28 Απρ 2014

ΜΑΥΡΗ ΑΥΓΗ

ΘΑΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ. 516, Οκτώβριος 2013

     Το δεύτερο βιβλίο του συγγραφέα που υπογράφει με το ψευδώνυμο Θάνος Δραγούμης κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες και είναι εξίσου ενδιαφέρον με το πρώτο («Σφαγείο Σαλονίκης»).
     Αυτή τη φορά δεν ασχολείται με τις πληγές του παρελθόντος, αλλά του σήμερα. Δύο άνθρωποι που έχουν προβλήματα τόσο με τον εαυτό τους, όσο και με τους άλλους, θα βρεθούν μπλεγμένοι σε μια ιστορία στην οποία συμμετέχουν η ρώσικη μαφία, τα απομεινάρια των δολοφονικών ομάδων που έδρασαν στον εμφύλιο της Γιουγκοσλαβίας, έλληνες φασίστες  τραμπούκοι που είναι παράλληλα και μικροκακοποιοί του κοινού ποινικού δικαίου, παλιοί αναρχικοί που ονειρεύονται αναβίωση του αντάρτικου πόλεων, φασιστικές οργανώσεις, διεφθαρμένοι πολιτικοί και στελέχη μεγάλων επιχειρήσεων, οι ενέργειες των οποίων ερευνώνται από εισαγγελείς και ανακριτές.
      Η μία είναι η Δάφνη Μαρόγλου. Μια ομοφυλόφιλη ιδιωτική ερευνήτρια, που μετά από μια «θητεία» σε εταιρεία ερευνών στην Ολλανδία, μετά το θάνατο από ναρκωτικά της αγαπημένης της επέστρεψε στην Ελλάδα. «Δύσκολο να κλείσω μάτι. Τόσα χρόνια στην ολλανδική εταιρεία δούλευα νύχτα, καλύτερα λεφτά, καλύτερες υποθέσεις, μου έμειναν κληρονομιά ένας τραπεζικός λογαριασμός με πενήντα χιλιάδες ευρώ και μια καραμπινάτη αϋπνία. Στα τέσσερα χρόνια που έξυνα τα παπάρια μου, ούτως ειπείν στην Αθήνα, ο πρώτος εξαφανίστηκε πιο γρήγορα κι από ζεστό συσσίτιο στον Άγιο Παντελεήμονα, η δεύτερη μου έμεινε αμανάτι και την κουβαλάω ακόμα σαν τόκο υπερημερίας που δε σβήνει ούτε με προεκλογική τροπολογία». Φυτοζωεί αναλαμβάνοντας κυρίως υποθέσεις μοιχείας, αναλώνεται σε περιστασιακές και ατελέσφορες σχέσεις και προσπαθεί να πνίξει την αϋπνία της στο ποτό.
     Ο δεύτερος είναι ο αστυνόμος Αριστοτέλης Βερέμης. «Ανέκαθεν ήμουν κοπρόσκυλο. Χαμίνι των δρόμων, που τρόμαζαν να με μαζέψουν στο σπίτι. Ανυπότακτος, απειθάρχητος και πεισματάρης. Παιδιόθεν». Μετά το θάνατο του αστυνομικού πατέρα του σε συμπλοκή με καλλιεργητές χασίς στην Κρήτη, θα μετακομίσει με τη μητέρα του στην Αθήνα. Θα αποτύχει στις εισαγωγικές εξετάσεις στο πανεπιστήμιο και θα πάει στο Σεράγεβο, απ’ όπου θα επιστρέψει γνωρίζοντας άπταιστα τα σερβοκροατικά και με το πτυχίο της Γυμναστικής Ακαδημίας ανά χείρας. Οι προοπτικές για επαγγελματική αποκατάσταση όμως, είναι ανύπαρκτες. Γι’ αυτό αποφασίζει να μπει στη Σχολή Αστυνομίας, ως τέκνο πεσόντος εν υπηρεσία. Ενώ μετά την αποφοίτηση τοποθετήθηκε στο Ηθών-χώρο που γνώριζε καλά-ο εμφύλιος στη Γιουγκοσλαβία του ανέτρεψε τη ζωή. Λόγω του ότι γνώριζε τη γλώσσα, αποσπάστηκε στην ΕΥΠ και στάλθηκε στο Σεράγεβο. Επίσημη αιτιολογία, ο απεγκλωβισμός των ελάχιστων Ελλήνων που είχαν εγκλωβιστεί στην πόλη. Πραγματική αιτιολογία, η μετάδοση πληροφοριών. Επέστρεψε αλλαγμένος σωματικά και ψυχικά και με πολλά περισσότερα προβλήματα συμπεριφοράς. «Υπέρβαση εξουσίας και υπέρμετρη βία. Και τα δύο, βεβαιωμένα από τα πιο επίσημα χείλη, από τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ. Είμαι σε υποχρεωτική αργία εδώ και δεκαπέντε μέρες. Με το ερώτημα της οριστικής απόταξης από το σώμα, αν ο διοικητής μου δεν μπορέσει να κλείσει την φάκελο και ο εισαγγελέας ασκήσει δίωξη εναντίον μου».
     Αυτοί οι αντιφατικοί χαρακτήρες, θα μπουν σε έναν κυκεώνα από ποινικά (εμπόριο ναρκωτικών, λευκής σάρκας, όπλων) και οικονομικά εγκλήματα (μίζες, ξέπλυμα μαύρου χρήματος) και θα αναγκαστούν να παλέψουν για την ίδια τους τη ζωή.

     Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα που συναρπάζει με την πλοκή του αλλά και αποτελεί αφορμή για σκέψη γύρω από πολλά απ’ όσα συμβαίνουν γύρω μας και κάποιες φορές μας φαίνονται ανεξήγητα. Αν μάλιστα ο αναγνώστης είναι προσεκτικός με τα μικρά ονόματα κάποιων από τους χαρακτήρες του βιβλίου, είμαι σίγουρος ότι θα διαβάσει το μυθιστόρημα με διαφορετικό  βλέμμα. 

17 Απρ 2014

ΜΟΙΡΑΙΑ ΠΡΑΓΑ

PHILIP KERR
Μετάφραση: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΘΗΝΑΚΗΣ
Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
Σελ. 500, Οκτώβριος 2013

     Μετά την «Τριλογία Του Βερολίνου», ένα ακόμη μυθιστόρημα του Φ. Κερ, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.
     Βερολίνο, Σεπτέμβριος 1941. Το πτώμα ενός αλλοδαπού εργάτη, βρίσκεται κοντά στις γραμμές του τραίνου. «Το πτώμα έμοιαζε λες και το είχε κατασπαράξει και το είχε φτύσει ένα προϊστορικό τέρας. Τα αυλακωμένα πόδια κρατιούνταν με το ζόρι από μια απίστευτα επίπεδη λεκάνη… Στο σημείο που ήταν το κεφάλι τώρα υπήρχε ένα γυαλιστερό και πριονωτό καμάκι από ματωμένα κόκαλα και τένοντες». Αν και απ’ ότι φαίνεται πρόκειται για ατύχημα-κάποιο τραίνο χτύπησε τον άτυχο άντρα-ο επιθεωρητής Μπέρνι Γκούντερ, του Εγκληματολογικού της αστυνομίας, που προσπαθεί να συνέλθει από την τραυματική εμπειρία που έζησε όταν για λίγο μετατέθηκε στη Λετονία, έχει άλλη άποψη. Βρίσκει ενδείξεις  δολοφονίας και ξεκινά έρευνες για να εξιχνιάσει την υπόθεση.
       Όμως τόσο αυτή η έρευνα, όσο και κάθε άλλη υπόθεση θα πρέπει να μείνουν ημιτελείς. Ο Μπέρνι καλείται στην Πράγα, στην εξοχική έπαυλη του στρατηγού Ρ. Χάιντριχ, μια σκοτεινή φυσιογνωμία των υψηλόβαθμων ναζί, που μόλις έχει διοριστεί στη θέση του Προστάτη του Ράιχ, στη Βοημία και Μοραβία (δηλ. την Τσεχοσλοβακία), για να περάσει μερικές μέρες κοντά του. Είναι μια πρόσκληση την οποία ευχαρίστως θα απέφευγε, ειδικά όταν μαθαίνει ότι οι υπόλοιποι καλεσμένοι είναι ανώτερα στελέχη των Ες-Ες και της Υπηρεσίας Ασφαλείας, δηλ. σκληροπυρηνικοί ναζί, τους οποίους ο Μπέρνι δε θέλει να βλέπει ούτε ζωγραφιστούς, πόσο μάλλον να συναγελάζεται μαζί τους. Αυτό που θέλει είναι απλά να είναι καλός αστυνομικός. «Κάποια περίοδο αντλούσα ευχαρίστηση από τη δουλειά μου. Τότε που την έκανα καλά. Εκείνες τις μέρες που το Τμήμα Ανθρωποκτονιών του Βερολίνου ήταν το καλύτερο στον κόσμο. Τότε που ήμουν πραγματικός αστυνομικός. Επαγγελματίας». Όμως αν δεν είσαι διατεθειμένος να υποστείς τις συνέπειες, δεν λες «όχι» στον Χάιντριχ.
     Ο Μπέρνι φτάνει στην Πράγα κι ο Χάιντριχ από την πρώτη στιγμή του αναθέτει την προσωπική του ασφάλεια για όσο χρόνο θα βρίσκονται εκεί. Οι μπελάδες δε θα αργήσουν να εμφανιστούν. Ένας από τους υπασπιστές του Χάιντριχ, ο λοχαγός Κούτνερ, βρίσκεται νεκρός στο κλειδωμένο από μέσα δωμάτιό του. «Αμέσως έγινε σαφές σε όλους ότι κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά. Ήταν ακόμη με τη στολή και ο ύπνος του μου φάνηκε εξαιρετικά βαθύς και αδιατάρακτος. Κάτι ο θόρυβος που ερχόταν από πάνω, κάτι οι φωνές μας, δεν ήταν και πολύ λογικό να μην έχει κουνηθεί καθόλου. Οπότε πίεσα τα δάχτυλά μου στο λαιμό του για να βρω σφυγμό κι αμέσως συνειδητοποίησα ότι το σώμα του ήταν κρύο. Πιο κρύο απ’ όσο θα έπρεπε να είναι κανονικά». Το διαταραγμένο παρελθόν και κάποια υπνωτικά χάπια που βρίσκονται στο δωμάτιο, «δείχνουν» αυτοκτονία. Όμως και πάλι ο Μπέρνι έχει άλλη άποψη. Λέει ότι πρόκειται για δολοφονία και ο Χάιντριχ πείθεται. Του αναθέτει να βρει το δολοφόνο, αλλά του δίνει ελάχιστες ώρες περιθώριο. Πριν φτάσουν τα νέα στο Βερολίνο και θιγεί η υπόληψη αυτού του σκληρού κι εκδικητικού άντρα.
     Το βιβλίο είναι όντως καθηλωτικό, όπως αναφέρεται στο εξώφυλλο. Σε πρώτο επίπεδο, βρίσκεται μια ενδιαφέρουσα αστυνομική ιστορία, που εκτυλίσσεται μεταξύ Βερολίνου και Πράγας. Σε δεύτερο επίπεδο-και πιο ενδιαφέρον κατά την άποψή μου, περιγράφεται διεισδυτικά η «ατμόσφαιρα» της εποχής, σκιαγραφούνται χαρακτήρες ναζί αξιωματούχων (ένας εσμός αδαών κατά βάση, ανάλγητων, ανήθικων, σκληρών κι εκδικητικών ανδρών, που αναρριχήθηκαν και απέκτησαν εξουσία, χάρη στην αφοσίωσή τους στο κόμμα και τον αρχηγό) και η αγωνία όσων προσπαθούσαν να επιβιώσουν μέσα στο κλίμα τρόμου που επικρατούσε όχι μόνο στις υπό κατοχή χώρες, αλλά και στην ίδια τη Γερμανία. 

3 Απρ 2014

ΛΙΟΥΙΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ

PAUL MORAND
Μετάφραση Β. ΝΙΚΟΠΟΥΛΟΥ/Ν. ΚΑΡΑΚΙΤΣΟΥ DOUGE
Εκδόσεις ΚΑΛΕΝΤΗΣ
Σελ. 215, Νοέμβριος 2013

     Ο Πολ Μοράν, συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κλασικούς συγγραφείς στη Γαλλία. Έγραψε περισσότερα από ογδόντα βιβλία, εκφράζοντας με τον καλύτερο τρόπο τους ρυθμούς της δεκαετίας του ’20, στην οποία αναφέρεται ο κύριος όγκος του έργου του. Όμως οι λανθασμένες πολιτικές επιλογές του (υποστήριξε την κυβέρνηση του Βισύ), αμαύρωσε τη συγγραφική και διπλωματική πορεία του.
     Στη νουβέλα που σας παρουσιάζω, αφηγείται την ιστορία του Λιούις και την Ειρήνης. Ο Λιούις είναι ένας νεαρός, κάπως «σκοτεινής» καταγωγής τραπεζίτης, στο Παρίσι της δεκαετίας του ’20. Με τους κατάλληλους χειρισμούς αλλά και δολοπλοκίες και παρά τις αντιδράσεις, καταφέρνει να πάρει την προεδρεία της Γαλλο-Αφρικανικής Τράπεζας. «Ήταν το τέλος ενός αγώνα έξι μηνών, στο οποίο πρωτοστατούσε η απερχόμενη διοίκηση, με στόχο να εμποδίσει τον νεαρό Λιούις να έχει πρόσβαση στο συμβούλιο, κατά τη διάρκεια της ανανέωσης των εξουσιών». Στην προσωπική του ζωή, αν και έχει την «κατάλληλη» ηλικία, δεν σκέφτεται τον γάμο, ούτε και δεν έχει συνάψει κάποιο σοβαρό δεσμό. Αναλώνεται σε περιπέτειες μικρής διάρκειας με διάφορες νεαρές ή και λιγότερο νεαρές.
     Ώσπου στη διάρκεια των ενεργειών που κάνει για να υλοποιήσει ένα επενδυτικό του σχέδιο, γνωρίζει την Ειρήνη Αποστολάτου, γόνο οικογενείας ελλήνων τραπεζιτών στην Τεργέστη «…η Ελένη είναι μοντέρνα γυναίκα και με τη βοήθεια των εξαδέλφων της, εισχώρησε στον κόσμο των επιχειρήσεων, πλήρωσε τα χρέη της και ξαναδημιούργησε την περιουσία της. Σήμερα, είναι σχεδόν επικεφαλής της Τράπεζας Αποστολάτου». Η Ειρήνη τον γοητεύει, σύντομα την ερωτεύεται κι αντιλαμβάνεται ότι όταν βρίσκεται μακριά της, δεν περνά καλά. «Η Ειρήνη ήταν γι’ αυτόν μια αποκαλυπτική αλήθεια. Ήξερε πως την επόμενη φορά που θα την έβλεπε, θα της ζητούσε να τον παντρευτεί».
     Η Ειρήνη, έχει σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσο μια σχέση κι ένας γάμος μεταξύ τους, θα είχε τύχη και μέλλον, γι’ αυτό και η πρώτη της απάντηση είναι αρνητική. Αργότερα, το ξανασκέφτεται και αποφασίζει να δώσει μια ευκαιρία. Να κάνει μια δοκιμή.
     Θα νικήσει τελικά ο έρωτας ή οι επιχειρήσεις; Τι θα συμβεί ανάμεσα σε δυο ανθρώπους που θεωρούν τις προσοδοφόρες επενδύσεις και τις επιτυχημένες τοποθετήσεις πιο σημαντικά από οτιδήποτε άλλο;
     Με μικρά κεφάλαια και γραφή κοφτή, στακάτη και απότομη, ο συγγραφέας καταφέρνει να δώσει τους φρενιτιώδεις ρυθμούς τόσο του κόσμου του χρήματος και των επιχειρήσεων, όσο και μιας εποχής που όλοι αντιλαμβανόταν ότι μετά τη φρίκη του πολέμου, ένας νέος καλύτερος κόσμους γεννιόταν.