26 Μαρ 2013

ΛΕΒΑΝΤΕ. ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ

ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ
PHILIP MANSEL
Μετάφραση ΡΕΝΑ ΧΑΤΧΟΥΤ
Εκδόσεις ΩΚΕΑΝΙΔΑ
Σελ. 517, Δεκέμβριος 2012


     Στα λογοτεχνικά βιβλία που έχω διαβάσει ως τώρα, όπου αναφέρονταν ο όρος «λεβαντίνος», είχε μια μάλλον απαξιωτική και υποτιμητική χροιά και σημασία. Οι λεβαντίνοι, μου παρουσιάζονταν, ως πανούργοι και φιλοχρήματοι έμποροι, χωρίς ιδιαίτερους ηθικούς ενδοιασμούς. Οπότε λίγο-πολύ, κι εγώ, χωρίς να έχω ψάξει ιδιαίτερα το θέμα, αποδεχόμουν αυτή την άποψη. Μέχρι που ήρθε αυτό το βιβλίο, για να μεταστρέψει αυτή την εικόνα.
     «Για τους Δυτικοευρωπαίους, le Levante, το Λεβάντε, il Levante, έγινε συνώνυμο για τις χώρες όπου ανατέλλει ο ήλιος-κατά συνέπεια για τις χώρες της ανατολικής Μεσογείου: αυτές που τώρα είναι τα σύγχρονα κράτη της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Συρίας, του Λιβάνου, του Ισραήλ και της Αιγύπτου και που από τον 16ο έως τον 20ο αιώνα αποτελούσαν μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας».
     Όμως το Λεβάντε δεν είναι μόνο γεωγραφικός προσδιορισμός, αν και «Στο βιβλίο περιγράφεται μέσα από την ιστορία των τριών κυριότερων λιμανιών του: της Σμύρνης, της Αλεξάνδρειας και της Βηρυτού».
     Το Λεβάντε, όπως φαίνεται μέσα από την περιγραφή και την ιστορία των κυριότερων πόλεών του, (το βιβλίο έχει αναφορές τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην Κωνσταντινούπολη), είναι κάτι περισσότερο από τρόπος. Είναι ένας τρόπος ζωής και μια νοοτροπία. Είναι η πρόοδος που επιτεύχθηκε σε όλες αυτές τις πόλεις, χάρη στο πνεύμα φιλοπρόοδο, ανοιχτό πνεύμα ανοχής και κατανόησης της διαφορετικότητας. Χάρη στην αρμονική συμβίωση και συνύπαρξη ανθρώπων διαφορετικής καταγωγής και θρησκείας, αφού αυτή η συνύπαρξη, αποτελούσε το μοχλό, που επέτρεπε την προσωπική και κατ’ επέκταση την δημόσια και κοινωνική προκοπή και ευζωία.
     Οι πόλεις αυτές άκμασαν όσο το ανοιχτό πνεύμα των κατοίκων κυριαρχούσε. Και καταστράφηκαν όταν το πάνω χέρι πήραν οι εθνικισμοί και ο φυλετικός, θρησκευτικός και πολιτικός φανατισμός. «Η Σμύρνη είχε καταστραφεί από κυβερνήσεις και από στρατιές. Η Αλεξάνδρεια είχε υποβαθμιστεί λόγω του Σουέζ και του σοσιαλισμού. Η Βηρυτός, το τελευταίο μεγάλο λεβαντίνικο λιμάνι, έγινε λεία των ίδιων των κατοίκων της» (οι οποίοι ενεπλάκησαν σε έναν πολιτικό θρησκευτικό εμφύλιο που ταλαιπώρησε για πολλά χρόνια το Λίβανο και κατέστρεψε σχεδόν ολοσχερώς την πόλη).
     Για να περιγράψει της μέρες ακμής και παρακμής, όλων αυτών των πόλεων, ο συγγραφέας έψαξε και ανακάλυψε πληροφορίες σε κάθε διαθέσιμη πιθανή και απίθανη πηγή. Επίσημα κρατικά αρχεία, τιμολόγια, εμπορικές συναλλαγές, ημερολογιακές καταγραφές, δημοσιεύματα εφημερίδων, αλληλογραφίες προσωπικές κι εμπορικές, προσωπικές μαρτυρίες κ. ά. Ενδεικτικό του πλήθους των πηγών, είναι το ότι οι παραπομπές καταλαμβάνουν χώρο εκατό (ναι 100) πυκνογραμμένων σελίδων!!! Και η βιβλιογραφία περισσότερες από είκοσι. Κι ενώ στη βιβλιογραφία εμφανίζονται με τον ελληνικό τίτλο και τα υπόλοιπα στοιχεία έκδοσης τα περισσότερα από τα βιβλία που περιλαμβάνονται σε αυτή και κυκλοφόρησαν στα ελληνικά, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις παραπομπές. Χωρίς όμως αυτή η αβλεψία, να μειώνει στο ελάχιστο την αξία του πολύτιμου αυτού βιβλίου, που πρέπει να διαβαστεί από κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο, γιατί έχει πολλά να προσφέρει.

16 Μαρ 2013

ΤΟ ΧΑΣΤΟΥΚΟΔΕΝΤΡΟ

ΑΡΗΣ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ
Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ
Σελ. 444, Οκτώβριος 2012


     Ένα υβρίδιο μυθιστορήματος, βιογραφίας και δημοσιογραφικού ρεπορτάζ, είναι το πιο πρόσφατο βιβλίο του Άρη Μαραγκόπουλου, με τον περίεργο τίτλο «Το Χαστουκόδεντρο», δέντρο το οποίο είναι χρήσιμο και άκρως ψυχοθεραπευτικό. Περισσότερα για το συγκεκριμένο «δέντρο» δεν γράφω, αλλά σας αφήνω να το ανακαλύψετε μόνοι σας, όταν διαβάσετε το βιβλίο.
     Με αφορμή τη ζωή του Αντώνη Αμπατιέλου, ναυτικού και βουλευτή της ΕΔΑ και του ΚΚΕ αργότερα και της Ουαλής δασκάλας Μπέτι Μπάρτλετ, ο συγγραφέας καταφέρνει να ξετυλίξει μέσα από τις γραμμές του έργου του, την τοιχογραφία μιας εποχής σκληρής και δύσκολης.
     Στη διάρκεια του Β! Παγκοσμίου πολέμου, ο Αμπατιέλος, αφού καταφέρνει να επιτύχει την υπογραφή μιας πολύ ευνοϊκής για τους έλληνες ναυτικούς σύμβασης εργασίας, μεταβαίνει στο λιμάνι του Κάρντιφ στην Αγγλία, με εντολή του κόμματος, για να στήσει και να οργανώσει ένα ισχυρό συνδικάτο ναυτικών, που θα συνενώσει υπό την αιγίδα του τις κατακερματισμένες οργανώσεις. Στη διάρκεια ενός λίγο-πολύ προβοκατόρικου καβγά, θα γνωρίσει την Ουαλή δασκάλα Μπέτι Μπάρτλετ, μέλος του ΚΚ Βρετανίας. Η έλξη είναι αμοιβαία. Σύντομα παντρεύονται και με τη λήξη του πολέμου, επιστρέφουν στην Ελλάδα. Ενώ όλες οι ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούν να ανασυγκροτήσουν τις υποδομές και να μετατρέψουν τα ερείπια που άφησε ο πόλεμος ξανά σε σπίτια και κτίρια, στην Ελλάδα οι τότε ηγεσίες αποφάσισαν αλλιώς. Η κυβέρνηση και οι εντολοδότες της από τη μια και η ηγεσία του ΚΚΕ από την άλλη, αποφάσισαν να αιματοκυλίσουν τη χώρα. «Φαντάζομαι Πολ, πως πουθενά αλλού στον κόσμο δεν έχει συμβεί αυτό το πράγμα. Κι οι Γάλλοι κι οι Ιταλοί είχαν κομμουνιστές παρτιζάνους αλλά…Αντί αυτοί οι καημένοι να στρωθούν στη δουλειά για να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους…Αναρωτιέμαι αυτός ο πόλεμος δεν τους δίδαξε τίποτε; […] Ακούγεται απίστευτο, Κλιφ, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα εκεί. Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω ποιοι και πως θα καταφέρουν να διασωθούν μέσα σ’ αυτή την ομαδική αυτοκαταστροφή. Και στο μεταξύ, η όμορφη χώρα τους, πνέει τα λοίσθια…»
     Ο Αμπατιέλος συλλαμβάνεται, δικάζεται και καταδικάζεται σε θάνατο, με αστείες και σαθρές κατηγορίες. Όπως και πολλοί άλλοι άνθρωποι εκείνη την εποχή. Η καταδικαστική απόφαση ξεσηκώνει θύελλα αντιδράσεων σε όλο τον κόσμο και η ποινή μετατρέπεται σε ισόβια.
     Από το σημείο αυτό και μετά, την κατάσταση παίρνει στα χέρια της η Μπέτι. Κάνει έναν μοναδικής δύναμης αγώνα, για να καταφέρει να ελευθερώσει τον άντρα της, ενώ στη χώρα κυριαρχεί η μισαλλοδοξία και το μίσος. «Πάρα πολύ μίσος σ’ αυτή τη χώρα. Ώρες-ώρες, έχω την αίσθηση πως δεν είναι στα καλά τους οι άνθρωποι εδώ πέρα. Όλοι ανεξαιρέτως, ακόμα κι οι δικοί μας. Αυτός ο Ζαχαριάδης παράδειγμα. Κανείς δεν καταλαβαίνει με ακρίβεια που το πάει (κι ούτε ξέρουμε τι λέει η ΕΣΣΔ για όλα αυτά). Η λογική τους δεν υπακούει σε παραδεκτούς κανόνες. Δεν έχουν κανόνες». Για να τα καταφέρει να ελευθερώσει τον άντρα της, δεν θα διστάσει να προκαλέσει δημόσια έναν πρωθυπουργό και να χαστουκίσει τη βασίλισσα Φρειδερίκη, στη διάρκεια μιας επίσκεψής της στο Λονδίνο.
     Τελικά ο Αμπατιέλος, θα ελευθερωθεί το 1964, αφού έμεινε στη φυλακή για 17 ολόκληρα χρόνια κι ενώ είχε γίνει ήδη πενήντα χρονών.
     Το βιβλίο καταφέρνει να περιγράψει την ιστορία μιας «εμποδισμένης αγάπης», σε μια εποχή και σε μια χώρα, που τίποτα δεν ήταν εύκολο για μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων. Παράλληλα όμως, δίνει με εξαιρετικό τρόπο, την τοιχογραφία μιας εποχής που σημάδεψε την Ελλάδα και για την οποία δεν έχουν ακόμη δοθεί καθαρές εξηγήσεις και η οποία ενώ είναι παράδειγμα προς αποφυγή, δεν αναφέρεται ούτε καν ακροθιγώς στα σχολικά εγχειρίδια της Ιστορίας.
     Εκτός όμως από το μύθο, υπάρχει και η γραφή που συναρπάζει και κάνει το βιβλίο, παρά τον όγκο του (450 πυκνογραμμένες σελίδες), να ρέει εύκολα για τον αναγνώστη.
     Τέλος, ιδιαίτερη μνεία πρέπει να κάνω και στην «ειδική» εκτύπωση που είναι ένα ακόμα συν, στα υπόλοιπα, του πολύ αξιόλογου αυτού βιβλίου.

5 Μαρ 2013

ΤΑ ΠΕΡΑΣΜΕΝΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΝΕΙΡΟ

ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ
Εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
Σελ. 230, Μάιος 2012


     Ο γνωστός συγγραφέας, με το πιο πρόσφατο βιβλίο του, με μια εκ βαθέων εξομολόγηση, αφηγείται τις περιπέτειες του βίου του.
     Ξεκινά την αφήγησή του, από το 1946, όταν σε ηλικία οκτώ ετών, ο παππούς του, τον πηγαίνει από τους Μολάους Λακωνίας στην Αθήνα, για να σμίξει με την υπόλοιπη οικογένεια, η οποία έχει ήδη μετοικήσει εκεί. Αιτία ο φόβος των ταγματασφαλιτών, που κυνηγούσαν τον πατέρα του, ο οποίος ήταν δάσκαλος στην περιοχή και τον οποίο λίγο έλειψε να συλλάβουν μετά από προδοσία συγχωριανού, με επακόλουθο την εκτέλεση με συνοπτικές διαδικασίες. Η προδοσία αυτή σημάδεψε το μικρό Θοδωρή και χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να συμφιλιωθεί και πάλι με το γενέθλιο τόπο. «Μια μέρα οι Γερμανοί έχασαν τον πόλεμο κι έφυγαν. Στο κενό που άφησαν ξεφύτρωσαν από τη μια μεριά ακροδεξιές οργανώσεις, σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και πρώην συνεργάτες των κατακτητών, αποφασισμένες να αφανίσουν όσους μπορεί να ήταν ή να γινόταν κομμουνιστές, κι από την άλλη αριστερές οργανώσεις, αποφασισμένες να πάρουν το αίμα τους πίσω».
     Η ζωή στην Αθήνα δεν ήταν εύκολη για την οικογένεια Καλλιφατίδη. Ο πατέρας είχε απολυθεί από το Δημόσιο και η οικογένεια αντιμετώπιζε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα. Παράλληλα και ο νεαρός Θοδωρής αντιμετωπίζει πρόβλημα στο σχολείο όπου πέρα από τον Κωστάκη, δεν είχε άλλο φίλο. Τα παιδιά τον αντιμετώπιζαν με πολύ υποτιμητικό τρόπο.
     Το 1956, μετά το Γυμνάσιο, επιχείρησε να εισαχθεί στη Νομική σχολή. Δεν είχε όμως το περίφημο «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων» και γι’ αυτό δεν είδε το όνομά του στον κατάλογο των επιτυχόντων.
     Για ένα διάστημα φοίτησε στη σχολή του Κάρολου Κουν, χωρίς να διακριθεί ιδιαίτερα. Τραυματική ήταν και η εμπειρία της στρατιωτικής θητείας. Λόγω του αριστερού παρελθόντος της οικογένειάς του, βρίσκονταν διαρκώς στο στόχαστρο και χρειάστηκε να προσποιηθεί ότι υπέστη νευρικό κλονισμό, για να απολυθεί με τρεις μήνες καθυστέρηση λόγω «φυλακών».
     Η ιδέα της μετανάστευσης, υπήρχε στο μυαλό του από παλιά. Όταν είχε πια απολυθεί, για να γλιτώσει από το κυνηγητό της αστυνομίας σε μια διαδήλωση, μπήκε σε έναν κινηματογράφο, όπου προβάλλονταν μια ταινία του Μπέργκμαν. Αυτό λειτούργησε σαν καταλύτης. Σε λίγες εβδομάδες έφυγε για τη Σουηδία. Εκεί η τύχη του δείχνει να αλλάζει, παρά τις δοκιμασίες που περνά. Μαθαίνει τη γλώσσα και γράφει συνεχώς. Το ταλέντο του αναγνωρίζεται και καταξιώνεται ως συγγραφέας. Πρώτη στη θετή του πατρίδα και κατόπιν στην Ελλάδα.
     Το «Τα Περασμένα Δεν Είναι Όνειρο», ανήκει στην κατηγορία των βιβλίων, που τα αφήνεις από τα χέρια σου, μόνο αφού φτάσεις στην τελευταία σελίδα. Γιατί οι περιπέτειες της ζωής και η αφηγηματική δύναμη του Θ. Καλλιφατίδη είναι τέτοιες που δεν σου «επιτρέπουν» να κλείσεις το βιβλίο πριν το διαβάσεις ολόκληρο.