28 Ιαν 2014

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

CAMILLA LACKBERG
Μετάφραση: ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Σελ. 632, Φεβρουάριος 2013

     Η σουηδέζα Καμίλα Λέκμπεργκ, ανήκει στη «γενιά» των νέων σκανδιναβών συγγραφέων που έχουν κυριαρχήσει τα τελευταία χρόνια στο χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ευρώπη και έχει πολλούς φανατικούς αναγνώστες και στη χώρα μας. Όχι άδικα, αφού είναι από τους καλύτερους εκπροσώπους αυτής της «γενιάς»!
     Στο μυθιστόρημα που παρουσιάζω σήμερα, ο χαρακτήρας που χρησιμοποιεί σε όλα της τα βιβλία, ο επιθεωρητής Πάτρικ, αποφασίζει να αφήσει προσωρινά την ενεργό δράση. Παίρνει άδεια πατρότητας για να φροντίσει την κόρη τους, ώστε η Ερίκα, η σύζυγός του, να μπορέσει να αφοσιωθεί στη συγγραφή του καινούριου της βιβλίου (με θέμα μια σειρά πραγματικών εγκλημάτων). Η συγγραφή έχει βαλτώσει μετά τη γέννηση της Μάγια, της κόρης τους, αφού το βρέφος-όπως κάθε μωρό- απαιτούσε την αμέριστη προσοχή της.
     Βέβαια οι πρώτες μέρες αυτής της νέας και πρωτόγνωρης κατάστασης, δεν περνούν όσο αρμονικά είχε φανταστεί και σχεδιάσει το ζευγάρι. Από τη μια μεριά ο Πάτρικ, που δεν γνωρίζει ακόμα και βασικά πράγματα σχετικά με την περιποίηση της Μάγια και ρωτά συνεχώς την Ερίκα και από την άλλη μια σειρά ημερολόγια της (πεθαμένης πια) μητέρας της από την εποχή του Β! Παγκοσμίου πολέμου που ανακάλυψε σ’ ένα σεντούκι στη σοφίτα του σπιτιού τους, δεν την αφήνουν να ησυχάσει και ν’ αφοσιωθεί στην έρευνα και τη συγγραφή.
     Ο Πάτρικ αν και προσπαθεί να τηρήσει όσο μπορεί αποστάσεις από τη δουλειά του, θα εμπλακεί ξανά, όταν στη Φιελμπάκα γίνεται ένας φόνος. Το θύμα, ο Έρικ Φράνκελ ήταν ένας εργένης συνταξιούχος καθηγητής Ιστορίας, ειδικευμένος στον Β! Παγκόσμιο πόλεμο και στο φαινόμενο του ναζισμού. «Είχε γεννηθεί το 1930 στη Φιελμπάκα. Είχε έναν αδελφό, τον Άξελ, μεγαλύτερο κατά τέσσερα χρόνια. Άλλα αδέλφια δεν υπήρχαν. Ο πατέρας του ήταν γιατρός στη Φιελμπάκα την περίοδο 1935-1954 και το σπίτι όπου ζούσαν ήταν το πατρικό τους… Το όνομά του εμφανίστηκε σε πολλά φόρουμ που ασχολούνταν με το ναζισμό. Αλλά δεν βρήκε τίποτα που να δείχνει ότι ήταν φίλα προσκείμενος στο ναζισμό. Το αντίθετο μάλιστα…».
     Έτσι η αστυνομική έρευνα ξεκινά από τους κύκλους των σουηδών νεοναζί στους οποίους ο γέρος ιστορικός δεν ήταν ιδιαίτερα συμπαθής. Οι υποψίες τους πολλαπλασιάζονται, όταν ανάμεσα στα έγγραφα του νεκρού βρίσκουν επιστολές που έχουν σταλεί από έναν εκ των ηγετικών στελεχών των νεοναζί-που ήταν παιδικός του φίλος-στις οποίες υποκρύπτεται απειλή.
     Η κατάσταση όμως περιπλέκεται, όταν μια γηραιά κυρία-η οποία πάσχει από αλτσχάιμερ-βρίσκεται επίσης δολοφονημένη. Η λύση-όπως σχεδόν σε όλα τα βιβλία της συγγραφέως-κρύβεται στο παρελθόν. Και μάλιστα στη συγκεκριμένη περίπτωση στο οικογενειακό παρελθόν της Ερίκα, αφού και οι δύο δολοφονηθέντες, ανήκαν στο φιλικό κύκλο της παιδικής και εφηβικής ηλικίας της μητέρας της.
     Για να έρθει στο φως η αλήθεια, ο Πάτρικ και η Ερίκα, θα χρειαστεί να συνεργαστούν και με τη συνδρομή των υπόλοιπων μελών του αστυνομικού τμήματος της Φιελμπάκα να σκαλίσουν πτυχές του παρελθόντος και τα μυστικά που κρύβονται στα χρόνια του πολέμου και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια.
     Η σουδέζα συγγραφέας για μια ακόμη φορά εντυπωσιάζει. Μας δίνει ένα εξαιρετικό δείγμα των μεγάλων συγγραφικών ικανοτήτων της, με ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα, που όπως και τα προηγούμενα θα συναρπάσει όχι μόνο τους φανατικούς της φίλους αλλά όλους τους αναγνώστες. 

16 Ιαν 2014

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΟΡΤΩ
Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ
Σελ. 252, Σεπτέμβριος 2013

     Με ένας άκρως εξομολογητικό βιβλίο, συνεχίζει τη συγγραφική του πορεία ο Α. Κορτώ. Ένα βιβλίο τελείως διαφορετικό από αυτά του ίδιου συγγραφέα που σας έχω παρουσιάσει μέχρι τώρα («Η Βιογραφία Μιας Σκύλας», «Οι Νεράιδες Του Μαν»), από το οποίο δεν λείπουν οι χιουμοριστικές πινελιές, που εδώ μπορώ να πω ότι έχουν και τη μορφή σαρκασμού. Στο σύνολό του όμως το έργο, μόνο χιουμοριστικό δεν είναι.
     Είναι η ιστορία της Κατερίνας, της μητέρας του και της οικογένειάς της, όπως την αφηγείται η ίδια. Μια ιστορία συναρπαστική, συγκινητική, εξομολογητική, γεμάτη οικογενειακά μυστικά που όλοι προσπαθούν να κρατήσουν κρυφά από το κουτσομπολίστικο στόμα των κακόβουλων.
     Η Κατερίνα είναι μια γυναίκα, γόνος ευκατάστατης οικογένειας της Θεσσαλονίκης. Αλλά πόσο οικογένεια, είναι η οικογένειά της γι’ αυτήν και τα αδέλφια της; «Όταν τέσσερα αδέλφια καταλήγουν στα σαράντα τους να ζουν και τα τέσσερα με ψυχοφάρμακα, κάτι πολύ κακό έχει συμβεί στα παιδικά τους χρόνια». Κι ένα από αυτά τα κακά που έχουν συμβεί είναι δύο γονείς «που ήταν ακατάλληλοι για γονείς», όπως λέει και η ίδια. Ένα άλλο, είναι οι οικογενειακές καταβολές, τα γονίδια.
     Η Κατερίνα πάσχει από ψυχική ασθένεια, με την οποία παλεύει σε όλη της τη ζωή. «Όμως γιατί είμαι δυστυχισμένη; Δεν ξέρω. Ξέρω μονάχα πως, όταν ξυπνάω το πρωί, εύχομαι να ‘χα πεθάνει στον ύπνο μου. Κι έπειτα κάθομαι ακίνητη, σα νεκρή, και κοιτάζω το ταβάνι, γιατί δεν μπορώ να κουνηθώ, νιώθω το σεντόνι να ζυγίζει όσο δέκα λαμαρίνες, το δωμάτιο, το σπίτι, η ζωή μου-όλα με πλακώνουν. Αισθάνομαι βάρος της γης, αυτό ξέρω… Δεν έχω καν τη δύναμη να μεθοδεύσω τον θάνατο που τόσο λαχταρώ. Ναι, ναι, κατάθλιψη βαρβάτη. Αλλά που να το ξέρω, εν έτει 1967;».
     Το 1974, γνωρίζεται με τον Τάσο, ωραίο φοιτητή της Οδοντιατρικής και ο μεγάλος έρωτας που αναπτύσσεται είναι αμοιβαίος. «Ο Ιούλιος μας βρίσκει στα ντουζένια μας: αγάπες κι αγκαλιές και τα μέλια τα καρυστινά. Δεν ήξερα πως ήταν ο έρωτας πριν τον Τάσο, τον Σούλη μου, τον Σίνη, τον Πιτυοκάμπτη μου, που στο άγγιγμά του λυγίζω και κόβομαι στα δυο». Το 1977, η Κατερίνα και ο Τάσος παντρεύονται και δύο χρόνια αργότερα γεννιέται ο γιος τους ο Πέτρος. Αλλά η ασθένεια «επιτίθεται» συνεχώς. Ο Τάσος, βοηθάει και συμπαρίσταται όσο μπορεί και όσο αντέχει. Οι αντοχές του κάποια στιγμή εξαντλούνται και απομακρύνεται. Η Κατερίνα όμως, έχει τον Πέτρο που τον υπεραγαπά (και την υπεραγαπά) και έτσι δεν μένει μόνη να παλεύει. Αυτή η αγάπη της, την οδήγησε τελικά να πάρει μια απόφαση γενναία και δραματική…
     Δεν θέλω να αποκαλύψω περισσότερα, για να μη σας στερήσω τη χαρά να «ανακαλύψετε» τη δύναμη αυτού του βιβλίου που θα συναρπάσει και θα συγκινήσει τον αναγνώστη. 

5 Ιαν 2014

ΟΙ ΝΕΡΑΪΔΕΣ ΤΟΥ ΜΑΝ

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΟΡΤΩ
Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Σελ. 436, Απρίλιος 2013

     «Αλλοπρόσαλλο αστυνομικό» χαρακτηρίζει το νέο του μυθιστόρημα ο Α. Κορτώ. Εμένα μου φάνηκε πως είναι μια παρωδία των κλειστοφοβικών μυθιστορημάτων της Άγκαθα Κρίστι, στα οποία μια ομάδα ατόμων, συνήθως ανώτερης τάξης, βρίσκεται αποκλεισμένη σε κάποιο χώρο απ’ όπου δεν μπορεί να απομακρυνθεί εύκολα. Εκεί συμβαίνουν διάφορα παράξενα, που κατατρομάζουν τους «αριστοκράτες», με αποτέλεσμα αυτοί να χάσουν την ψυχραιμία και τους καλούς τους τρόπους και να αρχίσουν να «τρώγονται» μεταξύ τους, πριν τους «φάει» ο δολοφόνος!
     Στο μυθιστόρημα του Κορτώ, μια φιλάργυρη 65χρονη αντικέρ, η Μπεατρίς Φραγκονάρ, ταξιδεύει με τον υπηρέτη της Ξαβιέ, με τον οποίο, παρά το γεγονός ότι τον ξυλοφορτώνει συστηματικά, έχουν μια σχέση αλληλεξάρτησης. Προορισμός τους το Δουβλίνο, όπου θα παραστούν σε μια δημοπρασία σπάνιων αντικειμένων: «το καταπληκτικό έκθεμα που έχουμε για τη συνέχεια είναι ένα σπάνιο έργο τέχνης, ένα αριστούργημα, ένα αληθινό κόσμημα, ένα αντικείμενο που η καταγωγή του είναι η πιο ζηλευτή όλου του κόσμου, αφού προέρχεται από το παλάτι των παλατιών και κάποτε, χρησιμοποιήθηκε από τον ευγενέστερο των ευγενών». Εκεί γνωρίζει τη δούκισσα του Νταντίλιον Σλιβ, την Καρολίν Νικολά, μια βαθύπλουτη ηλικιωμένη που τη μπερδεύει με μιαν άλλη και την προσκαλεί σε ένα ταξίδι-κρουαζιέρα με το πολυτελές ιστιοφόρο, του φίλου της και κατά κάποιο αόριστο τρόπο συγγενούς της Ζαφέτ ντε Ραστιγιάκ. Πρόκειται να πάνε στη Νήσο Μαν (βρίσκεται μεταξύ Ιρλανδίας και Αγγλίας), όπου η δούκισσα θα παραβρεθεί σε μια σειρά τιμητικών προς το πρόσωπό της εκδηλώσεων, λόγω μιας μεγάλης δωρεάς που είχε κάνει. Ανάμεσα στους επιβάτες, διάφοροι παλιοί γνώριμοι της δούκισσας. Ξεπεσμένοι αριστοκράτες που την κυνηγούσαν μια ζωή, προσβλέποντας στην εύνοιά της, κατά τη σύνταξη της διαθήκης της και κατάφεραν τελικά να την εντοπίσουν.
     Το ταξίδι αρχίζει σε κλίμα βαρύ και ειρωνικό. Η δούκισσα δε διστάζει να ξεφτιλίζει συνεχώς τους αριστοκράτες που δεν αντιδρούν, αφού έχουν την ανάγκη της. Τα παράξενα αρχίζουν από το πρώτο κιόλας πρωινό. Το ιστιοφόρο βρίσκεται μέσα σε πυκνή ομίχλη, ενώ επικρατεί μια απειλητική νηνεμία. Σα να μην έφτανε αυτό, οι επιβάτες ανακαλύπτουν ότι όλα τα όργανα πλοήγησης κι επικοινωνίας είναι κατεστραμμένα κι ο καπετάνιος…άφαντος. Σύντομα ανακαλύπτεται το πτώμα του να επιπλέει δίπλα στο σκάφος. «Το δέρμα του προσώπου του είχε πάρει το παγωμένο λευκό του θανάτου, ενώ τα μάτια του-φαίνεται πως είχε χάσει την καλύπτρα του πειρατή-ήταν διασταλμένα και πιο αλλήθωρα από ποτέ, τρομαχτικά μέσα στη βρεγμένη του γυαλάδα. Τα χέρια του ήταν τεντωμένα σε αντίθετες κατευθύνσεις, σαν να προσπαθούσε να πετάξει μέσα στο νερό, ενώ πάνω στα βρεγμένα μαλλιά του είχαν μπερδευτεί κάτι απαίσια μαύρα φύκια».  
     Τον καπετάνιο θ’ ακολουθήσει λίγο αργότερα και ο γιατρός, μετά σειρά έχει ο ιερέας. Και η παρέα μικραίνει συνεχώς. Με φόνους που δεν μπορούν να εξηγηθούν, ενώ οι ταξιδιώτες όσο πραγματιστές κι αν είναι, σε μια άκρη του μυαλού τους, έχουν τους θρύλους των ντόπιων για τις νεράιδες που βγαίνουν από τα κύματα και τις θάλασσες της περιοχής.
     Πριν από μερικούς μήνες, παρουσίασα ένα ακόμη βιβλίο του Α. Κορτώ. Τότε έγραφα μεταξύ άλλων, ότι «το βιβλίο είναι καλογραμμένο. με χιούμορ που ξεχειλίζει από κάθε πρόταση και αβανταδόρικες ξεκαρδιστικές ατάκες που με διασκέδασε πραγματικά». Τα ίδια ισχύουν και τώρα, γι’ αυτό το αλλοπρόσαλλο αλλά και ξεκαρδιστικό αστυνομικό μυθιστόρημα που περιλαμβάνει κι ένα συγκλονιστικό επίμετρο.