31 Αυγ 2020

ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

ΣΤΕΦΗ ΚΟΡΤΗ-ΚΟΝΤΗ

Εκδόσεις ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ

Σελ. 224, Φεβρουάριος 2020

 

     Μια ερωτική ιστορία που εξελίσσεται στη Θεσσαλονίκη των πρώτων χρόνων μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, αφηγείται το νέο μυθιστόρημα της Σ. Κόρτη Κόντη.

     Τρία μόλις χρόνια μετά την απελευθέρωση της πόλης από την τουρκική κυριαρχία που κράτησε σχεδόν πέντε αιώνες, η Θεσσαλονίκη δέχεται μια «ειρηνική εισβολή». Είναι Σεπτέμβριος του 1915. Ο πόλεμος που ονομάστηκε από τους ιστορικούς Πρώτος Παγκόσμιος, βρίσκεται σε εξέλιξη. Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια κατάληψης της Κωνσταντινούπολης από τις ναυτικές δυνάμεις της Αντάντ, επιχειρείται επίθεση από ξηράς, μέσω της χερσονήσου της Καλλίπολης. Η άμυνα όμως είναι πολύ καλά οργανωμένη και η επίθεση αποτυγχάνει, με τεράστιο κόστος για τα συμμαχικά στρατεύματα. «Οι σύμμαχοι προσπάθησαν να επιτεθούν στην Κωνσταντινούπολη από τη θάλασσα και όταν δεν τα κατάφεραν επιχείρησαν να επιτεθούν από την ξηρά μέσω της χερσονήσου της Καλλίπολης. Αφού απέτυχαν και εκεί με πολλές απώλειες, πήραν τη διαταγή να πλεύσουν στη Θεσσαλονίκη καταπονημένοι και οπωσδήποτε απογοητευμένοι έχοντας αφήσει πίσω τους πολλούς νεκρούς, εδώ τουλάχιστον θα ξεκουραστούν για λίγο σε μια χώρα που είναι φιλική, αν και δεν έχει προσχωρήσει ακόμα επίσημα στο στρατόπεδό τους».

     Ανάμεσα στους Γάλλους στρατιωτικούς που αποβιβάζονται, βρίσκεται και ο έφεδρος υπολοχαγός Γκαστόν Λερουά. «Είναι πολύ κουρασμένος. Είναι μόνο 26 ετών, αλλά η ρυτίδα στο μέτωπό του ανάμεσα στα μάτια του, μαρτυρεί ότι τους λίγους μήνες της στράτευσής του έχει κιόλας γνωρίσει καλά τη σκληρότητα και τη φρίκη του πολέμου». Πριν στρατευτεί, είχε σπουδάσει αρχαιολογία στο Παρίσι, αλλά δεν κατάφερε να ασκήσει για πολύ καιρό το επάγγελμά του. Ο πόλεμος ανέτρεψε όποιους σχεδιασμούς είχε κάνει για τη ζωή του.

     Όταν εγκαταστάθηκαν στα πρόχειρα στρατόπεδα που δημιούργησαν σε περιοχές γύρω από τη Θεσσαλονίκη, άρχισαν δειλά-δειλά να βγαίνουν για αναψυχή οι στρατιώτες και κυρίως οι αξιωματικοί, στην παραλία και στα ρεστοράν της πόλης, Σε μια τέτοια έξοδο, ο Λερουά αντικρίζει τη νεαρή Άρτεμη Γεωργίου, που με την οικογένειά της, απολαμβάνουν ένα δείπνο στο πολύ σικ ξενοδοχείο Κρυστάλ. «Ο Γκαστόν δεν είχε ξαναδεί τέτοια ομορφιά. Ένα θεσπέσιο πλάσμα, μάλλον ψηλή, λεπτή με καστανόξανθα μαλλιά μαζεμένα πίσω σε ένα χαλαρό κότσο που αναδεικνύει τον φίνο λαιμό της και δύο τεράστια γκριζογάλανα μάτια, που φωτίζουν ένα υπέροχο πρόσωπο».

     Ο γάλλος υπολοχαγός μαγεύεται. Από εκείνη τη στιγμή θα κάνει ότι είναι δυνατό για να την ξανασυναντήσει και να της εκμυστηρευτεί τα αισθήματά του. Αλλά κι αυτή δεν είναι αδιάφορη για τον γοητευτικό αξιωματικό, αν και ξέρει ότι ο πατέρας της, έχει συγκεκριμένη άποψη για τους γάλλους. «Αυτοί είναι ξένο αίμα, βρε παιδί μου, δεν έχουν μεγαλώσει με τις δικές μας αξίες και σίγουρα μας βλέπουν αφ’ υψηλού, ιδίως οι αξιωματικοί τους. Ο Γεωργίου δεν έπαψε ποτέ να είναι το αρχοντοπαίδι από τη Βέροια, που μεγάλωσε σε ένα προστατευμένο όσο και αυστηρό περιβάλλον, με τις αρχές του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, αλλά και με κάποια καχυποψία προς ότι μη ελληνικό. Ιδίως δεν θα του άρεσε να πιάσουν τα παιδιά του φιλίες με τους Γάλλους και να επηρεαστούν από τις ιδέες και τον τρόπο ζωής τους…».

     Όμως τα αισθήματα των δύο νέων είναι πολύ δυνατά. Θα κάνουν ότι είναι δυνατό για να αντιπαλέψουν τις αντιξοότητες, ώστε να καταφέρνουν να επικοινωνούν κι όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, να συναντιούνται έστω και για λίγο…

     Με «όχημα» την ερωτική αυτή ιστορία, η συγγραφέας έχει την ευκαιρία, να περιγράψει την ιστορία της Θεσσαλονίκης όπως εξελίχθηκε τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Αναφέρεται στην άφιξη των στρατευμάτων της Ανταντ. Στον εθνικό διχασμό που επακολούθησε μετά την διάσταση των απόψεων του Ελ. Βενιζέλου και του βασιλιά Κωνσταντίνου Α!, σχετικά με την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο, αλλά και τις ταραχές που προκλήθηκαν. Την αύξηση της εμπορικής δραστηριότητας (αλλά και άλλων… δραστηριοτήτων) λόγω της παρουσίας των ξένων στρατιωτών. Την πυρκαγιά του 1917 και την ιδιαίτερα σημαντική βοήθεια που προσέφεραν οι στρατιώτες των ξένων δυνάμεων τόσο στην κατάσβεση της πυρκαγιάς όσο και στην περίθαλψη των πυροπαθών. Το σχέδιο του αρχιτέκτονα Εμπράρ, που αν εφαρμοζόταν στην ολότητά του, σήμερα η Θεσσαλονίκη θα ήταν μια εντελώς διαφορετική πόλη, αλλά όπως γίνεται συνήθως, προσέκρουσε σε ιδιωτικά μικρά και μεγάλα συμφέροντα και δεν εφαρμόστηκε. (Μικρό δείγμα του οράματος του Γάλλου αρχιτέκτονα για τη Θεσσαλονίκη είναι η πλατεία Αριστοτέλους). Τέλος, μέσα από τις πράξεις και τις αντιδράσεις των κεντρικών χαρακτήρων του μυθιστορήματος, έχουμε μια άποψη του τρόπου ζωής αλλά και της νοοτροπίας, μιας μερίδας Θεσσαλονικέων ανερχόμενων οικονομικά.

     Το «Στη Θεσσαλονίκη Του Μεγάλου Πολέμου» θα ικανοποιήσει τόσο αυτούς που αρέσκονται να διαβάζουν ρομαντικές ιστορίες, όσο και αυτούς που ενδιαφέρονται να ανακαλύψουν πτυχές της ιστορίας που δεν περιλαμβάνουν τα επίσημα βιβλία, μίας πόλης που προσπαθεί να μετεξελιχθεί από οθωμανική σε ευρωπαϊκή.  

28 Αυγ 2020

ΕΠΤΑ ΨΕΜΜΑΤΑ

ELIZABETH KAY
Μετάφραση ΜΑΡΙΑ ΦΑΚΙΝΟΥ
Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ
Σελ. 465, Απρίλιος 2020

 

     Με ένα εξαιρετικό ψυχολογικό θρίλερ, κάνει τη γνωριμία της με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό η Ε. Κέι από τη Βρετανία.

     Είναι η ιστορία δύο κοριτσιών της Μάρνι Γκρέγκορι και της Τζέιν Μπάξτερ, που είναι αχώριστες από τη στιγμή της γνωριμίας τους. Η Τζέιν βρέθηκε σε ένα καινούριο σχολείο στο Λονδίνο, όπου δεν γνώριζε κανέναν.«Με είχε πιάσει άγχος, επειδή δεν ήξερα κανέναν και προετοιμαζόμουν ψυχολογικά να περάσω μόνη κι έρημη το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας. Κοιτούσα καλά-καλά τις παρέες και προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι, ούτως ή άλλως, δεν ήθελα να ανήκω σε καμία από αυτές».

     Τότε γνώρισε τη Μάρνι. Που της φέρθηκε με καλοσύνη και δέχτηκε με φιλική διάθεση αυτό το άγνωστο κορίτσι. Για την Τζέιν που είχε προβλήματα, δεν δημιουργούσε εύκολα σχέσεις και δεν έβρισκε την αγάπη και την προσοχή στην οικογένειά της, η συμπεριφορά αυτή, αποτέλεσε μια όαση στην έρημο των –όπως τις προσλάμβανε-ανθρώπινων σχέσεων. «Κάποιος μπορεί να υποστήριζε ότι επρόκειτο για μια φιλία λόγω των περιστάσεων, ότι θα είχα δεχτεί την όποια ευγένεια, στοργή, αγάπη που προσφερόταν».

     Όμως με την πάροδο των ετών, αυτή η φιλία και η πλήρης προσκόλληση της Τζέιν, εξελίσσεται σε εμμονή. Θέλει τη φίλη της αποκλειστικά για την ίδια. Χώρισαν μόνο όταν χρειάστηκε να μετακομίσουν σε διαφορετικές πόλεις για να σπουδάσουν. «Ξαναβρεθήκαμε τρία χρόνια μετά. Και τότε ήμαστε καλύτερα από ποτέ, μια συμπαγής ομάδα κόντρα σε έναν κόσμο που έμοιαζε μπερδεμένος».

     Όταν η Τζέιν γνώρισε και παντρεύτηκε τον Τζόναθαν, τα αισθήματά της απέναντι στη Μάρνι δεν άλλαξαν, αν και ο σύζυγός της, κατάφερε να της προσφέρει ένα μέρος από όσα το οικογενειακό περιβάλλον της είχε στερήσει. Ήταν άτυχη όμως, γιατί τον έχασε σε πολύ λίγο καιρό σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Τότε στη ζωή της φίλης της, μπήκε ο Τσαρλς. Ένας άντρας με τον οποίο η Μάρνι αποφάσισε να κάνει οικογένεια. Η Τζέιν αισθάνθηκε απειλή. Είδε όλο το οικοδόμημα πάνω στο οποίο είχε στήσει τη ζωή της έτοιμο να καταρρεύσει. Και θεωρεί υπεύθυνο γι’ αυτό τον Τσάρλς. «Τον μισούσα. Τον μισούσα μ’ έναν απόλυτο, φλογερό, βιβλικό τρόπο». Τον θεωρεί υπεύθυνο για την ενδεχόμενη απώλεια της φιλίας της με την Μαρνι κι όσα αυτή της προσφέρει. «Ιδού ορισμένα πράγματα που διαθέτεις όταν έχεις άλλους ανθρώπους στη ζωή σου, πράγματα που εγώ πλέον δεν έχω: το σταθερό καθησυχαστικό, αρμονικό μουρμουρητό κάποιου, κάπου, που νοιάζεται για σένα. Την ακαριαία αντίδρασή του σε αυτό που έχει συμβεί, τη δυνατότητα να του αφηγηθείς εκ νέου την ιστορία και να γελάσετε, όταν κάτι πάει στραβά, το να μπορείς να τηλεφωνήσεις σε αυτόν τον κάποιο από την άκρη του δρόμου, το νοσοκομείο, το πίσω κάθισμα ενός περιπολικού, τη γνώση ότι ποτέ δεν θα κείτεσαι νεκρός στο κρεβάτι σου για πολύ, επειδή κάπου κάποιος σε ψάχνει. Τι να την κάνεις τη ζωή αν δεν έχεις αυτά τα πράγματα; Χωρίς την αγάπη, το γέλιο, τη φιλία και την ελπίδα; Δεν θέλω να ξέρω. Δεν θέλω να ζήσω αυτή τη ζωή. Γι’ αυτό επιλέγω-ακούγεται θαρραλέο, φαντάζει θαρραλέο- να βάλω ξανά αυτά τα πράγματα στη ζωή μου, με οποιοδήποτε τίμημα, και να δώσω ξανά το νόημα που της αξίζει. Δεν πρόκειται να ζήσω άλλο έτσι. Κι αυτό σημαίνει ότι τα πράγματα θα πρέπει ν’ αλλάξουν».

     Κι έτσι αρχίζουν τα ψέματα… ώσπου στο τέλος θα έλθει και η αποκαλυπτική αλήθεια!

     Το «Επτά Ψέματα» είναι ένα πολύ καλογραμμένο, συναρπαστικό, ευφυές ψυχολογικό θρίλερ, που αφηγείται με μοναδικό τρόπο το τι συμβαίνει, όταν μια φιλία μεταλλάσσεται σε εμμονή. Καταπληκτική γραφή, πρωτότυπη ιδέα, σασπένς και μια καταβύθιση στον ψυχισμό μιας γυναίκας που αφού ποτέ δεν γνώρισε την αποδοχή και την αγάπη στο οικογενειακό της περιβάλλον, «προβάλλει» όλες τις ελλείψεις της στη μία και μοναδική φίλη της ζωής της και «ζητάει» από εκείνη να τις καλύψει, με κάθε κόστος και μη υπολογίζοντας τις συνέπειες. Ξεκινήστε να το διαβάζετε μια μέρα που δεν θα έχετε κάποια επείγουσα δουλειά, γιατί δύσκολα θα το αφήσετε από τα χέρια σας!     

21 Αυγ 2020

Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΟΥ "ΓΚΡΙΖΑΡΕ" ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

 ΑΠΟ ΤΑ ΙΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΔΡΙΤΗ

ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ-ΝΙΚΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

Εκδόσεις ΠΕΔΙΟ

Σελ.411, Ιούνιος 2020

 

     Ένα εμπεριστατωμένο βιβλίο που αναφέρεται στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις, είναι πάντα σημαντικό. Το «Η Συμφωνία Που «Γκρίζαρε» Το Αιγαίο» μετά και τις τελευταίες εξελίξεις στις ελληνικές θάλασσες και την Ανατολική Μεσόγειο, καθίσταται ακόμα πιο σημαντικό κι επίκαιρο αφού μάλιστα είναι γραμμένο από καλούς γνώστες των εθνικών θεμάτων.

     Οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα, πέρασαν από πολλά στάδια. Υπήρξαν εποχές που οι σχέσεις αυτές ήταν πολύ καλές κι άλλες που ήταν ψυχρές. Μια από τις πιο σοβαρές κρίσεις που έφερε τις δύο χώρες για μια ακόμη φορά στα πρόθυρα του πολέμουήταν και αυτή που συμβατικά ονομάζουμε «κρίση των Ιμίων», τον Ιανουάριο του 1996. Για λίγες μέρες μεταφέρθηκαν στρατιωτικές δυνάμεις γύρω από τις βραχονησίδες των Ιμίων και αναπτύχθηκαν, φέρνοντας πολύ κοντά τη σύρραξη. Η εμπλοκή αυτή, κόστισε στην Ελλάδα τις ζωές τριών αξιωματικών που επέβαιναν σε ελικόπτερο που κατέπεσε λίγες ώρες πριν λήξη η κρίση, από τεχνικά αίτια σύμφωνα με το επίσημο πόρισμα. Κυρίως όμως έδωσε την ευκαιρία στην Τουρκία να θέσει με τον πιο επίσημο κι εμφατικό τρόπο, αυτό που επιζητά διακαώς, με αταλάντευτη κι αξιοθαύμαστη επιμονή η τουρκική διπλωματία: την αμφισβήτηση της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας. Οι Τούρκοι διπλωμάτες και ΥΠΕΞ, ανεξαρτήτως του κόμματος που βρίσκεται στην εξουσία, μάχονται διαρκώς να αμφισβητήσουν την ισχύ των Συνθηκών με τις οποίες «χαράχτηκαν» τα σύνορα των κρατών της περιοχής. Με μοναδική αφοσίωση προσπαθούν με κάθε μέσο να εκμεταλλευτούν τις καταστάσεις και να αφαιρέσουν τμήματα από την κυριαρχία των γειτόνων τους για να τα εντάξουν στο δικό τους κράτος (όπως π.χ. με την Κύπρο το 1974 ή τη Συρία το 2019).

     Η κρίση στα Ίμια, έληξε με την παρέμβαση των αμερικανών και του ΝΑΤΟ. «Για την Ουάσινγκτον, η συνεχιζόμενη εκκρεμότητα στο Αιγαίο ήταν η σπίθα που κινδύνευε ανά πάσα στιγμή να βάλει τη φωτιά που απειλούσε τη συνοχή και την αποτελεσματικότητα της Ατλαντικής Συμμαχίας». 

     Οι ΗΠΑ στη συνέχεια προσπάθησαν να επιτύχουν να εξομαλύνουν τις διαφορές των δύο χωρών, χωρίς να μπουν στην ουσία της υπόθεσης. Δεν τους ενδιέφερε να επιβάλλουν το δίκαιο. Ήθελαν ησυχία στην περιοχή.  Μια αναταραχή, δυσκόλευε τους σχεδιασμούς τους στην ανατολική Μεσόγειο. Η ιδανική ευκαιρία δόθηκε τον Ιούλιο του 1997 στη Μαδρίτη. Στην σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ που έγινε τότε, οι αμερικανοί παρουσίασαν ένα κείμενο στον Έλληνα πρωθυπουργό Κων. Σημίτη και τον Τούρκο πρόεδρο Σ. Ντεμιρέλ, που ονομάστηκε Διακήρυξη της Μαδρίτης και υπογράφτηκε στις 8 Ιουλίου 1997. Μία ετεροβαρής συμφωνία που είχαν ετοιμάσει οι αμερικανοί από την επόμενη των Ιμίων. Η συμφωνία αναγνώριζε για πρώτη φορά ότι η Τουρκία έχει «νόμιμα και ζωτικά συμφέροντα» στο Αιγαίο και δέσμευε τις δύο χώρες ότι δεν θα προχωρήσουν σε «μονομερείς ενέργειες», που για την Ελλάδα σήμαινε ότι δεν θα μπορεί να ασκήσει κυριαρχικά της δικαιώματα. Σε αντάλλαγμα δόθηκε στην Ελλάδα, μια αόριστη και μη δεσμευτική δήλωση για προσφυγή στη Χάγη για το θέμα των Ιμίων. Έτσι για πρώτη φορά «γκρίζαρε» το Αιγαίο. «Η ελληνική πλευρά οδηγήθηκε στην υπογραφή αυτής της συμφωνίας παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε-το αντίθετο μάλιστα-το οποιοδήποτε θετικό σημάδι από την Άγκυρα […] Η αποδοχή επίσης, εκ μέρους της χώρας μας, της ύπαρξης «νομίμων και ζωτικών» συμφερόντων της Τουρκίας στο Αιγαίο είχε προφανείς συνέπειες τις οποίες αντιμετωπίζει και σήμερα η ελληνική διπλωματία […] Ο χρόνος που ήλπιζε να κερδίσει με τη Συμφωνία της Μαδρίτης η ελληνική κυβέρνηση ήταν πολύ σύντομος και κάθε άλλο παρά περιόρισε την ένταση ή ακύρωσε τις αμφισβητήσεις».

     Μετά την υπογραφή της Συνθήκης, οι Τούρκοι αμφισβήτησαν την ελληνική κυριαρχία σε 130 νησιά, νησίδες και βραχονησίδες στο Αιγαίο. Το σκεπτικό τους είναι το εξής: Η Τουρκία είναι η συνέχεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με διάφορες διεθνείς και διμερείς συνθήκες τα εδάφη της αυτοκρατορίας διανεμήθηκαν στα κράτη που προέκυψαν από τη διάλυσή της. Ανάμεσά τους υπάρχουν νησιά, που αναφέρονται ονομαστικά στις Συνθήκες. Όσα λοιπόν δεν αναφέρονται ονομαστικά, ισχυρίζονται ότι παρέμειναν εδάφη της αυτοκρατορίας και η Τουρκία ως διάδοχο κράτος τα δικαιούται! Βέβαια «ξεχνούν» πολύ βολικά ότι η Συνθήκη της Λωζάννης, παραχωρεί στην Τουρκία όσα νησιά και βραχονησίδες δεν αναφέρονται σε διάφορες Συνθήκες και βρίσκονται σε απόσταση μέχρι τρία μίλια από τις ακτές. Τα Ίμια και οι γύρω βραχονησίδες των Δωδεκανήσων, που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα από την Ιταλία το 1947, μπορεί να βρίσκονται σε μικρότερη απόσταση, αλλά αναφέρονται ως Ιταλικό έδαφος σε προσάρτημα μιας Ιταλοτουρκικής Σύμβασης του 1932. Η Τουρκία με διάφορους νομικούς και νομικίστικους ισχυρισμούς, αρνείται την εγκυρότητά της.

     Το βιβλίο των Μ. Ιγνατίου και Ν. Μελέτη, με μεθοδικότητα αναλύει την πορεία προς το «γκριζάρισμα» του Αιγαίου που δρομολόγησε η αμερικανική διπλωματία, μέσα από την παρουσίαση απόρρητων τηλεγραφημάτων που αντάλλαξαν οι πρεσβείες Αθηνών και Άγκυρας των ΗΠΑ με το ΥΠΕΞ. Ακόμη περιλαμβάνει τηλεγραφήματα που αφορούν την περίοδο πριν και μετά την κρίση των Ιμίων, που δείχνουν ότι οι ΗΠΑ είχαν προαποφασίσει κάποιου είδους συμφωνία κι έκαναν ότι ήταν δυνατό να την επιβάλλουν και μετά την υπογραφή της, να την κρατήσουν «ζωντανή». Ιδιαίτερα διαφωτιστικό και «διδακτικό» βρήκα το τηλεγράφημα ATHENS 06781 051454Z που στέλνει η πρεσβεία των Αθηνών στο State Department, τον Σεπτέμβριο του 1997 και στο οποίο αναλύεται η οπτική της αμερικανικής διπλωματίας στο θέμα «Οι σχέσεις της Ελλάδας με τους γείτονές της βάσει συνθηκών» (σελ. 231-240 στο βιβλίο). Το ίδιο σημαντικά είναι τα τηλεγραφήματα που απευθύνονται σε αμερικανούς αξιωματούχους που επρόκειτο να επισκεφθούν την Ελλάδα για επίσημες συνομιλίες και συναντήσεις ώστε να είναι προετοιμασμένοι. Τέλος, εξίσου διαφωτιστική είναι η έκθεση 97-799 που απευθύνεται στα μέλη του Κογκρέσου κι έχει τίτλο «Ελλάδα και Τουρκία. Ζητήματα του Αιγαίου-το ιστορικό υπόβαθρο και οι πρόσφατες εξελίξεις».

     Εξαιρετικό βιβλίο από δύο δημοσιογράφους που τιμούν το επάγγελμά τους και προσπαθούν πάντα να αναδείξουν και να φωτίσουν μέσα από τα έγκυρα και ολοκληρωμένα ρεπορτάζ και την έρευνα που πραγματοποιούν, την πορεία των σχέσεων της Ελλάδας (αλλά και της Κύπρου) με την Τουρκία.   

 

16 Αυγ 2020

ΑΡΗΣ ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗΣ

      Ο Άρης Σφακιανάκης γεννήθηκε το 1958 στο Ηράκλειο. Σπούδασε Νομικά στην Αθήνα. Έχει ασχοληθεί με τη μετάφραση και το σενάριο. Έργα του: «Οι Παράξενες Συνήθ

ειες Της Οικογένειας Μόρφη» (1987, Κέδρος), «Όταν Βρέχει Να Φοράς Παπούτσια Κόλετζ» (1989, Κέδρος), «Ο Τρόμος Του Κενού» (1990, Κέδρος), «Η Νόσος Των Κινέζικων Εστιατορίων (1995, Κέδρος), «The Emptiness Beyond» (1996, Κέδρος), «Δεν Ήξερες Δεν Ρώταγες» (2000, Κέδρος-2011 Ελευθεροτυπία), «Μπέιμπι Σίτινγκ» (2002, Κέδρος), «Το Περσικό Φιλί» (2004, Κέδρος), «Μητροπόλεις, Ιστορίες, Παράδεισοι» (2006, Ελληνικά Γράμματα), «Μεσάνυχτα Στο Περιβόλι» (2007, Τόπος), «Η Μοναξιά Δεν Μου Ταιριάζει» (2008, Κέδρος), «Ου Μπλέξεις» (2011, Κέδρος), «Παντρεμένες» (2013, Κέδρος), «Έξοδος» (2016, Κέδρος), «Η Σκιά Του Κυβερνήτη» (2019, Κέδρος). Συμμετοχή σε συλλογικά έργα: «Κοκτέιλ Μολότοφ» (2003, Κοχλίας), «Με Ορθάνοιχτα Μάτια» (2004, Καστανιώτης), «Ανδρικές Απολαύσεις» (2004, Ελληνικά Γράμματα), «Η Αθήνα Τη Νύχτα» (2006, Introbooks), «Υπόγειες Ιστορίες» (2008, Athens Voice), «Sweet Suite In Greece» (2009, Elia), «Έρως 13» (2011, 2012, Ψυχογιός), «Στον Ίσκιο Του Βασιλιά» (2017, Κλειδάριθμος), «Ανθολογία Μικρού Διηγήματος Για Τη Νύχτα» (2071, Κύμα).   

 

Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας «Η Σκιά Του Κυβερνήτη»;

     Όλα ξεκίνησαν όταν μετακόμισα στην οδό Κασομούλη. Έψαξα να βρω ποιος ήταν αυτός ο Κασομούλης κι είδα πως είχε γράψει πεντάτομο εγχειρίδιο με τη ζωή και τη δράση του τα χρόνια της Επανάστασης του 21. Το αγόρασα, το διάβασα μονομιάς κι αποφάσισα πως όφειλα να γράψω κι εγώ κάτι για εκείνη την εποχή μήπως και καταφέρω να ανακινήσω το ενδιαφέρον των αναγνωστών για τους συγγραφείς εκείνου του αλλοτινού καιρού. Έτσι έγραψα πρώτα το ιστορικό μυθιστόρημα Έξοδος (για το Μεσολόγγι, τι άλλο;) κι έπειτα την Σκιά του Κυβερνήτη για τον Καποδίστρια.

 

Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με το αυτό και ποιο είναι αυτό;

     Ήθελα μόνο να δοκιμαστώ συγγραφικά σε ένα είδος καινούργιο για μένα κι αν τα κατάφερνα να επιχειρήσω κάποιες απαντήσεις στο πώς φτάσαμε ως εδώ.

Σε ποιο βαθμό είναι Ιστορία και σε ποιό μυθιστόρημα;

     Πιστεύω ότι υπάρχει μια δόκιμη αλχημιστικά ισορροπία. Τα ιστορικά γεγονότα που περιγράφω είναι αληθινά, η ζωή του σωματοφύλακα του Καποδίστρια είναι επινόηση.

Θεωρείτε ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας τιμάται με την πραγματική του αξία για  την προσφορά του στην Ελλάδα;

     Η Ελλάδα τον τίμησε δολοφονώντας τον. Τον κατέταξε έτσι –άθελά της, είναι η αλήθεια- σε ένα βάθρο απλησίαστο για άλλους πολιτικούς. Θα τον τιμούσε περισσότερο αν η περίπτωσή του διδασκόταν ευφυέστερα στο σχολείο κι όχι να μένει σαν συνώνυμο της ιστορίας με την πατάτα.

Η Ιστορία δεν γράφεται με «αν», αλλά θεωρείτε ότι μπορεί η κατάσταση της χώρας να ήταν διαφορετική αν μπορούσε ο Καποδίστριας να αφεθεί να συνεχίσει απερίσπαστος το έργο του;

     Όσο χαλκέντερος κι αν υπήρξε ο Καποδίστριας, δεν νομίζω ότι θα κατάφερνε περισσότερα πράγματα. Τα εμπόδια που συναντούσε πλέον καθημερινά ήταν τέτοια που θα έκαμπταν και τον πλέον δυνατό άνθρωπο. Για να πετύχαινε πραγματικά στους στόχους του πιστεύω ότι θα χρειαζόταν μισό αιώνα διακυβέρνησης.

Ο Πέτρος Σκοτεινός-ο ένας από τους δύο σωματοφύλακες του Καποδίστρια σύμφωνα με το βιβλίο και κεντρικός αφηγητής-είναι πραγματικό πρόσωπο ή μυθιστορηματικός χαρακτήρας;

     Ο Πέτρος Σκοτεινός είμαι εγώ –και δεν υπάρχει πιο μυθιστορηματική φιγούρα από τον εαυτό μας.

Απαιτήθηκε έρευνα για τη συγγραφή του βιβλίου και πόσο καιρό σας πήρε αυτή; 

     Τρία χρόνια μελετούσα και δυο έγραφα το βιβλίο.

Μετά την «Έξοδο» ακολουθεί το «Η Σκιά Του Κυβερνήτη». Να υποθέσω ότι κάνετε μια «στροφή» στο ιστορικό μυθιστόρημα;

     Σκοπεύω, είναι η αλήθεια, να ολοκληρώσω μια τριλογία σχετικά με τα πρώτα χρόνια του νέου ελληνικού κράτους. Οπότε, στροφή ναι μεν, αλλά πόσο θα κρατήσει αυτός ο έρωτας δεν ξέρω.

Τι σας ελκύει στο συγκεκριμένο είδος;

     Τίποτα απολύτως. Δεν διαβάζω ιστορικά μυθιστορήματα. Γράφω ό,τι γράφω μόνο και μόνο γιατί μου αρέσει να διαβάζω για εκείνα τα χρόνια κι αυτή μου η μελέτη με σπρώχνει να πάρω στα χέρια το στιλό.

Η λογοτεχνία μπορεί να είναι μια κοινωνική πράξη;

     Κατ’ εξοχήν. Οι καλύτεροί μου φίλοι είναι συγγραφείς –βέβαια, νεκροί οι περισσότεροι αλλά εξαιρετική συντροφιά.

Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας;

     Όταν μου το ψιθύρισε λαγνικά το κορίτσι που ερωτεύτηκα πρώτη φορά και την είχα πνίξει στα ερωτικά ραβασάκια.

Ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε, όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;

     Ένιωσα να πετάω –μονάχα που με είχε μόλις χωρίσει  η αγαπημένη μου κι έτσι αποδείχτηκε μια μοναχική πτήση.

Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά των ηρώων σας;

     Αν δεν τα έχω νιώσει δεν θα τα αποδώσω καλά. Είμαι βαθιά αυτοβιογραφικός συγγραφέας (βλέπε το «Δεν ήξερες… δεν ρώταγες!»  όπου μιλώ για τον γάμο μου).

Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;

     Το γυμνό χαρτί.

Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;

     Εκείνος που μπορεί να διαθέσει 8 ώρες την ημέρα για διάβασμα –όχι απαραίτητα ροζ λογοτεχνίας.

Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;

     Η συγγραφή είναι μακράν η καλύτερη ψυχανάλυση –και η πλέον ανέξοδη.

Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;

     Στάθηκα πολύ σε αυτήν σας την ερώτηση αλλά, όχι, δεν βρήκα κάτι που να μου άλλαξε η συγγραφή –παραμένω πιστός στην μάνα μου και στην ομάδα μου.

Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους αναγνώστες σας;

     Οι αναγνώστες έχουν μια διάθεση να μιλήσουν για το βιβλίο σου ενώ εγώ δεν έχω καμιά διάθεση να μιλήσω για το βιβλίο μου –εξαιρείται η παρούσα κουβέντα.

Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας «υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;

     Πολλές φορές έχει συμβεί κάτι τέτοιο, αναγκάζοντάς με να κοιτάξω δίπλα μου μήπως υπάρχει και κανένας άλλος συγγραφέας.

Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;

     Στα δυο πρώτα μου βιβλία ο Κάφκα, στο τρίτο ο Προυστ κι έπειτα οι Αμερικάνοι συγγραφείς. Φυσικά αγαπώ τον Ντοστογιέφσκι.

Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;

     Μεταξύ μας, προτιμώ να σιδερώνω τα πουκάμισά μου –κι εννοείται ότι απεχθάνομαι το σιδέρωμα. Το γράψιμο απαιτεί εξαιρετική πνευματική και φυσική κατάσταση –χρειάζεται ικανότητες οδηγού φόρμουλας 1. Δυστυχώς, πολλοί έχουν την εντύπωση ότι πρόκειται απλώς για πίστα με συγκρουόμενα όπου όλοι μπορούν να οδηγήσουν –προς μεγάλη ικανοποίηση του εκδότη.

Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο συρτάρι σας;

     Η απομόνωση που ζήσαμε με τον κορονωιό με οδήγησε να βάλω μπροστά το τρίτο κομμάτι της ιστορικής μου τριλογίας. Το γραφείο μου αυτή τη στιγμή είναι φορτωμένο με βιβλία που έχω ήδη μελετήσει και ξαναδιαβάζω. Οπότε, ναι, έχω ραντεβού με την λευκή σελίδα…

Σας ευχαριστώ πολύ!

10 Αυγ 2020

ΟΚΤΩ

 KATHERINE NEVILLE

Μετάφραση: ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΨΑΛΗΣ

Εκδόσεις: ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

Σελ.733, Ιούνιος 2020


      Δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη του κυκλοφορία στα ελληνικά, επανεκδίδεται το κλασικό στο είδος του μυθιστόρημα της αμερικανίδας K. Νέβιλ, με τίτλο «Οκτώ».

     Το 1790, με το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης και την έκδοση των διαταγμάτων για τη δήμευση της τεράστιας εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας, επικρατεί αναταραχή στο ιστορικό γυναικείο μοναστήρι του Μονγκλάν στη νότια Γαλλία. «Ψηλά πάνω από την κοιλάδα, το Αβαείο του Μονγκλάν ξεπρόβαλε σαν μια πελώρια πέτρινη προεξοχή στην κορυφή του βουνού. Εκείνο το οικοδόμημα που πιότερο έφερνε σε οχυρό, είχε παραμείνει ανέγγιχτο από τον έξω κόσμο κοντά μια χιλιετία». Το μοναστήρι χτίστηκε από τον μεγάλο βασιλιά και αυτοκράτορα Κάρολο τον Μεγάλο που είναι γνωστός ως Καρλομάγνος για να φιλοξενήσει στα έγκατα των θεμελίων του, ένα σκάκι. Ο Καρλομάγνος έλαβε αυτό το σκάκι ως δώρο από κάποιον Μαυριτανό βασιλιά για τη βοήθεια που του είχε προσφέρει. Αλλά όταν ανακάλυψε τις υπερφυσικές ιδιότητες που αυτή η σκακιέρα και τα πιόνια έκρυβαν, αυτός ο ατρόμητος πολεμιστής, τρόμαξε. Αποφάσισε να κρύψει τα κομμάτια, γιατί ήξερε ότι όποιος τα κατείχε θα μπορούσε να τα καπηλευτεί και να κυριαρχήσει σε όλο τον κόσμο. Την τοποθεσία που ήταν κρυμμένο το σκάκι την ήξερε μόνο η ηγουμένη και το μετέφερε κάθε φορά στην επομένη που θα εκλεγόταν.

     Η Έλεν ντε Ροκ, ηγουμένη της μονής το 1790, παίρνει μια σημαντική απόφαση. Η κατάσταση είναι έκρυθμη κι εχθρική για τον κλήρο και τους μοναχούς. «…σ’ ολόκληρη τη Γαλλία περιφέρονται στρατιώτες που λεηλατούν τα μοναστήρια κι αρπάζουν τους θησαυρούς τους…». Γι’ αυτό πριν είναι αργά, πρέπει να προστατέψει τη σκακιέρα. Για να γίνει αυτό, ένας τρόπος υπάρχει. «Πριν από σχεδόν σαράντα χρόνια, όταν εκλέχτηκα ηγουμένη του Μονγκλάν, έδωσα όρκο να φυλάξω ένα μυστικό, να το προστατεύσω με την ίδια μου τη ζωή, εφόσον χρειαστεί. Τώρα, έφτασε η στιγμή να τηρήσω εκείνον τον όρκο. Όμως, προκειμένου να το κάνω αυτό, είμαι υποχρεωμένη να φανερώσω ένα μέρος του μυστικού στην καθεμιά σας και να σας εξορκίσω να το διαφυλάξετε». Θα διαχωρίσει τα πιόνια και τη σκακιέρα και δίνοντας από ένα κομμάτι στις πιο έμπιστες μοναχές, θα το φυγαδεύσει από το μοναστήρι. Ακόμη, επέλεξε δύο από αυτές να λειτουργήσουν σαν «σύνδεσμος». Έπρεπε να είναι έτοιμες να πάνε όπου χρειαζόταν για να συνδράμουν όποια μοναχή είχε ανάγκη από βοήθεια και να προστατέψουν τα πολύτιμα κομμάτια. Οι μοναχές που επιφορτίστηκαν με το καθήκον της φύλαξης των κομματιών, έφυγαν με μυστικότητα από το μοναστήρι και σκορπίστηκαν σε όλο τον κόσμο!

     Σχεδόν εκατόν πενήντα χρόνια αργότερα, το 1972, η Κάθριν (Κατ) Βέλις, εξειδικευμένη αναλύτρια ηλεκτρονικών υπολογιστών, εργάζεται σε μια μεγάλη εταιρεία ορκωτών λογιστών, στη Νέα Υόρκη. Όντας εξαιρετικά ευσυνείδητη, αρνείται να υποκύψει στην προτροπή του Τζοκ Άπαμ, μεγαλο-στελέχους και συνιδρυτή της εταιρείας στην οποία εργάζεται, να «στήσει» έναν διαγωνισμό προμήθειας ηλεκτρονικού εξοπλισμού. «Αυτό ήταν παράδειγμα της κατάστασης που, στον χώρο, περιγράφεται ως «μαγείρεμα των στοιχείων». Και είναι παράνομο. Έξι προμηθευτές υλικού εξοπλισμού είχαν υποβάλει σφραγισμένες προσφορές στον πελάτη μας πριν από ένα μήνα. Οι προσφορές αυτές είχαν βασιστεί στα κριτήρια επιλογής τα οποία εμείς, ως αμερόληπτοι ορκωτοί ελεγκτές, είχαμε προετοιμάσει. Αναφέραμε πως ο πελάτης χρειαζόταν ισχυρούς σκληρούς δίσκους και μία από τις εταιρείες είχε υποβάλει την καλύτερη πρόταση. Αν αποφασίζαμε τώρα, τη στιγμή που οι προσφορές είχαν ήδη κατατεθεί, πως μεγαλύτερη σημασία είχαν οι εκτυπωτές και όχι οι σκληροί δίσκοι, το συμβόλαιο θα κατέληγε σε άλλη εταιρεία κι εγώ μπορούσα να μαντέψω ποιά εταιρεία θα ήταν αυτή: εκείνη της οποίας ο πρόεδρος είχε βγάλει το ίδιο μεσημέρι τον Τζοκ για φαγητό. Προφανώς κάτι σημαντικό είχε αλλάξει χέρια κάτω από το τραπέζι. Ενδεχομένως η υπόσχεση κάποιας μελλοντικής συνεργασίας με την εταιρεία μας ή κάποιο σκάφος αναψυχής ή σπορ αυτοκίνητο με αποδέκτη τον Τζοκ. Όποια κι αν ήταν η συμφωνία, όμως, εγώ δεν ήθελα να έχω την παραμικρή ανάμειξη».

     Φυσικά αυτή η άρνηση, δεν μπορούσε να περάσει «αναίμακτα». Οπότε μια εβδομάδα αργότερα ακολούθησε η τιμωρία. Το συμβούλιο της εταιρείας, αποφάσισε να στείλει την Κάθριν στο… Αλγέρι. Η εταιρεία είχε στα σκαριά ένα πρότζεκτ με τον άγνωστο τότε ΟΠΕΚ, οι αποφάσεις του οποίου σε λιγότερο από δύο χρόνια θα τρομοκρατούσαν τις δυτικές οικονομίες, και η Κάθριν έπρεπε να αναλάβει να το υλοποιήσει. Κατάλαβε αμέσως τι συνέβη. «Ήθελαν να με εξωθήσουν σε παραίτηση από την εταιρεία, όμως δεν θα τους έκανα τη χάρη». Ετοιμάζεται να φύγει για την Αλγερία, αλλά λίγες μέρες πριν αναχωρήσει «μαθαίνει για τον θανάσιμο κίνδυνο που της επιφυλάσσει το μέλλον από μια μάντισσα που της διαβάζει το χέρι». Ακόμη, ένας γνωστός της, μάλλον αποτυχημένος αντικέρ, την πλησιάζει και της κάνει μια παράξενη πρόταση. «Ένας ανώνυμος πελάτης του προσπαθεί να συγκεντρώσει τα χαμένα κομμάτια μιας ανυπολόγιστης αξίας σκακιέρας, τα οποία εικάζεται ότι βρίσκονται στην Αλγερία. Αν η Κάτ καταφέρει να τα φέρει πίσω, η αμοιβή της θα είναι εξαιρετικά γενναιόδωρη». Η Κατ, καταλαβαίνει ότι το ταξίδι της στην Αλγερία δεν θα είναι καθόλου εύκολο και ότι θα έρθει αντιμέτωπη με πολλές προκλήσεις…

     Το μυθιστόρημα «Οκτώ», είναι εξαιρετικά γραμμένο. Υπήρξε πρωτοποριακό στο είδος του. Είναι από τα πρώτα που συνδέουν με αυτόν τον τρόπο το παρόν με το απώτερο παρελθόν και αναφέρονται σε μυστικά σύμβολα, τη δύναμη συγκεκριμένων αριθμών και μεσαιωνικά μυστήρια και παρά το γεγονός ότι έχει περισσότερο από τριάντα χρόνια που γράφτηκε, εξακολουθεί να διαβάζεται με ενδιαφέρον χάρη στην συγγραφική δεινότητα της Νέβιλ που στήνει μια πλοκή που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι την τελευταία σελίδα.  

5 Αυγ 2020

Η ΞΕΝΗ ΤΟΥ 1854

  



.

    

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΛΥΚΟΥΔΗΣ
Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ
Σελ. 90, Απρίλιος 2020

     Η πανδημία του Covid-19, ξύπνησε μνήμες από παλαιότερες επιδημίες που έπληξαν την Ελλάδα. Μία από αυτές, ήταν η επιδημία της χολέρας που έπληξε αρχικά τον Πειραιά και στη συνέχεια την Αθήνα, τη Σύρο και σε μικρότερο βαθμό το Ναύπλιο κι άλλες περιοχές, τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 1854.

     Για την περιγραφή της επιδημίας και τις επιπτώσεις υγειονομικές και κοινωνικές, γράφτηκαν κάποια χρονικά. Ένα από αυτά είναι και το «Η Ξένη Του 1854» του Ε. Λυκούδη, που πρωτοδημοσιεύτηκε στα τέλη του 19ου αιώνα.  «Ξένη» ονόμασε ο λαός τη χολέρα, αφού ήταν γενικά παραδεκτό, ότι την έφερε στην Ελλάδα το προσωπικό του αγγλικού και γαλλικού στόλου που είχε προχωρήσει τότε, στον αποκλεισμό του Πειραιά. «Πολλά λένε. Αλλά περισσότερο επιστεύθηκε πως μπήκε κρυφά επιβάτης και κρύφτηκε κάτω βαθειά, στο μπαλαούρο, μέσα σε μια καμαρωμένη φρεγάδα, χυτή, χαριτωμένη, που ήρχουνταν στον Πειραιά φορτωμένη στρατό για την Κριμαία».

     Η Ρωσία ήθελε το 1853, να τελειώνει για πάντα με τις αντιπαραθέσεις της με την Οθωμανική αυτοκρατορία, καταφέροντάς της, ένα ισχυρότατο πλήγμα κι ετοιμάστηκε για πόλεμο. Από την άλλη, Αγγλία, Γαλλία και Αυστρία, δεν ήθελαν να μεταβληθεί το status quo στην Εγγύς και Μέση Ανατολή, γι’ αυτό κι εγγυήθηκαν την ακεραιότητα της παραπαίουσας αυτοκρατορίας. Στην Ελλάδα ο πόθος για επέκταση των συνόρων προς βορρά, ήταν διαρκής. Μια ενδεχόμενη επίθεση της Ρωσίας κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, θα λειτουργούσε ευνοϊκά προς αυτή την κατεύθυνση. Η Ελλάδα δεν μπορούσε να κηρύξει επίσημα πόλεμο, αφού βρισκόταν υπό την στρατιωτική και οικονομική εποπτεία των Άγγλων και των Γάλλων. Το μόνο που μπορούσε να γίνει, ήταν αντάρτικα σώματα να διεισδύσουν στις υπόδουλες περιοχές της Ηπείρου και τη Θεσσαλίας, να ξεσηκώσουν τον τοπικό πληθυσμό για να διώξουν τους κατακτητές, που δεν είχαν ισχυρές δυνάμεις στην περιοχή, λόγω της επικείμενης σύγκρουσης με τη Ρωσία. Τις κινήσεις αυτές ενίσχυαν και ο βασιλιάς Όθων και η Αμαλία. Προσδοκούσαν αφ’ ενός να αυξήσουν την επικράτεια του κράτους αλλά και την δημοφιλία τους. Οι Άγγλοι και οι Γάλλοι αντέδρασαν έντονα. Για να υπογραμμίσουν μάλιστα την αντίδρασή τους, έστειλαν ναυτικές δυνάμεις που απέκλεισαν το λιμάνι και αποβιβάστηκαν στον Πειραιά. Απείλησαν τον ΄Οθωνα με εκθρόνιση και τον πίεσαν να αποκηρύξει τους αντάρτες, αλλά και να αλλάξει την κυβέρνηση.

     Μέσω αυτών των ναυτών και στρατιωτών μεταδόθηκε η χολέρα-που είχε ξεκινήσει από τη Βεγγάζη της Ινδίας το 1839-στον Πειραιά. Οι ξένοι αξιωματικοί συμπεριφέρονταν ως κατακτητές. Γι’ αυτό δεν ενημέρωσαν τις υγειονομικές αρχές και δεν επιβλήθηκαν μέτρα καραντίνας όταν άρχισαν να εμφανίζονται κρούσματα στα πλοία τους, με αποτέλεσμα οι στρατιώτες να κυκλοφορούν ελεύθερα και να υπάρξει ευρεία διασπορά του βακτηρίου vibrio cholerae, που προκαλεί την ασθένεια. Όσοι στρατιώτες που πέθαιναν, θάβονταν κρυφά τα βράδια σε ομαδικούς τάφους. Το «μυστικό» διέρρευσε, όταν άρχισαν να σημειώνονται θάνατοι στους πολίτες του Πειραιά και της Αθήνας. Τότε εκτυλίχτηκαν σκηνές αλλοφροσύνης. Με όποιο τρόπο μπορούσε ο καθένας, εγκατέλειπε την πόλη για να καταφύγει σε απομακρυσμένες περιοχές. «Δεν ήταν φυγή πολέμου αυτή. Δεν θα πατούσε τας Αθήνας ο εχθρός, ούτε ακούονταν από μακριά κούφια, βουβή, του κανονιού η βροντή. Αλλά τον ένοιωθε χωρίς να τον βλέπει τον εχθρό ο άμοιρος ο κόσμος, παντοδύναμο σαν τον θάνατο. Και έφευγεν». Από τους τριάντα χιλ. κατοίκους που είχε η Αθήνα, υπολογίζεται ότι έμειναν στην πόλη λιγότεροι από οκτώ χιλ. Την πόλη εγκατέλειψε ο δήμαρχος Ι. Κόνιαρης και πολλοί υπουργοί. Προς τιμήν τους ο Όθωνας και η Αμαλία έμειναν στο παλάτι και διέθεσαν μεγάλα ποσά για την ανακούφιση των άπορων ασθενών. Φυσικά όπως συμβαίνει πάντα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, δεν έλειψαν τα κρούσματα αισχροκέρδειας και διαφθοράς. Οι τιμές των ειδών πρώτης ανάγκης αυξήθηκαν υπέρογκα. Γιατροί και φαρμακοποιοί, έκαναν «κομπίνες» με τη διάθεση των φαρμάκων. Δημιουργήθηκαν έμμισθες θέσεις που όχι μόνο δεν ήταν απαραίτητες, αλλά προκαλούσαν σύγχυση και προβλήματα. Από την άλλη βέβαια, υπήρξαν και εκδηλώσεις αλληλεγγύης. Όπως γιατρών, που τίμησαν τον όρκο τους: «Υπήρξαν είν’ αλήθεια, ιατροί ήρωες, γεμάτοι αφοσίωσι, θάρρος, αφιλοκέρδεια. Ένας από αυτούς βοηθώντας τους δυστυχισμένους, χωρίς μισθό, χωρίς αμοιβή, ο Σταυρίδης, έδωσε και τη ζωή του την πολύτιμη. Το Ιατροσυνέδριο άνοιξε εράνους για να του εγείρουν μνημείον. Δεν το ήυρα όμως πουθενά στο νεκροταφείο. Έχει τόσο αδύνατο μνημονικό η Ευγνωμοσύνη!». Τα θύματα της επιδημίας ξεπέρασαν τις τρεις χιλιάδες, αφού οι ούτως ή άλλως στοιχειώδεις υγειονομικές υποδομές δεν άντεξαν την πίεση.

     Αυτές τις μέρες της φρίκης περιγράφει στο χρονικό του ο Ε. Λυκούδης. Το χρονικό που βασίστηκε σε δημοσιεύματα των εφημερίδων της εποχής αλλά και προσωπικές μαρτυρίες, είναι ένα εξαιρετικό κείμενο, μεγάλης δραματικής δύναμης, με μοναδική γραφή και γλώσσα. Ιδιαίτερα συγκινητική είναι η περιγραφή της ιστορίας της οικογένειας του μπάρμπα-Μήτρου Πλεξήζα, η οποία επλήγη σκληρά από την επιδημία. Το βιβλίο περιλαμβάνει το διήγημα «Μαρασμός», που είναι η ιστορία του καραβόσκυλου Κουτσάφτη και μία κατατοπιστική εισαγωγή του Σπύρου Τσακνιά.

     Ξεχωριστή μνεία θα ήθελα να κάνω στην ιδιαίτερα προσεγμένη έκδοση, που σε συνδυασμό με το περιεχόμενο, κάνουν το βιβλίο ένα μικρό κόσμημα, απόκτημα για κάθε βιβλιοθήκη.