31 Ιαν 2018

Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΜΕΤΑ ΤΟΝ Β! ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ
WILLIAM H. McNEIL
Μετάφραση: ΝΙΚΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ
Εκδόσεις ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Σελ. 400, Οκτώβριος 2017

     Η μελέτη του επί σαράντα χρόνια καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο W.H. McNeil (1917-2016) που σας παρουσιάζω σήμερα, κυκλοφόρησε πριν από αρκετά χρόνια, αλλά παρά τη σπουδαιότητα και την αξία της, παρέμεινε αμετάφραστη στα ελληνικά μέχρι σήμερα. Ο Σ. Καλύβας που προλογίζει την ελληνική έκδοση, γράφει για την πρώτη του, εντελώς τυχαία, «γνωριμία» με την αμερικανική έκδοση του βιβλίου: «Ήταν μια πραγματική αποκάλυψη. Στις σελίδες του ξετυλιγόταν μια εξαιρετικά διεισδυτική και πρωτότυπη ανάλυση της σύγχρονης ελληνικής ταυτότητας και πραγματικότητας, τέτοια που δεν έχω ξανασυναντήσει…».
     Ο Γ. Μακνίλ, έζησε κάποιους μήνες στην Ελλάδα, όταν μεταξύ του 1944-1946, υπήρξε βοηθός του στρατιωτικού ακόλουθου στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα. Αγάπησε τη χώρα κι έκτοτε την επισκεπτόταν τακτικά. Αν και το επιστημονικό του πεδίο ήταν εντελώς διαφορετικό, θέλησε να διερευνήσει και να αναδείξει την μεταπολεμική της Ιστορία. Έτσι ανάμεσα στα άλλα βιβλία που έγραψε σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, είναι και το «Η Μεταμόρφωση Της Ελλάδας». Όπως γράφει στον πρόλογο: «Στόχος αυτού του δοκιμίου είναι να ρίξει φως στην ελληνική σκηνή διερευνώντας τα στοιχεία συνέχειας αλλά και αντίθεσης ανάμεσα στα παλαιά και τα καινούρια χαρακτηριστικά του ελληνικού βίου».  
     Στη διάρκεια των επισκέψεών του στη χώρα μας, συνήθως πήγαινε στα ίδια πάντα χωριά, στα οποία είχε δημιουργήσει και φιλίες με τους κατοίκους κι έβλεπε από χρονιά σε χρονιά να σημειώνονται πολύ μεγάλες αλλαγές, παρά τα προβλήματα και τις αντιξοότητες. Οι Γερμανοί υποχωρώντας, κατέστρεψαν πολλές υποδομές (δρόμους, γέφυρες, σιδηροδρομικές γραμμές κλπ). Η χώρα δεν είχε καθόλου πόρους, πέρα από την πενιχρή βρετανική βοήθεια. Ακολούθησε ο αδελφοκτόνος εμφύλιος πόλεμος που επέτεινε τις καταστροφές, αλλά και εμπόδισε την άμεση εφαρμογή του Σχεδίου Μάρσαλ, που θα ανακούφιζε κάπως τον χειμαζόμενο λαό και θα έδινε «ανάσες» στην οικονομία. Αλλά και όταν οι συνθήκες επέτρεψαν την εφαρμογή του φιλόδοξου αυτού σχεδίου, πολλά πράγματα πήγαν στραβά. Όπως το ότι οι αμερικανοί τεχνοκράτες που ήταν υπεύθυνοι για την εφαρμογή του σχεδίου είχαν λανθασμένη αντίληψη. «Η εξοικείωση με τις τοπικές παραδόσεις και την τοπική ιστορία κρίθηκε άνευ σημασίας: τα προβλήματα ήταν τεχνικής, οικονομικής  και στρατιωτικής φύσης… Επομένως αυτό που χρειαζόταν ήταν τεχνογνωσία και δράση, καλή θέληση και ευστροφία, λίγος χρόνος και μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για να καλυφθεί το κόστος πάγιων εγκαταστάσεων κρίσιμης σημασίας». Ή το ότι κατασπαταλήθηκαν πόροι για την ενίσχυση του στρατού ή ακόμη ότι όχι ευκαταφρόνητο μέρος της αμερικανικής βοήθειας, κατέληξε σε χέρια «ημέτερων», που μόνο παραγωγικές επενδύσεις δεν είχαν σκοπό να πραγματοποιήσουν.

     Παρ’ όλα αυτά η Ελλάδα άλλαξε. Το πώς και το γιατί είναι το θέμα αυτού του βιβλίου. Η μελέτη του καθηγητή McNeil, ξεχωρίζει για τη διεισδυτική και αδογμάτιστη ματιά, καθώς και τη δυνατότητα να παραθέτει ιστορικά στοιχεία υπό το πρίσμα της κοινωνιολογικής και ανθρωπολογικής προσέγγισης, δίνοντας έμφαση στο κλίμα, τη γεωγραφία, την παράδοση και την ελληνική ιδιοσυγκρασία. Η ελληνική έκδοση- την οποία προλογίζει ο Σ. Ν. Καλύβας-περιλαμβάνει και επίμετρο του Θάνου Βερέμη.   

25 Ιαν 2018

ΒΑΒΕΛ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΙΑΝΤΑΣ
Εκδόσεις Ε.Ο.ΛΙΒΑΝΗΣ
Σελ. 506, 2017

     Το πέμπτο και ιδιαίτερα ενδιαφέρον μυθιστόρημα του Γ. Γιαντά με τίτλο «Βαβέλ», κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες. Το βιβλίο μέσα από την αφήγηση της ζωής ενός τραπεζικού στελέχους, περιγράφει με τρόπο κατανοητό-ακόμα και για μη εξοικειωμένος με τα οικονομικά αναγνώστες-κάποιους από τους λόγους που οδηγηθήκαμε στην οικονομική κρίση με συνέπεια να «αναγκαστούμε» να καταφύγουμε στη «βοήθεια» του ΔΝΤ και των εταίρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
     Ο Λέανδρος Μίρκας, είναι υψηλά ιστάμενο στέλεχος του υποκαταστήματος στην Αθήνα της πολυεθνικής τράπεζας Athlon Bank Company. Οι βλέψεις του για ανέλιξη στην ιεραρχία, φτάνουν μέχρι τη θέση του διευθυντή του καταστήματος. Για να πετύχει τους στόχους του, δεν θα διστάσει να μετέλθει κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο. Αφ’ ενός για να εκπαραθυρώσει από τη θέση του, τον Παπαδόπουλο, που είναι τώρα διευθυντής κι έχει το σημαντικό… μειονέκτημα ότι είναι «μετρημένος και συνετός οικογενειάρχης. Για να χρησιμοποιήσω αυτήν τη λέξη, ήταν ένας ηθικός τραπεζικός» και επίσης διαθέτει «σχεδόν ανυπόφορη εντιμότητα»! Αφ’ ετέρου για να μην επιτρέψει τους άλλους μνηστήρες της θέσης να τον παραγκωνίσουν.
     Η ευκαιρία θα δοθεί όταν ο νέος CEO της μητρικής τράπεζας για τη νότια Ευρώπη, Σίμονς, θα επισκεφτεί το υποκατάστημα της Αθήνας. Στη σύσκεψη που θα γίνει, θα ζητήσει από τα στελέχη, επιθετική πολιτική για την αύξηση των χορηγούμενων δανείων και θα απαιτήσει-με εύσχημο φυσικά τρόπο-να είναι στο συγκεκριμένο ζήτημα αδίστακτοι. Παράλληλα η τράπεζα θα προχωρήσει στη δημιουργία ομολόγων με τα δάνεια (CDO), που θα προωθηθούν στην αγορά για να πωληθούν σε ανυποψίαστους επενδυτές, οι οποίοι θα νομίζουν ότι πρόκειται για μια πρώτης τάξεως επενδυτική ευκαιρία, αφού τα CDO, θα έχουν και την έξωθεν καλή μαρτυρία, δηλ. μια άριστη βαθμολογία από τους οίκους αξιολόγησης, που θα ληφθεί με όχι και τόσο… έντιμες και διαφανείς διαδικασίες! Οπότε αφού άλλοι θα επωμίζονταν τον κίνδυνο σε περίπτωση αδυναμίας εξόφλησης των δανείων, ο Σίμονς τους ζητά να μην «ψειρίζουν» τις αιτήσεις δανειοδότησης, αλλά να τις εγκρίνουν αφειδώς. «Ήθελε δραστικές κινήσεις στην προσέλκυση πελατών, ευρύτερο δανεισμό, έξυπνες προσεγγίσεις νέων επενδυτών, αποφασιστικές δημόσιες σχέσεις και μάρκετινγκ. Δεν άργησε να στραφεί στον ποσοτικό αναλυτή μας, ζητώντας του να κινηθεί προς τη δημιουργία ενός έξυπνου προϊόντος, ενός πακέτου ομολόγων CDO, που θα λανσάραμε στην επενδυτική αγορά».
     Όπως ήταν σχεδόν αναμενόμενο, ο Παπαδόπουλος έχει αντιρρήσεις στο σχέδιο αυτό που λίγο-πολύ εξαπατά επενδυτές και δανειολήπτες και τις εκφράζει ανοιχτά. Από την απάντηση του Σίμονς, γίνεται φανερό ότι η αντικατάστασή του είναι απλώς θέμα χρόνου. Για να επισπεύσει τις διαδικασίες, ο Μίρκας, λίγες μέρες αργότερα θα επικοινωνήσει κρυφά με τον Σίμονς και με μισές αλήθειες και μισά ψέματα, θα διαβάλει τον διευθυντή του. Δυστυχώς όμως γι’ αυτόν, τα πράγματα θα πάρουν μια εντελώς διαφορετική τροπή…
     Το μυθιστόρημα που είναι καλογραμμένο, έχει ευφάνταστο και μεστό μύθο, καθώς επίσης και καλά δομημένους χαρακτήρες, έχει πολλά και διαφορετικά επίπεδα ανάγνωσης. Σε πρώτο επίπεδο, είναι ο βασικός κορμός του μύθου, η αφήγηση της ζωής του Μίρκα. Ενός ανθρώπου με ανύπαρκτη την έννοια της ηθικής μέσα του. Που είναι αφοσιωμένος στον στόχο του: την ανέλιξή του και τις όλο και υψηλότερες αμοιβές. Που «δεν ορρωδεί προ ουδενός» για να πετύχει τους σκοπούς του. Σε ένα άλλο επίπεδο, περιγράφονται κάποιοι από τους τρόπους που χρησιμοποιούν τα τραπεζικά ιδρύματα, για να εξαπατήσουν το κοινό με μοναδικό σκοπό τα κέρδη, που μοιράζονται στους μετόχους με τη μορφή μερίσματος και στα στελέχη που δεν διστάζουν να εκτελέσουν-κυριολεκτικά και μεταφορικά, με τη μορφή υψηλών bonus. Τέλος, ανάμεσα σε άλλα πολλά κι ενδιαφέροντα, (όπως ο αμοραλισμός μελών του πολιτικού προσωπικού, οι δωροδοκίες, η παράνομη διακίνηση κεφαλαίων, το λαθρεμπόριο κλπ), περιγράφεται και η πολύπλευρη κρίση (πολιτισμική, ηθική, αξιών, ιδεολογίας κ.ά.) που προηγήθηκε της οικονομικής, γιγαντώθηκε την εποχή της ευμάρειας και έβγαλε στην επιφάνεια τα χειρότερα χαρακτηριστικά της ελληνικής ψυχοσύνθεσης και νοοτροπίας. 

     Πιστεύω ότι η χώρα κάποια στιγμή θα επανακάμψει οικονομικά. Πολύ φοβάμαι όμως ότι η κρίση στα άλλα επίπεδα, θα μας βασανίζει για πολλά χρόνια ακόμα.      

20 Ιαν 2018

Η ΠΟΛΗ ΠΟΥ ΔΑΚΡΥΖΕΙ

ΣΟΦΙΑ ΒΟΪΚΟΥ
Εκδόσεις: ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ. 463, Οκτώβριος 2017

     Όλοι εμείς που παρακολουθούμε τη συγγραφική πορεία της Σ. Βόικου, θαυμάζουμε σε κάθε καινούριο της βιβλίο, την ικανότητά της να αντλεί τις ιστορίες της από διαφορετική θεματολογία, να τοποθετεί την εξέλιξη της ιστορίας της σε διαφορετικούς τόπους και να μην επαναλαμβάνεται, σε αντίθεση με άλλους και άλλες ομοτέχνους της, που αφού βρουν μια «συνταγή», την χρησιμοποιούν με μικρές παραλλαγές σε κάθε βιβλίο τους.
     Αυτή τη φορά ο τόπος που διαδραματίζεται το νέο της μυθιστόρημα, είναι η Βενετία. Εκεί σε ένα μικρό «κρυμμένο» σοκάκι, βρίσκεται ένα βιβλιοπωλείο. «Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε δρόμος, παρά μια ελάχιστη γραμμή γης, η οποία εξαφανιζόταν με την πρώτη παλίρροια. Ήταν ένα πέρασμα άγνωστο στους τουρίστες… Όσοι περνούσαν από εκεί ήταν συνήθως οι λιγοστοί κάτοικοι της περιοχής ή άνθρωποι που είχαν περίεργες συναλλαγές κάτω από την παλιά γέφυρα ή ελάχιστοι τολμηροί τουρίστες που είχαν εγκαταλείψει ξεναγούς και βιβλία για να ανακαλύψουν μόνοι τους τη μαγεία της Γαληνοτάτης». Το βιβλιοπωλείο με το όνομα Libreria Mystico, ανήκει στον σινιόρε Φραντσέσκο, έναν ηλικιωμένο, γόνο παλιάς αριστοκρατικής οικογένειας. «Ιδιοκτήτης του ήταν ο σινιόρε Φραντσέσκο, ο οποίος καταγόταν από γενιά που είχε εκλέξει δόγηδες της Σερενίσιμα, είχε αραγμένες εμπορικές αρμάδες στο βυζαντινό λιμάνι της Κωνσταντινούπολης, είχε δικό της στασίδι στο παρεκκλήσι του Αγίου Μάρκου. Είχε. Γιατί απ’ όλη αυτή τη μακραίωνη οικογενειακή ιστορία είχαν μείνει πλέον ελάχιστα…». Όμως τις περισσότερες ώρες της ημέρας, επειδή ο ηλικιωμένος βιβλιοπώλης υπέφερε από πολλά σωματικά και ψυχικά τραύματα, εκεί βρισκόταν η οχτάχρονη εγγονή του, η Ιρένε. Μια χαριτωμένη κοπελίτσα που «δεν ήξερε να γράφει… δεν ήξερε να διαβάζει» και επέλεγε τα βιβλία σύμφωνα με το άρωμα το οποίο αναδύουν και που είχε άμεση σχέση-όπως έλεγε-με το περιεχόμενο. Σ’ αυτό το παράξενο βιβλιοπωλείο, ούτε οι πελάτες… ήξεραν τι αγόραζαν! Τα βιβλία ήταν τυλιγμένα σε χοντρό αδιαφανές χαρτί, δεμένο με σπάγκο και το μόνο που μπορούσε να δει ο υποψήφιος αγοραστής, ήταν το όνομα του βιβλιοπωλείου γραμμένο με το χέρι με κομψό, περίτεχνο τρόπο στο περιτύλιγμα «…όλα τα βιβλία είχαν την ίδια χρηματική αξία. Παλιά και καινούργια. Μεγάλα και μικρά. Με εικόνες και χωρίς εικόνες. Με χρώματα και χωρίς χρώματα. Δερματόδετα και χαρτόδετα. Κλασικά και σύγχρονα. Όλα είχαν την ίδια τιμή. Γιατί οι πελάτες δεν έβλεπαν το βιβλίο που αγόραζαν. Δεν επέλεγαν με το μυαλό. Επέλεγαν με την καρδιά»
     Τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι. Κάποτε το Mystico, ήταν από τα πιο φημισμένα παλαιοβιβλιοπωλεία. Οι συλλέκτες απευθύνονταν στον σινιόρε Φραντσέσκο, ο οποίος ζούσε με την οικογένειά του πάνω από το κατάστημα, για να τους βρει τις πιο σπάνιες εκδόσεις. Μέχρι που η εμφάνιση στην ειδική αυτή αγορά μιας παραγγελίας για την σπανιότατη έκδοση του Malleus Maleficarum, θα πυροδοτήσει εξελίξεις και θα φέρει δραματικές αλλαγές στις ζωές όλων. «Το βιβλιοπωλείο είχε πολλούς κινδύνους κι ακόμα περισσότερους εχθρούς. Οι πελάτες μου δε διακρίνονταν πάντοτε για την τιμιότητά τους. Αυτό που τους ξεχώριζε ήταν το πάθος τους για τα βιβλία και η ικανότητά τους να πολεμήσουν με κάθε μέσο για να αποκτήσουν το αντίτυπο που ήθελαν. Όταν ακούστηκε πως κυκλοφορεί μια σπάνια έκδοση του Malleus Maleficarum, ανατρίχιασα. Χιλιάδες γυναίκες και όχι μόνο σκοτώθηκαν και  βασανίστηκαν εξαιτίας αυτού του βιβλίου. Περιέγραφε με κάθε λεπτομέρεια τις μεθόδους για τον εντοπισμό, τις δοκιμασίες και την καταδίκη ή την εξόντωση όσων γυναικών κατηγορούνταν ως μάγισσες, δηλαδή όσων γυναικών ήταν πνεύματα ανεξάρτητα κι ελεύθερα».

     Όμορφη ιστορία, τρυφερή τις περισσότερες φορές, αλλά και σκληρή ακόμα και βίαιη όταν απαιτείται. Συναρπαστική πλοκή και μια περιγραφή της Βενετίας, που σε προκαλεί να την επισκεφτείς. Καλογραμμένο μυθιστόρημα, που αποτελεί πολύ καλή αναγνωστική επιλογή.   

15 Ιαν 2018

ΜΑΝΙΝΑ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ

     Η Μ. Ζουμπουλάκη είναι συγγραφέας, δημοσιογράφος, σεναριογράφος, μεταφράστρια και θεατρική συγγραφέας. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καβάλα. Σπούδασε στην Αμερική Ιστορία της Τέχνης και Σωματική Αγωγή. Ξεκίνησε να γράφει από πολύ νεαρή ηλικία. Εργάστηκε στο ραδιόφωνο ως παραγωγός εκπομπών. Οι μεταφράσεις της ξεπερνούν τους τριάντα τίτλους.
Έργα της: «Κενά Μνήμης» (1995, 2000, Ιστός), «Φεύγα» (1998, Ιστός), «Η Μυροβόλος Άνοιξις» (1998, Ιστός), «Η Ζωή (Δεν) Είναι Ταινία» (2001, Ιστός), «Η Σκόνη Της Ημέρας» (2003, Ιστός), «Αληθινή Star» (2004, Ωμέγα), «Το Μεγάλο Καλοκαίρι» (2007, Introbooks), «Πώς Να Γράψεις» (2007, Introbooks-2012, Παπαδόπουλος), «Ημερολόγιο 2010: Όμορφες Μέρες» (2009, Παπαδόπουλος), «Ευτυχία» (2012 Παπαδόπουλος), «Φερμουάρ» (2014, Παπαδόπουλος), «Αόρατα Κορίτσια» (2015, Παπαδόπουλος), «Τα Δίδυμα Παιδιά Που Ακούνε… Τα Πάντα» (2016, Παπαδόπουλος), «Κάτι Μου Κρύβεις» (2017, Παπαδόπουλος)
Συμμετοχές Σε Συλλογικά Έργα: «Έρωτας Σε Πρώτο Πρόσωπο» (1997, Κέδρος), «Ριζότο» (2000, Ε. Ο. Λιβάνης), «Best Of Athens» (2004, Athens Voice), «Χαριλάου Τρικούπη 22. 4 Ιστορίες Της Πόλης» (2005, Athens Voice), «Ιστορίες Καπνού» (2006, Μίνωας), «Η Αθήνα Τη Νύχτα» (2006, Introbooks), «Παλίμψηστο Καβάλας» (2009, Καστανιώτης), «The Vault» (2009, Απόπειρα).
Σενάρια Ταινιών, Σήριαλ, Θεατρικά: «Ελεύθερη Κατάδυση», «Ριζότο», «Φεύγα!», «Ξέχασέ Με», «Απαγωγή» «Ευρέ Εργά».


Η αστυνομική λογοτεχνία ,έχει μικρή παράδοση στην Ελλάδα. Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το συγκεκριμένο είδος;
     Μου αρέσει πολύ το είδος, διαβάζω αστυνομικά με τρέλα, ήθελα να δοκιμάσω να γράψω προς αυτήν την κατεύθυνση. Πέρα από τις προτιμήσεις μου όμως, ο επιμελητής του βιβλίου, Θανάσης Τσιρταβής, είπε σε μία παρουσίαση του ‘Κάτι μου κρύβεις’ ότι ζούμε σε μια αστυνομική εποχή, και έχει δίκιο. Η πλοκή της καθημερινότητάς μας πια είναι παραπάνω από αστυνομική, είναι θρίλερ…

Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας;
     Η ειδησιογραφία. Τα όσα συμβαίνουν στην Αθήνα σήμερα.

Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με το αυτό και ποιο είναι αυτό;
      Νομίζω ότι δεν είχα συγκεκριμένο μήνυμα, πέρα από τα προφανές – να προσέχουμε τις εξτρήμ ακροδεξιές οργανώσεις, να έχουμε στο νου μας συνέχεια τι σημαίνει δημοκρατία. Εννοείται, σε βαθύτερο επίπεδο, προτείνω μέσω της ηρωίδας μου να μην το βάζουμε κάτω ποτέ και να παλεύουμε γι αυτά που πιστεύουμε, αλλά νομίζω αυτά τα περνάω σε όλα τα βιβλία μου, ντρέπομαι που το λέω! Σίγουρα υπάρχουν κι άλλα μηνύματα, γι αυτό επιστρατεύεται η Ελληνική μυθολογία, αλλά αυτά τα βλέπουν καλύτερα οι αναλυτές (των βιβλίων) από τους συγγραφείς… ή τουλάχιστον από εμένα.

Η λογοτεχνία  μπορεί να είναι μια κοινωνική πράξη;
     Μα είναι, με την έννοια ότι καθρεφτίζει την κοινωνία, δημιουργεί κατά κάποιον τρόπο κοινότητες – ανθρώπων που σκέφτονται με παρόμοιο τρόπο, που καταλαβαίνουν τα πιο υπόγεια μηνύματα, αυτά δηλαδή που δεν καταφέρνω να εκλογικεύσω και να καταγράψω ξεκάθαρα. Η λογοτεχνία δεν μπορεί να προτείνει λύσεις στα κοινωνικά προβλήματα, αλλά τα επισημαίνει, τα εικονογραφεί, τα φέρνει στην επιφάνεια…

Ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε, όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;
     Περιέργεια στην αρχή, έπειτα αναστάτωση και ικανοποίηση. Ο ενθουσιασμός ήρθε τελευταίος!

 Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;
     Δυσκολεύομαι πολύ να τους παρατήσω στη μοίρα τους, γι αυτό αποφάσισα να συνεχίσω με την Δώρα και τους δικούς της ανθρώπους, τα παιδιά, τον πρώην σύζυγο, την κολλητή της και τον μεγάλο της έρωτα. Τους κρατάω όλους, και γράφω το δεύτερο μέρος μιας τριλογίας που εκτυλίσσεται στην Αθήνα, ακριβώς επειδή τους αγάπησα τόσο…

Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά των ηρώων σας;
     Βέβαια, αλλιώς θα έπρεπε να τα γράψω από εγκυκλοπαίδειες: έρωτα, πάθος, αγάπη μητρική και συζυγική, φιλική αγάπη, ανησυχία για τα παιδιά, στεναχώρια μετά από προδοσία, άγχος για την καθημερινότητα, ενοχή μετά από (δική μου) προδοσία, παραίτηση, ανάταση… τα πάντα όλα.

Σας μοιάζει κάποιος από τους ήρωες σας;
     Η Δώρα. Αν και δεν έχω κάτι παραπάνω από απλή διαίσθηση, δεν διαθέτω δηλαδή το χάρισμα της Δώρας, ευτυχώς!

Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;
Ο Θανάσης Τσιρταβής, που τα επιμελείται, και η φίλη μου δημοσιογράφος Έρση Μηλιαράκη, που τα διαβάζει και μου κάνει χρήσιμες παρατηρήσεις.

Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;
     Κάποιος που διαβάζει βιβλία και τα αγαπάει, που του αρέσει να τα έχει δίπλα στο κρεβάτι του και να τα χαζεύει όταν είναι μόνος στο σπίτι.

Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;
     Μόνον γράφοντας έχω ανακαλύψει τον εαυτό μου, αν δεν έγραφα, θα ήμουν ντιπ για ντιπ άγνωστη χώρα.

Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;
     Οι πεποιθήσεις μου δεν είναι γραμμένες στην πέτρα, ανατρέπονται εύκολα. Αλλά δεν έχασα την πίστη μου σε κάτι συγκεκριμένο στην διάρκεια της συγγραφής.

Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους αναγνώστες σας;
     Ναι, γιατί πάντοτε ανακαλύπτω κάτι, μαθαίνω κάτι που δεν ήξερα. Σπάνια τυχαίνει κάποιος πολύ αρνητικός αναγνώστης – ευτυχώς δεν με διαβάζουν οι πολύ αρνητικοί!

Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας «υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;
     Ναι, το παθαίνω συχνά αυτό! Με ρωτάνε αν εννοούσα το Α γράφοντας το Β, και έχω μια επιφοίτηση ξαφνικά, ‘μπα για φαντάσου, όντως εννοούσα το Α!

Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;
     Ο Βασίλης Βασιλικός. Με συνεπαίρνει πάντα ο τρόπος που εντάσσει την σχεδόν δημοσιογραφική έρευνα μέσα στο μυθιστόρημα, και η άνεση, η φυσικότητα με την οποία γράφει… αλλά και η Πηνελόπη Δέλτα με επηρέασε, και ο Κοσμάς Πολίτης. Κι άλλοι πολλοί, μια και διαβάζω από τα γεννοφάσκια μου.

Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;
     Το γράψιμο μου είναι πιο εύκολο από οτιδήποτε άλλο – και τίποτε άλλο δεν το κάνω με την ίδια άνεση. Η διαδικασία της συγγραφής μου είναι απαραίτητη: αν σταματήσει ο κόσμος να διαβάζει τα βιβλία μου, νομίζω ότι θα συνεχίσω να γράφω στον αιώνα τον άπαντα, ακριβώς επειδή το απολαμβάνω τόσο… ναι, είναι δύσκολο να στήσεις ένα σωστό μυθιστόρημα, είναι δουλίτσα – αλλά επειδή μου αρέσει τόσο, δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς αυτήν την διαδικασία.

Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο συρτάρι σας;
     Κοντεύω να τελειώσω το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας, σε κανένα μήνα ελπίζω να το έχω ολοκληρώσει. Το ξεκίνησα ένα-δυο μήνες αφού κυκλοφόρησε το ‘Κάτι μου κρύβεις’, ίσως επειδή είχα φρέσκους τους ήρωες και ήθελα να τους κρατήσω έτσι! Όσο για τα συρτάρια μου, ή μάλλον το κομπιούτερ μου… όλο νομίζω ότι δεν χωράει άλλο ένα χοντρό αρχείο, κι όλο καταφέρνω και το στριμώχνω με ένα καινούργιο θεατρικό, σενάριο, διήγημα που πάει να γίνει μυθιστόρημα. Καμία, μα καμία φάση της ζωής μου δεν την πέρασα χωρίς να γράφω κάτι….

Σας ευχαριστώ πολύ!







10 Ιαν 2018

Η ΜΑΓΙΣΣΑ

CAMILLA LACKBERG
Μετάφραση: ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Σελ. 830, Σεπτέμβριος 2017

     Μετά από ένα σχετικά μεγάλο διάστημα απουσίας, η σουηδή συγγραφέας Κ. Λέκμπεργκ, επιστρέφει με ένα ογκώδες βιβλίο, 830 πυκνογραμμένων σελίδων. Πρόκειται για το δέκατο μυθιστόρημά της, με πρωταγωνιστές τον αστυνομικό Πάτρικ Χέντστρεμ και τη σύζυγό του, συγγραφέα Ερίκα Φαλκ, το alter ego της συγγραφέως, την οποία «χρησιμοποιεί», για να εξηγήσει και να διευκρινίσει πτυχές του συγγραφικού της έργου. «Όταν η Ερίκα έγραφε τα βιβλία της, δεν ήθελε να μιλάει μόνο για το φόνο, το θύμα και τον δράστη. Εξίσου σημαντική ήταν και η ιστορία των συγγενών. Οι άνθρωποι που είχαν πληγεί τόσο σκληρά, ώστε πολλοί από αυτούς δεν μπόρεσαν να ορθοποδήσουν ξανά… Και αυτός ήταν πάντα ο πυρήνας στα βιβλία της Ερίκα: Να παρουσιάζει ζωντανά το θύμα και να δίνει στον αναγνώστη να καταλάβει ότι ήταν πραγματικός άνθρωπος με όνειρα, συναισθήματα και σκέψεις». Η ιστορία διαδραματίζεται-που αλλού;-στη γενέτειρα της Καμίλλα, τη Φιελμπάκα, ένα μικρό (λιγότεροι από χίλιοι κάτοικοι) παραθαλάσσιο χωριό, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 140 χλμ. από το Γκέτεμποργκ και στο οποίο εξελίσσονται όλα της τα μυθιστορήματα.
     Είναι καλοκαίρι και η Ερίκα συγκεντρώνει υλικό για να γράψει το επόμενο βιβλίο της, το θέμα του οποίου δεν θα είναι διαφορετικό από τα προηγούμενα. Η Ερίκα γράφει για εγκλήματα που στο παρελθόν απασχόλησαν έντονα την κοινή γνώμη, τα οποία εξετάζει πάλι υπό το φως νέων στοιχείων-αν έχουν προκύψει-και υπό διαφορετική οπτική γωνία. «Το συγγραφιλίκι απαιτούσε χαρακτήρα και αυτοπειθαρχία, ενώ καμιά φορά ένιωθε λίγη μοναξιά. Μολαταύτα, αγαπούσε τη δουλειά της, λάτρευε να γράφει, να δίνει ζωή στα ανθρώπινα πεπρωμένα που επέλεγε να παρουσιάσει, να ψάχνει, να ερευνά και να προσπαθεί να ανακαλύψει τι είχε πραγματικά συμβεί και γιατί».
     Το νέο βιβλίο, αφορά την ιστορία της Στέλλας, ενός τετράχρονου κοριτσιού, που τριάντα χρόνια πριν, εξαφανίστηκε και λίγες ώρες μετά, βρέθηκε δολοφονημένο σε δάσος κοντά στο αγρόκτημα που κατοικούσε η οικογένειά της. Για τη δολοφονία, κατηγορήθηκαν δύο 13χρονες φίλες, η Μαρί και η Χέλεν, οι οποίες έκαναν περιστασιακά baby sitting στη Στέλλα. Τα κορίτσια ομολόγησαν και καταδικάστηκαν, όχι από «κανονικό» δικαστήριο, αλλά λόγω του νεαρού της ηλικίας τους, από ειδική δικαστική επιτροπή. Στη Χέλεν, επιτράπηκε, μετά από μικρής χρονικής διάρκειας εγκλεισμό σε αναμορφωτήριο να επιστρέψει στην οικογένειά της, ενώ η Μαρί δόθηκε σε ανάδοχη οικογένεια, λόγω της παραβατικής συμπεριφοράς της δικής της οικογένειας. Τώρα, τριάντα χρόνια μετά, η Χέλεν ζει στη Φιελμπάκα με τον (μάλλον ιδιόρρυθμο) στρατιωτικό σύζυγό της και τον έφηβο γιο τους. Η Μαρί, που έχει γίνει πια διάσημη σταρ του Χόλιγουντ, επιστρέφει στο χωριό με την επίσης έφηβη κόρη της, για να γυρίσει εκεί μια ταινία.
     Ελάχιστες μέρες μετά την άφιξή της, ξεσπά μια υπόθεση που έχει πολλές ομοιότητες με αυτή της Στέλλας. Η τετράχρονη Νία, εξαφανίζεται από το ίδιο αγρόκτημα, που τώρα ανήκει στην ιδιοκτησία της δικής της οικογένειας και λίγες ώρες αργότερα βρίσκεται δολοφονημένη στο ίδιο σημείο με τη Στέλλα! Το σοκ που προκαλεί στη μικρή κοινότητα η δολοφονία του μικρού παιδιού και η ομοιότητα με την υπόθεση της Στέλλας σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη παρουσία των δύο γυναικών-πια-που είχαν καταδικαστεί για τη δολοφονία, είναι μεγάλο. Οι θεωρίες που αναπτύσσονται είναι πολλές. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι οι δύο υποθέσεις με κάποιο τρόπο συνδέονται. Ενώ κάποιοι, θα σπεύσουν να κατηγορήσουν και θα προσπαθήσουν να ενοχοποιήσουν τους Σύριους πρόσφυγες που φιλοξενούνται σε παρακείμενο καταυλισμό.
     Η συγγραφέας ταυτόχρονα, εμβόλιμα ανάμεσα στα κεφάλαια του βιβλίου, παραθέτει την ιστορία της Έλιν Γιονσντότερ που το 1671, έμεινε χήρα σε νεαρή ηλικία με μια μικρή κόρη, όταν ο ψαράς σύζυγός της, χάθηκε στο ναυάγιο του καϊκιού με το οποίο είχε βγει να ψαρέψει. Την Έλιν δέχτηκε να φιλοξενήσει στο σπίτι της, όπου όμως αυτή και η κόρη της θα εργάζονταν σαν υπηρέτριες, η ετεροθαλής αδελφή της Μπρίτα, σύζυγος του ιερέα της περιοχής. Η Μπρίτα ζηλεύει επειδή είναι άκληρη κι όταν υποψιάζεται ότι ο σύζυγός της μπορεί να έχει ερωτική σχέση με την αδελφή της, δε διστάζει να την κατηγορήσει στις τοπικές αρχές σαν μάγισσα. Είναι η εποχή που ο βασιλιάς της Σουηδίας Κάρολος ΙΑ! (βασίλεψε από το 1660 μέχρι το θάνατό του το 1697) σε συνεργασία με τις εκκλησιαστικές αρχές, έχουν επιδοθεί σε ένα άγριο κυνήγι μαγισσών. Έτσι ήταν εύκολο κάποια (το «κυνήγι» αφορούσε κυρίως γυναίκες) αφού κατηγορηθεί, να υποκύψει στα φριχτά βασανιστήρια και να παραδεχτεί ότι ήταν μάγισσα. Αυτή ήταν και η μοίρα της Έλιν. Η σύνδεση αυτής της ιστορίας του μακρινού παρελθόντος με την βασική υπόθεση του μυθιστορήματος, αποκαλύπτεται στις τελευταίες σελίδες.
     Για μια ακόμη φορά η Καμίλλα συναρπάζει με το νέο της μυθιστόρημα. Εκπληκτικός τρόπος γραφής, μοναδικό «στήσιμο» του μύθου, σασπένς που κλιμακώνεται συνεχώς με μαεστρία μέχρι το «εκρηκτικό» τέλος, συνθέτουν ένα μυθιστόρημα που δύσκολα θα αφήσει από τα χέρια του και ο πιο απαιτητικός αναγνώστης. Γιατί όπως γνωρίζουν πια καλά οι πολυπληθείς φίλοι των βιβλίων της Καμίλλα, τα μυθιστορήματά της, δεν είναι απλά καλογραμμένες αστυνομικές ιστορίες. Μέσα από τη φόρμα του συγκεκριμένου είδους, η συγγραφέας, περιγράφει παραστατικά πολλές πτυχές της κοινωνικής ζωής της χώρας της και δεν διστάζει όπου χρειάζεται να ασκεί κριτική εναντίον εκείνων που θεωρεί υπεύθυνους για τα κακώς κείμενα.

     Όταν το 2017 πλησίαζε στο τέλος του, όπως συνηθίζεται, κυκλοφόρησαν διάφορες λίστες με τα καλύτερα βιβλία της χρονιάς. Μετά την ανάγνωση της «Μάγισσας» θεωρώ μη αξιόπιστη, όποια λίστα αστυνομικής λογοτεχνίας δεν την περιελάμβανε. Για μένα είναι από τα κορυφαία βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2017!           

5 Ιαν 2018

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ ΣΤΑΖΙ

DAVID YOUNG
Μετάφραση: ΣΟΦΙΑ ΑΝΔΡΕΟΠΟΥΛΟΥ
Εκδόσεις: ΚΕΔΡΟΣ
Σελ. 410, Ιούνιος 2017

     Το μυθιστόρημα που σας παρουσιάζω σήμερα, είναι το πρώτο του άγγλου δημοσιογράφου Ν. Γιανγκ και σημείωσε σημαντική επιτυχία στη Βρετανία. Εκτυλίσσεται εξ ολοκλήρου σε περιοχές της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας (όπως ήταν το επίσημο όνομα της Ανατολικής Γερμανίας) και του ανατολικού Βερολίνου.
     Βρισκόμαστε στο 1974, όταν στην εξουσία βρίσκεται από το 1971, ο Έριχ Χόνεκερ ως γραμματέας του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Γερμανίας. Ο Χόνεκερ, προσπαθούσε με κάθε μέσο να βοηθήσει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών. Άλλωστε αποτελούσε και τη «βιτρίνα» των χωρών του ανατολικού μπλοκ, αφού λόγω της ιδιορρυθμίας της Γερμανίας, αρκετοί κάτοικοι της Ομοσπονδιακής (Δυτικής) Γερμανίας, μπορούσαν να περάσουν τα σύνορα αν και υπό αρκετές προϋποθέσεις, για να επισκεφθούν συγγενείς τους που ζούσαν στην άλλη πλευρά. Όμως δεν ανεχόταν καμιά φωνή αντίδρασης στο καθεστώς. Θεωρείται από τους πιο απολυταρχικούς ηγέτες στο σύγχρονο κόσμο. Για να πετύχει την εξάλειψη οποιασδήποτε αντίδρασης, χρησιμοποιούσε τις υπηρεσίες του Υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας, που είναι γνωστό ως Στάζι. Το Υπουργείο απασχολούσε 90 χιλ. υπαλλήλους, ενώ είχε και 300 χιλ. «συνεργάτες»-πληροφοριοδότες, που πολλοί έδιναν πληροφορίες υπό την πίεση και κάποιων εκβιασμών. Η τήρηση της τάξης και η πάταξη της εγκληματικότητας ποινικής μορφής ήταν ευθύνη της Αστυνομίας, ενώ η Στάζι ασχολούνταν κυρίως με «πολιτικά εγκλήματα».
     Γι’ αυτό και η Κάριν Μίλερ που «Ήταν η μοναδική γυναίκα επικεφαλής τμήματος ανθρωποκτονιών σε ολόκληρη τη Δημοκρατία και δεν είχε ακόμη κλείσει τα τριάντα», εκπλήσσεται όταν βρίσκει τους ανθρώπους της Στάζι στον τόπο όπου βρέθηκε «Το πτώμα μιας κοπέλας. Σε ένα νεκροταφείο. Κοντά στο τείχος». Η γειτνίαση του χώρου με το «Αντιφασιστικό Τείχος Προστασίας», όπως ονομαζόταν το τείχος που έχτισαν οι ανατολικογερμανοί και περιέβαλε το Δυτικό Βερολίνο, θα δικαιολογούσε ίσως την εμπλοκή της συνοριοφυλακής. Αλλά γιατί η Στάζι; Την απάντηση την έδωσε ο Κλάους Γιέγκερ, ένας από τους παριστάμενους αξιωματικούς. «Αυτό που μπορώ να σας πω είναι για ποιόν λόγο εμπλεκόμαστε εμείς. Η κοπέλα φαίνεται πως πυροβολήθηκε από τη Δύση-πιθανόν από Δυτικούς φρουρούς-ενώ δραπέτευε για να έλθει στην Ανατολική Γερμανία»! Είναι σε όλους φανερό ότι το σενάριο αυτό δεν ευσταθεί. Γιατί δεν είναι δυνατό η κοπέλα να «κατάφερε να σκαρφαλώσει σε έναν τοίχο τεσσάρων μέτρων… Πέρασε από τη ζώνη ελέγχου, ξέφυγε από τα σκυλιά και τους συνοριοφύλακες της Δημοκρατίας και μετά σκαρφάλωσε σε έναν άλλο τοίχο τεσσάρων μέτρων-ενώ την είχαν πυροβολήσει από τη Δύση…».
     Ο Γιέγκερ καθιστά σαφές στην Μίλερ πως δεν θα δεχτεί να ερευνηθεί κάποια άλλη εκδοχή. «Αυτή είναι η επίσημη-και προσωρινή-εκδοχή του Υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας. Ζήτησα τη βοήθειά σας, της Kriminalpolizei για να ανακαλύψω την ταυτότητα της κοπέλας και να βρω στοιχεία που στηρίζουν τη συγκεκριμένη εκδοχή… Σε περίπτωση που ανακαλύψετε στοιχεία αντίθετα από την εκδοχή αυτή, θα πρότεινα να τα κρατήσετε για τον εαυτό σας. Και να τα φέρετε κατευθείαν σε μένα».
     Έτσι η Μίλερ, αναγκάζεται να αναμιχθεί σε μια υπόθεση, στην οποία θα κάνει μόνο τη «χαμαλοδουλειά», θα έχει περιορισμένες αρμοδιότητες και δύναμη, η άποψή της δεν θα έχει καμιά αξία και θα βρίσκεται διαρκώς με τον κίνδυνο της εξόδου από την υπόθεση αλλά και την απόλυσή της από την αστυνομία αν αποκλίνει από την επίσημη εκδοχή κι αν επιχειρήσει να ερευνήσει την υπόθεση σε διαφορετική κατεύθυνση από αυτήν που επιβάλει η Στάζι. Η Μίλερ, παρά τους κινδύνους θα τολμήσει και αυτά που θα ανακαλύψει της ξυπνούν δυσάρεστες αναμνήσεις…

     Το μυθιστόρημα, εκτός από την ενδιαφέρουσα αστυνομική ιστορία, μας δίνει μια πολύ καλή εικόνα των μέσων που χρησιμοποιούσε το καθεστώς για να ελέγχει ασφυκτικά τους κατοίκους της Ανατολικής Γερμανίας, τη διαφθορά που επικρατούσε σε κάποια στελέχη της κομματικής νομενκλατούρας που απολάμβαναν προνόμια που ο απλός λαός ούτε να ονειρευτεί δεν μπορούσε, αλλά και τα «παιχνίδια» δύναμης, επιρροής, ελέγχου και εξουσίας που παίζονταν ανάμεσα στους αξιωματούχους του διαβόητου Υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας. Ένα πολύ ενδιαφέρον και διαφωτιστικό –από πολλές απόψεις-μυθιστόρημα!