25 Μαρ 2014

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΟΛΠΟ

JOHN GRISHAM
Μετάφραση: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΣΠΥΡΙΔΑΚΗ
Εκδόσεις BELL
Σελ. 396, Δεκέμβριος 2013

     Ο μετρ του δικαστικού θρίλερ, για μια ακόμα φορά μας εκπλήσσει ευχάριστα. Το νέο του μυθιστόρημα δεν εκτυλίσσεται στην αίθουσα κάποιου δικαστηρίου, αλλά και πάλι οι βασικοί χαρακτήρες του, είναι δικαστές και δικηγόροι. Αλλά όχι μόνο.
     Ο Μάλκομ Μπάνιστερ, πρώην δικηγόρος, «μαύρος, σαράντα τριών ετών, καταδικασμένος για ένα έγκλημα που διέπραξα εν αγνοία μου», βρίσκεται έγκλειστος σε ομοσπονδιακή φυλακή. Πριν το καταλάβει καλά-καλά, βρέθηκε συγκατηγορούμενος με έναν πελάτη του και καταδικάστηκε σε δεκαετή φυλάκιση! Η γυναίκα του, μετά την καταδίκη του, τον χώρισε-παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις της-και τον απομάκρυνε από τον 11χρονο γιο του. Το μέλλον του προβλέπεται ζοφερό. «Είμαι σαράντα τριών ετών και έχω εκτίσει τα πέντε από τα δέκα χρόνια που μου έριξε ένας άτολμος και υποκριτής ομοσπονδιακός δικαστής στην Ουάσιγκτον. Έχω εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες έφεσης και στο οπλοστάσιό μου δεν απομένει πλέον καμία διαδικασία, κανένας μηχανισμός ή νομική ασάφεια, καμιά αδιόρατη λεπτομέρεια, παραθυράκι ή θεϊκή επίκληση. Δεν έχω τίποτα».
     Το μόνο καλό μέσα σ’ αυτή τη μαυρίλα, είναι ότι εκτίει την ποινή του σε μια Ανοιχτή Ομοσπονδιακή Φυλακή. Ένα σωφρονιστικό ίδρυμα με πιο χαλαρούς κανόνες από άλλες φυλακές. Ο Μπάνιστερ, έχει τη θέση του βιβλιοθηκάριου της φυλακής και λόγω αυτής του της ιδιότητας, αλλά και λόγω του ότι ήταν δικηγόρος, έχει τη δυνατότητα να έρχεται σε επαφή με όλους τους φυλακισμένους. Με τις νομικές γνώσεις που έχει, τους βοηθά να συντάσσουν σωστά έγγραφα που απευθύνονται σε δικαστήρια και άλλες αρχές και μάλιστα, έχει καταφέρει μέχρι και να αποφυλακίσει κάποιους, κάτι που τον καθιστά ιδιαίτερα δημοφιλή ανάμεσα σε συγκρατούμενους του.
     Όμως ο Μπάλκομ Μπάνιστερ, δεν έχει πει ακόμη την τελευταία του λέξη. Γνωρίζει ποιος σκότωσε τον ομοσπονδιακό δικαστή Ρέιμοντ Φόσετ και για ποιο λόγο. «Το πτώμα του βρέθηκε στο μικρό υπόγειο ενός ξυλόσπιτου που είχε χτίσει κοντά σε μια λίμνη και χρησιμοποιούσε συχνά τα σαββατοκύριακα… Δε φαίνονταν να υπάρχουν σημάδια διάρρηξης, ούτε πάλης, τίποτα εκτός από δύο πτώματα και ένα άδειο μεταλλικό χρηματοκιβώτιο στο υπόγειο… Η πόρτα του χρηματοκιβωτίου ήταν ανοιχτή και ο κλέφτης το είχε αδειάσει εντελώς πριν εκτελέσει τα θύματά του». Το FBI, που έχει αναλάβει τις έρευνες, επιθυμεί διακαώς να μάθει τόσο το δολοφόνο του δικαστή-αφού οι έρευνες που έκανε δεν έφεραν αποτελέσματα-όσο και για το περιεχόμενο του τελευταίας τεχνολογίας και υψίστης ασφαλείας χρηματοκιβώτιο. Έτσι όταν ο Μπάνιστερ ειδοποιεί του FBI ότι κατέχει αυτές τις πληροφορίες, γίνεται αμέσως σημαντικό πρόσωπο. Αποφυλακίζεται άμεσα και μπαίνει στο καθεστώς προστασίας μαρτύρων, έχοντας τα προνόμια που η ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα του προσδίδει: αλλαγή ταυτότητας, αλλαγή τόπου κατοικίας, εύρεση εργασίας και κυρίως πλαστικές εγχειρίσεις για την αλλαγή του προσώπου του! Όμως ο Μάλκομ Μπάνιστερ, έχει ακόμη αρκετούς ανοιχτούς λογαριασμούς να τακτοποιήσει…

     Μια διασκεδαστική περιπέτεια, με γρήγορο ρυθμό, καλοδουλεμένους χαρακτήρες, πολλές και θεαματικές ανατροπές αλλά και σκληρή κριτική στο νομικό σύστημα, όταν αυτό παρεκτρέπεται και χάνει το στόχο του που είναι η απόδοση δικαιοσύνης, που καταφέρνει και κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι την τελευταία σελίδα.  

14 Μαρ 2014

ΤΟ ΒΥΘΙΣΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΚΟΥΛΑΣ
Εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ
Σελ. 426, Ιούνιος 2013

     Κάποιες αναφορές του Πλάτωνα στους διαλόγους του «Τιμαίος» και «Κριτίας», υπήρξαν η απαρχή για τη δημιουργία του θρύλου της Ατλαντίδας. Ένα νησί στο οποίο ζούσε ένας λαός εξαιρετικά προηγμένος όχι μόνο τεχνολογικά, αλλά και κοινωνικά. Είχε δημιουργήσει μια πανίσχυρη αυτοκρατορία που κυριαρχούσε με τη ναυτική και στρατιωτική της ισχύ στις θάλασσες και έλεγχε το εμπόριο με όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Ώσπου μια τρομακτική φυσική καταστροφή, εξαφάνισε το νησί από το πρόσωπο της γης.
     Βασισμένος σε αυτό το θρύλο, ο Γ. Κουκουλάς, γράφει ένα μυθιστόρημα, στο οποίο «τοποθετεί» την Ατλαντίδα στο χώρο της σημερινής Σαντορίνης, όπως άλλωστε υποστηρίζει και μία από τις θεωρίες που αναπτύχθηκαν σχετικά με που βρίσκονταν η Ατλαντίδα. «Ο καθηγητής…υποστηρίζει ότι ο μύθος της χαμένης Ατλαντίδας συνδέεται άμεσα με τον αφανισμένο πολιτισμό του νησιού λόγω της κοσμοϊστορικής έκρηξης του ηφαιστείου. Μια ιστορία που ενώ ο Πλάτωνας ισχυρίζεται ότι είναι εντελώς αληθινή, συνεχίζει να παραμένει τυλιγμένη στη χρυσόσκονη του θρύλου και του μυστηρίου».
     Το βιβλίο είναι ουσιαστικά…δύο βιβλία! Το ένα εκτυλίσσεται 3500 χρόνια πριν, τις μέρες λίγο πριν και λίγο μετά την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης, και το δεύτερο στη σημερινή εποχή. Τα «δύο» βιβλία συνδέουν κάποιες πήλινες πινακίδες, που περιλαμβάνουν ένα χρησμό.
     Η μινωική αυτοκρατορία κυριαρχεί στη Μεσόγειο. Οι δέκα Μίνωες (δηλ. ηγεμόνες) που ο καθένας κυβερνά και από μία πόλη της αυτοκρατορίας, έχουν σύμπνοια μεταξύ τους κι αποφεύγουν τους εγωισμούς και τις προσωπικές πολιτικές. Ο πολιτισμός που έχουν αναπτύξει είναι πανίσχυρος. Προηγμένος τεχνολογικά και φιλοσοφικά. Αυτό όμως τους κάνει αλαζόνες  και τότε οι θεοί αναλαμβάνουν να τους δείξουν ότι δεν είναι παρά «βρωτοί» (θνητοί) που οφείλουν υπακοή. Και το δείχνουν με το χειρότερο δυνατό τρόπο. Εξαπολύουν εναντίον τους μια φυσική καταστροφή τρομακτικών διαστάσεων. Την έκρηξη ενός ηφαιστείου που αλλάζει δραματικά τη μορφολογία του νησιού και αυτό που απομένει το θάβει κάτω από ένα παχύ στρώμα ηφαιστειακής στάχτης. Οι κάτοικοι προειδοποιημένοι από τα πρόδρομα φαινόμενα, θα μπουν σε πλοία για να απομακρυνθούν και να κατευθυνθούν προς τις άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας.
     3.500 χρόνια αργότερα, ο Νικόδημος, ένας καθηγητής που έχει αφιερώσει τη ζωή και την επιστημονική του κατάρτιση στο κυνήγι του θρύλου της Ατλαντίδας, θα κάνει στη Σαντορίνη μια συγκλονιστική ανακάλυψη. «Απέναντί του ο τοίχος σκαμμένος, χώματα στο έδαφος και ξαπλωμένη μια χαραγμένη πλάκα σε σχήμα τραπεζιού. Μέσα στην τρύπα φωτιζόταν αμυδρά η επιφάνεια μιας ακόμα παρόμοιας πλάκας». Το κείμενο της πλάκας μπορεί να αλλάξει την Ιστορία του κόσμου! Για να προχωρήσει στις έρευνες, ζητά τη βοήθεια του μοναδικού ανθρώπου που εμπιστεύεται. Αυτός είναι ο Αλέξανδρος, ένας παλιός του φοιτητής, που βυθισμένος σε προσωπικά διλήμματα, ανταποκρίνεται αμέσως στην πρόσκληση του παλιού του καθηγητή. Είναι μια ευκαιρία να ξεφύγει έστω και για λίγες εβδομάδες από ότι τον προβληματίζει και να απωθήσει προς τα πίσω, την ημέρα λήψης των αναγκαίων για το μέλλον του, αποφάσεων. Σπεύδει στο νησί για να βοηθήσει τον καθηγητή του, να ανασυνθέσει το μακρινό παρελθόν που είναι κρυμμένο στο βάθος του χρόνου και της ηφαιστειακής τέφρας. Εκεί, θα του δοθεί και μια δεύτερη ευκαιρία για να αναβιώσει-σε νέες, πιο στέρεες βάσεις-τη σχέση του με την Αφροδίτη που είχε λήξει…άδοξα πριν από λίγα χρόνια.

     Το μυθιστόρημα «Το Βυθισμένο Βασίλειο», είναι ένα καλογραμμένο βιβλίο, με πειστικούς χαρακτήρες, ενδιαφέροντα επιχειρήματα και πολλές, πάρα πολλές πληροφορίες για τη Σαντορίνη του 1600 π.Χ. , εποχή που περίπου διαδραματίζεται. Οι πληροφορίες αποτελούν προϊόν πολύχρονης έρευνας και μελέτης. Όμως παρά το μεγάλο τους όγκο, είναι αριστοτεχνικά τοποθετημένες στη ροή του μύθου, ώστε να μην κουράζουν τον αναγνώστη και να μη δίνουν την εντύπωση ότι κρατάει στα χέρια του ένα επιστημονικό σύγγραμμα. Προσωπικά, πληροφορήθηκα πολλά για το νησί του Αιγαίου, που δύσκολα θα έβρισκα σε ένα και μόνο βιβλίο και μάλιστα μυθιστόρημα. Μια μικρή ένσταση μόνο: πιστεύω ότι το βιβλίο «αδικείται» από τον τίτλο του. Ένας πιο ευφάνταστος τίτλος, θα του πήγαινε περισσότερο. 

5 Μαρ 2014

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΑΡΤΙΔΑ

NEREA RIESCO
Μετάφραση: ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΡΑΤΖΑΣ
Εκδόσεις: ΩΚΕΑΝΙΔΑ
Σελ. 606, Σεπτέμβριος 2013

     Ένα μυθιστόρημα-ποταμός που μας μεταφέρει στα μυστήρια της Σεβίλης του 12ου αιώνα, όταν μπήκε ένα σκακιστικό στοίχημα ανάμεσα στους χριστιανούς που ήταν η ανερχόμενη δύναμη στην Ισπανία και των μουσουλμάνων που αποχωρούσαν, είναι «Η Τελευταία Παρτίδα».
     Η αφήγηση ξεκινά έξη αιώνες αργότερα, όταν η Σεβίλη γνωρίζει μέρες ακμής και ευμάρειας, όπου εκτός από το εμπόριο, γνωρίζουν άνθιση και τα γράμματα.
     Το Σάββατο 1 Νοεμβρίου του 1755, στις 10 το πρωί, ένας ισχυρός σεισμός, εκτός από την καταστροφή, θα φέρει και ανατροπές στη ζωή των κατοίκων. «Η καταστροφή άρχισε ακριβώς στις δέκα το πρωί. Οι καμπάνες της Χιράλντα, χτυπούσαν από μόνες τους σας τρελές. Τα στασίδια του ναού άρχισαν να χορεύουν χωρίς να νοιάζονται καθόλου για το βάρος των πιστών που κουβαλούσαν κι όσοι ήταν όρθιοι σωριάστηκαν στο πάτωμα, γιατί έχασαν τη γη κάτω απ’ τα πόδια τους… Στο εξωτερικό του ναού, ο πέτρινος διακοσμητικός περίβολος της στέγης γκρεμίστηκε πάνω στους θόλους, με αποτέλεσμα μέσα στο ναό να βρέχει πέτρες και σοβάδες, που έσκαγαν στο πάτωμα με εκκωφαντικό θόρυβο… Το έδαφος έκανε πέντε ολόκληρα λεπτά να ηρεμήσει και όταν, επιτέλους, το αποφάσισε, έβγαλε κάτι σαν μακρόσυρτο στεναγμό, τον οποίο ακολούθησε μια εκκωφαντική σιωπή».
     Ο σεισμός αυτός, πέρασε στην ιστορία ως ο «μεγάλος σεισμός της Λισαβόνας», αφού αυτή ήταν η πόλη που υπέστη σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή. Είχε περισσότερους από πενήντα χιλιάδες νεκρούς και οι δονήσεις μαζί με μια πυρκαγιά που ακολούθησε, κατέστρεψαν ολοσχερώς την πόλη. Μεγάλη καταστροφή υπέστησαν και οι πορτογαλικές ακτές από το τσουνάμι που ακολούθησε. Ο σεισμός, που έγινε αισθητός σε όλη σχεδόν την Ευρώπη, υπολογίζεται ότι ήταν εννέα βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
     Η Δόνα Χούλια, χήρα του Ντιέγκο Λόπεθ Ντε Άτο, η νέα και όμορφη ιδιοκτήτρια του πιο σύγχρονου τυπογραφείου της πόλης, μαζί με την πιστή της υπηρέτρια μαμίτα Λούλα, ήταν μέσα στην εκκλησία αλλά βγήκαν σώες από την καταστροφή. Όταν επέστρεψαν στο κτίριο όπου στεγάζονταν το σπίτι και το τυπογραφείο, είδαν ότι οι ζημιές που είχαν πάθει ήταν σημαντικές, αλλά όχι καταστροφικές για την επιχείρηση.
     Η Δόνα Χούλια, σε όλη τη ζωή της, ακολουθούσε πάντα τους κανόνες της κοινωνικής συμπεριφοράς που επέβαλε η θέση της. Είτε ως παντρεμένη με τον κατά πολύ μεγαλύτερό άντρα της, είτε ως χήρα, έκανε πάντα το σωστό. Ο σεισμός όμως την έκανε να αντιληφθεί ότι η ζωή είναι μικρή και αρκούν ελάχιστα λεπτά για να αλλάξουν και να χαθούν όλα. Γι’ αυτό και αποφασίζει να παραδοθεί στον έρωτα του Λεόν ντε Μοντενέγκρο, ενός μυστηριώδους νεαρού, που εργάζεται στο τυπογραφείο και φιλοξενείται σ’ ένα μικρό δωμάτιο στο υπόγειο του κτιρίου. «Ο Λεόν έμοιαζε να είναι από τα άτομα που έχουν γεννηθεί για να τα θυμούνται όλοι οι υπόλοιποι θνητοί. Είχε τη χάρη αρχαιοελληνικού γλυπτού, ενώ οι σιωπές του, οι αργές και αποτελεσματικές κινήσεις του, τόνιζαν ακόμα περισσότερο αυτό το προσωπικό μυστήριο που κόβει τα πόδια των δειλών και μαγεύει τους ατρόμητους…». Αυτό που δεν ήξερε η Δόνια Χούλια, ήταν το παρελθόν του Λεόν, τις δυνατότητές του και τους δεσμούς του με τα σκοτεινά μυστικά της πολιορκίας της Σεβίλης από τα στρατεύματα του Φερδινάνδου Γ! του Αγίου και του γιού του Αλφόνσου Ι! «Ο Λεόν ντε Μοντενέγκρο ήταν δύο φορές σοφότερος από τον πιο σοφό οσπιτάλιο του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, γιατί εκείνος είχε την ευκαιρία να γνωρίσει και τις δύο πλευρές του νομίσματος… Όταν ήταν ακόμα μικρός τον άρπαξαν οι Γενίτσαροι. Μεγάλωσε μαζί τους, έμαθε τη γλώσσα τους, μελέτησε τα έθιμά τους, τη θρησκεία τους, τις πολεμικές τους τέχνες, τη σοφία τους. Η ζωή του πρόσφερε την ευκαιρία να αφομοιώσει ότι καλύτερο είχαν να προσφέρουν οι δύο πολιτισμοί: ο χριστιανικός και ο μουσουλμανικός. Ήταν ιππότης και απ’ τις δύο πλευρές. Ιππότης δύο κόσμων».   
      Ένα μυθιστόρημα όπου οι έρωτες εναλλάσσονται με πολιτικές ίντριγκες, όπου ο φανατισμός και ο ζήλος των μεσαιωνικών θρησκευτικών ταγμάτων πνέει τα λοίσθια, ενώ το πάθος του Διαφωτισμού για γνώση κι ελευθερία θριαμβεύει, όπου ο Σταυρός και η Ημισέληνος βρίσκονται αντιμέτωποι σε μια τελευταία παρτίδα, στην οποία αν και διακυβεύονται πολλά, δεν θα χυθεί σταγόνα αίμα.

     Θα κλείσω κάνοντας μνεία στα πολύ καλά ελληνικά του μεταφραστή του βιβλίου.