29 Νοε 2014

Ο ΦΡΟΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΑΡΕΜΙΟΥ

LINDA LAFFERTY
Μετάφραση ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ
Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ
Σελ. 495, Απρίλιος 2014

     Η αμερικανίδα συγγραφέας Λ. Λάφερτι, εμπνεύστηκε αυτό της το μυθιστόρημα, στη διάρκεια ενός ταξιδιού της στην Πόλη. «Όταν επισκέφτηκα την Κωνσταντινούπολη, το καλοκαίρι του 2001, με συνεπήρε η ιστορία της πόλης, ο πλούσιος συγκερασμός πολιτισμών και θρησκειών και είχα συνεχώς την αίσθηση (την οποία ακόμη έχω) πως αυτή η πόλη επηρέασε δραματικά όλο τον κόσμο στο πέρασμα των αιώνων».
     Στο μυθιστόρημα, περιγράφει τον απαγορευμένο έρωτα ενός γενίτσαρου με την αγαπημένη αδελφή του σουλτάνου, στην Κωνσταντινούπολη του 1826. Ο γενίτσαρος είναι ο Αχμέτ Καντίρ. Γεννήθηκε στη Σερβία και είχε το όνομα Ιβάν Πόστιβιτς. Τον απήγαγαν μικρό στη διάρκεια ενός παιδομαζώματος και όταν μεγάλωσε ξεχώριζε για το ύψος και τη γενναιότητά του. Η αγάπη του για τα άλογα τον οδήγησε στο ιππικό των γενίτσαρων. Διακρίθηκε σε μάχες και εκστρατείες και σύντομα ανέβηκε ψηλά στην ιεραρχία. Όμως ο σουλτάνος Μαχμούτ Β!, του αφαίρεσε τον βαθμό «καχύποπτος από την εξουσία που είχε αυτός ο στρατιώτης πάνω στους άλλους άντρες… Η απώλεια της διοίκησης του ιππικού ήταν το μεγαλύτερο πλήγμα που είχε δεχτεί στη ζωή του. Η αδικία-η ντροπή-του ότι τον είχαν φέρει εδώ που βρισκόταν τώρα, ήταν κάτι που σχεδόν δεν μπορούσε να υποφέρει».
     Η Οθωμανή πριγκίπισσα, είναι η Εσμά Σουλτάν, κόρη του Αμπντούλ Χαμίτ Α!, αδελφή του σουλτάνου Μουσταφά Δ! και ετεροθαλής αδελφή του επίσης σουλτάνου Μαχμούτ Β! Παντρεύτηκε σε ηλικία 14 ετών τον στρατηγό Κιουτσούκ Χουσεΐν  Πασά, αλλά στα 25 έμεινε χήρα. Λόγω της υψηλής της καταγωγής, μπόρεσε επηρεάζοντάς τους, να παίξει μεγάλο ρόλο στην διαμόρφωση της πολιτικής που ακολούθησαν τα δύο της αδέλφια, όταν ανέβηκαν στο θρόνο ο ένας μετά τον άλλο. Ήταν διαβόητη για την έκλυτη ζωή της. Λέγεται πως συχνά αναζητούσε χριστιανούς εραστές και αφού έπαιρνε από αυτούς ότι μπορούσε να πάρει στον ερωτικό τομέα, τους εξαφάνιζε, διατάζοντας τον πνιγμό τους στο Βόσπορο. Έκανε όμως και κάτι ακόμα σκανδαλιστικό για τους μουσουλμάνους. Προσπαθούσε να βελτιώσει τη θέση των γυναικών στην αυτοκρατορία, αρχίζοντας από το ίδιο της το παλάτι. (Για το οποίο η συγγραφέας αναφέρει ότι σώζεται ακόμη, αλλά νομίζω ότι αυτό δεν ισχύει. Αυτό που σώζεται είναι το «γιαλί» της, το παραθαλάσσιο εξοχικό της στο Βόσπορο. Τώρα έχει περιέλθει στην κυριότητα του ξενοδοχειακού ομίλου Marmara και χρησιμοποιείται ως αίθουσα δεξιώσεων. Επίσης υπάρχει και το μαυσωλείο της, στην οδό Divan Yolu).
     Ο έρωτας αυτών των δύο, είναι ο μύθος του βιβλίου, στον οποίο η συγγραφέας συνδυάζει τα ιστορικά πρόσωπα με τους χαρακτήρες της φαντασίας της, χωρίς να ξεφεύγει από το ιστορικό πλαίσιο. Όμως σε δεύτερο επίπεδο, το βιβλίο περιλαμβάνει πλούτο πληροφοριών. Αυτές αφορούν πολλές πτυχές από την πολυτελή καθημερινή ζωή στα παλάτια των σουλτάνων στην καταρρέουσα πια αυτοκρατορία, τα χαρέμια, τα φαγητά, την ενδυμασία, το πρωτόκολλο του παλατιού, το υπηρετικό προσωπικό, τις ίντριγκες, την αγριότητα, τους γενίτσαρους με τη νοοτροπία και την οργάνωσή τους, αλλά και πληροφορίες για τη ζωή των απλών ανθρώπων, που ζούσαν στη φτώχεια, σε συνθήκες δύσκολες και αντίξοες. Έτσι η Λάφερτι, καταφέρνει να κάνει το βιβλίο της ενδιαφέρον τόσο για τον αναγνώστη που θέλει να διαβάσει μια ερωτική ιστορία, αλλά και για εκείνον που θέλει να έχει μια άποψη της καθημερινής ζωής στην Κωνσταντινούπολη τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο.


20 Νοε 2014

ΜΑΤΩΜΕΝΟ ΜΗΝΥΜΑ

JUSSI ADLER OLSEN
Μετάφραση ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΨΑΛΗΣ
Εκδόσεις Ε.Ο.ΛΙΒΑΝΗΣ
Σελ. 575, 2014

     Το τρίτο βιβλίο του πολύ καλού Δανού συγγραφέα Γ. Άντλερ Όλσεν, κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τον Εκδοτικό Οργανισμό Λιβάνη πριν από λίγους μήνες.
     Ο Τομέας Q της Αστυνομικής Διεύθυνσης της Κοπεγχάγης, που αποτελείται από τον επιθεωρητή Καρλ Μερκ, τον Σύριο βοηθό του ονόματι Χαφέζ αλ Άσαντ (!!) και την γραμματέα του Ρόζε, έχει σαν αντικείμενο ενασχόλησης την εξέταση υποθέσεων του παρελθόντος που παραμένουν ανεξιχνίαστες. Γι’ αυτό σε όλους φαντάζει πολύ φυσικό το γεγονός ότι τους ανατίθεται να εξιχνιάσουν μια υπόθεση-που κανείς δεν ξέρει καλά-καλά αν είναι υπόθεση ή φάρσα-που έφτασε στην Αστυνομική Διεύθυνση μέσα σ’ ένα… μπουκάλι, αφού πρώτα ακολούθησε μια μάλλον παράξενη διαδρομή! «Αν δεν ήταν ο Ντέιβιντ Μπελ εκεί, με τη χαρακτηριστική αταραξία του, ο άνθρωπος που βρήκε το μπουκάλι μπορεί να το είχε πετάξει πίσω στη θάλασσα. Όμως, μια και ο αρχιφύλακας έτυχε να κάθεται εκεί παραδίπλα… το να του παραδώσει ο άλλος το μπουκάλι ήταν το πλέον προφανές. Το μπουκάλι είχε πιαστεί σε ένα δίχτυ και λαμπύριζε ελαφρά. Αν και ο χρόνος που είχε περάσει στο νερό είχε θαμπώσει τη γυαλάδα του, ο νεότερος ψαράς πάνω στο αλιευτικό παρατήρησε αμέσως πως είχε κάτι το ιδιαίτερο». Κι αυτό το ιδιαίτερο, ήταν ότι περιείχε ένα κομμάτι χαρτί, το οποίο στο αστυνομικό τμήμα του Τζον Ο’ Γκρόουτς, στο βορειότατο άκρο της Σκωτίας «κανείς δεν μπήκε στον κόπο να προσπαθήσει να διαβάσει… και κανείς δεν κάθισε να σκεφτεί τι μπορεί να σήμαινε η λέξη HIAELP». Όταν κάποιος μετά από πολύ καιρό αναρωτήθηκε τι γύρευε αυτό το μπουκάλι ακουμπισμένο στο περβάζι ενός παραθύρου του αστυνομικού τμήματος και αποφάσισε να ασχοληθεί, οι εκπλήξεις έπεσαν βροχή. Το «μελάνι» με το οποίο είχε γραφεί το μήνυμα αποδείχτηκε ότι ήταν ανθρώπινο αίμα και τα ίχνη των λέξεων που μόλις διακρίνονταν πια –μετά από χρόνια έκθεσης του χαρτιού σε κακές συνθήκες- ανήκαν στη δανέζικη γλώσσα.
     Ο Μερκ και οι συνεργάτες του, προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν το μήνυμα, αλλά αυτό αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολο. Περισσότερο μαντεύοντας και υποθέτοντας, καταλήγουν σε κάποια συμπεράσματα. Το μήνυμα είναι η κραυγή για βοήθεια δύο αγοριών που είχαν απαχθεί και κρατούνται δεμένα σε ένα λεμβοστάσιο δίπλα στη θάλασσα. Η απαγωγή είχε γίνει πριν από 14 χρόνια. Τα συμπεράσματά τους όμως, εγείρουν περισσότερα ερωτήματα. Ποια είναι αυτά τα αγόρια; Άραγε ζουν ακόμα; Γιατί δεν υπάρχει καταγεγραμμένη καμιά καταγγελία εξαφάνισης τους, αφού από τα γραφόμενά τους συνάγεται ότι ανήκαν σε πολυμελή οικογένεια; Είναι άραγε η μοναδική περίπτωση ή υπάρχουν και άλλες αντίστοιχες;
     Πρόκειται για ένα εξαιρετικό θρίλερ με συγκλονιστική υπόθεση με πολλές παραμέτρους, γραμμένο με δεξιοτεχνία, που μπορώ να πω ότι με ενθουσίασε ακόμη περισσότερο από το προηγούμενο βιβλίο του Όλσεν. («Βεβήλωση», παρουσίαση Μάιος 2013).
     Τέλος μια μάλλον… άσχετη επισήμανση για τους φίλους του ποδοσφαίρου και ειδικά του Παναθηναϊκού: ένας από τους χαρακτήρες του βιβλίου ονομάζεται Ρενέ Χένρικσεν, όπως ο εξαιρετικός αμυντικός της εθνικής ομάδας της Δανίας που αγωνίστηκε στο Τριφύλλι από το 1999 μέχρι το 2005. 


8 Νοε 2014

ΛΕΓΕ ΜΕ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ

SARA BLAEDEL
Μετάφραση ΛΥΟ ΚΑΛΟΒΥΡΝΑΣ
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ. 325, Φεβρουάριος 2014

     Το δεύτερο βιβλίο της Δανής συγγραφέως Σ. Μπλέντελ που κυκλοφορεί στα ελληνικά, είναι αυτό που σας παρουσιάζω σήμερα.
     Η Ρικ Λουίσε, αρχιφύλακας του τμήματος Ανθρωποκτονιών της Κοπεγχάγης, αναλαμβάνει την υπόθεση της Σουζάνε Χάνσον. Η Χάνσον, μια χαμηλών τόνων 32χρονη τραπεζική υπάλληλος, πέφτει θύμα άγριου βιασμού μέσα στο διαμέρισμά της. «Το ότι το θύμα ήταν φιμωμένο και δεμένο πισθάγκωνα αρκούσε ώστε το τμήμα του κέντρου της πόλης να καλέσει το Ανθρωποκτονιών. Η κατάσταση του θύματος σήμαινε ότι ο βιασμός ενέπιπτε στην κατηγορία της ιδιαίτερα βαριάς κακοποίησης». Το θύμα εκμυστηρεύτηκε στην αρχιφύλακα, ότι ο βιαστής την είχε προσεγγίσει μέσω ενός site γνωριμιών.
     Η Λουίσε και οι συνεργάτες της, προσπαθούν να εντοπίσουν τον βιαστή. Όμως αυτός αποδείχτηκε ιδιαίτερα προσεκτικός κι έξυπνος. Τα ίχνη που άφησε στο διαμέρισμα αλλά και στο σώμα της Χάνσον (τρίχες, δακτυλικά αποτυπώματα, DNA κλπ), είναι ελάχιστα. Εκτός αυτού, δεν οδηγούν πουθενά, αφού αυτά τα ελάχιστα που βρέθηκαν δεν ταυτοποιούνται. Ο βιαστής, που εμφανίστηκε με το όνομα Γέσπα Μπγέκχολτ, δεν έχει ποτέ συλληφθεί. Εξίσου δύσκολος είναι και ο εντοπισμός του μέσω των μηνυμάτων που έστελνε στο θύμα από το IP του υπολογιστή. Φρόντιζε σχεδόν κάθε φορά να τα στέλνει από διαφορετικό τερματικό που βρισκόταν σε δημόσιο χώρο και χρησιμοποιούνταν από πολλούς  όπως internet καφέ και δημόσιες βιβλιοθήκες. Μια τυχαία πληροφορία, στρέφει τις έρευνες στις κάμερες ασφαλείας του μετρό. Εκεί πράγματι εντοπίζουν τις κινήσεις του, αλλά η λήψη είναι κακή και το πρόσωπό του φαίνεται ελάχιστα.
     Σαν να μην έφτανε αυτό, ο βιαστής ξαναχτυπά. Μόνο που αυτή τη φορά δεν είναι μόνο βιασμός. Και για να ολοκληρωθεί το κακό, η Σουσάνε, το πρώτο θύμα, κάνει απόπειρα αυτοκτονίας. «Η Λουίσε είχε χάλια διάθεση καθώς γύριζε με το αυτοκίνητο στην Αστυνομική Διεύθυνση Κοπεγχάγης. Ήταν αδιανόητο ένας τύπος που είχε προκαλέσει τόσο μεγάλη ζημία να κυκλοφορεί ελεύθερος κι ωραίος, σκέφτηκε…». Γι’ αυτό αποφασίζει να δράσει διαφορετικά. Γράφεται και η ίδια σε site γνωριμιών για να εντοπίσει τον άντρα που αναζητούν και που τώρα συστήνεται με το ψευδώνυμο «Πρίγκιπαςς» (με δύο ς). Αφού έφαγε δεκάδες ώρες και με τη βοήθεια της τύχης, καταφέρνει να βρει τη φωτογραφία του. Και δε διστάζει να βάλει σε κίνδυνο τη ζωή της, αφού επικοινωνεί μαζί του χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο «Πριγκίπισσα» και κανονίζει μια συνάντηση.
     Ένα καλό κι ενδιαφέρον θρίλερ, με σασπένς και ανατροπές, που εστιάζει στους κινδύνους, τα προβλήματα και τις επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν από τις διαδικτυακές γνωριμίες, γραμμένο από μια ακόμη εκπρόσωπο της σκανδιναβικής αστυνομικής λογοτεχνίας.