ΓΙΑΝΝΗΣ
ΓΡΗΓΟΡΑΚΗΣ
Ο
Γιάννης Γρηγοράκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1950, όπου και ζει. Σπούδασε
νομικά και για πάνω από τριάντα χρόνια άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου. Έργα
του: «Η Συνωμοσία Των Αγγέλων» (2001, Σύγχρονοι Ορίζοντες), «Καφέ Προκόπ»
(2004, Ελληνικά Γράμματα), «Ο Διαβήτης Του Πλάτωνα» (2009, Κέδρος), «Μαύρη
Πέτρα» (2011, Κέδρος), «Η Καταιγίδα Έρχεται, Συνέχισε Να Τρέχεις» (2012,
Κέδρος), «Τέταρτος Κόσμος» (2013, Κέδρος), «Κόκκινο Και Γυμνό» (2015, Κέδρος),
«Αληθινοί Και Ονειροπόλοι» (2018, Κέδρος).
Ποια
ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας «Αληθινοί Και Ονειροπόλοι»;
Ήθελα να
γράψω ένα είδος σάγκα. Μια οικογένεια διατρέχει την ιστορία του τόπου σε βάθος
αιώνα. Ένα όνειρό της που γεννήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’20 περιμένει το
αύριο, δηλαδή καλύτερες μέρες, για να πάρει σάρκα και οστά. Ένα καλύτερο αύριο
περιμένει και η χώρα. Δυο ομόκεντρες ιστορίες με πυρήνα το όνειρο. Έκανα τους
κεντρικούς ήρωες αμπελουργούς και ονόμασα το όνειρό τους. Μια μέρα, πρώτα ο
Θεός, θα έφτιαχναν ένα οινοποιείο στην Μαντίνεια. Η ιδέα λειτούργησε
δημιουργικά επειδή μου δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσω για πολλά πράγματα, και
κυρίως για το κρασί που είναι ο αρμός ανάμεσα στη μνήμη και την αφήγηση.
Θέλετε
να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με το αυτό και ποιο είναι αυτό;
Το στόρι
αρχίζει και τελειώνει με ένα πνεύμα υπαρξιακής ειρωνείας. Η προσδοκία για
καλύτερες μέρες θα υπάρχει πάντα, θα μας σημαδεύει σε κάθε μας αναζήτηση, αλλά
είμαστε αιχμάλωτοι του εαυτού μας. Επίσης δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την
μεταφυσική δύναμη της τύχης που επεμβαίνει απρόβλεπτα και μας σκορπίζει μια
στιγμή που νομίζουμε ότι όλα πάνε καλά. Οι θεωρητικοί του χάους λένε ότι
μελετούν το χείλος του γκρεμού όπου ισορροπεί η ύλη, αλλά εκεί νομίζω ισορροπεί
ο κόσμος στο σύνολό του.
Η λογοτεχνία μπορεί να είναι μια κοινωνική
πράξη;
Δεν πιστεύω ότι η συγγραφή ενός βιβλίου
είναι από μόνης της κοινωνική πράξη. Εξαρτάται από το τι γράφει κανείς. Αν ο
μύθος που επιλέγει ο συγγραφέας να αφηγηθεί αγγίζει ως θέμα το κοινωνικό
γίγνεσθαι και τη διαμόρφωσή του, τότε ναι, είναι μια κοινωνική πράξη.
Παρουσιάζοντας όψεις του κόσμου, και φωτίζοντας τον παραλογισμό των καιρών μας,
χωρίς διδακτικές κατευθύνσεις, είσαι στο σωστό δρόμο.
Ποια
ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε, όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;
Έγραφα για
χρόνια χωρίς να είναι στις προθέσεις μου να εκδώσω κάτι, αλλά μια τραυματική
εμπειρία άλλαξε ριζικά την άποψή μου για κάποια πράγματα. Είπα τότε να καθίσω
να γράψω ένα βιβλίο. Όταν το πήρα στα χέρια μου τυπωμένο ένιωσα μια γλυκιά
έξαψη που όμως κράτησε λίγο. Ακολούθησε ένα προοδευτικό ξεφούσκωμα. Σκέφτηκα:
Αυτό ήταν όλο;
Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν
τελειώνει η συγγραφή;
Όσο το
βιβλίο υπάρχει έστω και σε μια βιβλιοθήκη τίποτα δεν τους απειλεί. Μια μέρα
κάποιος θα απλώσει το χέρι του και θα το πάρει να το διαβάσει. Μπορεί να γίνει
είκοσι χρόνια μετά, δεν έχει καμιά σημασία. Σημασία έχει η καινούργια μαγεία,
το διαπλανητικό άλμα που επιχειρούν οι ήρωες από τις σελίδες ενός βιβλίου στο
μυαλό ενός αναγνώστη του μέλλοντος.
Ποιος
είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;
Η γυναίκα μου. Έχει καλό
ένστικτο και είναι αυστηρός κριτής. Στον “Τέταρτο κόσμο” μού είπε ότι το
τέταρτο κεφάλαιο πρέπει να πάει πρώτο. Δεν την άκουσα. Αν ποτέ επανεκδοθεί, το
κεφάλαιο αυτό θα πάει πρώτο.
Γράφοντας,
έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;
Ανακαλύπτω συνέχεια. Ο εαυτός
μου είναι μια ανεξερεύνητη ήπειρος, όπως και του καθενός. Στο “Κόκκινο και
γυμνό” διέσχισα ένα βαθύ, ορμητικό ποτάμι που ανακάλυψα ανάμεσα στην καρδιά και
στους πνεύμονες. Σκέφτομαι καμιά φορά ότι η συνείδησή μου κοιμάται όταν δεν
γράφω.
Υπήρξε
κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;
Συμβαίνει το εξής παράδοξο: Μέσα
από την διαφορετικότητα των χαρακτήρων που επινοείς αναπτύσσονται απόψεις και
θέσεις που συγκροτούν την αντικειμενική ματιά, αυτήν που στερείσαι στην
ιδιωτική σου ζωή, επειδή είσαι προσκολλημένος άλλοτε στον εγωισμό, άλλοτε στην
ημιμάθεια. Στην πορεία συνειδητοποιείς ότι η αντικειμενική ματιά που καταθέτουν
οι ήρωές σου, ή μερικοί από αυτούς είναι πιο κοντά στην αλήθεια και ότι κάποια
πράγματα τα έβλεπες λάθος. Για παράδειγμα το ότι ο κόσμος εξελίσσεται χωρίς
απαραίτητα να προοδεύει, το ανακάλυψα γράφοντας. Μετά από τόσες ηθικές
επαναστάσεις, Μάης του 68, Γούντστοκ, και λοιπά, πίστευα ότι είμαστε σε καλό
δρόμο. Όχι, ο κόσμος είναι χειρότερος.
Σας
αρέσει να συνομιλείτε με τους αναγνώστες σας;
Φυσικά, είναι μια όμορφη εμπειρία,
είτε μιλάμε πάνω σε θέματα σχετικά με την λογοτεχνία και τη γραφή, είτε πάνω σε
βιβλία που έχω γράψει, είτε πάνω σε κοινωνικά ή πολιτικά ζητήματα. Ιδιαίτερο
ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι συζητήσεις πάνω σε βιβλία μου που συμβαίνει να
περιέχουν συμβολισμούς και αλληγορίες. Το “Η μητρόπολη του χάους” μου πρόσφερε
πολλές τέτοιες χαρές, επειδή είναι ένα σκοτεινό βιβλίο, δυστοπικό, όπου η
συνείδηση του αναγνώστη βρίσκεται συνεχώς κάτω από ψυχολογική πίεση, πράγμα που
την εξωθεί σε μια εμμονική επιθυμία ερμηνείας κάθε παραδοξότητας, κάθε σκιάς.
Σε περιπτώσεις σαν αυτές καταλαβαίνω πόσο βαθιές είναι οι ρίζες μας με το
μεταφυσικό, το υπερβατικό, το φαινομενικά ξένο και ανοίκειο προς την ανθρώπινη
φύση. Δεδομένου ότι η ανάγνωση είναι εσωτερική διαδικασία συχνά οι αναγνώστες
δίνουν ερμηνείες που ποτέ δεν είχα σκεφτεί, ωστόσο έχουν ισχυρά ερείσματα.
Αυτές τις συζητήσεις τις απολαμβάνω επειδή μου δίνουν την αίσθηση ότι
ένα βιβλίο που έγραψα πριν από πολλά χρόνια βρίσκεται σε φάση αναδημιουργίας.
Υπάρχει κάποιο θέμα για το οποίο θα θέλατε να
γράψετε, αλλά δεν έχετε βρει ακόμη τον τρόπο να το προσεγγίσετε;
Ναι. Κάποια στιγμή θα γράψω
ένα μυθιστόρημα με ιστορικές αναφορές
στην πόλη που γεννήθηκα και ζω. Είναι μια παλιά οφειλή προς τον εαυτό μου. Η Θεσσαλονίκη
είναι ένας ενεργητικός δαίμονας, που με κεντρίζει διαρκώς. Είναι μια άκρως
συντηρητική πόλη. Πάντα ήταν. Αλλά ισχύει αυτό που λέτε, δεν έχω βρει τον τρόπο
να προσεγγίσω το θέμα. Θα ήθελα πολύ να είναι το επόμενο βιβλίο μου.
Υπάρχει
κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;
Αυτό που λέγεται ότι είμαστε
ό,τι έχουμε διαβάσει ισχύει. Σίγουρα κάποιοι από τους συγγραφείς που έχω
διαβάσει έχουν επηρεάσει τη σκέψη μου, αυτό έχει περάσει και στο “Κόκκινο και
γυμνό” όπου υπάρχουν πολλές αναφορές στον Καμύ, τον Κέρουακ και άλλους, αλλά
δεν είμαι σε θέση να κρίνω αν επηρέασαν την γραφή μου, το στυλ της αφήγησης,
και λοιπά. Αυτό μπορούν να το καταλάβουν μόνον οι τρίτοι.
Όλοι έχουμε εμμονές διαφόρων ειδών. Εσείς έχετε
συγγραφικές εμμονές;
Τα περισσότερα βιβλία μου έχουν
ένα σχεδόν αμφίσημο τέλος ή ένα απατηλό τέλος, ένα τέλος που σκόπιμα απατά.
Αυτό μπορεί να θεωρηθεί εμμονή, όμως και οι αναγνώστες έχουν τις εμμονές τους.
Συνήθως εστιάζουν στο τέλος του βιβλίου και στην πλειονότητά τους θέλουν αυτό
να είναι καλό, ή τουλάχιστον ευοίωνο. Ίσως γιατί στην αληθινή ζωή κυριαρχούν οι αυταπάτες.
Το ανεκπλήρωτο, η ματαίωση. Ένα σπαρακτικό βιβλίο απωθεί πολύ κόσμο.
Είναι
εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;
Είναι δύσκολη διαδικασία. Μερικά
βιβλία τα έγραψα τρεις και τέσσερις φορές μέχρι να φτάσουν στο τυπογραφείο.
Συχνά κάπου κολλάω και τότε χάνω τον ύπνο μου. Στο μεταξύ γερνάω. Αναρωτιέμαι
αν αξίζει τον κόπο. Αλλά αν υπάρχει μια πυρά της ανησυχίας αυτή είναι το
γράψιμο.
Σας ευχαριστώ πολύ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου