ΓΙΑΝΝΗΣ
ΜΠΟΥΤΑΡΗΣ-ΜΑΡΙΑ ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ
Εκδόσεις
ΠΑΤΑΚΗΣ
Σελ.
350, Νοέμβριος 2020
Ο Γιάννης Μπουτάρης, μιλάει για όλους και
για όλα και με δεδομένο τον χαρακτήρα και τη νοοτροπία του, ο αναγνώστης είναι
σίγουρος ότι δεν κρύβει λόγια. «Ψέματα λέω μόνο μικρά και αθώα, από αυτά
που βοηθάνε στη ζωή και διευκολύνουν τον κοινό βίο […] Στα μεγάλα όμως ζητήματα
αδυνατώ να προσποιηθώ και βρίσκομαι απροστάτευτος απέναντι στα πυρά και στις
αγκυλώσεις».
Ξεκινά από τη γέννηση του το 1942 στη
Θεσσαλονίκη. Μιλά για τα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια που περνούσε ανάμεσα σε
καδιά, βαρέλια και μπουκάλια στην έδρα της επιχείρησης στη Νάουσα και το
κατάστημα της Θεσσαλονίκης. Τις σπουδές του στο Χημικό και την αναπόδραστη
ενασχόλησή του, με δεδομένη την οικογενειακή παράδοση, με το κρασί. Για την
ποιότητα του οποίου πιστεύει ότι παρά την όποια εξέλιξη της τεχνολογίας, τον
κυρίαρχο ρόλο παίζει ο άνθρωπος. «Δεν αντιλέγω με την τεχνολογία πράγματι
μπορείς να κάνεις θαύματα, το ερώτημα όμως είναι πως θα καταφέρεις να χωρέσεις
στη φιάλη την ιδιαιτερότητα του κάθε terroir, με μηχανικό τρόπο. Για να
αποδοθούν οι χάρες από τις συνιστώσες, δηλαδή από το έδαφος, τον αέρα και το
μικροκλίμα, κυρίαρχος του παιχνιδιού παραμένει ο άνθρωπος. Το χέρι του
οινοποιού είναι εκείνο που προσδίδει τη μοναδικότητα στην κάθε ετικέτα. Και
όταν λέω χέρι, το εννοώ, μιλώ για κάτι απτό, για φυσική και όχι εικονική
παρουσία».
Περιγράφει τη «χρυσή εποχή» της
επιχείρησης με τη δημιουργία κρασιών που άφησαν εποχή. Αλλά και τις προσπάθειές
του για τη συνένωση και την ενεργοποίηση όλων των οινοποιών μέσα από τα
συλλογικά όργανα, στη δύναμη των οποίων πιστεύει, φτάνει να λειτουργούν σωστά.
Λέει για το πώς και γιατί δημιουργήθηκαν οι ξενώνες και το καταφύγιο
«Αρκτούρος» στο Νυμφαίο, καθώς και για τις προσπάθειες του για τη δημιουργία
μικρών επισκέψιμων οινοποιείων μέσα στους αμπελώνες σε περιοχές με ξεχωριστές
ποικιλίες και οινική παράδοση. Δεν κρύβει την περιπέτειά του με τον αλκοολισμό,
τη μάχη που έδωσε σε κέντρο του εξωτερικού, αφού στην Ελλάδα δεν υπήρχαν
αντίστοιχες δομές και τις προσπάθειες που έκανε να βοηθήσει όσους περισσότερους
εξαρτημένους μπορούσε. Μεγάλο σταθμό στη ζωή του θεωρεί τη δημιουργία του κτήματος
στο Γιαννακοχώρι Νάουσας, (που σήμερα αριθμεί εξακόσια στρέμματα), την
αποχώρησή του από την οικογενειακή επιχείρηση και την δημιουργία της δικής του
με την επωνυμία «Κυρ-Γιάννης». Όπως και τη διεκδίκηση του δημαρχιακού θώκου της
Θεσσαλονίκης, τον οποίο διατήρησε για δύο συνεχείς θητείες, από το 2011 μέχρι
το 2019, για την Ιστορία της οποίας εξακολουθεί να αγωνίζεται «…ώστε
να μην απωθείται στο συλλογικό ασυνείδητο αλλά να αναδύεται στην επιφάνεια η
μακρά διαδρομή της πόλης μου μέσα από πολιτισμούς και θρησκείες, η γενική
διοίκηση του 1912, το μακεδονικό ζήτημα, το προσφυγικό, οι καπνεργάτες, η
Φεντερασιόν. Μάλιστα έχω κατεβάσει και την ατάκα «Αν δεν γνωρίζεις το παρελθόν
σου, δεν μπορείς να χτίσεις το μέλλον σου» που επαναλαμβάνω συχνά».
Τέλος δεν παραλείπει να ενημερώσει τους αναγνώστες του βιβλίου του, για τις
ενέργειες που κάνει εδώ και είκοσι χρόνια, για την υλοποίηση του οράματός του.
Δηλ. τη δημιουργία ενός αμπελώνα 500 στρεμμάτων στα πρώην βασιλικά κτήματα στο
Τατόϊ και της Κιβωτού του Ελληνικού Αμπελώνα, που θα αναλάβει να διατηρήσει και
να διασώσει «τις τριακόσιες πενήντα γηγενείς ποικιλίες σταφυλιού που υπάρχουν στη
χώρα μας».
Το πολύ αξιόλογο αυτό βιβλίο είναι η εκ βαθέων εξομολόγηση μιας ιδιόμορφης
προσωπικότητας και η αφήγηση μιας ζωής ξεχωριστής και συναρπαστικής σαν
μυθιστόρημα. Αξίζει την προσοχή των αναγνωστών!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου