ΓΙΑΝΝΗΣ
ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ
Εκδόσεις
ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ.
593, Μάρτιος 2020
Αν ήμασταν υπό φυσιολογικές συνθήκες, σήμερα,
19 Μαρτίου 2020, θα κυκλοφορούσαν στα βιβλιοπωλεία τα 50 χιλ. αντίτυπα του νέου
μυθιστορήματος του Γιάννη Καλπούζου «Εράν» (γράφεται με ψιλή και περισπωμένη
και σημαίνει να ερωτεύεσαι, να αγαπάς), με τα δύο διαφορετικά εξώφυλλα: το
πορφυρό και το χρυσό. Όμως από χθες τα
βιβλιοπωλεία είναι κλειστά, οπότε αν θέλετε να προμηθευτείτε το εξαιρετικό αυτό
βιβλίο, θα πρέπει να απευθυνθείτε στο site του εκδοτικού οίκου ή
στις άλλες ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Το μυθιστόρημα αφηγείται την ιστορία του
Υάκινθου, της Λυγινής του Ροδανού και των άλλων χαρακτήρων, στην
Κωνσταντινούπολη και στην Αθήνα του 8ου μ. Χ. αιώνα.
Το 766 ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε!,
εξαπολύει διωγμούς κατά των μοναχών, που τότε είχαν ξεπεράσει τους 100 χιλ. Ο
διωγμός εντάσσεται στα πλαίσια του αγώνα κατά των εικόνων που κάνει εδώ και
χρόνια ο εικονομάχος αυτοκράτορας, συνεχίζοντας την πολιτική του πατέρα του,
Λέοντος Γ!, που ξεκίνησε το 726 και δεν είναι μόνο θρησκευτικός, αλλά και
πολιτικός και οικονομικός. «Ο βασιλέας μας ενεργεί με περίσκεψη, δίχως
μίσος και εμπάθεια, με γνώμονα να εφαρμοστεί το όραμα της πολιτικής του. Είναι
καλός χριστιανός και συνάμα μέγας πατριώτης. Μάχεται να διορθώσει τα κακώς
κείμενα στη γαιοκτησία και στο οικογενειακό δίκαιο καθώς και να επαναφέρει στη
σωστή πίστη το ποίμνιο […] Ούτε στράφηκε ο βασιλέας εναντίον των πολέμιων
μοναχών αναίτια. Άπαντες γνωρίζετε ότι πολλοί καταχράστηκαν τα ιδεώδη του
μοναχισμού. Εραστές έκτισαν μοναστήρια για χάρη των ερωμένων τους. Συγκλητικοί
ίδρυαν μονές, όμοιες με θερινές επαύλεις για να κατοικήσουν εκεί όταν
αναγκαστούν ή το αποφασίσουν για δικούς τους λόγους.[…] Πλειάδα νέων
εγκατέλειπαν τα εγκόσμια με απόρροια να μην καλλιεργείται η γη και να μην
επαρκούν τα εργατικά χέρια και ν’ αδυνατούμε να συμπληρώσουμε τον απαραίτητο
αριθμό στρατιωτών».
Ο αυτοκράτορας, διατάζει την άμεση εκκένωση
των μοναστηριών, και την υποχρεωτική νύμφευση των μοναχών. Γι’ αυτό οι άνθρωποί
του, συγκεντρώνουν τους μοναχούς και τις μοναχές στον Ιππόδρομο και αφού τους
κουρέψουν, παίρνουν κυριολεκτικά από το πλήθος στα τυφλά έναν μοναχό και μία
μοναχή, χωρίς κανένα κριτήριο-ούτε καν ηλικιακό- και τους παντρεύουν με
πολιτικό γάμο-που προβλέπονταν από την νομοθεσία της εποχής! Έτσι βρέθηκαν
υπέργηροι άντρες με νεαρές γυναίκες και το αντίστροφο. Ανάμεσα στους μοναχούς
ήταν και ο νεαρός Υάκινθος που «περπατούσε ωσάν ξένος του κόσμου τούτου.
Απαστράπτων προφήτης έτοιμος ν’ αναληφθεί στους ουρανούς ή άγγελος
περιβεβλημένος με εκθαμβωτικό φως». Δίπλα του βρέθηκε η 15χρονη Λυγινή.
«Ήταν
από εκείνα τα πλάσματα, που παρά τη χονδροειδή αποψίλωση της κόμης της,
αιχμαλώτιζε το βλέμμα και μέσω αυτού τα εσώτερα του λογισμού και της καρδιάς.
Σταρόχρωμη στο πρόσωπο, μελισσιά τα μάτια της, ανοιχτά καστανά τα μαλλιά της,
πανέμορφη και αγγελοκάμωτη, σταμάταγε ο ήλιος μεσούρανα να τη δει και να την
καμαρώσει». Τους ονόμασαν συζύγους και τους έριξαν στους άγνωστους γι’
αυτούς, αφού είχαν κλειστεί σε μοναστήρια από πολύ μικρή ηλικία, δρόμους της
Κωνσταντινούπολης. Όμως ο Υάκινθος ήταν ολόψυχα ταγμένος στον Χριστό. «Αν
έχεις πείσει τον εαυτό σου ότι ως γέννημα της πλάσης προορίζεσαι για κάτι
συγκεκριμένο, τούτο δεν μπορεί παρά να βρίσκεται στο επίκεντρο της ζωής σου
διαφορετικά καταστρέφεσαι, ζεις σαν άλλος και πεθαίνεις πρόωρα». Γι’
αυτό ξεκαθάρισε στη σύζυγό του, ότι θα τη φροντίζει δουλεύοντας όσο σκληρά κι
αν χρειαστεί και θα την προστατεύει, αλλά δεν θα είχαν σεξουαλικές επαφές.
Ο αγώνας για την επιβίωση, τους έφερε στην
Αθήνα, όπου εργάστηκαν στο αρχοντικό του Βάρδα, που ήταν ο Μυστικός (δηλ. ο
εκπρόσωπος) του επισκόπου των Αθηνών στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί η Λυγινή,
γνώρισε τον Ροδανό, έναν μυστηριώδη νεαρό άντρα από την Κωνσταντινούπολη. Τον
ερωτεύτηκε με κάθε ίνα του κορμιού της. Το ίδιο κι εκείνος. «Ακατανίκητη
έλξη την κατεύθυνε στο παράτολμο, ανάρμοστο και ενδεχομένως ανήθικο εγχείρημά
της. Επιθυμούσε να τον αντικρίσει πάλι. Να περιεργαστεί τις γραμμές του
προσώπου του, τα μακριά και κυματιστά του ξανθά μαλλιά, το χαμόγελο του, ίδιο η
χαρακιά του ήλιου στα μαύρα σύγνεφα, κι εκείνο το βλέμμα που θαρρείς την
κατάπινε […]Η φωνή του αισθαντική, βαθιά, γεφύρι ανάμεσα σε ψυχές και σώματα».
Όταν ο Υάκινθος αποφασίζει να «αναχωρήσει»
από τα εγκόσμια και να ζήσει ως στυλίτης, απομονωμένος από όλους, αφιερωμένος
στην προσευχή, η Λυγινή, δεν θα διστάζει να εγκαταλείψει τον σύζυγο και μη-σύζυγό
της και να ακολουθήσει τον Ροδανό στην Κωνσταντινούπολη. «Ο Υάκινθος δεν ήθελε να είναι
σύζυγος. Έπειτα ήρθε ο Ροδανός σαν τον ήλιο και με τύφλωσε. Με μάγεψε το κύμα,
με πήρε ο αέρας, με σαγήνευσε η ζωή. Έτσι διάταζε η καρδιά, δεν τη όριζα […] Όμως
εκείνος ήταν η ανάσα μου. Τον αγάπησα παράφορα». Εκεί έζησαν βίο
ενδιαφέροντα και περιπετειώδη με πολλά σκαμπανεβάσματα και ανατροπές στις οποία
δεν θα αναφερθώ και θα σας αφήσω να τις ανακαλύψετε μόνοι σας, όταν διαβάσετε
το βιβλίο.
Ο Γ. Καλπούζος, για μια ακόμη φορά, γράφει
ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα. Ένα βιβλίο που δυσκολεύεται ο αναγνώστης να αφήσει
από τα χέρια του. Ένα συγγραφικό κομψοτέχνημα, προσεγμένο ως την τελευταία
λεπτομέρεια. Με τη γνωστή του μαεστρία, στήνει τον μύθο, δομεί τους χαρακτήρες,
κάποιοι από τους οποίους είναι προσωπικότητες με ξεχωριστές ηθικές αρχές και
νοοτροπία και δίνει –χωρίς να κουράζει κι εντάσσοντας έξυπνα και αριστοτεχνικά
μέσα στο μύθο- πολλές πληροφορίες για την καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο του 8ου
μ. Χ. αιώνα. Με τον τρόπο αυτό και χάρη στον μοναδικό του ύφος, αλλά και στις
εξαιρετικές του περιγραφές, ο αναγνώστης, δεν διαβάζει απλώς το βιβλίο, αλλά το
ζει! Νοιώθει σαν αυτόπτης μάρτυρας όσων διαδραματίζονται! Μπορώ με βεβαιότητα
να πω ότι δεν «περισσεύει» καμιά από τις 600 σελίδες του βιβλίου, το οποίο θα
χαρίσει απολαυστικές ώρες σε όποιον το διαβάσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου