31 Δεκ 2021

ΜΗΔΕΝΙΖΩ ΕΔΩ

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΕΡΚΕΝΛΗ
Εκδόσεις ΜΕΛΑΝΙ
Σελ. 244, Ιούλιος 2021

      Ένα μυθιστόρημα που εντυπωσιάζει και συγκλονίζει τον αναγνώστη, είναι το «Μηδενίζω Εδώ» της Β. Τερκενλή.

      Είναι η αφήγηση της Γιάννας. Μιας νέας γυναίκας, που λίγο μετά τα τριάντα, φτάνει ένα βήμα πριν από το θάνατο από τη χρήση ναρκωτικών ουσιών κι αποφασίζει ν’ αλλάξει για να καταφέρει να επιζήσει. Η Γιάννα είναι μια γυναίκα που κάθε γυναίκα θα ήθελε να της μοιάσει. Έξυπνη, επιτυχημένη δικηγόρος, όμορφη και κόρη ενός αυτοδημιούργητου ευκατάστατου εργολάβου της Θεσσαλονίκης, πράγμα που σημαίνει οικονομική άνεση. Όμως η ίδια της η εξυπνάδα, και η αντιληπτική της ικανότητα σε συνδυασμό με την αυξημένη ευαισθησία της, την οδήγησαν στην εξάρτηση από τα ναρκωτικά. «Για μένα όλα είναι ξεκάθαρα. Έχασα τη μπάλα. Δεν μπορώ να ελέγξω την κόκα. Πίνω κάθε μέρα. Το τελευταίο εξάμηνο πίνω πολύ. Καπνιστή, free base, ξέρετε. Δεκαοκτώ γραμμές τη μέρα. Έχω να κοιμηθώ δέκα μέρες. Ζω με φραπέ και μπόλικη ζάχαρη. Έκοψα και το αλκοόλ. Μερικές φορές νόμιζα ότι θα εκραγεί το κεφάλι μου. Φοβήθηκα. […]. Η αλήθεια είναι ότι είχα μια πλήρη ζωή πριν να πιώ. Δεν μπορώ να καταλάβω πως κατάντησα έτσι. Τόσο ξέφραγο αμπέλι ήταν η ζωή μου; Τόσο εύκολο ήταν τελικά να διαλυθώ; Και χρειάστηκε τόσος λίγος χρόνος για να χαθούν όσα κτίστηκαν με κόπο για χρόνια;».

     Μετά τη νύχτα που άγγιξε το θάνατο, ο φίλος της σε συνεννόηση με τα δύο αδέλφια της, αποφάσισαν να της προτείνουν τη μεταφορά της σε κέντρο απεξάρτησης στην Αθήνα. Εκεί το πρόγραμμα, εκτός από την φαρμακευτική αγωγή που θα διευκολύνει την αποτοξίνωση, περιλαμβάνει και συνεδρίες με ψυχολόγο. Αυτός την προτρέπει να μιλήσει για τη ζωή της από τότε που θυμάται τον εαυτό της, για να βρει τα βαθύτερα αίτια που της δημιούργησαν τα (ανυπέρβλητα σύμφωνα με την ίδια) προβλήματα και τα οποία την οδήγησαν στη χρήση και την εξάρτηση. Η Γιάννα πείθεται και αρχίζει μια συγκλονιστική αφήγηση. «Είμαι αποδιοργανωμένη. Ξοφλημένη. Κάθε μέρα σκαλίζω κι ένα κομμάτι του παρελθόντος. Κάθε μέρα κι ένα φάντασμα. Κι έχω πολλούς σκελετούς στη ντουλάπα μου».

     Κάθε μέρα «απελευθερώνεται» πιο πολύ. Μιλά ειλικρινά, προσπαθώντας να ξεκαθαρίσει μέσα της τα όσα συνέβησαν. «Δεν είμαι σίγουρη για τίποτα πια. Είμαι εξαπατημένη από εμένα την ίδια. Με λογοκρίνω ασταμάτητα. Η πραγματικότητά μου μπερδεύεται με τη φαντασία μου. Ο ήλιος μου εμπεριέχει σύννεφα και σκοτάδι. Δεν μπορώ να διακρίνω τίποτα καθαρά. Όλα ανακατεύονται το ένα μέσα στο άλλο».

     Θεωρεί την μέρα της πρώτης συνεδρίας της, σαν τη μέρα που ξαναγεννήθηκε. Γι’ αυτό και μπαίνοντας στο γραφείο του γιατρού είπε «Εγώ εδώ μηδενίζω». Μηδένισε για να ξεκινήσει πάλι από την αρχή. Και γι’ αυτήν αλλά και για τον γιό της…

     Εξαιρετικό βιβλίο, που περιλαμβάνει την συγκλονιστική σπαρακτική, άλλοτε τρυφερή και άλλοτε σκληρή, αλλά και πολλές με χιούμορ αφήγηση μιας νέας γυναίκας, που οι συνθήκες την οδήγησαν σε δρόμους δύσβατους και καταστροφικούς. Χάρη όμως στο θάρρος, το κουράγιο και την εσωτερική της δύναμη, κατάφερε να ξεφύγει από τη δίνη και να αναδυθεί στην επιφάνεια. Να ξαναπάρει τη ζωή στα χέρια της και αφού «μηδένισε» στην πόρτα ενός ψυχολόγου, να επιστρέψει νικήτρια.

     Ένα βιβλίο, που παρά το "στενάχωρο" θέμα του, αποπνέει αισιοδοξία και αποτελεί ιδανική επιλογή για να κλείσει το 2021.

     Πολλές ευχές για μια Καλή Χρονιά!!

 

24 Δεκ 2021

ΜΑΞ ΚΑΙ ΕΣΤΕΡ


ΕΡΩΤΑΣ-ΠΟΛΕΜΟΣ-ΙΣΤΟΡΙΑ
ΣΠΥΡΟΣ ΓΟΓΟΛΟΣ
Εκδόσεις ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ
Σελ. 306, Αύγουστος 2021

     Μετά από δύο ιστορικά μυθιστορήματα που εκτυλίσσονται στις αρχές του 20ου αιώνα (1905-1925), ο Σ. Γόγολος, στο νέο του βιβλίο, αντλεί την έμπνευσή του, από τα χρόνια της γερμανικής, ιταλικής και βουλγαρικής Κατοχής και κάνει εκτενή αναφορά στην εξολόθρευση της εβραϊκής κοινότητας των Ιωαννίνων, που εκείνη την εποχή αριθμούσε περί τα 2.000 άτομα.

     Ο Μαξ Μπράουν, είναι αρχαιολόγος και ιστορικός τέχνης. Λόγω οικογενειακών καταβολών (κατάγεται από αριστοκρατική οικογένεια), αλλά κυρίως λόγω της αφόρητης πίεσης του πατέρα του, εντάσσεται ως αξιωματικός στις τάξεις των SS. Αποτελεί την επιτομή των χαρακτηριστικών που πρέπει να έχει κάθε εκπρόσωπος της Άριας φυλής. «Δεν έχω δει πιο ακριβές και τέλειο τευτονικό πρότυπο ομορφιάς […] Ένα ναζιστικό είδωλο! Ένας γερμανικός θεός της ομορφιάς […] Πρόσωπο με εξαιρετικές αλλά όχι έντονα «επιθετικές» γωνίες, και ωραία αρμονική μύτη, φωτεινά «αλεπουδίσια» μάτια που καθηλώνουν και αδρανοποιούν, όποιον κοιτούν, στο χρώμα του κοβαλτίου. Χρυσά, ίσια μαλλιά με τέλεια χωρίστρα, λαιμός νευρώδης! …».

     Ο Μαξ όμως, δεν ενδιαφέρεται για τη ναζιστική ιδεολογία και θεωρεί τους ναζί ένα τσούρμο άξεστων λαϊκιστών, που κατάφεραν να καταλάβουν την εξουσία, «κολακεύοντας» τα πιο ταπεινά ένστικτα του γερμανικού λαού, που αισθανόταν ταπεινωμένος μετά την ήττα του Α! παγκοσμίου πολέμου και την υποχρέωση καταβολής δυσβάστακτων αποζημιώσεων στους νικητές. Μια ιδεολογία που ντροπιάζει την Γερμανία και τον γερμανικό πολιτισμό, που «γέννησε» σπουδαίους μουσουργούς, φιλοσόφους, ζωγράφους, αρχιτέκτονες και πρωτοποριακά κινήματα Τέχνης.

     Όταν τον Μάιο του 1943 τον καλεί ο Γκαίρινγκ, Νο2 στην ιεραρχία των ναζί στο Υπουργείο Αεροπορίας, τον ακούει έκπληκτος, να του ζητάει να πάει στην Ελλάδα! Ο άνθρωπος που ήταν εντεταλμένος να απογυμνώσει τα μουσεία από τα εκθέματα και να τα μεταφέρει στη Γερμανία, όπως έγινε σε όλες τις κατακτημένες χώρες, δεν κατάφερε σχεδόν τίποτα. Τα σημαντικά εκθέματα ήταν άφαντα! (Μετά την απελευθέρωση, έγινε γνωστό ότι στους μήνες που διήρκησε ο πόλεμος στην Αλβανία, «φωτισμένοι» αρχαιολόγοι με έμπιστους εργάτες, έσκαψαν κρύπτες κάτω από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας κι «έθαψαν» τα εκθέματα, με σκοπό να τα προστατέψουν από τους βομβαρδισμούς, και την λεηλασία). Στον Μαξ, ανατέθηκε το καθήκον λόγω ειδικότητας, να εντοπίσει τα εκθέματα και να φροντίσει τη μεταφορά τους στη Γερμανία. Για να ξεπεραστεί οποιοδήποτε εμπόδιο, ο Γκαίρινγκ του παραχωρεί απεριόριστη εξουσία. Ο Μαξ δέχεται χωρίς κανένα δισταγμό. Με αυτό τον τρόπο πραγματοποιείται ένα μεγάλο του όνειρο: το ταξίδι στην κοιτίδα του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

     Πριν από αυτό το ταξίδι, ζητά από τον Γκαίρινγκ να του επιτρέψει να επισκεφθεί έναν παιδικό του φίλο που εργάζεται σαν γιατρός στο Άουσβιτς και ο οποίος αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα. Εκεί αντικρίζει με τα ίδια του τα μάτια την εφιαλτική πραγματικότητα, για την οποία έφταναν στα αυτιά του σκόρπιες φήμες που αδυνατούσε να πιστέψει. «Ποια μοίρα μας είχε γραφτό να λερώσουμε για πάντα τα χέρια μας με αίμα τόσων αθώων ανθρώπων; Πως μπορεί το μυαλό μας και σκέφτεται έτσι; Τι είδους άνθρωποι είμαστε; Αν αυτοί είναι κατώτεροι, είμαστε εμείς ανώτεροι; […] Δεν θέλω να είμαι Γερμανός! […] Να πάει στο διάολο και η Γερμανία και ο Χίτλερ».

     Παρ’ όλη την απογοήτευσή του, ταξιδεύει στην Ελλάδα. Απηυδισμένος από όσα είδε στο στρατόπεδο του θανάτου και μη θέλοντας να έχει οποιαδήποτε σχέση με τα SS, αλλά και για λόγους μυστικότητας, συστήνεται ως Ελβετός αρχαιολόγος και αντικέρ. Λίγοι γνωρίζουν την πραγματική του ταυτότητα. Στην Αθήνα, γνωρίζει μια όμορφη νεαρή, την Μαρία Καλογήρου που εργάζεται ως γκουβερνάντα στην οικογένεια Ζενέτου, η οποία τον γοητεύει με την ομορφιά και την καλλιέργειά της! Αλλά κι αυτή, δεν μένει αδιάφορη στην γοητεία του. Η Μαρία όμως, κρύβει ένα μυστικό: δεν είναι Χριστιανή, αλλά Εβραία. Το πραγματικό όνομά της είναι Έστερ και είναι γόνος εβραϊκής οικογένειας των Ιωαννίνων που βρέθηκε στην Αθήνα με πλαστή ταυτότητα. Όταν η οικογένειά της πληροφορήθηκε την τύχη των εβραίων της Θεσσαλονίκης, φρόντισε να τη φυγαδεύσει για να σώσει τη ζωή της. Η οικογένεια Ζενέτου που εκείνη την εποχή έψαχνε για γκουβερνάντα, δέχτηκε να την φιλοξενήσει και να της προσφέρει εργασία.

     Οι δύο νέοι ερωτεύονται, παρά το ζοφερό «κλίμα» του πολέμου. Από ένα τυχαίο γεγονός, αποκαλύπτονται οι πραγματικές τους ταυτότητες και η σχέση τους περνάει κρίση. Θα τα καταφέρουν να την ξεπεράσουν; Θα αντέξει ο έρωτάς τους; Και τι θα απογίνουν όταν περάσει η λαίλαπα του πολέμου;

     Το «Μαξ και Έστερ», είναι ένα καλογραμμένο πολύεπίπεδο μυθιστόρημα. Σε πρώτο επίπεδο κυριαρχεί η ερωτική ιστορία ενός γερμανού και μιας εβραίας και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν. Σε δεύτερο επίπεδο όμως, ο συγγραφέας, παίρνει την ευκαιρία να αναφερθεί σε πολλά θέματα. Όπως στην ιδεολογία του ναζισμού, την χρηματοδότηση των ναζί από γερμανούς βιομηχάνους που τους χρησιμοποιούσαν σαν ανάχωμα στους κομμουνιστές για να χτυπήσουν τις διεκδικήσεις της εργατικής τάξης, την απληστία, την διαφθορά και τον παράνομο πλουτισμό των ιθυνόντων του κόμματος με την λεηλασία των κατακτημένων χωρών και την καταπάτηση των εβραϊκών περιουσιών, την απογύμνωση των μουσείων όλης της Ευρώπης από τους θησαυρούς της τέχνης, πολλοί από τους οποίους «χάθηκαν» ή καταστράφηκαν, κατά τη μεταφορά τους στη Γερμανία. Αλλά και στα έθιμα και την καθημερινή ζωή της ρωμανιώτικης εβραϊκής κοινότητας των Ιωαννίνων, που ξεκληρίστηκε από τους ναζί, τον Μάρτιο του 1944.

     Αξιόλογο μυθιστόρημα, που αξίζει την προσοχή του αναγνωστικού κοινού!           

20 Δεκ 2021

Ο ΜΕΝΤΟΡΑΣ ΜΟΥ


ΕΙΡΗΝΗ ΒΑΡΔΑΚΗ
Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ
Σελ. 478, Απρίλιος 2021

 
     Έναν θυελλώδη, εκρηκτικό και ολέθριο έρωτα, περιγράφει στο ερωτικό-ψυχολογικό θρίλερ της «Ο Μέντοράς Μου» η Ε. Βαρδάκη. Έναν έρωτα ανάμεσα σε προσωπικότητες τόσο ισχυρές αλλά και διαφορετικές που τον κάνει ξεχωριστό κι επικίνδυνο. «Τέτοιοι έρωτες, μόνο θύματα μετρούν. Γιατί δεν είναι αγάπη. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να είναι αγάπη, πόλεμος είναι».

     Η Ειρήνη Καρρά, είναι μια 30χρονη δημοσιογράφος, με εξαιρετικές ικανότητες και πολύ καλές προοπτικές εξέλιξης, που εργάζεται στην εφημερίδα «Αλήθεια». Επιθυμεί διακαώς να αναλάβει το δισέλιδο της κυριακάτικης έκδοσης κι εργάζεται άοκνα για να πετύχει το στόχο της. Ο ανταγωνισμός είναι σκληρός. Η κυριότερη αντίπαλός της είναι μεν ατάλαντη, αλλά έχει ένα ακαταμάχητο «προσόν»: ο πατέρας της είναι πολιτικός και προσωπικός φίλος του εκδότη της εφημερίδας! Οπότε θεωρεί ότι η μάχη είναι άνιση και μάλλον χαμένη. Παρ’ όλα αυτά δεν το βάζει κάτω.

     Οι ελπίδες αναπτερώνονται όταν μαθαίνει ότι επίκεινται αλλαγές στην διεύθυνση της εφημερίδας. Τη θέση του διευθυντή θα αναλάβει ο Κλέων Κυριαζής, ένα από τα μεγάλα ονόματα της δημοσιογραφίας. Σύντομα όμως θα αντιληφθεί ότι το πολιτικό μέσον είναι ισχυρότερο. Ακόμη και ο Κυριαζής, δεν μπορεί να αντιτεθεί στη θέληση του εκδότη. Πικραμένη και θυμωμένη από την άδικη μεταχείριση θα υποβάλλει την παραίτησή της. Ο Κυριαζής προσπαθεί να την αποτρέψει. «[…] σου ζητάω να μείνεις. Πιστεύω σ’ εσένα, στις δυνατότητές σου. Είναι και για μένα τουλάχιστον άδικο αυτό που συνέβη. Μείνε στην ομάδα μου, Ειρήνη, σε χρειάζομαι και είμαι σίγουρος πως στο άμεσο μέλλον πολλά πράγματα θα διορθωθούν».

     Τα λόγια του Κυριαζή δεν είναι μια προσπάθεια να «χρυσωθεί το πικρό χάπι» της απόρριψης. Πιστεύει αυτά που λέει. «Την είχα ξεχωρίσει καιρό τώρα. Πολύ πριν ενταχθώ στην «Αλήθεια». Η Καρρά είχε μέλλον, είχε δυνατότητες και μια πένα που μπορούσε και ξεχώριζε μέσα από το στριμωγμένο της πεντάστηλο». Η Ειρήνη δέχεται να παραμείνει. Χωρίς να το ξέρει και να το αντιλαμβάνεται εκείνη τη στιγμή, είναι μια απόφαση που θα τη σημαδέψει και θα αλλάξει άρδην τη ζωή της.

     Σύντομα θα νιώσει ερωτική έλξη για τον Κυριαζή την οποία δεν μπορεί να αντιπαλέψει. Παρά το γεγονός ότι αυτός είναι παντρεμένος κι εκείνη έχει εδώ και καιρό δεσμό, θα γίνουν ζευγάρι. Θα συνάψουν μια «εύφλεκτη» ερωτική σχέση που θα αποβεί καταστροφική. «Μέσα σε μια στιγμή… επέλεξα να τον εντάξω στους δικούς μου ανθρώπους. Αυτό ήταν και το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου. Και αν για κάτι μετανιώνω πικρά τώρα, είναι μονάχα γι’ αυτό. Για τις αποστάσεις που δεν τήρησα. Για τα όρια που καταπάτησα. Για τη γη που του χάρισα. Δικός μου άνθρωπος, ναι. Του χάρισα τη ζωή μου. Δεν ήταν αρκετό. Ήθελε την ψυχή μου. Κάρφωσε τη σημαία του στην τρυφερή της σάρκα. Τότε δεν έβλεπα. Τότε δεν μπορούσα να το αντιληφθώ, πως αυτή ήταν η δική μου συμφωνία με τον διάβολο. Ο κίνδυνος ήταν εκεί! Χωρίς φωτεινούς σηματοδότες και χωρίς προειδοποιητικά σημάδια. Έστεκε ήρεμος και σίγουρος… σίγουρος για τον βίαιο, ιλιγγιώδη όλεθρό μας».

     Θα καταφέρουν να παντρευτούν. Λίγο καιρό μετά το γάμο τους όμως, οι εξελίξεις θα είναι καταιγιστικές…

     Η συγγραφέας χρησιμοποιεί μια ιδιαίτερη τεχνική στη γραφή της. Η αφήγηση δεν είναι γραμμική. Αντίθετα κινούμενη στον χρόνο με συνεχείς αντιμεταθέσεις κι εναλλάσσοντας τα πρόσωπα που αφηγούνται την ιστορία (Κυριαζής, Καρρά, αστυνόμος Δαβάκης), καταφέρνει να «παίζει» με το μυαλό του αναγνώστη (που θεωρώ ότι είναι το ζητούμενο στο ψυχολογικό θρίλερ) και να κρατά αδιάπτωτο το ενδιαφέρον, μέχρι τις τελευταίες σελίδες. Τότε με μια θεαματική ανατροπή, όλα τα κομμάτια του παζλ μπαίνουν στη θέση τους και λύνονται οι απορίες και τα ερωτηματικά, καθιστώντας τον «Μέντορα» ένα από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα φέτος!

     Έχω όμως και μία ένσταση που αφορά την επιμέλεια του βιβλίου που αποδείχθηκε λιγότερο… επιμελημένη από όσο πρέπει. Δηλ. αναφέρομαι σε κάποια «αν» που έγιναν «να» και αντίστροφα, κάτι που μπορεί να αλλάξει εντελώς το νόημα μιας φράσης, σε κάποια τελικά σίγμα που μπήκαν σε λέξεις που δεν έπρεπε ενώ έλειψαν από εκεί που χρειαζόταν, το δεκάευρω της σελίδας 323 που γίνεται εικοσάευρω λίγες σειρές παρακάτω, η προσφώνηση της Ελένης Κυριαζή με άλλο επώνυμο στη σελίδα 345 κλπ. Λάθη που διέφυγαν από την επιμελήτρια και που διακόπτουν τον ρυθμό και τη ροή της ανάγνωσης, αφού σε αναγκάζουν να ξαναδιαβάσεις μια φράση για να αντιληφθείς το νόημα.     

15 Δεκ 2021

ΟΙ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΥΡΓΙΩΤΑΚΗΣ
Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Σελ. 283, 2021


     Μια νουβέλα και τέσσερα διηγήματα περιλαμβάνει το βιβλίο του Γ. Πυργιωτάκη.

     Το πρώτο (κι εκτενέστερο) διήγημα, αναφέρεται στη ζωή και στις περιπέτειες του λαθρέμπορου που ήταν γνωστός ως Μπίλλυ Καμπίλη και του οποίου το πραγματικό όνομα δεν θυμόταν κανείς. Διέσχιζε με μεγάλη άνεση τα σύνορα στον Έβρο, μεταφέροντας χασίς αλλά και διάφορα άλλα είδη που χρειαζόταν η «αγορά». Ο Μπίλλυ έμεινε με το παράπονο ότι δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει το μεγάλο του όνειρο. Να διασχίσει νόμιμα με το τρένο τη διαδρομή Θεσσαλονίκη-Κωνσταντινούπολη. «Να πιάσει, λέει, την καλή, να πάρει από Σαλονίκη το τρένο για την Πόλη, πρώτη θέση, να πούμε, να κάτσει στα ακριβά σαλόνια, με τους καφέδες του, με τους ναργιλέδες του, με τα εισιτήριά του τα κανονικά, και με το διαβατήριό του το νόμιμο, αυτό που θα ‘γραφε, λέει, για πρώτη φορά το όνομά του το πραγματικό».

     Στο δεύτερο με τίτλο «Το Μεγάλο Ταξίδι», ο συγγραφέας γράφει για τη σχέση της Ισμήνης με τον πατέρα της από την παιδική της ηλικία, μέχρι τη μέρα που αυτός έφυγε για το παντοτινό ταξίδι. «Κι αυτά τα δύο, το σταθερό κράτημα του πατέρα και το τρυφερό αγκάλιασμα του γιού, είναι οι πιο ευλογημένες στιγμές της ζωής της».

     Το διήγημα «Η Μεταμόσχευση» γράφτηκε το 1969,όταν ο δρ. Μπάρναρντ, έκανε την πρώτη μεταμόσχευση καρδιάς, γεγονός που προβλημάτισε το συγγραφέα. «Ανησύχησε μήπως η νέα επιστημονο-τεχνική επανάσταση, που είχε αρχίσει να αναδύεται, φρόντιζε μόνο για τα επιτεύγματά της, χωρίς αντίστοιχα να προετοιμάσει τον άνθρωπο για να τα δεχτεί». Αυτό συνέβη και στην Τασούλα, την κεντρική ηρωίδα του διηγήματος. Η όμορφη και καλόκαρδη κοπέλα, που ζούσε σε ένα χωριό στην περιοχή του Σπερχειού, γεννήθηκε κωφάλαλη. «Η Τασούλα έμεινε η «μουγκή». Έμεινε με αυτήν την αποτρόπαια λέξη που σερνόταν στ’ αυτιά των δικών της σαν κατάρα που τους βάραινε όλους». Ο αδελφός της ο Ιορδάνης που την αγαπούσε και ήθελε να την προστατεύει, θα κάνει τα αδύνατα δυνατά, για να την βοηθήσει να αποκτήσει την ακοή της. Μέχρι και στην Γερμανία θα πάει, οικονομικός μετανάστης, για να εξασφαλίσει τα απαραίτητα χρήματα. Όμως είναι έτοιμη η Τασούλα, να αποδεχτεί αυτήν την τρομακτική αλλαγή του κόσμου της;

     Τέλος, το «Σαν Παραμύθι», εκτυλίσσεται στην Κρήτη, με κεντρικούς χαρακτήρες την Αρετή και τον Γιάννη. Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο του διηγήματος, είναι η χρήση λέξεων και φράσεων, που δίνουν την αίσθηση της ντοπιολαλιάς του νησιού.

     Άφησα για το τέλος το πιο ξεχωριστό και φορτισμένο κείμενο του βιβλίου που έχει τίτλο «Οι Αγνοούμενοι». Αναφέρεται φυσικά στους 1619 αγνοούμενους, που άφησε πίσω της η τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο, την οποία προκάλεσε με το πραξικόπημά της, η χούντα των Αθηνών. Όταν η Τουρκία εισέβαλε «αυτοί οι ερασιτέχνες της πολιτικής, οι αχυράνθρωποι της εξουσίας, αποδείχθηκαν απολύτως υποδεέστεροι των περιστάσεων και παρέμειναν αιφνιδιασμένοι κι αμήχανοι. Με τη διανοητική τους ανεπάρκεια είχαν πιστέψει στις διαβεβαιώσεις του αμερικανικού παράγοντα ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να επέμβει στην Κύπρο, τώρα βρίσκονταν απρόσμενα μπροστά σε μια εθνική τραγωδία που δεν ήξεραν και δεν μπορούσαν να διαχειριστούν». Μέσα από την ιστορία τεσσάρων φίλων, περιγράφονται οι τραγικές μέρες της εισβολής, αλλά και η ηρωική αλλά μάταιη αντίσταση που πρόβαλαν οι ελάχιστες δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ και της Εθνικής Φρουράς. Μια από αυτές τις ώρες ηρωισμού και αυταπάρνησης, είναι η αντίσταση που πρόβαλε ο ανθυπολοχαγός Ιωσήφ Στεργίδης με την διμοιρία του, που αποτελούνταν από εικοσιτέσσερις άνδρες. Είναι μια πραγματική ιστορία, που έντεχνα εμπλέκεται στον μύθο της νουβέλας, αφού ο συγγραφέας, θέλει αυτό το πραγματικό πρόσωπο να είναι ένας από τους τέσσερις φίλους! Ο Στεργίδης είχε το καθήκον να υπερασπιστεί το ύψωμα Λαπάτσα Χιλ. Η διμοιρία του όταν βρέθηκε περικυκλωμένη από επίλεκτα τμήματα αλεξιπτωτιστών και καταδρομέων αντιστάθηκε σθεναρά προκαλώντας μεγάλες απώλειες. Χρειάστηκε η επέμβαση της τουρκικής αεροπορίας, η οποία βομβάρδισε το ύψωμα για πολύ ώρα, για να καμφθεί η αντίσταση. Όταν ο βομβαρδισμός σταμάτησε, όλοι οι γενναίοι άνδρες της διμοιρίας ήταν νεκροί. Η τουρκική μνησικακία και βαρβαρότητα, άφησε τα πτώματα άταφα «κι έγιναν βορά στις αλεπούδες και τα τσακάλια». Η πληγή που άνοιξε το καλοκαίρι του 1974, συνεχίζει να αιμορραγεί και γι’ αυτήν την τραγωδία δεν έχουν αποδοθεί ακόμη οι ευθύνες.

     Τα πέντε κείμενα του βιβλίου, είναι καλογραμμένα, με θέματα εμπνευσμένα από την πραγματικότητα. Όπως αναφέρει και ο συγγραφέας «…δεν κάνω τίποτε περισσότερο παρά να μεταφέρω στο χαρτί γεγονότα και καταστάσεις που βίωσα στη ζωή μου και που επέδρασαν στην προσωπικότητα και τον χαρακτήρα μου».  

     Το βιβλίο συμπληρώνουν ο πρόλογος του Φώτη Φωτίου, Επιτρόπου προεδρίας της Κυπριακής Κυβερνήσεως για τα Ανθρωπιστικά Δικαιώματα, μία εκτενής, ενδιαφέρουσα και κατατοπιστική εισαγωγή-ανάλυση της ομότιμης καθηγήτριας Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Ελπινίκης Νικολουδάκη-Σαρρή και κοσμούν πέντε χαρακτικά και μία εικόνα (στο εξώφυλλο) του Γιώργου Κωνσταντίνου. Θεωρώ, ότι το κείμενο της κ. Σαρρή, θα έπρεπε να μπει στο τέλος του βιβλίου, για να διαβαστεί, αφού ο αναγνώστης έχει προηγουμένως έχει αναγνώσει τα κείμενα του βιβλίου, ώστε η οπτική του να είναι πιο ανεπηρέαστη από τα όσα ενδιαφέροντα και σημαντικά αναφέρονται στην ανάλυση.

     Εν κατακλείδι, θέλω να πω ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, που αξίζει να τύχει της προσοχής του αναγνωστικού κοινού!

10 Δεκ 2021

ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΙΑΝΑΚΟΣ

          Α. Γιανακός είναι το λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γιάννη Αντωνιάδη. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966. Είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης κι εργάζεται ως δικηγόρος στη Θεσσαλονίκη. Τον Ιανουάριο του 2013, αποφοίτησε από το Μεταπτυχιακό Τμήμα Δημιουργικής Γραφής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Έργα του: Ποίηση «Η Μνήμη Του Σώματος» (Πανοπτικόν, 2010), «Ημερολόγιο Ερασιτέχνη Κηπουρού» (Ανάτυπο, 2016), Πεζογραφία «Σκαλίζοντας Αναμνήσεις» (Γαβριηλίδης, 2016), «Τέσσερις Βολικοί Θάνατοι» (Κέδρος, 2017), «Η Φύλακας Του Αρχείου» (Κέδρος, 2021), Συμμετοχές «Διαγωνισμός Θεατρικού Έργου» (Παράξενες Μέρες, 2015).

  

     Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας «Η Φύλακας Του Αρχείου»;

     Όταν το 2017 εκδόθηκε το προηγούμενο μυθιστόρημα μου που διαδραματίζεται το 1936 στην Αθήνα, οι δύο ήρωες μου ο Αντώνης και η Μαρία ήταν 25 και 17 χρονών αντίστοιχα. Αποφάσισα τότε, αρχές του 2018, να συνεχίσω την ιστορία τους, να παρακάμψω τις ένδοξες στιγμέςτης αντίστασης  και να τους βάλω το 1949, στην τελευταία περίοδο του εμφυλίου. Ήθελα να μιλήσω για την τραγική αυτή περίοδο, για το τι έγινε τότε αλλά και για τους σλαβόφωνους της Δυτικής Μακεδονίας. Στην συνέχεια έπεσα πάνω στην ιστορία του αρχείου, οπότε η χρονική περίοδος που εκτείνεται το μυθιστόρημα συνέχισε μέχρι το 2014.

      Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με αυτό και ποιο είναι αυτό;
     Ήθελα με τον τρόπο της λογοτεχνίας, δηλαδή με τον έμμεσο τρόπο, να μιλήσω για θέματα ταμπού της αριστεράς, όπως η υπόθεση Γεωργιάδη, αλλά και το θέμα των σλαβόφωνων, θέμα επίκαιρο λόγω της συμφωνίας των Πρεσπών.

      Απαιτήθηκε έρευνα για τα πραγματολογικά στοιχεία και πόσο διήρκησε αυτή;
     Η έρευνα ξεκίνησε στην αρχή του 2018 και κράτησε μέχρι την ολοκλήρωση της συγγραφής  του βιβλίου, τον Μάιο του 2020. Ευτυχώς όμως υπήρχαν τα διαβάσματα μου σε ιστορικά βιβλία και απομνημονεύματα για τον εμφύλιο που πάνε αρκετά χρόνια πίσω, οπότε δεν ξεκίνησα από το μηδέν. Δεν έχω οποιαδήποτε καταγωγή από την περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, αλλά είναι μία περιοχή που αγαπώ πολύ. Την έχω γυρίσει χρόνια τώρα σε μονοπάτια και βουνά και χάρηκα πολύ που οι εικόνες που είχα περπατώντας στα βουνά της μπόρεσα να τις βάλω στο βιβλίο.

     Οι μυθιστορηματικοί χαρακτήρες είναι εξ ολοκλήρου επινοημένοι ή βασίζονται σε πραγματικά πρόσωπα;

     Στο μυθιστόρημα υπάρχουν ιστορικά πρόσωπα όπως και επινοημένα. Τα μυθοπλαστικά δρουν πλάι στα πραγματικά πρόσωπα, επηρεάζονται από τις πράξεις τους. Τα ιστορικά γεγονότα που αναφέρονται είναι απολύτως πραγματικά και χωρίς παραποίηση ως προς τα γεγονότα. Αρκετές φορές τα λόγια που βάζω στο στόμα τους, είναι πραγματικά, δηλαδή διάλογοι που ειπώθηκαν, σύμφωνα τουλάχιστον με τις αναφορές που υπάρχουν σε απομνημονεύματα πρωταγωνιστών της περιόδου.

    Η λογοτεχνία μπορεί να είναι μια κοινωνική πράξη;
      Η λογοτεχνία είναι πράξη. Η έκδοση ενός βιβλίου, και λέω έκδοση, γιατί εάν το λογοτεχνικό δημιούργημα μείνει στο συρτάρι, προφανώς δεν είναι πράξη. Πράξη γίνεται από την στιγμή που το διαβάζουν άλλοι άνθρωποι, είτε σε βιβλίο, είτε με τη μορφή της προφορικής διήγησης, όπως για παράδειγμα ήταν τα ποιήματα της Αχμάτοβα την περίοδο των σταλινικών εκκαθαρίσεων.

      Μπορεί η λογοτεχνία να δρομολογήσει αλλαγές σε κοινωνικό επίπεδο;
      Δεν νομίζω. Μπορεί να αποτυπώσει τις αλλαγές, μπορεί ακόμα και να τις προβάλλει ή να τις προκαταλάβει αλλάδεν είναι αυτή η ίδια που τις προκαλεί. Για να το πω σχηματικά και με ένα παράδειγμα, ο Θούριος του Ρήγα δεν προκάλεσε την ελληνική επανάσταση του 1821. Σίγουρα σχηματοποίησε ένα όραμα αλλά ουσιαστικά έδωσε μορφή σε ανάγκες και επιθυμίες που υπήρχαν μέσα στην κοινωνία.

      Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας;
     Ήταν ένα ανομολόγητο όνειρο. Μετά από πέντε βιβλία μου που έχουν εκδοθεί (ποιήματα, διηγήματα και δύο μυθιστορήματα), μόλις τώρα αρχίζω να συνειδητοποιώ ότι ίσως έχω γίνει συγγραφέας. Θεωρώ ότι χρειάζεται κάτι παραπάνω από το να βγάλεις ένα, δύο  βιβλία για να γίνεις συγγραφέας.  Αν με ρωτήσετε τι είναι αυτό ακριβώς, δεν ξέρω να σας πω, αλλά σίγουρα όποιος βγάζει ένα βιβλίο δεν γίνεται αυτόματα συγγραφέας.

     Ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε, όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;
     Όταν πήρα τα αντίτυπα από την πρώτη ποιητική συλλογή που έκανε την τιμή να βγάλει ο Κώστας Δεσποινιάδης στο Πανοπτικόν το 2010 δεν το πίστευα. Το κοίταζα και έλεγα έγινε τώρα πραγματικά; Ήταν μία μεγάλη αλλαγή για μένα που συνέπεσε και με μεγάλες αλλαγές στην προσωπική μου ζωή.

      Έχετε ασχοληθεί με όλα σχεδόν τα είδη λογοτεχνίας (μυθιστόρημα, διήγημα ποίηση) αλλά και θέατρο. Αγαπάτε κάποιο είδος ιδιαίτερα;
     Αγαπώ τη λογοτεχνία. Θεωρώ ότι κάθε ιδέα έχει και τον τρόπο της, το μέσο της να εκφραστεί. Μπορεί να είναι ποίημα, διήγημα ή μυθιστόρημα. Πολλές φορές το θέμα ορίζει τον τρόπο ή μπορεί να είναι και ως άσκηση για να προχωρήσεις. Για παράδειγμα το γράψιμο θεατρικού βοηθάει πάρα πολύ στην εξάσκηση στους διαλόγους αλλά και στην πλοκή, καθώς έχεις δυο τρεις ανθρώπους πάνω στη σκηνή. Κάτι πρέπει να κάνουν, κάτι να λένε. Η δράση στο θέατρο δεν σταματάει.

     Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;
     Όταν γράφω ένα μυθιστόρημα, οι ήρωες συντροφεύουν τις μέρες και τις νύχτες μου. Θυμάμαι την ερώτηση της συντρόφου μου μόλις τέλειωσα το πρώτο μου μυθιστόρημα «Έφυγε η Μαρία τώρα από το κρεβάτι μας;». Ένιωθε την ηρωίδα να έχει μπει ανάμεσα μας. Όταν τελειώνει το βιβλίο, οι ήρωες μπαίνουν στις σελίδες και ζουν εκεί. Απασχολούν πλέον τους αναγνώστες. Εγώ έχω ολοκληρώσει τη σχέση μαζί τους.

     Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά των ηρώων σας;
     Φυσικά. Τα συναισθήματα είναι κοινά, ανθρώπινα. Όλοι και όλες ερωτευόμαστε, απογοητευόμαστε, ελπίζουμε ή γινόμαστε εκδικητικοί. Σίγουρα σε κάθε ιστορικό πλαίσιο τα μεγέθη ή τα διακυβεύματα είναι διαφορετικά.

      Σας μοιάζει κάποιος από τους ήρωες σας;
     Ο Φλομπέρ όταν τον ρώτησαν ποια είναι η Μαντάμ Μποβαρύ απάντησε «Η Μαντάμ Μποβαρύ είμαι εγώ». Προφανώς οι μυθιστορηματικοί ήρωες ποτέ δεν είναι ο συγγραφέας, ούτε κάποιος συγκεκριμένος τρίτος άνθρωπος. Έχουν μέσα στοιχεία από όλους και προφανώς και οι ήρωες μου, τόσο άντρες όσο και γυναίκες, έχουν στοιχεία και από εμένα.

      Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;
     Συνήθως η σύντροφος μου.

     Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;
     Κάθε αναγνώστης είναι ιδανικός αναγνώστης. Και εκείνος που διαβάζει το βιβλίο στην παραλία αλλά και εκείνος που κάθεται στο γραφείο με το μολυβάκι του και υπογραμμίζει διαβάζοντας. Καθένας και κάθε μία παίρνει από το βιβλίο που κρατάει στα χέρι του αυτό που θέλει και το βιβλίο μπορεί να δώσει στον αναγνώστη ό,τι είναι έτοιμος να πάρει από αυτό. Ο δέκτης, δηλαδή ο αναγνώστης, θα βρει μέσα στο βιβλίο τα πράγματα που τον ενδιαφέρουν, θα δει τους ήρωες από την δική του σκοπιά, θα τους ταυτίσει με καταστάσεις που τυχόν αντιμετωπίζει.

     Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;

     Επειδή όπως είπα βάζω στοιχεία δικά μου στους ήρωες και τις ηρωίδες μου, πολλές φορές διαβάζοντας αυτά που έχω γράψει, καταλαβαίνω ότι κάποιες φορές έχω γράψει πράγματα χωρίς να το καταλάβω για μένα. Είναι κάτι σαν (αυτο)ψυχανάλυση.

      Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;
     Ναι αρκετές φορές. Επειδή ασχολούμαι, τουλάχιστον στα δύο μυθιστορήματα μου, με θέματα ιστορικά, πολλές φορές ιδίως η έρευνα για τη συγγραφή ανατρέπει εντυπώσεις που είχα κυρίως από μία γενική ιδέα που υπάρχει για τα πράγματα. Για παράδειγμα στην «Φύλακα του αρχείου» κάτι που δεν ήξερα και βρήκα στην έρευνα, είναι ότι μετά την υποχώρηση των ανταρτών στην Αλβανία τον Αύγουστο του 1949, το ΚΚΕ συνέλαβε τους αρχηγούς των σλαβομακεδόνων, ένδεκα άτομα, ως προδότες, πράκτορες του Τίτο και τους έστειλαν εξορία στο Καζακτσάν. Έπρεπε να βρεθούν εξιλαστήρια θύματα για την ήττα. Πριν ξεκινήσω να γράφω το μυθιστόρημα η γενική εντύπωση που είχα, η εντύπωση που βγαίνει από απομνημονεύματα και διηγήσεις, ήταν ότι όλοι ήταν μαζί ενωμένοι απέναντι στον κοινό εχθρό.

     Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους αναγνώστες σας;
     Ναι. Θεωρώ ότι είναι μία διαδικασία ωφέλιμη για μένα. Μου αρέσει να ακούω και τους επαίνους αλλά και τα τυχόν προβλήματα που κάποιος αναγνώστης εντοπίσει σε ένα βιβλίο μου. Επίσης κάποιες φορές εκπλήσσομαι με το τι βλέπει ένας αναγνώστης. Πράγματα που μπορεί ακόμα και να έχω γράψει ασυναίσθητα ή να μην τους έχω δώσει την σημασία που βλέπει κάποιος τρίτος.

     Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας «υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;
     Σίγουρα. Θεωρώ ότι υπάρχουν τόσα βιβλία, όσο και οι αναγνώστες τους. Καθένας και κάθε μία αναδεικνύει από το βιβλίο κάτι διαφορετικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην «Φύλακα του αρχείου» άλλοι στάθηκαν κυρίως στο θέμα της ιστορίας του αρχείου του ενιαίου ΚΚΕ, άλλοι στο θέμα των σλαβόφωνων της Δυτικής Μακεδονίας, άλλοι στην υπόθεση Γεωργιάδη και τι έγινε στην τελευταία φάση του εμφυλίου.  

     Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;
     Έχω διαβάσει πολλούς Έλληνες και ξένους πεζογράφους και ποιητές. Αν έπρεπε να διαλέξω θα έλεγα «Το κιβώτιο» του Αλεξάνδρου. Και αγαπώ ιδιαίτερα την γερμανόφωνη λογοτεχνία του μεσοπολέμου από τον Κάφκα μέχρι τον Τσβάιχ, Φάλαντα, Ρότ.

      Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;
     Η συγγραφή είναι μία μοναχική διαδικασία. Γίνεται εύκολη όταν έχεις τον χρόνο και μπορείς να βγάλεις αυτό που έχεις μέσα σου, είναι δύσκολη, όταν κυοφορείς μία ιστορία που θέλει να γραφτεί και δεν έχεις ακόμα τον τρόπο ή τον χρόνο για να την γράψεις. Αυτό μπορεί να επηρεάσει τις σχέσεις με τους γύρω σου ή ακόμα και την δουλειά από την οποία βιοπορίζεσαι.

      Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο συρτάρι σας;
     Ένα αφήγημα μου, που γράφτηκε στο ενδιάμεσο της «Φύλακα του αρχείου», θα κυκλοφορήσει το 2022.  Ένα ακόμα μυθιστόρημα, ξεκίνησε να γράφεται στην δεύτερη καραντίνα τον Οκτώβριο του 2020. Ελπίζω να τελειώσει κάποια στιγμή.

Σας ευχαριστώ πολύ!

5 Δεκ 2021

ΑΕΡΑΣ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ


ΜΑΝΙΝΑ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ
Εκδόσεις ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Σελ. 298, Ιούνιος 2021

      Την  ιστορία δύο γυναικών που τις χωρίζουν διακόσια χρόνια, αλλά τις ενώνει ένα αόρατο νήμα, αφηγείται στο νέο της βιβλίο η Μ. Ζουμπουλάκη. Είναι η ιστορία του αγώνα για επιβίωση σε ένα μικρό αιγαιοπελαγίτικο νησί, που δεν κατονομάζεται, αφού πιθανότατα δεν είναι κάποιο συγκεκριμένο. «Το μικρό, όχι-διάσημο νησί αυτής της μικρής ιστορίας μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε στο Αιγαίο πέλαγος».

     Η έμπνευση γι’ αυτό το βιβλίο, ήρθε από ένα περιστατικό που συνέβη στη Σαμοθράκη τον Σεπτέμβριο του 1821. Οι κάτοικοι του νησιού, που εκείνη την εποχή ήταν περίπου τέσσερις χιλιάδες, τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς, μαθαίνοντας για την επανάσταση που ξέσπασε, έστειλαν μήνυμα στον Τούρκο διοικητή, με το οποίο τον ενημέρωναν ότι «Του λοιπού είμαστε Έλληνες ελεύθεροι και κατά συνέπειαν δεν έχουσι πλέον να πληρώσι φόρους εις τον Σουλτάνον». Η ενέργεια αυτή θεωρήθηκε επαναστατική. Ο Σουλτάνος διέταξε την άμεση κατάπνιξη της στάσης. Ο μπέης Καρά Αλής, αποβίβασε χίλιους καλά οπλισμένους στρατιώτες, που αποδύθηκαν σε ένα όργιο βίας, σφαγών και λεηλασίας. Από τους τέσσερις χιλιάδες κατοίκους διασώθηκαν μόνο εφτακόσιοι. Όσοι πρόλαβαν να διαφύγουν με τα καΐκια και όσοι μπόρεσαν να κρυφτούν σε σπηλιές. Τριάντα τρεις γυναίκες διάφορων ηλικιών, κατέφυγαν στο «φρύδι του Θεού». Έναν απόκρημνο, ψηλό βράχο στην άκρη της θάλασσας κι επέλεξαν να πέσουν και να χάσουν τη ζωή τους. «…αυτοκτόνησαν πηδώντας από βράχια και γκρεμούς για να μη βιαστούν κατά το δίκαιο του πολέμου, και να μην καταλήξουν στα σκλαβοπάζαρα και στους οίκους ανοχής της Ανατολής. Όμοιες τραγικές αυτοκτονίες γυναικόπαιδων συνέβησαν στο Σούλι-που προηγήθηκε της Σαμοθράκης, στην Αράπιτσα και σε πολλά άλλα σημεία της επαναστατημένης Ελλάδας».

     Η μόνη που δίστασε ήταν η εντεκάχρονη Βάνθη. Όταν όμως είδε τους Τούρκους να την πλησιάζουν, ρίχτηκε κι αυτή. «Οι χατζάρες χτυπάνε πάνω στα βράχια, μέταλλα, μπότες, φωνές και γέλια ακόμα, της φαίνονται τρομαχτικά αυτά τα γέλια, περισσότερο από τις αντρικές φωνές, τις πολεμικές ιαχές που έρχονται όλο και πιο κοντά. Οι στρατιώτες είναι πια δίπλα της, στα πέντε βήματα, τέσσερα, τρία βήματα, η Βάνθη μυρίζει τις ανάσες τους στον γκρίζο πρωινό αέρα, παίρνει μια βαθιά, τελευταία αναπνοή, ανοίγει τα χέρια στα πλάγια σαν να είναι πουλί, αισθάνεται τον κοφτερό αέρα να την αρπάζει από τα μαλλιά και λίγο πριν ορμήσει πάνω της, ο πρώτος στρατιώτης, κλείνει τα μάτια, βγάζει μια κραυγή τρόμου και πηδάει στο κενό». Όμως φαίνεται πως η τύχη είναι με το μέρος της: κάποια δέντρα που βρίσκονταν στον γκρεμό, επιβράδυναν την πτώση της και μετρίασαν τις επιπτώσεις. Η Βάνθη, όταν συνέρχεται στο βάθος του δυσπρόσιτου βαράθρου, διαπιστώνει ότι έχει μώλωπες σε όλο της το σώμα και κάταγμα στο δεξί της πόδι. Τώρα πρέπει να κρυφτεί-με τη βοήθεια της ομίχλης-και να παλέψει για να επιβιώσει…

     Διακόσια χρόνια αργότερα, η 40χρονη Εύα, πρέπει κι αυτή να παλέψει για να νικήσει τα φαντάσματα του παρελθόντος και να επιβιώσει. Το να εξασφαλίσει έναν αξιοπρεπή μισθό είναι εύκολο. Τα χρόνια εμπειρίας στο χώρο του τουρισμού και η κατάρτισή της, την κάνουν περιζήτητη ειδικά στο μικρό αιγαιοπελαγίτικο νησί, που το έμπειρο προσωπικό είναι δυσεύρετο! Αυτό που είναι δύσκολο, είναι να εξασφαλίσει την ηρεμία της, μετά τη θύελλα που σάρωσε τη ζωή της, για να βρει την ψυχική ισορροπία της και να διορθώσει την κακή σχέση που έχει με την έφηβη κόρη της. Η «εισβολή» στην τωρινή της ζωή, δύο προσώπων, από το μακρινό παρελθόν της, όταν όλα φάνταζαν καλύτερα και πιο εύκολα, θα επιδράσουν θετικά στη ζωή της. Θα τη βοηθήσουν να δει τα πράγματα με άλλο βλέμμα, με άλλη οπτική, και να προσδοκά ένα καλύτερο μέλλον, παρά τον κίνδυνο μιας άλλης μεγάλης επαπειλούμενης εισβολής. Όμως η ομίχλη θα παίξει και πάλι τον καταλυτικό της ρόλο!

     Εξαιρετικά γραμμένο μυθιστόρημα και ακόμη πιο εξαιρετικό το επίμετρο! Διαβάστε το και θα καταλάβετε τι εννοώ!