Ο
ΑΝΤΕΡΣ Ο ΦΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ
ΓΙΟΥΝΑΣ
ΓΙΟΥΝΑΣΟΝ
Μετάφραση
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ
Εκδόσεις
ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ.
354, Σεπτέμβριος 2016
Το άκρως διασκεδαστικό μυθιστόρημα του
σουηδού Γ. Γιούνασον με τον τίτλο «Ο Άντερς Ο Φονιάς Και Οι Φίλοι Του», είναι
το τρίτο βιβλίο του που κυκλοφορεί στα ελληνικά.
Στην ρεσεψιόν της πανσιόν «Ακρωτήρι», εργάζεται
ο νεαρός Περ Πέρσον. «Δεκατέσσερα δωμάτια. Διακόσιες είκοσι πέντε
κορόνες τη βραδιά. Κοινή τουαλέτα και ντους. Καθαρά σεντόνια και πετσέτες μια
φορά την εβδομάδα, αλλά μόνο αν τα χρησιμοποιημένα φαίνονταν αρκετά
χρησιμοποιημένα». Ο Πέρ, από την εφηβική του ηλικία, οικτίρει διαρκώς
τον από χρόνια πεθαμένο πάππου του, τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο που αναγκάζεται
να ζει σε μια συνεχή αβέβαιη οικονομική κατάσταση. «Ο γέρος ήταν από τους κορυφαίους
εμπόρους υποζυγίων στη νότια Σουηδία. Ποτέ δεν έπεφτε το χρόνο κάτω από τα επτά
χιλιάδες ζώα, όλα πρώτης τάξης. Όμως από το 1955 και μετά οι δόλιοι αγρότες,
άρχισαν να αντικαθιστούν τα καματάρικα και καθαρόαιμα άλογα με τρακτέρ και με
ταχύτητα που ο παππούς αρνιόταν να κατανοήσει. Οι επτά χιλιάδες συναλλαγές
έγιναν επτακόσιες, μετά εβδομήντα και τέλος, επτά. Σε πέντε χρόνια, η πολλών
εκατομμυρίων περιουσία της οικογένειας εξαφανίστηκε μέσα σε ένα σύννεφο καπνού
από κινητήρες ντίζελ».
Την πανσιόν «Ακρωτήρι» χρησιμοποιεί ως
κατοικία του-όποτε είναι εκτός φυλακής-ένας άντρας που είναι γνωστός με το
όνομα «Άντερς ο Φονιάς». Αυτόν τον καιρό έχει μόλις αποφυλακιστεί-για τρίτη
φορά! «Στην πραγματικότητα ονομαζόταν Γιούχαν Άντερσον και είχε περάσει στη
φυλακή σχεδόν όλη την ενήλικη ζωή του. Δεν τα κατάφερνε με τα λόγια και τις
διατυπώσεις, αλλά είχε ανακαλύψει αρκετά νωρίς στη ζωή ότι μπορούσε να βρίσκει
το δίκιο του αν πλάκωνε στα σκαμπίλια όποιον του έφερνε αντίρρηση ή έδινε έστω
την εντύπωση ότι σκόπευε να το κάνει. Και να τον ξαναπλάκωνε αν ήταν αναγκαίο».
Μια τυχαία συνάντηση στο γειτονικό πάρκο
του Περ με μια νεαρή ιερέα, την Γιοχάνα Σελάντερ, θα προσθέσει ένα τρίτο μέλος
στην «παρέα». «Ήταν πράγματι ιερέας. Του αφηγήθηκε, ενώ μασούσε και κατέβαζε
ασταμάτητα τα τέσσερα σάντουιτς με χοιρομέρι του ρεσεψιονίστα, ότι μέχρι και
την προηγούμενη είχε δική της ενορία, όταν κατά τη διάρκεια του κηρύγματος τη
διέκοψαν και της ζητήθηκε από τον πρόεδρο του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου να
κατέβει από τον άμβωνα, να μαζέψει τα πράγματά της και να πάρει δρόμο».
Το γιατί συνέβη αυτό, θα το μάθει ο Περ (και μαζί του και εμείς οι αναγνώστες),
αρκετές… σελίδες αργότερα, κι έχει σχέση με το ότι η Γιοχάνα δεν ήθελε με
κανένα τρόπο να ακολουθήσει την ιερατική παράδοση της οικογένειας, αλλά
εξαναγκάστηκε να το κάνει από τον πατέρα της.
Η ιερέας και ο ρεσεψιονίστας, θέλοντας να
βελτιώσουν την οικονομική τους κατάσταση, αποφασίζουν να εκμεταλλευτούν την «ιδιαιτερότητα»
του Άντερς. Ιδρύουν μια πρωτότυπη εταιρία… ξυλοδαρμών, που υπόσχεται εχεμύθεια,
άμεση και αποτελεσματική εκτέλεση των παραγγελιών και ξεκάθαρο τιμολόγιο. Δε
διστάζουν μάλιστα να «χρησιμοποιήσουν» το αιματοβαμμένο παρελθόν του Άντερς,
για να κάνουν γνωστή την εταιρία τους μέσω των ΜΜΕ, που όποτε οσμίζονται αίμα
εκστασιάζονται και σπεύδουν. Έτσι αποκτούν ένα πελατολόγιο, που αποτελείται από
τα χειρότερα αποβράσματα του σουηδικού υποκόσμου.
Όμως οι φιλοσοφικές και θρησκευτικές
«αναζητήσεις» του Άντερς, θα θέσουν σε κίνδυνο την αξιοπιστία της εταιρίας…
Έξυπνο, καυστικό, πνευματώδες και αστείο
το μυθιστόρημα, θα σας κάνει να χαμογελάτε διαβάζοντάς το, με τη χιουμοριστική
αντιμετώπιση των καταστάσεων και να συμπαθήσετε τους «απατεώνες» ήρωες του, που
βιώνουν αυτές τις καταστάσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου