5 αστέρων Mediterranean Palace). «Τουλάχιστον  στην εργασία μου περνούσα αρκετά καλά και ήταν φορές που είχα την αίσθηση πως σπούδαζα σε ένα μεγάλο πανεπιστήμιο με όλα αυτά που ζούσα εκεί μέσα και μάθαινα παράλληλα. Το στέκι αυτό της μπουρζουαζίας με το όνομα «Μεντιτερανέ Παλλάς» μου έδινε τη δυνατότητα της εργασίας και παράλληλα των σπουδών με τόσους σημαντικούς ανθρώπους που γνώριζα από κοντά […] Ποιους να πρωτοθυμηθώ και που να τους χωρέσει όλους ετούτο το χαρτί. Πρώτα απ’ όλα τους δασκάλους μου, τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Γιάννη Ρίτσο, τη Μελίνα, τον Ντασέν, τον Ελύτη, τον Κούνδουρο, τον Βούλγαρη, την Ιωάννα Καρυστιάνη, τη Μαρία Φαραντούρη, τη Δέσπω και τον Μίνω Βολανάκη, τον Σταύρο Ξαρχάκο, τον Γιώργο Ιωάννου…».

     Τις αναμνήσεις από την γνωριμία του και τις συζητήσεις που έκανε με αυτά τα «μυθικά» πρόσωπα, αλλά και πολλούς άλλους που έπαιξαν σημαντικότατο και κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, τις διηγούνταν στην οικογένειά του, σε γνωστούς και φίλους. Οι οποίοι τον παρότρυναν να τις καταγράψει για να μην χαθούν στη λήθη του χρόνου. Έτσι, με τη βοήθεια του τεράστιου αρχείου που δημιούργησε για πολλούς από αυτούς, γράφτηκε αυτός ο πολύτιμος από πολλές απόψεις τόμος, που μας δίνει τη δυνατότητα να έρθουμε σε επαφή με μια ακόμη πτυχή της προσωπικότητας ανθρώπων του ελληνικού πολιτισμού και την Τέχνης!