Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας «Μπλε Άμμος»; Διάβαζα για κάποια παλιά εγκλήματα και την προσοχή μου τράβηξε η υπόθεση ενός ανθρώπου που είχε σκοτώσει πέντε γνωστούς του. Αυτό, βέβαια, ήταν η αρχική σπίθα, το φυτίλι που πυροδότησε τη φαντασία μου. Από κει και πέρα αυτή (εννοώ η φαντασία) πήρε τη σκυτάλη κι άρχισε να υφαίνει, να πλάθει υπόθεση, πλοκή, ήρωες, να βγάζει στην επιφάνεια μύχιες ιδέες και αντιλήψεις και να τα τοποθετεί όλα αυτά σε ανάλογο χωρο-χρονικό πλαίσιο.
Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με αυτό
και ποιο είναι αυτό;
Όμως,
καθώς γράφω, υπακούω στη φωνή που -άλλοτε ισχνή και άλλοτε ρωμαλέα- νιώθω να
αντηχεί μέσα μου. Ωχ, δεν θέλω ν’ ακουστώ σαν την Ζαν ντ’ Αρκ που άκουγε φωνές
(επικίνδυνα πράγματα αυτά), αλλά οι ιδέες μου, αυτά που έχω μέσα μου, θα βγουν,
δεν γίνεται αλλιώς.
Τώρα,
όσον αφορά το μήνυμα που -θέλω να- μεταφέρω, αυτό είναι ότι δεν υπάρχει απόλυτο
κακό και απόλυτο καλό, ότι δεν πρέπει να κοιτάμε μόνο το περιτύλιγμα, το
προφανές, και να κρίνουμε, ότι οι ρόλοι του θύτη και θύματος είναι κάποιες
φορές σαν δυο δοχεία που βρίσκονται δίπλα-δίπλα και τα περιβλήματά τους είναι
τρύπια κι έτσι το περιεχόμενο του ενός χύνεται μέσα στο περιεχόμενο του άλλου,
σε σημείο που να μην μπορούμε να ξέρουμε τι ανήκε αρχικά στο καθένα.
Η λογοτεχνία δεν ΜΠΟΡΕΙ να
είναι κοινωνική πράξη. Η λογοτεχνία ΠΡΕΠΕΙ να είναι κοινωνική πράξη. Το
«μπορεί» δείχνει πιθανότητα ή έστω δυνατότητα. Το «πρέπει» όμως δείχνει χρέος,
καθήκον. Και η λογοτεχνία -όπως κάθε τέχνη νομίζω-δεν μπορεί να ναρκισσεύεται
εξαντλούμενη σε ενασχόληση γύρω από ομφαλοσκοπήσεις. Ακόμη κι αν θέλω να γράψω
την ιστορία του παππού μου (που λέει ο λόγος), πρέπει αυτή η ιστορία να έχει
κάτι ευρύτερο να πει, για να αγγίξει τους ανθρώπους. Γενικά η λογοτεχνία οφείλει
να είναι ενεργή μέσα στην κοινωνία, να παίρνει θέση, να «μιλάει» για τα
προβλήματα της κοινωνίας, τις παθογένειές της, για τα ιστορικά γεγονότα, τις
αιτίες και τις συνέπειές τους πάνω στους ανθρώπους. Η λογοτεχνία οφείλει να «φωτίζει»
και να μην «σκοτώνει» (το λέω με την κυριολεκτική έννοια της λέξης, να μην
καλύπτει με σκότος δηλαδή)τις πτυχές της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Και όταν
κάτι φωτίζεται, ε, τότε μπορούμε να το παρατηρήσουμε καλύτερα και ίσως και να
το αντιμετωπίσουμε.
Δεν
αντέχω, θα το πω: Αν η υπόθεση ενός μυθιστορήματος είναι «ο πλούσιος με το
θεληματικό πηγούνι που ερωτεύεται τη φτωχιά, πλην πανέμορφη, πλην τίμια κοπέλα
και αυτή τον πιάνει με άλλη, αλλά ήταν παρεξήγηση και πάνε να ζήσουν οι δυο
τους παντρεμένοι στον υπερπολυτελή του πύργο κάπου έξω απ’ το Παρίσι», συγγνώμη,
αλλά αυτό δεν είναι λογοτεχνία και δεν πρέπει να ονομάζεται λογοτεχνία. Ας
ονομαστεί «ιστορία για να περνά η ώρα» «αφήγημα-πασατέμπο», «έχω κάποια χαρτιά περισσευούμενα
και είπα να τα γεμίσω». Τέλος πάντων, θέληση να υπάρχει και θα το βρούμε το
όνομα. Σίγουρα πάντως δεν είναι λογοτεχνία.
Μπορεί η λογοτεχνία να δρομολογήσει
αλλαγές σε κοινωνικό επίπεδο;
Θα σας απαντήσω κάτι του
οποίου την πνευματική ιδιοκτησία δεν διεκδικώ. Θέλω να πω ότι αυτό που θα
απαντήσω δεν το σκέφτηκα εγώ, αλλά το άκουσα από τους μαθητές μου, όταν
μιλούσαμε περί τέχνης, και με βρήκε απόλυτα σύμφωνη: για να μπορέσει η
λογοτεχνία να δρομολογήσει αλλαγές, πρέπει οι άνθρωποι να διαβάζουν λογοτεχνία.
Και συνεχίζω την άποψη των μαθητών μου: αν δεν έχεις επαφή με κάτι, πώς είναι
δυνατό να σε επηρεάσει; Και απαντώ το αυτονόητο: δεν είναι δυνατό. Οι άνθρωποι
έχουν απομακρυνθεί από τη λογοτεχνία, με απλά λόγια: δεν διαβάζουν. Και η
λογοτεχνία είναι κάπως σαν τον νόμο. Από μόνη της είναι ανίσχυρη, ένα γραπτό
κείμενο είναι, τι δύναμη μπορεί να έχει; Οι άνθρωποι είναι αυτοί που της δίνουν
δύναμη (και σε αυτή και στους νόμους και σε κάθε γραπτό κείμενο) και οι
άνθρωποι είναι αυτοί που μπορούν να τη ρίξουν σε αχρηστία.
Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε
συγγραφέας;
Είμαι συγγραφέας; Μου
φαίνεται λίγο βαρύγδουπος ο τίτλος. Εγώ απλώς γράφω. Γράφω, γιατί με γεμίζει, γιατί
βρίσκω διέξοδο, γιατί κάτι μέσα μου με σπρώχνει να το κάνω, γιατί εντέλει γουστάρω
πάρα πολύ όλη αυτή τη διαδικασία.
Ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε,
όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;
Μου φαινόταν απίστευτο. Νόμιζα ότι κάποια
στιγμή θα ξυπνήσω και διαπιστώσω ότι όλο αυτό ήταν απλώς ένα όνειρο.
Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;
Πάντως σίγουρα δεν πεθαίνουν. Ζουν μέσα
μου. Τους ανακαλώ. Ανακαλώ τις στιγμές που τους έπλαθα, τις στιγμές που
ανεξαρτητοποιούνταν από μένα. Είναι σαν τη γυναίκα που κυοφορεί ένα παιδί. Στην
αρχή είναι ενσωματωμένο σε αυτήν, είναι μέσα της, μετά γεννιέται και γίνεται
ένας ανεξάρτητος άνθρωπος με τη δική του
βούληση και τις δικές του πράξεις. Έτσι, λοιπόν, και με τους ήρωες των βιβλίων.
Σκέφτομαι τις ώρες που πλάθονταν μέσα μου, τις ώρες που γεννιόντουσαν, τις ώρες
που αποκτούσαν χαρακτήρα και δρούσαν σύμφωνα με αυτόν. Για άλλους ήρωες η γέννα
ήταν πιο εύκολη, για άλλους πιο επώδυνη, όπως και με τα βιολογικά τέκνα. Πάντως
με το που τελειώνει η συγγραφή δεν σβήνουν μέσα μου, δεν παύουν να υπάρχουν.
Εδώ δεν σβήνουν μέσα μου ήρωες κάποιων βιβλίων που διάβασα (και δεν είναι δικά
μου), θα σβήσουν αυτοί που όσο να ’ναι με συνδέουν μαζί τους και οι ωδίνες ενός
διανοητικού τοκετού;
Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά
των ηρώων σας;
Ναι, κάποια από αυτά ναι.
Σας μοιάζει κάποιος από τους ήρωες σας;
Μου μοιάζει. Κάποιος. Αλλά δεν θα ήθελα να
πω ποιος.
Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των
κειμένων σας;
Ο εκδότης.
Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;
Θα πω πρώτα ποιος ΔΕΝ είναι. Δεν είναι
ούτε ο «μορφωμένος» σε έναν πολύ υψηλό βαθμό (με μεταπτυχιακά, διδακτορικά και
τέτοιου είδους περγαμηνές), δεν είναι ούτε ο πολύ έμπειρος σε αναγνώσματα.
Καλοδεχούμενοι κι αυτοί. Όλοι καλοδεχούμενοι. Όμως…
Ιδανικός
είναι αυτός που διαβάζει με ανοιχτή καρδιά, που διαβάζει για να προβληματιστεί,
να κρίνει. Αυτός που αναζητά νοήματα μέσα και από την πλοκή και από τη γλώσσα.
Αυτός εντέλει που είναι διατεθειμένος να ταξιδέψει κάπως πιο μακριά από τα
ήσυχα νερά της ασφάλειας, της συνήθειας και των κατεστημένων αντιλήψεών του. Θα
μου πείτε: μπορεί να συναντήσει άγνωστες και πρωτόφαντες και ανεξερεύνητες
θάλασσες. Και θα σας απαντήσω: τι αξία έχει ένα ταξίδι χωρίς αυτές;
Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για
τον εαυτό σας;
Ναι, το πόσο μαζοχίστρια είμαι (χαχα).
Γιατί, ενώ θα μπορούσα να τελειώσω μία σκηνή ή μια ενότητα μέσα σε μία μέρα ή
δύο, άντε και σε μια βδομάδα, αν είναι πιο μεγάλη, αφού την έχω στο μυαλό μου
ως πλοκή και ως εικόνα, εγώ μπορεί να κάνω και ένα μήνα και δύο και
περισσότερο, γιατί το ψάχνω πάρα -μα πάρα- πολύ με το θέμα του χειρισμού της
γλώσσας, ποιες λέξεις θα διαλέξω, ποιες εκφράσεις, ποιους συνδυασμούς. Κι αυτό
γιατί θέλω να εξυπηρετείται ένας εσωτερικός ρυθμός στη γλώσσα του κειμένου. Ίσως
να μη δίνει εξωτερικά σημάδια, αλλά υποδορίως υπάρχει και διαπερνά το κείμενο.
Τέλος
πάντων, για να σοβαρολογήσω πάνω στην ερώτησή σας (αν και το θέμα του γλωσσικού
χειρισμού δεν είναι για μένα καθόλου αστείο, είναι νομίζω ένα από τα πιο
σοβαρά, τα πιο χρονοβόρα και τα πιο ψυχοφθόρα κατά τη διαδικασία της συγγραφής),
δεν ανακάλυψα καινούργια πράγματα για τον εαυτό μου, ανακάλυψα όμως ότι υπάρχει
μέσα μας μια «ντουλάπα» που ονομάζεται μνήμη. Κι αυτή η ντουλάπα έχει έναν…
ανεξάρτητο, ατιθάσευτο χαρακτήρα. Τις περισσότερες φορές δεν υπακούει σε
εντολές. Μπορεί να της ζητάς, να την παρακαλάς, να την απειλείς, να βγάλει κάτι στην επιφάνεια και αυτή να σφυρίζει
αδιάφορη. Κι άλλες φορές, ξαφνικά και χωρίς καμία προειδοποίηση, σε πετροβολεί
με κάτι εικόνες, κάτι λόγια, ακόμη και κάτι συναισθήματα από το παρελθόν, τόσο
έντονα που νιώθεις σα να τα βιώνεις εκείνη την ώρα. Αυτό ανακάλυψα για τον
εαυτό μου: τα παιχνίδια που -μου- κάνει η μνήμη.
Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που
σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;
Ναι, μέσα από την ιστορική έρευνα που κάνω
για τη συγγραφή των βιβλίων μου, έχω εκπλαγεί, έχω νιώσει να αναποδογυρίζουν οι
πεποιθήσεις μου, έχω διαπιστώσει ότι είχα εσφαλμένη εικόνα για κάποια θέματα.
Κι έτσι βγήκα από τη ζώνη της ασφάλειάς μου, από την περιχαρακωμένη ισιάδα των
εμπεδωμένων αντιλήψεών μου και μπήκα σε δύσβατα μονοπάτια. Πόσο ωραίο και
ενδιαφέρον είναι αυτό, να ξέρατε!
Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους
αναγνώστες σας;
Δεν είμαι και ο πλέον κοινωνικός άνθρωπος
που υπάρχει, δεν μπορώ να αναλίσκομαι σε συζητήσεις που δεν έχουν νόημα, στο
τηλέφωνο δεν μπορώ να μιλήσω πάνω από δύο λεπτά (και πολύ λέω), ΑΛΛΑ: με
ανθρώπους που έχουν διαβάσει τα βιβλία μου μού αρέσει πολύ να συνομιλώ. Και η
συνομιλία δεν χρειάζεται να έχει απαραιτήτως τη μορφή συνέντευξης, δηλαδή να με
ρωτάνε και να απαντάω, αλλά να ανταλλάσσουμε απόψεις, να μου λένε τι πιστεύουν,
τι νιώθουν για κάποιον ήρωα και να τους λέω κι εγώ τη δική μου οπτική. Και η
συζήτηση να επεκτείνεται και σε άλλα βιβλία που έχουμε διαβάσει αμφότεροι, σε
ήρωες και πλοκή άλλων συγγραφέων. Ναι, ναι, αυτή είναι μια πολύ-πολύ ωραία
συζήτηση.
Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας
«υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;
Πάρα πολλές φορές. Και είναι οι ωραιότερες
στιγμές αυτών των συζητήσεων.
Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε
ότι σας επηρέασε;
Βίκτορ Ουγκό, «Οι άθλιοι». Χωρίς δεύτερη
σκέψη. Το διάβασα σε πολύ μικρή ηλικία, μόλις τελείωνα το δημοτικό. Αυτό το
βιβλίο καθόρισε τη σκέψη μου, τις ιδέες, την κοσμοθεωρία, τον τρόπο θέασης των καταστάσεων
γύρω μου. Οι άθλιοι του Ουγκό μπήκαν μέσα μου και γίνανε το υλικό από το οποίο
πλάστηκε όλη μου η εσωτερική φτιαξιά.
Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η
συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;
Δεν είναι εύκολη. Και, όπως σας είπα πιο
πριν, είμαι εγώ που την κάνω να μην είναι εύκολη. Ψάχνω πάρα πολύ τις λέξεις
που θα χρησιμοποιήσω, την έκφραση, τη σύνταξη. Είπαμε, η γλώσσα που χρησιμοποιώ-θέλω
να- έχει ένα εσωτερικό ρυθμό, να μην έχει επαναλήψεις λέξεων και εκφράσεων, να
παίζει με τις σημασίες και τα νοήματα. Ναι, δεν είναι καθόλου εύκολη
διαδικασία, όμως… τι θα άξιζε η συγγραφή, αν ήταν εύκολη;
Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο
κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο
συρτάρι σας;
Ναι, έχω κάτι στο μυαλό μου
και εν μέρει στα χαρτιά μου, αλλά είναι
κάτι που χρειάζεται πολύ μεγάλη έρευνα και ιστορικό «ξεψάχνισμα» και θα πάρει
κάποιο χρόνο. Όμως δεν με πειράζει. Το ταξίδι αυτό της γραφής θέλω να το (ξανα)ζήσω
μέσα και από τις νηνεμίες και από τις τρικυμίες του.
Σας
ευχαριστώ πολύ!