5 Ιουλ 2020

Η ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ

ΑΡΗΣ ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗΣ
Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
Σελ. 509, Οκτώβριος 2019

     Τα τρία χρόνια και τους οκτώ μήνες που πέρασε στην Ελλάδα ο Ιωάννης Καποδίστριας ως Κυβερνήτης, από την έλευσή του που γέμισε ελπίδα τον λαό, τον Ιανουάριο του 1828, μέχρι τη στυγερή κι άνανδρη δολοφονία του το Σεπτέμβριο του 1831, περιγράφει στο ιστορικό του μυθιστόρημα, «Η Σκιά Του Κυβερνήτη» ο Α. Σφακιανάκης. Μια δολοφονία, που καθυστέρησε την ανάπτυξη της χώρας ακόμα περισσότερο απ’ όσο οι διεθνείς συνθήκες επέβαλαν και τις οποίες ο Καποδίστριας προσπαθούσε να μεταβάλλει, αφού γνώριζε πώς να ελίσσεται στη διεθνή διπλωματία, μετά την θητεία του στο υψηλότατο αξίωμα του Υπουργού Εξωτερικών της τσαρικής Ρωσίας, ενώ παράλληλα εργαζόταν και για την εσωτερική αναμόρφωση. Όπως γράφει ο Κ. Γούντχαουζ στο έργο του «1821. Ο Πόλεμος Της Ελληνικής Ανεξαρτησίας», «Ο θάνατος του κυβερνήτη κατέστρεψε το διοικητικό του έργο και η Ελλάδα στα τέλη του 1831 κύλησε σε μια κατάσταση αναρχίας χειρότερη ακόμα και από του 1824».
     Την ιστορία αφηγείται ο Πέτρος Σκοτεινός, ένας από τους δύο σωματοφύλακες του Καποδίστρια. (Ο άλλος ήταν ο μονόχειρας (!) κρητικός Γεώργιος Κοζώνης). Σύμφωνα με το μυθιστόρημα, τον σωματοφύλακα έφερε μαζί του ο Καποδίστριας, όταν ήρθε από την Ευρώπη όπου ζούσε, μετά από «πρόσκληση» της Γ! Εθνοσυνέλευσης, για να αναλάβει τη διοίκηση της χώρας. Ή καλύτερα πρέπει να πούμε για να αναλάβει τη δημιουργία ενός κράτους από το απόλυτο μηδέν!
     Μετά τη συμφωνία των Μεγάλων Δυνάμεων για τη δημιουργία του ελληνικού κράτους, ο Καποδίστριας ταξίδεψε στην Ανκόνα, για να μεταφερθεί στη συνέχεια με αγγλικό πολεμικό πλοίο στην Ελλάδα. Οι Άγγλοι όμως, για δικούς τους λόγους, αργούσαν να στείλουν το πλοίο, με πρόφαση την κακοκαιρία. Ο Καποδίστριας καθημερινά, πήγαινε σε ένα σημείο που προσέφερε θέα στην ανοικτή θάλασσα και με ένα κιάλι, σάρωνε τον ορίζοντα περιμένοντας να δει το πλοίο. Βιαζόταν. Ήξερε ότι όλα κρεμόταν από μια λεπτή κλωστή. Ο Ιμπραήμ κατείχε την Πελοπόννησο και οι Τούρκοι την Αθήνα και μεγάλο μέρους της Ρούμελης. Ο εμφύλιος είχε συρρικνώσει την Ελλάδα και υπήρχε ο κίνδυνος να χαθούν όσα με αίμα είχαν κερδηθεί. Ελλάδα θεωρούνταν η περιοχή του Ναυπλίου, κάποιες περιοχές της Ρούμελης και κάποια νησιά.
     Ο Σκοτεινός γνωρίστηκε με τον Καποδίστρια στην Ανκόνα. Τον βοήθησε σε κάποια δύσκολη στιγμή και στη συνέχεια τον έπεισε να τον πάρει μαζί του. «Κόμη Καποδίστρια, είμαι ένας φτωχός άνθρωπος που ψάχνει για δουλειά. Με αυτή την Ιερή Συμμαχία που δημιούργησε ο παλιός σας εργοδότης, ο Τσάρος, στενέψανε τα πράγματα στην Ευρώπη. Οι τίμιοι μισθοφόροι ξεμείναμε από εργασία. Εγώ είμαι ένας άνθρωπος των όπλων, μπορεί να σας χρησιμεύσω εκεί που πηγαίνετε. Πάρτε με μαζί σας στην Ελλάδα […] χρειάζεστε προσωπική φρουρά. Σωματοφυλακή. Για το καλό της πατρίδας. Αν χαθείτε εσείς, χάνεται η υπόθεση».
     Από τότε ο Σκοτεινός, γίνεται η σκιά του. Τον ακολουθεί παντού όπου πηγαίνει. Είτε αυτό είναι το γραφείο του, όπου «Η λάμπα δεν έσβηνε πριν από τις τέσσερις το πρωί. Και τρεις ώρες αργότερα ήταν πάλι στο πόδι και χωνόταν στα χαρτιά του πριν αρχίσουν οι συσκέψεις», είτε στις περιοδείες του στα χωριά, όπου ερχόταν πρόσωπο με πρόσωπο με την  πραγματικότητα κι αντίκριζε κατάματα την πείνα και τη φτώχεια που μάστιζε το λαό. Σε αντίθεση με τους προύχοντες και τους κοτζαμπάσηδες, που ήθελαν να γίνουν «Τούρκοι στη θέση των Τούρκων» και να μη χάσουν τα προνόμια που τους προσέδιδε η εξουσία που ασκούσαν. Με αυτό το σύστημα θέλησε να τα βάλει ο Καποδίστριας και το πλήρωσε με τη ζωή του. «Και τώρα βγήκανε και ζητάνε κάτι ποσά υπέρογκα, που τους οφείλει λέει, το κράτος για τις θυσίες τους. Σαράντα Υδραίοι απαιτούν 1.200.000 τάλιρα και τριάντα Σπετσιώτες 1.000.000. Κι όταν τους έστειλα μια επιτροπή να εξετάσει τα ποσά αυτά, την έδιωξαν κακήν κακώς από τα νησιά τους. Και ο μέγας Κουντουριώτης, Ισκαριώτης θα έπρεπε να τον λένε καλύτερα, μου βάζει το μαχαίρι στο λαιμό και μου ζητάει ολόκληρο το ποσό, και μάλιστα με τόκους ωσότου το αποπληρώσουμε. Τέτοιους τοκογλύφους έχει η χώρα. Την ελευθέρωσαν μόνο και μόνο για να πίνουνε αυτοί το αίμα του λαού αντί οι Τούρκοι». Τα ίδια συμβαίνουν και στη Μάνη, όπου η οικογένεια Μαυρομιχάλη, προκαλεί διαρκώς ταραχές, βάζει προσκόμματα σε όσες προσπάθειες γίνονται να μπει μια τάξη κι αρνείται να πληρώσει φόρους. Αυτά τα κάνουν οι ίδιοι που λίγο καιρό πριν, παρακαλούσαν τον Καποδίστρια να έρθει και ν’ αναλάβει τα ηνία. «Λησμονείς φαίνεται, τα γράμματα που μου στέλνατε, με πρώτο-πρώτο τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, εκλιπαρώντας με να τρέξω γρήγορα κοντά σας γιατί χανότανε το έθνος με τις διχόνοιες σας;». Ήθελαν όπως φαίνεται, να τον έχουν υποχείριό τους, για να κάνει όλη την κοπιώδη δουλειά ο Κυβερνήτης (μάχη ενάντια στην πείνα, στην έλλειψη υποδομών, στα άδεια ταμεία, στον αναλφαβητισμό κλπ) κι αυτοί να απολαμβάνουν τα προνόμια που είχαν από την τουρκοκρατία κι ακόμη περισσότερα!
     Ο Καποδίστριας, αφιέρωσε τη ζωή του στην δημιουργία της Ελλάδας σε βάρος ακόμα και της προσωπικής του ζωής. Δυστυχώς ο τιτάνιος αγώνας του δεν εκτιμήθηκε από τους συγχρόνους του, αλλά και συκοφαντήθηκε από κάποιους μεταγενέστερους, ενώ «Κανένας Έλληνας, πριν ή μετά από εκείνον, δεν δούλεψε πιο πολύ για το δημόσιο συμφέρον». Βιβλία σαν αυτό που σας παρουσιάζω σήμερα, βοηθούν στην αποκατάσταση της μνήμης του και την ανάδειξη του έργου του, το οποίο δεν έχει λάβει τη θέση που του αξίζει στη συλλογική μνήμη.
     Ο Α. Σφακιανάκης, μελέτησε με προσοχή τις πηγές (του πήρε τέσσερα χρόνια να ολοκληρώσει το βιβλίο) και προσθέτοντας την αναμφισβήτητη συγγραφική του δεινότητα, κατάφερε να γράψει ένα βιβλίο που διαβάζεται με εξαιρετικό ενδιαφέρον κι αποδίδει με μοναδικό τρόπο όχι μόνο τα όσα συνέβαιναν στο Κυβερνείο, αλλά και το γενικότερο κλίμα της εποχής, σε ένα κράτος που μόλις άρχιζε να οικοδομείται.

1 σχόλιο: