8 Δεκ 2011

ΑΘΩΟΣ

SCOTT TUROW
Μετάφραση ΚΛΑΙΡΗ ΛΑΪΝΑ
Εκδόσεις BELL
Σελ. 456, Ιούνιος 2011

     Ο Σκοτ Τάροου, έγινε γνωστός κυριολεκτικά μέσα σε μια νύχτα, όταν δημοσιεύτηκε το πρώτο του μυθιστόρημα, «Αθώος Μέχρι Αποδείξεως Του Εναντίου». Τώρα 25 χρόνια κι εφτά βιβλία μετά, μας παρουσιάζει τη «συνέχειά» του.
     Πριν ξεκινήσει τη συγγραφή, το σκέφτηκε αρκετά γιατί όπως λέει: «Ανέκαθεν θεωρούσα πως το να προσπαθεί ένας συγγραφέας να μιμηθεί τον εαυτό του, είναι κάτι που εγγενώς τον περιορίζει και φοβόμουν να προσπαθήσω να ανταγωνιστώ ένα βιβλίο του οποίου η επιτυχία εκείνη την εποχή βασίστηκε εν μέρει στο γεγονός ότι άνοιγε καινούργιους δρόμους».
     Όμως ξεπέρασε τους αρχικούς δισταγμούς και αποφάσισε να γράψει όχι ακριβώς μια συνέχεια, αλλά ένα μυθιστόρημα που έχει τους ίδιους πρωταγωνιστές με το πρώτο. «Πλησίαζα κι εγώ τα εξήντα και αναλογιζόμουν το παρελθόν και το μέλλον για διάφορους προσωπικούς λόγους. Τώρα αντιλαμβάνομαι κάτι που δεν είχα δει τότε: ότι ήθελα να επιστρέψω στην αρχή και να ξεκινήσω πάλι από το μηδέν. Και σ’ εκείνη τη φάση, δεν ανησυχούσα μήπως αυτοπεριοριζόμουν».
     Για να παρακολουθήσει ο αναγνώστης την υπόθεση αυτού του βιβλίου, δεν είναι απαραίτητο να έχει διαβάσει το πρώτο. Οι αναφορές σ’ εκείνο είναι ελάχιστες. Στην ουσία στα χέρια μας έχουμε ένα καινούριο μυθιστόρημα, με μια καινούρια υπόθεση να μας απασχολεί. Ακόμα και οι ήρωες μπορούμε να θεωρήσουμε ότι είναι «καινούριοι», αφού από πάνω τους έχουν περάσει σχεδόν 20 χρόνια και είναι φορτωμένοι με τις εμπειρίες που τους άφησε μια αντιπαράθεση που τους σημάδεψε, τους άλλαξε και εν πολλοίς καθόρισε τις ζωές τους. Αν και ο συγγραφέας πιστεύει ότι: «Μια από τις βαθύτερες αλήθειες στη ζωή είναι ότι πολλές φορές οι άνθρωποι, για λόγους τους οποίους δεν καταλαβαίνουν, επαναλαμβάνουν παρορμητικά τα ίδια λάθη».
     Πριν από είκοσι χρόνια, ο Ράστι Σάμπιτς και ο Τόμι Μόλτο, διασταυρώθηκαν σε μια μονομαχία, στην πολύκροτη δίκη του πρώτου, ο οποίος κατηγορήθηκε ότι δολοφόνησε την ερωμένη του. Μια παλιά ιστορία, που όμως κάποιοι μέσα κι έξω από το δικαστικό μέγαρο του Κιντλ δεν την έχουν ξεχάσει. «Νικητής» τότε αναδείχτηκε ο Σάμπιτς, αφού αθωώθηκε. Τώρα, στα εξήντα του, είναι Πρόεδρος του Εφετείου της Τρίτης Εφετειακής Περιφέρειας και υποψήφιος για το Ανώτατο Δικαστήριο της Πολιτείας. Ως την ημέρα που η γυναίκα του βρίσκεται νεκρή στο κρεβάτι, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Ένα θάνατο για τον οποίο ο Σάμπιτς θα ενημερώσει την αστυνομία και τις υπόλοιπες αρχές, αφού περάσουν 24 ώρες από το στιγμή που θα επέλθει! Όλοι υποψιάζονται εγκληματική ενέργεια και Νο 1 ύποπτος είναι ο Σάμπιτς που βρίσκεται πάλι στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
     Απέναντί του, στο έδρανο του Δημόσιου Κατήγορου, βρίσκεται ο Τομαζίνο (Τόμι) Μόλτο, ο 3ος προσωρινός Δημόσιος Κατήγορος της κομητείας του Κιντλ.
     Όλοι πιστεύουν ότι τώρα οι δύο άντρες θα παίξουν τη ρεβάνς. Καριέρες, υπολήψεις και μυστικά καλά φυλαγμένα μια ολόκληρη ζωή, όλα θα διακυβευτούν στη δικαστική αίθουσα, από την οποία ένας θα βγει νικητής. Ή μήπως όχι;
     Το βιβλίο δεν είναι απλά ένα δικαστικό θρίλερ, αλλά και ένα ψυχογράφημα των χαρακτήρων που αναγκάζονται να περάσουν για δεύτερη φορά μια παρόμοια περιπέτεια. Επίσης μας δείχνει, πως ένα δικαστικό σύστημα μπορεί να λειτουργεί γρήγορα και δε διστάζει να στέλνει στο εδώλιο ακόμα και «υψηλά ιστάμενους» τιμώντας με αυτό τον τρόπο την αποστολή του και γεμίζοντάς μας θλίψη, για τον τρόπο που λειτουργεί στην Ελλάδα, όπου η καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης με διάφορα νομικίστικα τερτίπια, αγγίζει τα όρια της αρνησιδικίας, με ότι αυτό συνεπάγεται.

29 Νοε 2011

ΑΓΙΟΣ ΗΡΑΚΛΗΣ

ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ
Εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
Σελ. 235, Ιούνιος 2011

     Με τη «βιογραφία» του Ηρακλή, του «απόλυτου» Έλληνα ήρωα, ασχολείται στο καινούριο του βιβλίο ο Θ. Καλλιφατίδης. Μια «βιογραφία» που δεν αρκείται στην απλή παράθεση των γεγονότων, αλλά ψάχνει και το γιατί που κρύβεται πίσω κυρίως από τις πράξεις του ήρωα.
      Ξεκινά με τα της σύλληψης και της γέννησης του Ηρακλή. Ο Δίας (ο οποίος ήταν γνωστός μπερμπάντης) ερωτεύτηκε την Αλκμήνη, γυναίκα του Αμφιτρύωνα, και για να μπορέσει να την αποπλανήσει, παίρνει τη μορφή του άντρα της, που εκείνο τον καιρό έλειπε στον πόλεμο. Μάλιστα «διέταξε τον ήλιο να μη βγει για τρία μερόνυχτα κι έτσι έγινε η πιο μεγάλη νύχτα στην ιστορία του έρωτα…». Ο Αμφιτρύωνας, όταν κατάλαβε τι έγινε θύμωσε, αλλά ο μάντης Τειρεσίας στον οποίο κατέφυγε για συμβουλές του είπε «Έχεις μια ευλογημένη γυναίκα…πρέπει να μεγαλώσεις το παιδί που περιμένει σα να ήταν δικό σου».
     Λίγο μετά τη γέννησή του, ο Ηρακλής, έπνιξε στην κούνια του, δύο φίδια που έστειλε η Ήρα, η οποία ζήλευε το Δία για τις διαρκείς απιστίες του με θεές και θνητές κι όχι μόνο. Σαν παιδί, εκτός από τον πατέρα του, είχε και άλλους καλούς δασκάλους: τον Κάστορα στη χρήση των όπλων, τον Αίλυκο στην πάλη, τον Εύρυτο στο τόξο, τον κένταυρο Χείρωνα στις επιστήμες και τον Λίνο στη μουσική, τον οποίο ο Ηρακλής επειδή δεν μπορούσε να ελέγξει τον οξύθυμο και παρορμητικό χαρακτήρα του, σκότωσε γι ασήμαντη αφορμή. Όταν έφτασε σε εφηβική ηλικία, προκάλεσε πόλεμο μεταξύ της γενέτειράς του Θήβας και του Ορχομενού. Ως ανταμοιβή για τη νίκη την οποία σχεδόν μόνος κατήγαγε, ο βασιλιάς Κρέοντας, του έδωσε για γυναίκα την κόρη του Μεγάρα. Μαζί απέκτησε τρία παιδιά. Τα οποία όμως ένα βράδυ μεθυσμένος και κυριευμένος από μένος, τα σκότωσε. Αμέσως έγινε στα μάτια όλων ένας παρίας. Όταν συνειδητοποίησε το μέγεθος του εγκλήματος που έκανε, πήγε στο μαντείο των Δελφών, για να λάβει χρησμό. Η Πυθία, του είπε ότι για να εξιλεωθεί, θα έπρεπε να τεθεί για δώδεκα χρόνια, στην υπηρεσία του βασιλιά της Τίρυνθας, Ευρυσθέα. «Εφταμηνίτης άνθρωπος, μισοέτοιμος, κακός και φιλόδοξος».
     Ο Ηρακλής έφερε σε πέρας όποια δοκιμασία του έβαλε ο Ευρυσθέας και ακόμη περισσότερες Έτσι απέκτησε πάλι τη παλιά του αίγλη. Αυτά, είναι λίγο-πολύ γνωστά από τη μυθολογία. Ο συγγραφέας όμως, δεν επιχειρεί να ξαναγράψει μια ακόμη μυθολογία. Αντίθετα, πραγματοποιεί μια καταβύθιση στον ψυχισμό του Ηρακλή. Μας δείχνει έναν άνθρωπο παντοδύναμο μεν, αλλά κουρασμένο και μάλλον παραιτημένο. Που δέχεται αδιαμαρτύρητα τον ορισμό που του δίνει ο Προμηθέας για το τι είναι ήρωας («Ξέρεις τι είναι ένας ήρωας; Εκείνος που κάνει τα αναγκαία εγκλήματα») και που στο τέλος της ζωής του, μένει να αναρωτιέται αν αυτό που έζησε άξιζε ή αν σπατάλησε άδικα το δώρο της ύπαρξης. «Τι νόημα έχει η ζωή, αφού τελικά όλα γίνονται σκιές; Τι σημασία έχουν όλες οι νίκες που κερδίζεις, όλες οι γυναίκες που μπήκαν στο κρεβάτι σου, όλοι οι εχθροί που σκότωσες, αφού το τέλος είναι αυτό που είναι; Η ζωή είναι μια πλάνη».
     Πρόκειται για ένα εξαιρετικό βιβλίο που διαβάζεται απνευστί και το οποίο συνιστώ ανεπιφύλακτα Μάλιστα αν δεν υπήρχε και η δικτατορία του ενός και μοναδικού βιβλίου για τη διδασκαλία στα σχολεία, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι και εγχειρίδιο, που με τον ζωντανό και μοναδικό τρόπο που είναι γραμμένο, θα μπορούσε να εμπνεύσει τους μαθητές να σκύψουν με περισσότερο ενδιαφέρον πάνω από την ελληνική μυθολογία.
     Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση, αφού πρώτα έγινε γνωστός στο εξωτερικό και αργότερα στην Ελλάδα. Γεννήθηκε στη Λακωνία το 1938. Γιος δασκάλου από τον Πόντο, μετακόμισε στην Αθήνα το 1946. Το 1964, εγκαταστάθηκε στη Σουηδία, όπου σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης. Αργότερα δίδαξε φιλοσοφία στο ίδιο πανεπιστήμιο Άρχισε να γράφει στα σουηδικά το 1969 και από το 1976, ζει αποκλειστικά από το γράψιμο. Από το 1994, γράφει τα βιβλία του και στα ελληνικά. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, ποιητικές συλλογές, ταξιδιωτικά δοκίμια, θεατρικά έργα. Έχει γράψει κινηματογραφικά σενάρια, ενώ έχει σκηνοθετήσει και μία ταινία. Έχει τιμηθεί με σημαντικά διεθνή λογοτεχνικά βραβεία και τα βιβλία του κυκλοφορούν σε είκοσι γλώσσες.

19 Νοε 2011

ΜΑΡΑΘΩΝΑΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ


ΝΙΚΟΣ Κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Εκδόσεις ΙΩΛΚΟΣ
Σελ. 333, Ιανουάριος 2౦11


     Θέλω να ξεκινήσω την παρουσίαση αυτού του ιστορικού μυθιστορήματος, κάπως παράξενα. Δηλ. σχολιάζοντας τον τίτλο. Ο οποίος θεωρώ ότι "ξεγελά" τον αναγνώστη αλλά και αδικεί το βιβλίο. Κι αυτό γιατί το μυθιστόρημα δεν αναφέρεται μόνο στη μάχη του Μαραθώνα, αλλά κυρίως στο μέσω ποιών διεργασιών έφτασαν οι Αθηναίοι να υπερασπιστούν σύσσωμοι την πόλη τους και πως το δημοκρατικό πολίτευμα, "δημιούργησε" αυτούς τους μαχητές. Όπως λέει και ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου: "Πως θα μπορούσα να φανταστώ πως τούτη η μικρή άσημη, άγνωστη ακόμα και στους περισσότερους Αθηναίους πεδιάδα θα γινόταν σύμβολο προσπάθειας, ανοχής, μάχης και νίκης που θα αντιλαλούσε στις μνήμες των ελεύθερων ανθρώπων, θα γινόταν συνώνυμη με την ελευθερία; Σύμβολο πως ελεύθεροι άνθρωποι δεν λυγίζουν, δεν υποτάσσονται όποιοι και αν είναι οι όροι της αναμέτρησης, δε μετρούν το πλήθος των εχθρών αλλά το ανάστημα της ψυχής τους. Τολμούν, πολεμούν και θριαμβεύουν, γράφοντας τούτη τη λέξη "Μαραθώνας" στην ιστορία και το μύθο, παράδειγμα και οδηγό για τις μελλοντικές γενιές".
     Για να πετύχει το σκοπό του, ο συγγραφέας επαναφέρει στο προσκήνιο ένα χαρακτήρα για τον οποίο πρωτοέγραψε το 1996, το Νικομήδη τον Αθηναίο, ποιητή και Ολυμπιονίκη. Μέσα από τη "βιογραφία" του, παρακολουθούμε όλα τα γεγονότα και τις εξελίξεις της εποχής του. Ο Νικομήδης, αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο τις περιπέτειες του. Ξεκινά με τη συμμετοχή του στην 65η Ολυμπιάδα του 520 π.Χ. Στη συνέχεια περιγράφει πως έφτασε στη Σάμο, αιχμάλωτος αρχικά και στη συνέχεια φιλοξενούμενος, χάρη στον ομότεχνό του Ανακρέοντα. Εκεί πάλεψε και νίκησε για χάρη μιας γυναίκας, που έγινε στη συνέχεια η σύζυγός του, της Χρυσόθεμης. Όταν ξέφυγαν από τη Σάμο, μετά την κατάληψη του νησιού από τους Πέρσες, γνωρίστηκε με την οικογένεια της γυναίκας του, τους Αλκμαιωνίδες. Μια αθηναϊκή δημοκρατική οικογένεια που ζούσε εξόριστη στην Κόρινθο εξ αιτίας της τυραννίας του Ιππία. Θείος της Χρυσόθεμης, ήταν ο Κλεισθένης. ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα, όχι μόνο επέστρεψε στην Αθήνα, αλλά και την κυβέρνησε κάνοντας μεταρρυθμίσεις που "έδωσαν στην αθηναϊκή δημοκρατία τη μορφή που είχε τους επόμενους δύο αιώνες και έτσι έγιναν προϋπόθεση για την ακμή της". Ο Νικομήδης υπήρξε μέλος του επιτελείου του Κλεισθένη και ενεργώντας πάντα -από επολογή του-στις παρυφές της εξουσίας, συνέβαλε αποφασιστικά στην ακμή της πόλης του.
     Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, βοηθά τον αναγνώστη να μπει στο πνεύμα του Νικομήδη και κατ' επέκταση στον τρόπο σκέψης της πλειονότητας των Αθηναίων Ο αναγνώστης έχει την αίσθηση-λόγω των "ολοζώντανων" διαλόγων-ότι παρακολουθεί ως αυτήκοος μάρτυρας, τις συζητήσεις των μεγάλων ηγετικών μορφών της Αθήνας: του Κλεισθένη, του Μιλτιάδη, του Θεμιστοκλή, του Αριστείδη. Ότι παρευρίσκεται στις θυελλώδεις αγορεύσεις τους στην εκκλησία του δήμου, ότι πολεμά με την οπλιτική φάλαγγα τους Πέρσες στο Μαραθώνα, αισθάνεται και μοιράζεται τις χαρές, τις λύπες, τους έρωτες και την αγάπη του πρωταγωνιστή, η ιστορία του οποίου δεν είναι μόνο προσωπική, αλλά γίνεται η ιστορία της Αθήνας και της Ελλάδας, που αντιστέκονται στην Περσική βαρβαρότητα. Εκτός όμως από συναρπαστικό μυθιστόρημα, το βιβλίο, βασισμένο σε πολυετή έρευνα, ρίχνει μια διεισδυτική ματιά στα ήθη και τα πιστεύω και φωτίζει τις αξίες μιας εποχής, που μπορούν και σήμερα, στη δύσκολη αυτή συγκυρία, να εμπνεύσουν και να καθοδηγήσουν. Ο Νίκος Κ. Κυριαζής, είναι καθηγητής στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστήμιου Θεσσαλίας και συγγραφέας πολλών μυθιστορημάτων, βιβλίων ποίησης, στρατηγικής και οικονομίας και εκατοντάδων άρθρων σε διεθνή και ελληνικά ΜΜΕ.

7 Νοε 2011

SΦΑΓΕΙΟ SΑΛΟΝΙΚΗΣ


ΘΑΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ. 366, Φεβρουάριος 2011


      "Κλείνουμε" τον κύκλο των παρουσιάσεων βιβλίων που αφορούν τη γερμανική κατοχή στην Ελλάδα, με την παρουσίαση αυτού του μυθιστορήματος Η "αστυνομική" λογοτεχνία, μου αρέσει. Ιδιαίτερα αν υπερβαίνει το "αστυνομική" και γίνεται κάτι περισσότερο, μια τάση που εκπροσωπούν ιδιαίτερα οι Σκανδιναβοί συγγραφείς του είδους. Κάτι που συμβαίνει και με το βιβλίο που παρουσιάζω σήμερα. Γράφω τα αρχικά S των δύο λέξεων του τίτλου με λατινικούς χαρακτήρες, προσπαθώντας να αποδώσω κατά το δυνατό τον τίτλο, όπως είναι γραμμένος στο εξώφυλλο. Όπου είναι γραμμένα με τέτοιο τρόπο, ώστε να παραπέμπουν ευθέως στο σύμβολο των ταγμάτων εφόδου των Ναζί, τε περίφημα SS. Μια προσεκτική ματιά στο εξώφυλλο θα σας δώσει να καταλάβετε τι εννοώ.
     Βρισκόμαστε στη Θεσσαλονίκη, στην αρχή της άνοιξης του 1943, μεσούσης της γερμανικής κατοχής. "Τους τελευταίους μήνες, ιδιαίτερα μετά το Γενάρη και την παράδοση της Έκτης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ, όσο οι ήττες των Γερμανών διαδέχονταν η μία την άλλη και η αποχώρησή τους φαινόταν πλέον πιθανή, οι κάθε λογής πολιτικές ομάδες που ζούσαν στη σκιά της πόλης και θρέφονταν από την ανωμαλία, αλληλοσκοτώνονταν με ρυθμούς στρατοπέδου εξόντωσης. Οι κομμουνιστές και οι ταγματασφαλίτες σφάζονταν πια ανοιχτά στους δρόμους. Βόμβες στα σπίτια και στα μαγαζιά έσκαγαν κάθε ώρα της μέρας και της νύχτας, άνθρωποι σέρνονταν στα πεζοδρόμια κι εκτελούνταν για παραδειγματισμό ή έμεναν για πάντα ξαπλωμένοι στο κρεβάτι τους με μια σφαίρα στον κρόταφο".
     Μέσα σ' αυτό το κλίμα, άλλος ένας φόνος έστω και με δύο θύματα που βρέθηκαν σε περίεργη στάση, δεν θα ήταν εξαιρετική είδηση. Εκτός κι αν κινούσε το ενδιαφέρον του Φρανς Μάισνερ, του ιδιαίτερου γραμματέα του Μαξ Μέρτεν, ο οποίος "κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής, ήταν αναπληρωτής διοικητής της Στρατιωτικής Διοίκησης Θεσσαλονίκης και Αιγαίου, καθώς επίσης και αντιπρόσωπος του Ναζιστικού Κόμματος". Επίσης είχε προσωπική διαταγή από τον Χίτλερ, να "τακτοποιήσει" το θέμα των Εβραίων της Ελλάδας.
     Την υπόθεση αναλαμβάνει ο ανθυπαστυνόμος Στέφανος Ασλάνογλου της Γενικής Ασφάλειας. Όταν φτάνει στον τόπο του εγκλήματος, βρίσκει τον υποδιοικητή της Γκεστάπο, υπολοχαγό Σούμπερτ. (Στη δράση του Φρανς Σούμπερτ -που δεν ήταν υπολοχαγός αλλά κατώτερος αξιωματικός- αναφέρεται το βιβλίο "Ναζιστική Τρομοκρατία Στην Ελλάδα", που παρουσίασα πριν από λίγες ημέρες). Ο Σούμπερτ, ούτε λίγο, ούτε πολύ, του ζητάει να κλείσει την υπόθεση με την εξήγηση ότι πρόκειται για ερωτικό έγκλημα μεταξύ ομοφυλόφιλων (όπως προκύπτει από την εμφάνιση των θυμάτων) και να τη βάλει στο αρχείο. Ο Ασλάνογλου δε φέρνει σοβαρές αντιρρήσεις-ποιός θα μπορούσε εξάλλου να αντιτεθεί στη θέληση της Γκεστάπο-και συνυπογράφει την αναφορά που συνέταξε ο Σούμπερτ, ικανοποιημένος που δεν θα χρειαστεί να ασχοληθεί με δύο ακόμα φόνους.
     Με την επιστροφή του στο κτίριο της υπηρεσίας του, συντάσσει μια ολιγόλογη αναφορά και φεύγει να ξεκουραστεί, αφού εκτός από ανθυπαστυνόμος, ήταν και ιδιοκτήτης ενός μαγαζιού (με συνέταιρο τον Αποστόλη κι ένα γερμανό στρατιωτικό και φυσικά κρυφά από της υπηρεσία) που πρόσφερε ποτά και γυναίκες σε όσους εκείνη την εποχή μπορούσαν να πληρώσουν: τους Γερμανούς, τους ταγματασφαλίτες και τους μαυραγορίτες.
     Την επόμενη όμως τον περιμένει μια δυσάρεστη έκπληξη. Ο διοικητής του, έξαλλος από την προχειρότητα με την οποία χειρίστηκε την υπόθεση και πιεζόμενος από υψηλά κλιμάκια της γερμανικής διοίκησης -όπου υπήρχαν συγκρουόμενα συμφέροντα όσο αφορά το χειρισμό της υπόθεσης-τον βάζει να ξαναπιάσει το νήμα της από της αρχή. Όμως εκτός από τα πτώματα που έχουν εξαφανιστεί μυστηριωδώς, το ίδιο μυστηριωδώς έχει εξαφανιστεί από τα εργαστήρια της Ασφάλειας, το φιλμ με τις πρόχειρες φωτογραφίες που έβγαλε ο βοηθός του, στον τόπο του εγκλήματος! Ο διοικητής του, του αφαιρεί την υπόθεση και τον θέτει σε αργία, όχι μόνο γιατί είναι θυμωμένος, αλλά και για να τον προστατέψει από την οργή των Γερμανών. Ο Ασλάνογλου το δέχεται με ανακούφιση. Δεν θέλει να τραβήξει την προσοχή των Γερμανών. Όχι μόνο λόγω του "μαγαζιού" που έχει, αλλά και για ένα πιο σοβαρό λόγο. Ένα μυστικό που αν αποκαλυφθεί θα του στοιχίσει τη ζωή: στο σπίτι του κρύβει μια νεαρή Εβραία με την οποία είναι ερωτευμένος. Και μάλιστα σε μια εποχή που οι Ναζί έχουν βάλει στο μάτι τα μέλη της πολυπληθούς εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης 46091 άνθρωποι στάλθηκαν στο Άουσβιτς. Επέστρεψαν 1950. Κάτι που έδωσε την "ευκαιρία" σε κάποιους Θεσσαλονικείς ανώνυμους και επώνυμους, να βάλουν στο μάτι την ακίνητη περιουσία τους. Δύο χιλ. καταστήματα και δώδεκα χιλ. διαμερίσματα
     Τη συνέχεια για ευνόητους λόγους δεν την αποκαλύπτω. Όπως γράφω και στην αρχή, το μυθιστόρημα μπορεί να φέρει τον προσδιορισμό "αστυνομικό", αλλά είναι κάτι περισσότερο και έχει πολλά επίπεδα ανάγνωσης. Είναι συναρπαστικό καλογραμμένο, με γρήγορο κινηματογραφικό ρυθμό, περιγράφει εξαιρετικά το ζοφερό κλίμα της εποχής και είναι εξόχως διδακτικό,όσο αφορά πτυχές της σύγχρονης ιστορίας της Θεσσαλονίκης, που παραμένουν στο ημίφως, γιατί αν αποκαλυφθούν μπορεί να εξηγήσουν πολλά, αλλά θα ενοχλήσουν και πολλούς.
     Ο Θάνος Δραγούμης, γεννήθηκε το 1965. Έχει γράψει εννέα μυθιστορήματα ενηλίκων και τρία παιδικά. Ασχολείται επίσης με τη συγγραφή σεναρίων και θεατρικών έργων. Ζει κι εργάζεται στην Αθήνα.

27 Οκτ 2011

Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΤΟΛΗ ΣΤΗ ΝΑΦΘΑΛΙΝΗ


ΕΠΙΒΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΟΣΙΛΟΓΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΣΤΡΑΤΟΣ ΔΟΡΔΑΝΑΣ
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
Σελ. 526, Μάιος 2011

     Όπως είχα προαναγγείλει, σας παρουσιάζω μια ακόμη ιστορική μελέτη, που αφορά την περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα.
     Τον Οκτώβριο του 1940, ο ελληνικός λαός, παραμερίζοντας τις όποιες διαφορές υπήρχαν, με μοναδική αυταπάρνηση και γενναιότητα, αντιστάθηκε με μεγάλη επιτυχία στην ιταλική επίθεση. Μερικούς μήνες αργότερα, ο καταταλαιπωρημένος από τον πολύμηνο πόλεμο ελληνικός στρατός, δεν άντεξε στην επίθεση της τρομακτικής πολεμικής μηχανής του Χίτλερ και αυτό που δεν μπόρεσε να πετύχει η Ιταλία, το κατόρθωσε η Γερμανία. Σε ελάχιστο χρόνο, ολόκληρη η ελληνική επικράτεια βρέθηκε υπό γερμανική (και σε ορισμένες περιπτώσεις ιταλική και βουλγαρική) κατοχή.
      Εκτός από την αντίσταση όμως, που μετά το αρχικό μούδιασμα ξεκίνησε αμέσως, στην Ελλάδα όπως και "Σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη η συνεργασία με τον κατακτητή άγγιξε τελικά κάθε έκφανση της δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας: επιχειρήσεις και οικονομικοί παράγοντες σύναψαν συμβόλαια και ανέλαβαν εργολαβίες, υποβοηθώντας την πολεμική προσπάθεια του εχθρού. Κρατικοί λειτουργοί μετατράπηκαν σε πειθήνια όργανα των γερμανικών και ιταλικών στρατιωτικών αρχών, στην καλύτερη περίπτωση επειδή ευελπιστούσαν ότι θα μετρίαζαν τα δεινά της Κατοχής. Χιλιάδες ιδιώτες υπηρέτησαν τη νέα κατάσταση σε βάρος των συμπατριωτών τους ως διερμηνείς, πράκτορες, καταδότες, μαυραγορίτες, μεσεγγυούχοι εβραϊκών επιχειρήσεων, στοχεύοντας πρωτίστως στο προσωπικό κέρδος. Δημοσιογράφοι και λογοτέχνες χρησιμοποίησαν την πένα τους για να υποστηρίξουν τον πόλεμο εναντίον των εχθρών του Γ! Ράιχ. Κοντά σ' αυτούς χιλιάδες άλλοι δέχτηκαν να ντυθούν με γερμανική στολή στον αγώνα που διεξήγαγε ο "ευρωπαϊκός πολιτισμός" εναντίον της "ασιατικής βαρβαρότητας", σε μια σύγκρουση του φασισμού με τον κομμουνισμό".
     Τι συνέβη όμως σε όλους αυτούς μετά τη λήξη της Κατοχής; "Ποια στάση έλαβε η ελεύθερη πλέον πολιτεία ενώπιον του μείζονος δοσιλογικού φαινομένου, σε μια προσπάθεια όχι μόνο να αποκαταστήσει το κράτος δικαίου, κολάζοντας τις πράξεις που θα αποδεικνύονταν εθνικά ανακόλουθες, αλλά ταυτόχρονα μέσω ακριβώς της "τυφλής" δικαιοσύνης να αποδοκιμάσει μια δια παντός τέτοιου είδους συμπεριφορές και να τις τοποθετήσει οριστικά στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας;" Σε αυτό το ερώτημα και άλλα παρεμφερή που αναφύονται στην πορεία, προσπαθεί να απαντήσει με την ιστορική αυτή μελέτη ο Σ. Δορδανάς. Μέσω της έρευνας που έκανε, η απάντησή του είναι ότι οι δοσίλογοι δεν τιμωρήθηκαν όσο απαιτούσε όχι μόνο το κοινό περί δικαίου αίσθημα, αλλά και οι Συντακτικές Πράξεις, που προέβλεπαν τη μεταχείρισή τους. Σ' αυτή τη μάλλον μοναδική στην Ευρώπη ατιμωρησία, οδήγησε το ξέσπασμα του Εμφυλίου και ο "κομουνιστικός κίνδυνος". Οι δοσίλογοι αίφνης, αυτοχαρακτηρίστηκαν "εθνικόφρονες" και "κομμουνιστοφάγοι", έθεσαν εαυτόν στην "υπηρεσία της πατρίδας", κατατάχθηκαν στις τάξεις του εθνικού στρατού και σε συνδυασμό με νομικά τερτίπια και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής, κατάφεραν να γλιτώσουν την καταδίκη σε θάνατο και σε πολυετή φυλάκιση, όπως ο νόμος προέβλεπε και το αίμα των θυμάτων τους απαιτούσε. "Οι περισσότεροι είχαν καταφέρει να βγουν στις αρχές της δεκαετίας του '50".
     Η μελέτη, προϊόν εξαντλητικής έρευνας (σε αρχεία εφημερίδων, του ΓΕΣ, υπηρεσιών, δικαστηρίων, ιδρυμάτων, ιδιωτών-ενίοτε υπό αντίξοες συνθήκες και σε "εχθρικό κλίμα"), προσωπικών συνεντεύξεων και εκτενούς βιβλιογραφίας, "φέρνει στην επιφάνεια μια, στην κυριολεξία, σκοτεινή πλευρά της μεταπολεμικής ιστορίας της Ελλάδας". Κι επειδή οι εξελίξεις του τότε, αντανακλούν στο σήμερα, η μελέτη πρέπει να τύχει της προσοχής κάθε σκεπτόμενου πολίτη, αφού εκτός του ότι θα λύσει απορίες, θα προσφέρει "τροφή" για σκέψη και περαιτέρω προβληματισμό στα της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας (ή μήπως τραγωδίας;).
     Ο Στράτος Δορδανάς είναι Λέκτορα Ιστορίας στο Τμήμα Βαλκανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα, εστιάζονται στη μελέτη των σχέσεων της Γερμανίας με τις βαλκανικές χώρες. Ειδικεύεται στην πολιτική-διπλωματική και κοινωνική ιστορία, στη μελέτη των πολεμικών συρράξεων και των εμφύλιων συγκρούσεων, με σημεία αναφοράς τους δύο παγκόσμιους πολέμους.

20 Οκτ 2011

ΤΟ ΔΙΚΙΟ


ΝΙΚΟΣ ΑΡΑΠΑΚΗΣ
Εκδόσεις Ε.Ο.ΛΙΒΑΝΗΣ
Σελ. 540, 2010.

     Τον τελευταίο καιρό, τελείως συμπτωματικά, διάβασα σχεδόν το ένα πίσω από το άλλο, τέσσερα βιβλία (δύο ιστορικές μελέτες και δύο μυθιστορήματα) σχετικά με τη γερμανική κατοχή στην Ελλάδα. Και τα τέσσερα είναι πολύ καλά και τα απόλαυσα. Θέλω λοιπόν, παρουσιάζοντάς τα, να σας παρακινήσω να τα διαβάσετε κι εσείς. Για τη μια ιστορική μελέτη που έχει τίτλο "Η Ναζιστική Τρομοκρατία Στην Ελλάδα" έχω ήδη γράψει μια παρουσίαση. Στο ένα μυθιστόρημα αναφέρομαι σήμερα. Σε λίγες (ελπίζω) μέρες, θα μπορέσω να αναφερθώ και στα δύο άλλα βιβλία. Στο "Δίκιο" πρωταγωνιστής είναι ο Μηνάς. Ένας νέος άντρας που ζει στην Καλαμάτα και του οποίου ο ένας αδελφός, ο Κοσμάς, σκοτώθηκε πολεμώντας τους Ιταλούς στα βουνά της Αλβανίας και ο δεύτερος, ο Δαμιανός, δολοφονήθηκε στη διάρκεια των πρώτων μηνών της Κατοχής, από κάποιον Δρογκάκο, δοσίλογο, συνεργάτη των Γερμανών. Αυτή η δολοφονία επέδρασε καταλυτικά στο Μηνά. Αποφάσισε να εκδικηθεί. Μη υπολογίζοντας τις συνέπειες, αποφάσισε να εκτελέσει τον φονιά του αδελφού του και στη συνέχεια να φύγει στο βουνό και να καταταγεί στον ΕΛΑΣ, αφήνοντας πίσω την οικογένειά του, τη δουλειά του στο καφενείο του Στέλιου και την αγαπημένη του, την Κρινιώ.
     Με ένα παράτολμο τρόπο, θα καταφέρει όχι μόνο να εξασφαλίσει τα μέσα για να εκτελέσει το Δρογκάκο, αλλά και να πραγματοποιήσει την απειλή του. Αμέσως μετά, έφυγε για τα βουνά της Πελοποννήσου, όπου τον περίμεναν και τον οδήγησαν στο αντάρτικο λημέρι. Στη διάρκεια των μαχών που έδιναν οι αντάρτες, διακρίθηκε για τον ηρωισμό του, αλλά και την...ξεροκεφαλιά του, αφού υποστήριζε σθεναρά την άποψή του και δεν υποχωρούσε εύκολα. 'Όταν η δράση του έγινε γνωστή, ο πιο σκληρός διώκτης του, έγινε ο Διονύσης, ο αδελφός της Κρινιώς (ο οποίος φυσικά δε γνώριζε τίποτα για τη μεταξύ τους σχέση), ένα άτομο ψυχικά διαταραγμένο από τη χρόνια μάχη του με την ασθένειά του (έπασχε από φυματίωση, ασθένεια μη ιάσιμη εκείνη την εποχή), που είχε ενστερνιστεί πλήρως την κοσμοθεωρία του εθνικοσοσιαλισμού και -έχοντας και τη γνώση της γερμανικής γλώσσας- συνεργαζόταν πολύ στενά με τους Ναζί.
     Όταν ο πόλεμος τελείωσε και οι Γερμανοί υποχώρησαν, ο Μηνάς πίστεψε (όπως και πολλοί άλλοι) ότι τα βάσανα τελείωσαν και θα μπορούσε να συνεχίσει τη ζωή του. Όμως πλανήθηκε. Σύντομα άρχισαν οι διώξεις που τον ανάγκασαν να ξαναβγεί στο βουνό, αυτή τη φορά όχι για να παλέψει για την πατρίδα, αλλά για την ίδια του τη ζωή.
     Φυσικά το βιβλίο δεν τελειώνει εδώ. Οι περιπέτειες του Μηνά, της οικογένειάς του και των φίλων του, θα συνεχιστούν για καιρό ακόμη. Μέχρι να δοθεί μια λύση, να επέλθει μια μορφή κάθαρσης.
     Το μυθιστόρημα "Το Δίκιο", είναι καλογραμμένο κι ευκολοδιάβαστο. Αναφέρεται σε μια εποχή όπου τα πάθη ήταν οξυμένα, τα λάθη διαδέχονταν το ένα το άλλο και παρά το γεγονός ότι είναι εύκολο να διολισθήσει δίνοντας Δίκιο προς τη μια ή την άλλη πλευρά, κρατάει αξιοσημείωτη ισορροπία, όχι ωραιοποιώντας καταστάσεις και γεγονότα, αλλά λέγοντας "τα σύκα, σύκα και τη σκάφη, σκάφη". "Αντί να ζητάμε χέρια να πιαστούμε, ζητάμε χέρια να κόψουμε. Κόψαμ' εμείς, κόψαν οι άλλοι, ξανακόψαμ' εμείς, ξανακόψαν οι άλλοι, φτάσαμε να είμαστε όλοι ανάπηροι. Γιατί να ξέρεις, δεν κόβαμε χέρια και κεφάλια, τις ψυχές μας κόβαμε, τις κάναμε κολοβές κι ανάπηρες". Ο συγγραφέας, σαν σκηνοθέτης, χειρίζεται τους πολλούς χαρακτήρες του βιβλίου του (είτε πρωταγωνιστές, είτε δευτερεύοντες) και την πλοκή με εξαιρετική μαεστρία. Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που συναρπάζει τον αναγνώστη από την πρώτη σελίδα και κρατάει το ενδιαφέρον αμείωτο μέχρι την τελευταία.

9 Οκτ 2011

Η ΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


ΘΑΝΑΣΗΣ ΦΩΤΙΟΥ
Εκδόσεις ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ
Σελ. 515, Σεπτέμβριος 2011

     Πολλές φορές, διαβάζοντας για πτυχές της ελληνικής ιστορίας, μένω έκπληκτος για το μέγεθος της άγνοιας που το "εκπαιδευτικό" σύστημα μας επιβάλλει. Λίγο-πολύ, η ελληνική ιστορία που διδάσκεται στα σχολεία, φτάνει στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια και από κει και πέρα...τίποτα. Σαν να λύθηκαν με την επανάσταση όλα τα προβλήματα και από τότε το κράτος λειτουργεί ρολόι. Οι εμφύλιοι, οι ελληνο-τουρκικοί πόλεμοι, οι βαλκανικοί, ο πρώτος παγκόσμιος, για τη μικρασιατική εκστρατεία ακούμε κάτι...ψιλά, τα κινήματα, ο διχασμός, η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, για τον πόλεμο με τους Ιταλούς κάτι ακούμε κάθε Οκτώβριο, ο Εμφύλιος και όσα επακολούθησαν, διδάσκονται εντελώς επιδερμικά, όταν λόγω αργιών, καταλήψεων και διακοπών, δεν απουσιάζουν από τη διδαχθείσα ύλη. Μπορώ να πω ότι τα όσα ελάχιστα έμαθα για την ελληνική ιστορία, τα έμαθα διαβάζοντας από μόνος μου, κάτι που ενέχει τον "κίνδυνο" της λάθος επιλογής.
     Την εισαγωγή την έκανα, για να σας αποκαλύψω, ότι το κεντρικό πρόσωπο της μελέτης που σας παρουσιάζω σήμερα, τον Φρειδερίκο Σούμπερτ, δεν τον ήξερα μέχρι πριν από μερικές μέρες, παρά το γεγονός ότι αυτός και η ομάδα του, (ένας εσμός ΕΛΛΗΝΩΝ καθαρμάτων), κατηγορήθηκαν ότι ευθύνονται για τη δολοφονία 3.000 Ελλήνων, κυρίως αμάχων, ανδρών, γυναικών και παιδιών, στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, στην Κρήτη και τη Μακεδονία.
     Το έναυσμα για να διερευνήσει τη ζωή και τη δράση του Σούμπερτ, το έλαβε το συγγραφέας το 1979, όταν θέλησε να μάθει ποιος διέταξε την πυρπόληση του χωριού Μαραθούσα (βρίσκεται στο όρος Χολομώντας της Χαλκιδικής), το καλοκαίρι του 1944, το οποίο είναι η ιδιαίτερη πατρίδα των γονιών του. Τότε πρωτάκουσε το όνομα του Γερμανού υπαξιωματικού σφαγέα. Όταν έψαξε το θέμα πιο επισταμένα, ανακάλυψε ότι αφ' ενός πολλά από αυτά που ο κόσμος πίστευε σχετικά με τον Σούμπερτ δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα (όπως π.χ. ότι ήταν γεννημένος στη Σμύρνη από Έλληνα πατέρα, ο οποίος κακοποιούσε μπροστά του την τουρκάλα μητέρα του, γι' αυτό και μισούσε κάθε τι ελληνικό) και αφ' ετέρου ότι τα εγκλήματα που διέπραξε με την ομάδα του (η οποία-επαναλαμβάνω-αποτελούνταν αποκλειστικά από Έλληνες Κρήτες και Μακεδόνες), ήταν πολλά και φρικιαστικά. Γι' αυτό αποφάσισε να ασχοληθεί με τη συγκεκριμένη μελέτη, ώστε να θέσει κάποια πράγματα στην πραγματική τους βάση και να τους δώσει τις σωστές διαστάσεις: "Η παρούσα μελέτη πραγματεύεται το βίο και την πολιτεία του Επιλοχία Φρειδερίκου/Φριτς Χέρμαν Σούμπερτ, ενός ιδιότυπου χαρακτήρα και σκληρού τρομοκράτη και εγκληματία πολέμου, ο οποίος έδρασε ως διερμηνέας, κατάσκοπος και διοικητής του διαβόητου "Σώματος Κυνηγών", με το οποίο διέπραξε πολλούς φόνους, βασανιστήρια, λεηλασίες, καταστροφές και απαγωγές αθώων στην Κρήτη και στη Μακεδονία κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Επιπλέον, η μελέτη ασχολείται διεξοδικά με τη μεταπολεμική περιπέτεια, αποκάλυψη, σύλληψη και δίκη του Σούμπερτ από το Ειδικό Στρατοδικείο Εγκληματιών Πολέμου στην Αθήνα και την εκτέλεσή του στη Θεσσαλονίκη. Σημαντικό επίσης μέρος της εργασίας αναφέρεται στους Σουμπερίτες, τους γερμανόφιλους και εθνικιστές Έλληνες που συνέπραξαν με το Σούμπερτ σε βιαιότητες εναντίον συμπατριωτών τους".
      Ο Θ. Φωτίου, για να φωτίσει τη δράση του διαβόητου ναζί, έκανε πολυετή έρευνα, που πέραν των δυσκολιών που έχει κάθε έρευνα, ενείχε και δύο πρόσθετες δυσκολίες. Η πρώτη ήταν η έλλειψη αρχειακού υλικού. Το γιατί ο Σούμπερτ δεν αναφέρεται ούτε στα Ημερολόγια των Γερμανικών μονάδων, εξηγείται επαρκώς στο βιβλίο. Η δεύτερη ήταν η...απόσταση. Ο Θ. Φωτίου, ζει εδώ και πολλά χρόνια στον Καναδά, όπου διδάσκει σε πανεπιστήμια, ελληνική φιλολογία και ιστορία. Παρά τις δυσκολίες όμως, τα κατάφερε με τον ΄καλύτερο δυνατό τρόπο, αφού η μελέτη του "έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό ιστοριογραφικό κενό..." όπως γράφει ο Σ. Δορδανάς, ο οποίος προλογίζει το βιβλίο. Η πληρέστατη μελέτη, καταφέρνει να ξεχωρίσει το μύθο που περιβάλλει το Σούμπερτ και την ομάδα του, από την Ιστορία και να μας παρουσιάσει όχι μόνο τη ζωή του, αλλά και την αποτρόπαια δράση του, την προσπάθεια φυγής του, τη σύλληψη, την καταδίκη του 27 φορές σε θάνατο, και την εκτέλεσή του.