ΡΕΖΑ
ΓΚΟΛΑΜΙ
Εκδόσεις
ΤΟΠΟΣ
Σελ.
127, Ιούνιος 2021
Στο βιβλίο περιγράφει τη ζωή του από το
1988 που γεννήθηκε μέχρι σήμερα. Μια ζωή στην οποία κυριαρχεί ο πόλεμος, ο
φόβος, η φυγή. Αλλά και ο αγώνας του, μέσω της μόρφωσης, να κάνει καλύτερη, αυτή
τη ζωή. Από παιδί ακόμη οι αναμνήσεις του είναι ζοφερές. «Βρίσκομαι καταδικασμένος κάτω
από έναν ουρανό όπου αντί για τον ήλιο να λάμπει, τη βροχή να κάνει τα λουλούδια
να ανθίζουν, τη μυρωδιά τους να μας δίνει ζωή και οξυγόνο, το άρωμά τους να μας
ταξιδεύει, για κάποιο λόγο δεν είναι ο συνηθισμένος ουρανός. Αυτός ο ουρανός
δεν μας δίνει οξυγόνο, αντιθέτως, μας το παίρνει. Στα τέλη του 1992 η δική μας
ιστορία γύρισε σελίδα και ο τίτλος αυτής της σελίδας είναι «Πόλεμος»: γνωστός
ως εμφύλιος πόλεμος. Δεν τολμούμε να βγούμε από τα σπίτια μας, βρέχει βόμβες
από τον ουρανό, δίνουμε αγώνα για να καταφέρουμε να επιζήσουμε σε αυτές τις
συνθήκες. Το μόνο πράγμα που επικρατεί στους δρόμους της Καμπούλ είναι ο
τρόμος». Ο εμφύλιος πόλεμος κράτησε μέχρι το 1996. «Όλο αυτό το διάστημα μετράμε τα
δευτερόλεπτα, πάντοτε με την ελπίδα ότι τελειώνει ο
πόλεμος και ότι θα είμαστε ασφαλείς, ότι θα δούμε το φως του ήλιου, δίχως να
κρύβεται πίσω από καπνούς και μπαρούτι».
Την επόμενη χρονιά, λόγω του απάνθρωπου
καθεστώτος των Ταλιμπάν που είχαν επικρατήσει στον εμφύλιο αλλά και της
ανέχειας, μετανάστευσε στο γειτονικό Πακιστάν. Παρά τις δυσκολίες και την
πολύωρη εργασία, πρωταρχικό του μέλημα ήταν το σχολείο. Το 2001, επέστρεψε για
λίγο στην πατρίδα του όταν άλλαξε το καθεστώς. Η διαφθορά όμως που κυριαρχεί,
κρατάει την συντριπτική πλειοψηφία του λαού σε συνθήκες φτώχειας. Έτσι ο Ρεζά
αποφασίζει να αναζητήσει την τύχη του αυτή τη φορά στο Ιράν. Όμως σύντομα οι
Ιρανοί αρχίζουν να συλλαμβάνουν του Αφγανούς πρόσφυγες και να τους απελαύνουν
στη χώρα τους, όπου οι Ταλιμπάν είχαν επανακάμψει. Όσοι επιστρέφουν υποφέρουν
τα πάνδεινα. «Ο Χαφίζ δεν ήθελε να αφήσει ποτέ μούσι, γι’ αυτό, όταν τους παραλαμβάνουν
οι Ταλιμπάν, τον αποκάλεσαν άπιστο. Αυτός αντιστάθηκε και οι Ταλιμπάν βίασαν τα
παιδιά και τη γυναίκα του μπροστά του και στη συνέχεια τους έδεσαν σε ένα
δέντρο και τους πυροβόλησαν».
Η φυγή και από το Ιράν είναι μονόδρομος.
Με τα λίγα χρήματα που έχει καταφέρει να συγκεντρώσει βρίσκει διακινητές να τον
οδηγήσουν στην Τουρκία και πιο συγκεκριμένα στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί η
κατάσταση δεν είναι όπως στο Ιράν, αλλά δεν είναι και… ρόδινη. Ο κίνδυνος της
σύλληψης και της απέλασης είναι διαρκής. «Κατά τη διαμονή μου στην Κωνσταντινούπολη
γνώρισα κάποιους ανθρώπους που είχαν σκοπό να πάνε στην Ελλάδα με ένα φουσκωτό.
Με τάραζε ακόμα και η ιδέα. Κατά βάθος γνώριζα ότι επρόκειτο για ένα ταξίδι
μεταξύ ζωής και θανάτου. Θα έπρεπε όμως να πάω σε μια χώρα όπου να μην
κινδυνεύω. Αναζητούσα μια νέα πατρίδα, όποια κι αν ήταν αυτή, αρκεί να μπορούσα
να ζήσω». Έτσι το 2006, πέρασε με μια μισοφουσκωμένη βάρκα στην Ελλάδα
και από τότε ζει απόλυτα ενταγμένος εδώ.
Το βιβλίο του Ρ. Γκολαμί, είναι μια
συγκλονιστική μαρτυρία του πόθου ενός ανθρώπου για ελευθερία και προκοπή. Ακόμη
αποτελεί ένα τρανταχτό παράδειγμα για το πόσο καλύτερη θα ήταν η ζωή των
προσφύγων αλλά και των γηγενών, αν παρά τις μεγάλες δυσκολίες και τα
συμφέροντα, υπήρχε μια πραγματική πολιτική για τους πρόσφυγες, που θα επέτρεπε
και θα προήγαγε την μόρφωσή τους, την ένταξή τους στην κοινωνία και κατά
συνέπεια και την αρμονική συμβίωση με τους Έλληνες. Ένα βιβλίο που αξίζει να
διαβαστεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου