23 Ιουλ 2013

ΟΥΡΑΝΟΠΕΤΡΑ

Η ΔΩΔΕΚΑΤΗ ΓΕΝΙΑ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Σελ. 582, Μάρτιος 2013


     Στο νέο του μυθιστόρημα, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο (όπως και τα προηγούμενα), πριν από λίγους μήνες, ο Γ. Καλπούζος, αναφέρεται σε μια γωνιά του Ελληνισμού. Την Κύπρο. Εκεί κυρίως εκτυλίσσεται η πλοκή του βιβλίου. Στην Κύπρο και στο…χρόνο, αφού η αφήγηση ξεκινά το 1569 και φτάνει μέχρι τη λήξη του Α! Παγκοσμίου πολέμου.
     Είναι η ιστορία της ζωής του Γερόλεμου και των τεσσάρων γιων του, που μετά την κατάληψη της Αμμοχώστου από τους Οθωμανούς, τον Αύγουστο του 1571, σκόρπισαν στους τέσσερις ανέμους «…ο Μύρος για την Κωνσταντινούπολη, ο Βισέντζος για την Κεφαλονιά, ο Χρύσανθος για τη Λουρουτζίνα κι ο Αντζουλής για τα Λεύκαρα». Ο Γερόλεμος, στον κάθε του γιο, πριν φύγει κι ακολουθήσει το δρόμο του, έδωσε και το ένα τέταρτο από ένα φυλαχτό, που είχε φτιάξει ο ίδιος, «από πέτρα τ’ ουρανού, ουρανόπετρα».
     Μερικές…εκατοντάδες χρόνια αργότερα, γεννιέται στην Κύπρο, ένας απόγονος του Γερόλεμου, ο Αδάμος. (Αυτό το άλμα στο χρόνο στη συνέχεια της αφήγησης, καλύπτεται). Από το σημείο αυτό, αυτός γίνεται ο ήρωας του βιβλίου και το βίο του αναλαμβάνει να μας διηγηθεί ο συγγραφέας. Και μαζί μας αφηγείται και μας διδάσκει με τον μοναδικό του τρόπο, χωρίς φυσικά ίχνος διδακτισμού, την ιστορία της πολύπαθης Κύπρου.
     Χαρακτήρας ατίθασος και ανυπότακτος ο Αδάμος, αναγκάστηκε να μπει από μικρός στη βιοπάλη. Αντιμετωπιζόταν με συγκατάβαση-για να μην πω με περιφρόνηση-από τους συντοπίτες του, μέχρι που νίκησε σ’ έναν παραδοσιακό αγώνα «άρσης βαρών». Αυτή του η δύναμη όμως, λίγο έλειψε να γίνει αντί για ευλογία, κατάρα, αφού τον οδήγησε σε ατραπούς που δεν έπρεπε. «Θυμωμένος με τη ζωή, κατιτίς να του φταίει, δίχως να μπορεί να το αδράξει ο λογισμός του, σπρωγμένος κι απ’ τη φτιαξιά του και πλανεμένος απ’ την εξουσία που ασκούσε με τη σωματική του δύναμη, αφέθηκε να παρασυρθεί στα χούγια των παλικαράδων. Δεν ντυνόταν όπως οι πεσβάντηδες, όμως έλυνε το ζωνάρι του, αφήνοντάς το να κρέμεται μέχρι το γόνατο κι αποζητούσε τον καβγά στους δρόμους, στους καφενέδες κι όθε λάχαινε».
     Φυσικά, η πυκνότητα της εξαιρετικής πλοκής είναι τέτοια, που δεν επιτρέπει την περιγραφή της, μέσα στις λίγες γραμμές αυτής της παρουσίασης. Γι’ αυτό, αφήνω τον αναγνώστη να ανακαλύψει μόνος του τη συνέχεια. Πριν κλείσω να πω ότι, πέρα από την πλοκή, οι στέρεοι και ρεαλιστικοί χαρακτήρες, η δυνατή δομή, η χρήση της «κυπριακής» γλώσσας, το πλήθος των πραγματολογικών στοιχείων, οι πολύ καλές περιγραφές και τέλος η μοναδική γραφή του Γ. Καλπούζου, συνθέτουν ένα μυθιστόρημα, το οποίο προσφέρει πολυεπίπεδη απόλαυση στον αναγνώστη. Για μια ακόμη φορά, ο συγγραφέας του «Ιμαρέτ» και «Άγιοι Και Δαίμονες» εντυπωσιάζει.
     Να συμπληρώσω και κάτι ακόμη. Ο Γιάννης Καλπούζος, είναι από τους συγγραφείς που θέλουν να έρχονται σε επαφή με τους αναγνώστες και γι’ αυτό κάνει εξαιρετικές, και «ξεχωριστές» παρουσιάσεις των βιβλίων του σε όλη σχεδόν την Ελλάδα. Αν αντιληφθείτε να κάνει παρουσίαση του βιβλίου του κάπου κοντά σας, μη χάσετε την ευκαιρία να την παρακολουθήσετε. Θα παραβρεθείτε σε μια ιδιαίτερη εκδήλωση. Εγώ έχω παρακολουθήσει τις παρουσιάσεις και για τα τρία του βιβλία (σε τρεις διαφορετικές πόλεις!) και πραγματικά τις απόλαυσα.

16 Ιουλ 2013

1821. Η ΑΡΧΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΘΗΚΕ

ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΩΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ ΣΗΜΕΡΑ
ΑΘΗΝΑ ΚΑΚΟΥΡΗ
Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ
Σελ. 375, Φεβρουάριος 2013

     Ένα βιβλίο που γράφτηκε για παιδιά, αλλά μπορεί (και πρέπει) να διαβαστεί από ανθρώπους κάθε ηλικίας, είναι το «1821». Όπως γίνεται φανερό από τον τίτλο ακόμη, το βιβλίο αφορά τον ξεσηκωμό των Ελλήνων κι τις προσπάθειες για τη δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους. Προσπάθειες που δυστυχώς δεν ευοδώθηκαν και γι’ αυτό, η ελληνική κοινωνία παρουσιάζει τις τεράστιες παθογένειες που την ταλανίζουν.
     Η συγγραφέας, επειδή ξέρει το «κοινό» της, σε αντίθεση με τους συγγραφείς των σχολικών βιβλίων, δεν επιβαρύνει το κείμενο με ανούσιες «υπολεπτομέρειες» που ενδιαφέρουν μόνο τους ιστορικούς. Κάνει μια εξιστόρηση της επανάστασης εστιάζοντας στα κύρια γεγονότα, ενθαρρύνοντας τον αναγνώστη να σκεφτεί κι όχι να απομνημονεύει. «Φαντάσου πως στέκεις εμπρός σ’ έναν μεγάλο πίνακα με δεκάδες ρολόγια, ρολογάκια, δείκτες, χρωματιστά φώτα, καμπανάκια. Σου ζητούν να μάθεις να περιγράφεις αυτόν τον πίνακα και το βρίσκεις δουλειά πολύ δύσκολη, ανιαρή και τελείως άχρηστη. Κάτι τέτοιο μας συμβαίνει συχνά με την Ιστορία και το μάθημά της. Συτό, λοιπόν, που θέλω εγώ είναι να σε κάνω να δεις το πώς λειτουργεί ο μεγάλος αυτόν πίνακας, τι κάνει τα φωτάκια ν’ αναβοσβήνουν και τα ρολόγια να γυρίζουν και κυρίως-κυριότατα-να καταλάβεις τι μετρά ο πίνακας. Γιατί τότε θα δεις πως η Ιστορία μετρά τη ζωή μας, τη ζωή τη δική μου και τη δική σου, όχι σε κάποιο αόριστο περασμένο χρόνο αλλά σήμερα, εδώ που μιλάμε, τώρα».
     Αποφεύγει να αναπαράγει μύθους που αναπτύχθηκαν γύρω από την ελληνική επανάσταση-που δυστυχώς είναι ευρέως διαδεδομένοι και παραδεκτοί ως αδιαμφισβήτητες αλήθειες-ενώ δεν διστάζει να κατακρίνει κάποιες πράξεις πρωταγωνιστών όταν χρειάζεται, όταν θεωρεί ότι έσφαλαν ή με τις πράξεις τους έβαλαν σε κίνδυνο την έκβαση του αγώνα, όποιοι κι αν είναι αυτοί. Ιδιαίτερα για όσους για να αποκομίσουν προσωπικό όφελος δε δίστασαν να εμπλακούν σε εμφύλιες διαμάχες και αντί να πολεμούν τον κοινό εχθρό, έστρεψαν τα όπλα κατά των μέχρι χθες συναγωνιστών τους.
     Μεγάλο μέρος του βιβλίου, περιγράφει τις προσπάθειες που έκανε ο πρώτος Έλληνας Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας να δημιουργήσει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Ο μόνος-κατά την ταπεινή προσωπική μου άποψη-έλληνας πολιτικός που έβαλε πάνω από το προσωπικό του συμφέρον, το συμφέρον της πατρίδας. Ο οποίος όχι μόνο δε χρησιμοποίησε το κράτος ως αγελάδα προς άρμεγμα και για την τακτοποίηση ημετέρων, αλλά αντίθετα διέθεσε το σύνολο της περιουσίας του, προς όφελος την Ελλάδας και των φτωχών Ελλήνων. Έφθασε σε μια ρημαγμένη από τον πόλεμο περιοχή που δεν μπορούσε ούτε τους κατοίκους της να θρέψει και προσπάθησε δουλεύοντας άοκνα, ακατάπαυστα και νυχθημερόν, να διαμορφώσει θεσμούς, στρατό, ναυτικό, υποδομές, με ελάχιστους πόρους. Όμως, οι σύγχρονοί του, αντί να τον ευχαριστήσουν, τον δολοφόνησαν. Γιατί; «Η σύγκρουση των συμφερόντων ήταν αδυσώπητη-από τη μια το κράτος που εννοούσε να δημιουργήσει ο Καποδίστριας και από την άλλη οι διάφοροι παλιοί, αλλά και νέοι, πυρήνες προνομιών και εξουσίας που του αντιστέκονταν λυσσαλέα». Τραγικό παράδειγμα οι απαιτήσεις για πολεμικές αποζημιώσεις των Υδραίων, που οδήγησαν στην πυρπόληση της ναυαρχίδας του υποτυπώδους ελληνικού στόλου «Ελλάδα» από τον Ανδρέα Μιαούλη, τον μέχρι πρότινος «φόβο και τρόμο» των Τούρκων.
     Το βιβλίο είναι εξαιρετικά γραμμένο και παρά το γεγονός ότι είναι βιβλίο ιστορίας, είναι ευκολοδιάβαστο σαν ένα καλό μυθιστόρημα. Πολύτιμο βοήθημα για όποιον θέλει να προσεγγίσει την Ελληνική επανάσταση είτε είναι παιδί είτε ενήλικος, νηφάλια, χωρίς «πατριωτικές» και εθνικιστικές εξάρσεις και μεγαλοστομίες, απογυμνωμένο από τις ανόητες μυθολογίες που έχουν στηθεί γύρω από το γεγονός, που σε βάζει να σκεφτείς και δείχνει πως το παρελθόν καταφέρνει να προσδιορίζει τον παρόν.
     Στο τέλος του βιβλίου παρατίθεται μικρός κατάλογος βιβλίων (ιστορικά, απομνημονεύματα, μυθιστορήματα) που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για περαιτέρω μελέτη.

7 Ιουλ 2013

ΤΟ ΑΔΕΙΟ ΝΥΦΙΚΟ

Ο ΑΠΟΚΡΥΦΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
ΑΡΓΥΡΗΣ ΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ
Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Σελ. 381, Απρίλιος 2013


     Με μια άγνωστη πτυχή της ζωής του Ελ. Βενιζέλου, ασχολείται στο πρόσφατο βιβλίο του, ο γνωστός συγγραφέας, δημοσιογράφος και βουλευτής Αργύρης Ντινόπουλος.
     Πρόκειται για την ερωτική ζωή του μεγάλου ηγέτη, που στη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, η Ελλάδα διπλασίασε την έκταση και τον πληθυσμό της.
     Ο μεγαλύτερος έρωτας του Βενιζέλου ήταν η Μαρία Κατελούζου, η σύζυγός του, η οποία πέθανε νεότατη, μετά τη γέννηση του δεύτερου παιδιού τους. «Η Μαρία Κατελούζου έδωσε για οχτώ μερόνυχτα άνιση μάχη με το θάνατο. Πέθανε ξημερώματα Κυριακής. Ο τάφος της, στα νεκροταφείο της Αγίας Φωτεινής, έγινε αναπάντεχα και τραγικά το καθημερινό στέκι του Βενιζέλου που, στα τριάντα του, έμεινε χήρος με δύο παιδιά, το ένα ενάμιση χρόνου και το άλλο οχτώ ημερών».
     Ο χαμός της γυναίκας του, συγκλόνισε τον Βενιζέλο και τον οδήγησε στα όρια της παραφροσύνης. Κάθε μέρα πήγαινε και καθόταν με τις ώρες στον τάφο της και διάβαζε βιβλία. Ώσπου μια μέρα εντελώς ξαφνικά, η συμπεριφορά του άλλαξε και έγινε πάλι ο παλιός, καλός Βενιζέλος που όλοι ήξεραν.
     Τότε έκανε την εμφάνισή της στη ζωή του ως σύζυγος αρχικά (και ως χήρα αργότερα) ενός στενού συνεργάτη του, μια γνώριμη από τα παλιά. Μια σύντροφός του στα παιχνίδια της παιδικής του ηλικίας. «Η Παρασκευούλα Φουλάκη συνδύαζε την εντυπωσιακή ομορφιά με την ακραία φτώχεια. Κόρη του Γιώργου Φουλάκη μεγάλωσε σε ένα φτωχόσπιτο που έτυχε να βρίσκεται στην ίδια γειτονιά με το σπίτι του Κυριάκου Βενιζέλου, πατέρα του Λευτέρη, πριν οι Βενιζέλοι μετακομίσουν στο σπίτι της Χαλέπας». Όταν πέθανε ο άντρας της, ο Βενιζέλος έφτασε πολύ κοντά να τη ζητήσει σε γάμο. Όμως η Ιστορία αποφάσισε διαφορετικά. Οι πολιτικές εξελίξεις οδήγησαν το Βενιζέλο στην Αθήνα και ήταν τόσο ραγδαίες, που δεν του άφηναν καιρό να σκεφτεί την προσωπική του ζωή. Η Παρασκευούλα τον επισκέφτηκε κάποιες φορές στην Αθήνα και γοήτευσε την αθηναϊκή κοινωνία με την ομορφιά της. Όμως ο γάμος που σχεδίαζε δεν έγινε ποτέ. Το νυφικό που έφερε μαζί της, έμεινε άδειο και κάποια στιγμή αποφάσισε να επιστρέψει στην Κρήτη.
     Ο Βενιζέλος στη συνέχεια σχετίστηκε και με άλλες γυναίκες. Κάποιες γνωστές και διάσημες την εποχή εκείνη ελληνίδες και ξένες. «Κι όμως , καμιά απ’ όλες αυτές τις γυναίκες, ερωμένες, φίλες ή θαυμάστριες, δεν του είχε χαρίσει τη γλυκιά ηρεμία. Ούτε τη σιγουριά του γνώριμου έρωτα και την οικεία αγάπη της Παρασκευούλας». Γι’ αυτό κι αυτός, πάντα επέστρεφε στην αγκαλιά της. Όποτε βρισκόταν στην Κρήτη την επισκέπτονταν και περνούσαν κάποιες νύχτες μαζί. «Η μικρή κόρη του Φουλάκη ήταν η παντοτινή ερωμένη και μόνο μ’ αυτήν γέμιζε την ψυχή του με αγάπη. Αυτή τον νοιαζόταν πραγματικά γιατί αγαπούσε τον Λευτέρη, όχι τον πρωθυπουργό».
     Η ιστορία αυτού του έρωτα, θα έμενε κρυφή, αφού η Παρασκευούλα, ουδέποτε μίλησε γι’ αυτήν. Όμως ο συγγραφέας, έχοντας ασχοληθεί για πολλά χρόνια ως ρεπόρτερ και γνωρίζοντας τα «μυστικά» της έρευνας, κατάφερε να συγκεντρώσει τις διάσπαρτες πληροφορίες και να μας δώσει ένα αξιόλογο, καλογραμμένο και «διδακτικό» βιβλίο. Ο έρωτας αυτός είχε σαν ιστορικό φόντο, κάποια από τα πιο σημαντικά χρόνια της ελληνικής Ιστορίας, τα γεγονότα των οποίων περιγράφει με πολύ προσοχή και ιδιαίτερο σεβασμό στην ιστορική αλήθεια.