Η Χίλντα Παπαδημητρίου γεννήθηκε στην
Καλλιθέα το 1957. Μεγάλωσε στη Νέα Σμύρνη διαβάζοντας αστυνομικά μυθιστορήματα
κι ακούγοντας Neil Young
και
Bob Dylan.
Σπούδασε Νομικά. Για μια εικοσαετία είχε το δισκάδικο στην πλατεία της Νέας
Σμύρνης. Από το 1994, ασχολείται επαγγελματικά με τη μετάφραση. Έχει γράψει δύο
μονογραφίες για τους Beatles και τους Clash (εκδόσεις Απόπειρα). Υπήρξε συνεργάτης
μουσικών εντύπων και είναι συντάκτης του διαδικτυακού μουσικού περιοδικού MIC. Έργα της: «Για Μια Χούφτα Βινύλια» (Μεταίχμιο,
2011), «Έχουνε Όλοι Κακούς Σκοπούς» (Μεταίχμιο, 2013) και «Η Συχνότητα Του
Θανάτου» (Μεταίχμιο, 2016).
Η
αστυνομική λογοτεχνία έχει μικρή παράδοση στην Ελλάδα. Πώς αποφασίσατε να
ασχοληθείτε με το είδος
Μεγάλωσα διαβάζοντας τα φτηνά (pulp) αστυνομικά περιοδικά Μάσκα και Μυστήριο, τα βιβλία της
Άγκαθα Κρίστι, και βλέποντας ασπρόμαυρα
χολιγουντιανά b-movies. Αργότερα, μελέτησα
πιο σοβαρά το αστυνομικό genre
και παρακολούθησα την έκρηξη του ευρωπαϊκού αστυνομικού μυθιστορήματος, στα
τέλη του προηγούμενου αιώνα. Ξεκίνησα το γράψιμο επειδή αγαπώ το αστυνομικό
είδος. Κι ευτυχώς, βλέπουμε τα τελευταία χρόνια να δημιουργείται και στην
Ελλάδα μια παράδοση καλογραμμένων αστυνομικών κάθε ύφους. Για πρώτη φορά
υπάρχουν υποψήφια αστυνομικά βιβλία στις λίστες έγκριτων βραβείων κι ένα
μάλιστα (το «Πίσω Κάθισμα» της Ευτυχίας Γιαννάκη) πήρε το βραβείο αναγνωστών
που απονέμει κάθε χρόνο μια αλυσίδα βιβλιοπωλείων.
μους της και στηταλά και τα κακ΄χολσΞεκίνησα
Ποια
ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας;
Σε όλα τα βιβλία μου υπάρχει ένας πυρήνας που σχετίζεται με τη μουσική -
τη μουσική βιομηχανία, τη μουσική ενημέρωση, την αγάπη των ανθρώπων για τη
μουσική. Αφού ασχολήθηκα με τα δισκάδικα («Για μια Χούφτα Βινύλια») και τις
μικρές ανεξάρτητες δισκογραφικές («Έχουνε Όλοι Κακούς Σκοπούς»), στη «Συχνότητα
του Θανάτου» μιλώ για τους ιδιωτικούς μουσικούς ραδιοσταθμούς και το σχεδόν
προκαθορισμένο τέλος τους. Μια δεύτερη πηγή έμπνευσης ήταν η αλλαγή της Αθήνας
την τελευταία δεκαετία, συγκεκριμένα μετά το 2008 και τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου, οι απαρχές της κρίσης και ο
πολλαπλασιασμός των άστεγων στο κάποτε λαμπερό κέντρο της πόλης.
Θέλετε
να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με το βιβλίο σας και ποιο είναι αυτό;
Τα βιβλία μου θέλω να τα θυμούνται περισσότερο για την αναγνωστική
απόλαυση που ίσως προσφέρουν και λιγότερο για κάποια μηνύματα. Αλλά αν θέλουμε
οπωσδήποτε να μιλήσουμε για μήνυμα, θα έλεγα ότι αυτό αφορά τη σημασία του
μουσικού ραδιοφώνου στη διαμόρφωση μουσικής άποψης, την προσφορά του εν είδει
παρέας έτοιμης να μας παρηγορήσει ανά πάσα στιγμή. Αλλά και η ανάγκη να
ανοίξουμε τα μάτια μας και να δούμε την πόλη όπως είναι πραγματικά, με τα καλά
και τα κακά της, με τους αστέγους και τους χίπστερς να συνυπάρχουν στους
δρόμους της και στη ζωή.
Η
λογοτεχνία, και πιο συγκεκριμένα το είδος που εσείς υπηρετείτε, μπορεί να είναι
κοινωνική πράξη;
Θα επαναλάβω κάτι που είναι πλέον πασίγνωστο, σε σημείο να μοιάζει με
κλισέ: το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι το κατεξοχήν πολιτικό είδος της εποχής
μας. Κατεβαίνει στους δρόμους, αναζητάει τους φόβους και τα πάθη των ανθρώπων,
προσπαθεί να πετύχει την κάθαρση του αναγνώστη - έστω πλασματική, αφού το χάος και η αδικία είναι σύμφυτα με την καθημερινή
ζωή μας.
Ποια
ήταν τα συναισθήματα που νιώσατε, όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;
Βαθιά συγκίνηση και καμάρι. Και σκέφτηκα ότι θα ήθελα να ζούσε ο πατέρας
μου και να το έπιανε στα χέρια του. Και αμέσως μετά τον πανικό μπροστά στην
έκθεση - των ιδεών, των συναισθημάτων, της ψυχής μου, όσο κι αν αυτό ακούγεται κάπως
μελό.
Τι
συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;
Συνεχίζουν τη ζωή τους ανεξάρτητα από μένα, παλεύουν να τα βγάλουν πέρα
με τις καθημερινές αντιξοότητες, βλέπουν σινεμά, διαβάζουν βιβλία, ακούνε
μουσική. Και όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή, με ειδοποιούν για να ξαναπιάσω το
νήμα της ζωής τους.
Έχετε βιώσει συναισθήματα όμοια με των ηρώων
σας;
Κάποια απ' αυτά - κυρίως την αγάπη για τα ζώα, τη συμπόνια για τον Άλλο
και την ανάγκη για την τέχνη, χωρίς την οποία η ζωή θα ήταν κόλαση.
Σας
μοιάζει κάποιος από τους ήρωές σας;
Κατηγορηματικά όχι. Από την αρχή, δεν ήθελα να καταλάβω την κεντρική
θέση στην πλοκή και να μιλήσω,
ομφαλοσκοπώντας, για μένα. Κάποιες μουσικές
εμμονές μου έχω χαρίσει στους ήρωές μου, αλλά τίποτα περισσότερο.
Ποιος
είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;
Οι Δύο Σωματοφύλακες - δύο πολύ καλοί φίλοι, έμπειροι αναγνώστες, στους
οποίους στέλνω τα κείμενά μου για να ακούσω τη γνώμη τους. Συνήθως, διορθώνω
ξανά το γραπτό μου, ενίοτε λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις τους, και τότε πια
νιώθω μια﷽﷽﷽﷽﷽﷽υτεη για τα ζ΄και τότι
το κείμενο είναι έτοιμο για παράδοση.
Ποιος
αναγνώστης είναι ο ιδανικός για σας;
Ο αναγνώστης με χιούμορ, που αγαπάει όλες τις εκφάνσεις της τέχνης και
καταλαβαίνει τις αναφορές μου, ένας άνθρωπος που μπαίνει στο βιβλίο χωρίς
προκαταλήψεις και ρουφάει την πλοκή εν επιγνώσει ότι είναι ένα παιχνίδι
διανοητικό και όχι η πραγματικότητα.
Γράφοντας,
έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;
Μάλλον όχι. Ξαναθυμήθηκα απλώς διάφορες μουσικές εμμονές, εικόνες που
είχαν χαθεί στο βάθος του μυαλού μου, μυρωδιές και υφές, γεύσεις και γωνιές της
πόλης που είχαν εντυπωθεί στο ασυνείδητό μου.
Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής
που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;
Πάλι αρνητικά θα απαντήσω. Η συγγραφή είναι για μένα ένα παιχνίδι κι όχι
μια διαδικασία ψυχοθεραπείας. Διαμόρφωσα την κοσμοθεωρία μου πριν πολλά χρόνια,
και παρά τις κάποιες διορθώσεις, οι βασικές μου πεποιθήσεις θα έλεγα ότι παραμένουν
η ανεκτικότητα και η αλληλεγγύη προς τον Άλλο, η συμπ μια﷽﷽﷽﷽﷽﷽υτεη για τα ζ΄και τόνια,
η αγάπη για τα ζώα και η λατρεία της τέχνης. Κι αυτά δεν νομίζω, δεν θέλω να
αλλάξουν μια﷽﷽﷽﷽﷽﷽υτεη για τα ζ΄και τ.
Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους
αναγνώστες σας;
Είναι τεράστια η χαρά που νιώθω όταν συνομιλώ μαζί τους, μου αρέσει να
ακούω τις απόψεις τους, να μαθαίνω τη διαφορετική ανάγνωση που κάνει ο καθένας.
Και με συγκινεί το γεγονός ότι έχουν αγαπήσει τους ήρωές μου σχεδόν όσο τους
αγαπώ κι εγώ.
Σε
συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας «υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που
εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;
Μου έχει τύχει, πράγματι. Κι αυτρι.﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽εν οραπ' αυτήν έμαθα ίμου σχεδικός
είναι από τους λόγους που ταξιδεύω σε άλλες πόλεις, γιατί μου αρέσει να γνωρίζω
αυτούς τους «άγνωστους» αναγνώστες και να ακούω τις σκέψεις τους.
Υπάρχει
κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;
Επειδή διάβαζα πάρα πολύ από τότε που ο πατέρας μου με έμαθε ανάγνωση,
σε ηλικία 4 ετρι.﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽εν οραπ' αυτήν έμαθα ίμου σχεδικών, νομίζω ότι με έχουν
επηρεάσει συνολικά τα διαβάσματαρι.﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽εν οραπ' αυτήν έμαθα ίμου σχεδικτα που έχω κάνει. Με
επηρέασαν καλοί και λιγότερο καλοί συγγραφείς, ο καθένας με τον τρόπο του. Πιο
ειδικά, θα αναφέρω τον μουσικόφιλο Νικ Χόρνμπι, τις βρετανίδες συγγραφείς του
αστυνομικού Μινέτ Γουόλτερς και Ρουθ Ρέντελ, τον Σκοτσέζο Ρόμπερτ Λιούις
Στήβενσον και τον Ρέι Μπράντμπερι. Και όσο κι αν ακούγεται περίεργο, πιο πολύ
ίσως απ' όλους η δημοσιογράφος, συγγραφέας και σεναριογράφος Νόρα Έφρον, γιατί
απ’ αυτήν έμαθα ότι μπορεί κανείς να διαχειριστεί τα πιο οδυνηρά πράγματα με
χιούμορ. Φόρος τιμής στην Έφρον είναι το όνομα του ήρωά μου, Χάρης - από το «Όταν ο Χάρυ γνώρισε τη Σάλυ».
Σας
έχει τύχει να ξεκινήσετε ένα έργο και να το αφήσετε στη μέση;
Δεν έχω πολλά χρόνια που ασχολούμαι με το γράψιμο και δεν έχω υλικό στο
συρτάρι.
Είναι
εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;
Θα απαντήσω χρησιμοποιώντας μια παράγραφο
του αγαπημένου Γιώργου Ιωάννου:
«Το γράψιμο είναι πολύ μεγάλη δοκιμασία. Εγώ αισθάνομαι, από
χρόνια τώρα, και πολύ μεγάλη πίεση, για να καθίσω να γράψω μερικά πράγματα, τα
οποία ποτέ δεν είναι και πολύ συγκεκριμένα μέσα μου. Αισθάνομαι και δυσάρεστα,
όταν είναι να γράψω. Νιώθω σαν να πρόκειται να δώσω αίμα. 'Η να υποστώ μια
εγχείρηση, ας πούμε.
Απ’ αυτό το δυσάρεστο συναίσθημα απαλλάσσομαι,
αφού προχωρήσει αρκετά το γράψιμο, και δω ότι κάτι γίνεται. Ότι λέω μερικά πράγματα με ουσία. Με κάποιον ήχο, όπως θα τον ήθελα εγώ».
Αν
και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε
κάτι άλλο;
Προς το παρόν ασχολούμαι με την άλλη μεγάλη αγάπη μου, τη μετάφραση.
Εντωμεταξύ, μαζεύω εικόνες, σκέψεις και ιδέες. Πάντοτε, πριν ξεκινήσω το
γράψιμο ενός καινούργιου βιβλίου, ξέρω την αρχή και το τέλος του. Αυτή τη στιγμή
ξέρω την αρχή και περιμένω να βρω το τέλος του επόμενου. Μετά δεν απομένει παρά
«η πολύ δύσκολη μέση».
Σας ευχαριστώ πολύ!