Ο Πάνος Ιωαννίδης γεννήθηκε το 1978. Το 2013, το διήγημά του «Η Γυναίκα Από Τη Ζυρίχη» διακρίθηκε στον πρώτο διαγωνισμό της Ελληνικής Λέσχης Αστυνομικής Λογοτεχνίας. Είναι διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών. Ζει στη Δράμα με τη σύντροφο του και τον γιό τους. Έργα του: Ποίηση «Ποιήματα Της Στιγμής Και Άλλες Ουτοπικές Ιστορίες» (Ηλεκτρονική έκδοση, 2014), «Λοκομοτίβα» (Το Δόντι, 2017). Πεζογραφία «Τα Μωρά Της Αθηνάς» (Πηγή, 2016), «Ο Χορός Της Μέλισσας» (Κέδρος, 2019), «Ο Καιρός Των Ρόδων» (Κέδρος, 2021).
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας «Τα Μωρά Της Αθηνάς»;
Σίγουρα η οικονομική κρίση που μάστιζε
εκείνη την περίοδο τη χώρα. Το βιβλίο γράφτηκε μεσούσης της κρίσης, από το 2012
έως το 2015, της ιστορικής εκείνης περιόδου που στιγματίστηκε από την είσοδο
της χώρας στα δημοσιονομικά προγράμματα προσαρμογής, δηλαδή στα μνημόνια.
Ωστόσο υπάρχει κάτι βαθύτερο στα Μωρά της Αθηνάς. Αυτό είναι το ότι για να
ενηλικιωθεί ένας άνθρωπος πρέπει να πουλήσει μέρος του χρόνου του σε αυτό που
λέγεται βιοπορισμός ή κατεστημένη πραγματικότητα. Η όσμωση αυτών των δύο
στοιχείων συνιστά το πεδίο έμπνευσης του βιβλίου.
Ποτέ δεν επιχειρώ να μεταφέρω μηνύματα με τα
βιβλία μου. Αυτό συμβαίνει και στις δύο επόμενες περιπέτειες του Πέτρου Ριβέρη,
ήτοι στον Χορό της μέλισσας και στον Καιρό των ρόδων (Κέδρος). Γράφω πρωτίστως για να καταλάβω τι συμβαίνει
μέσα μου και γύρω μου. Τα μυθιστορήματα μου είναι σαν τα μπουκάλια ναυαγού στην
ταραγμένη θάλασσα.
Υπήρξαν αναγνώστες που με είπαν υπερβολικό
με όλα αυτά που συμβαίνουν στα Μωρά της Αθηνάς. Τους καταλαβαίνω, ειλικρινά.
Ωστόσο, υπήρξαν και άλλοι που μου είπαν ότι τα Πακέτα Ζωής που προσφέρονται σε
κάποιους ήρωες του μυθιστορήματος, δεν είναι τίποτα, μπροστά σε αυτά που
περιμένουν τους εργαζόμενους στο άμεσο μέλλον.
Δυστυχώς, έχετε δίκιο. Το πρόβλημα υφίσταται
μόνο που τώρα έχουν πολλαπλασιαστεί τα κοστούμια της εθιμικής εξουσίας που
εξακολουθεί να διαφεντεύει πολλά.
Αν πάρουμε ως παράδειγμα τις πρόσφατες
κινητοποιήσεις των διανομέων, οι οποίες ευτυχώς στέφθηκαν με επιτυχία, μπορούμε
εύκολα να δώσουμε την απάντηση. Σε μια απάνθρωπη εργοδοτική στάση, η μόνη λύση
είναι η συλλογική αντίσταση. Το ζήτημα
όμως δεν είναι προσωπικό, παρά καθαρά ταξικό. Γιατί πρέπει να εστιάσουμε ώστε
να κατανοήσουμε τι κάνει έναν εργοδότη, ιδιαίτερα τον μικρομεσαίο να γίνεται
αδίστακτος.
Δεν το κουνάει ρούπι από μέσα μου. Είναι
επίμονος και απαιτητικός, συνεχώς κοιτάζει την πραγματικότητα που μας περιβάλλει
και μου λέει «το είδες αυτό που συνέβη; Μήπως θα έπρεπε να με στείλεις, να ψάξω
τι γίνεται; να βρω την αλήθεια;» Για την ώρα είναι σίγουρα ο άλλος λογοτεχνικός
εαυτός μου. Εδώ και δυο βιβλία δρα στην αλέγκρα πόλη που λέγεται Θεσσαλονίκη,
και κατά την άποψη μου συνιστά την πιο μεσογειακή πόλη της χώρας μας. Όπως
έχω γράψει σε ένα ποίημα για τον Ριβέρη: βάζει το μελάνι και ζυγίζω το αίμα,
στις ουτοπικές γραφές της φθαρμένης ζωής.
Πρωτίστως είναι μια αισθητική πράξη, διότι
μέσω της παρασκευής της δημιουργείται πρωτογενής τέχνη. Καθότι όμως το
αστυνομικό μυθιστόρημα είναι το νέο κοινωνικό μυθιστόρημα, τότε ναι, μπορεί με
μια ευρεία διασταλτική οπτική, να γίνει και κοινωνική πράξη. Στο μέτρο, δηλαδή
που η τέχνη ενώνει ανθρώπους και τους φέρνει εγγύτερα.
Άμεσα όχι. Οι αλλαγές σε κοινωνικό επίπεδο,
είναι ζήτημα της συλλογικής προσπάθειας των ανθρώπων, συχνά των πρωτοποριών, με
σκοπό να κάνουν τη ζωή καλύτερη, ή όπως συμβαίνει κατά κόρον στους καιρούς μας,
να προστατεύσουν τα κεκτημένα δικαιώματα αιώνων. Έμμεσα εντούτοις, η λογοτεχνία
μπορεί να αφυπνίσει συνειδήσεις κάνοντας τους ανθρώπους να καταλαβαίνουν
ευκρινέστερα τι συμβαίνει μέσα τους και γύρω τους και να καλλιεργούν την
ενσυναίσθηση τους.
Γύρω στα 8 με 9 έτη μου. Έχω μια ξεκάθαρη
ανάμνηση, να προκύπτει μια διαφορά, ένας μικροκαβγάς ανάμεσα σε μένα και δυο
παιδικούς μου φίλους. Είχα το δίκιο με το μέρος μου, η πλειονότητα της παρέας
έκρινε ότι δεν έτρεχε και τίποτα. Μέλημα μου δεν ήταν να παλέψω για το δίκιο
μου, αλλά να το καταγράψω εποπτικά μέσα μου. Ήταν η αρχή της ιστορίας.
Όπως νοιώθει η μάνα που μόλις γέννησε, με τη
διαφορά, ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι το πνευματικό και όχι ένα παιδί. Ένα
παιδί είναι ένα έργο τέχνης από μόνο του, και ένα έργο τέχνης για να αντέξει
στον χρόνο πρέπει να έχει δημιουργηθεί έτσι ώστε να συγκινεί πάντα το παιδί που
κρύβουν μέσα τους οι άνθρωποι.
Για λίγο καιρό, εξακολουθούν να συμβιώνουν
μαζί μου. Μετά παραμερίζουν, γιατί έρχονται στο προσκήνιο της καθημερινής
συγγραφικής μου δραστηριότητας, οι ήρωες του επόμενου βιβλίου. Κάποιους
δυσκολεύομαι πολύ να τους αποχωριστώ. Τους υπόσχομαι, ότι θα τα ξαναπούμε σε
μια επόμενη περιπέτεια του Πέτρου Ριβέρη.
Άνθρωπος είμαι και ‘γω, όπως και εκείνοι. Τα
συναισθήματα των ηρώων μου είναι αναγκαστικά πιο δραματικά από τα δικά μου. Για
τον απλό λόγο, ότι έχουν να επιτελέσουν έναν σπουδαιότερο ρόλο, από τους ρόλους
που παίζω στην ασήμαντη δική μου ζωή. Το συναίσθημα άλλωστε, είναι η πιο
προσωπική από τις τέσσερις πηγές της γνώσης.
Κατά κάποιον τρόπο, πέρα από τον Ριβέρη,
όλοι και όλες τους έχουν κάποια στοιχεία δικά μου. Αυτό που
προσπαθώ να κάνω είναι να τους κατανοώ, ώστε να τους αφήνω να δείχνουν σε μένα
και στους αναγνώστες μου ποιοι είναι.
Η σύντροφος μου και κάποιοι καλοί φίλοι.
Ο ιδανικός αναγνώστης οφείλει να διαβάζει
αποκλειστικά μέσα σε δωμάτια ξενοδοχείων που δεν του θυμίζουν τίποτα. Το ίδιο
ισχύει και για τον ιδανικό συγγραφέα. Μιλώ από προσωπική εμπειρία: δεν υπάρχει
πιο κατάλληλος χώρος συγγραφής από ένα άγνωστο δωμάτιο ξενοδοχείου.
Φυσικά, και οφείλω να ομολογήσω ότι παρά
την έκπληξη είναι από τα ωραιότερα ευρήματα. Αν δεν θέλαμε να μάθουμε ποιοι
είμαστε, αν δεν υπήρχαν όλα αυτά τα ερωτήματα που μας ταλανίζουν, δεν θα
γράφαμε.
Μου έχει συμβεί να δω και από την άλλη
πλευρά, μέσα από τη ματιά ενός ήρωα, εντελώς διαφορετικού από μένα. Και σίγουρα
κάτι τέτοιο με έκανε πληρέστερο άνθρωπο.
Πάρα πολύ. Είναι από τις πιο αγαπημένες μου
στιγμές. Άνθρωποι διαφορετικών ηλικιών, τάξεων και αισθητικής να μου λένε τι
ένοιωσαν από το έργο μου. Όσο δύσκολο και να είναι μου αρέσει να μου λένε και
τι δεν τους άρεσε. Έτσι μπορώ να λογίζομαι πάνω στα κενά μου και να προσπαθώ να
γίνομαι καλύτερος.
Κάτι που μου λένε, και μου αρέσει πολύ είναι
«εγώ δεν διάβαζα αστυνομική λογοτεχνία, αλλά τα δικά σου, μου άρεσαν πολύ. Και
έτσι διάβασα.»
Φυσικά. Θα πω τρεις που δεν είναι συγγραφείς
αστυνομικής λογοτεχνίας. Στρατής Τσίρκας, Χόρχε Σεμπρούν, Ορχάν Παμούκ.
Γράφω εύκολα, συγγράφω δύσκολα. Είναι
δύσκολη διαδικασία η συγγραφή αν θέλεις να κάνεις κάτι καλό, κάτι που δεν έχει
δημιουργηθεί, τουλάχιστον στα βασικά του σημεία, από άλλον. Και είναι ακόμη πιο
δύσκολο να κάνεις κάτι που θα αντέξει στον χρόνο. Για μένα η συγγραφή είναι η
εσωτερική αναπνοή μου.
Ναι, έχω ξεκινήσει εδώ και λίγο καιρό την
τέταρτη περιπέτεια του Πέτρου Ριβέρη, Πρόκειται για ένα ερωτικό νουάρ
μυθιστόρημα. Για την ώρα όμως ασχολούμαι με την υποστήριξη της νέας περιπέτειας
του που είναι Ο καιρός των ρόδων.
Σας ευχαριστώ πολύ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου