ΞΕΝΟΦΩΝ
ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ
Εκδόσεις
ΤΟΠΟΣ
Σελ.
287, Οκτώβριος 2022
Ο Ν. Μπελογιάννης εντάχθηκε από νεαρή
ηλικία στο ΚΚΕ, αναπτύσσοντας πολιτική δραστηριότητα, για την οποία φυλακίστηκε
αρκετές φορές. Στη διάρκεια της κατοχής, ενώ νοσηλευόταν κρατούμενος στο
«Σωτηρία», δραπέτευσε κι έλαβε μέρος στην αντίσταση. Στον εμφύλιο πόλεμο,
υπηρέτησε στον ΔΣΕ. Μετά την ήττα εγκατέλειψε την Ελλάδα τον Αύγουστο του 1949
και βρέθηκε στην Πολωνία.
Τον Ιούνιο του 1950, ήρθε με εντολή του
κόμματος στην Ελλάδα με πλαστό διαβατήριο. «Η αποστολή του είναι επικίνδυνη αλλά
εξαιρετικά σημαντική: Να ανασυντάξει τις παράνομες κομματικές οργανώσεις στην
Ελλάδα, να τις εκκαθαρίσει από τους πράκτορες των κρατικών υπηρεσιών ασφαλείας και
ταυτόχρονα να προωθήσει το νόμιμο αριστερό κίνημα».
Για να πετύχει τους σκοπούς του, κάνει
λίγες επιλεγμένες επαφές με έμπιστα πρόσωπα. Ανάμεσά τους και η μετέπειτα
σύντροφος και μητέρα του παιδιού του, Έλλη Ιωαννίδου. Όμως η παρουσία του
γίνεται γνωστή στην Ασφάλεια. Συλλαμβάνεται και με ακόμη 92 κατηγορούμενους
οδηγείται στο Έκτακτο Στρατοδικείο τον Οκτώβριο του 1951. «Την νύχτα της 15ης
Νοεμβρίου 1951, στις τρεις τα χαράματα, σε μια άδεια αίθουσα ο πρόεδρος θα
απαγγείλει δημόσια την αναμενόμενη απόφαση. Δώδεκα θανατικές καταδίκες, ανάμεσά
τους, ο Μπελογιάννης, η Έλλη Ιωαννίδου, ο Παπανικολάου, ο Καλοφωλιάς και ο
Δρομάζος».
Ο πρωθυπουργός Ν. Πλαστήρας που «είχε
εξαγγείλει προεκλογικά ότι επιδιώκει την πολιτική ισοτιμία της ηττημένης αριστεράς»,
θα κάνει ότι μπορεί για να μην οδηγηθούν οι καταδικασθέντες στο απόσπασμα. Όμως
πολύ «βολικά» τις ίδιες εκείνες ημέρες, η Ασφάλεια θα εντοπίσει ασυρμάτους σε
κρύπτη σπιτιού. Ο χειριστής τους, αφού καταστρέψει κάποια έγγραφα θα
αυτοκτονήσει. Ο Μπελογιάννης κατηγορείται ως εγκέφαλος και οδηγείται σε νέα
δίκη. «Η Δεξιά και το παρακράτος, με την καθοδήγηση των μυστικών υπηρεσιών
του Τομ Καραμεσίνη, στήνουν τη δεύτερη δίκη του Μπελογιάννη και άλλων είκοσι
οκτώ κατηγορούμενων αυτή τη φορά με την κατηγορία της κατασκοπίας, που
στηρίζεται στην αποκάλυψη των ασυρμάτων».
Ο Πλαστήρας θα προσπαθήσει να πείσει τους
στρατοδίκες να βρεθεί μια νομική φόρμουλα για να σταματήσει η δίκη. Όμως είναι
αδύναμος τόσο πολιτικά, όσο και σωματικά (έχει υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο).
Δεν μπορεί να επιβάλλει τη θέλησή του στους «αφιονισμένους» στρατοδίκες, που
έχουν την στήριξη του ΙΔΕΑ και του χωρίς ηθικούς ενδοιασμούς και αναστολές
Πιούροφόι, που από κλητήρας στο ΥΠΕΞ των ΗΠΑ έγινε διπλωμάτης και πρεσβευτής
στην Αθήνα- και αλλού στη συνέχεια-αναλαμβάνοντας «ειδικές» αποστολές. Τελικά «η
απόφαση του τακτικού στρατοδικείου θα απαγγελθεί δημόσια στη μία το μεσημέρι
της 1ης Μαρτίου». Οκτώ από τους κατηγορούμενους,
καταδικάζονται σε θάνατο.
Αμέσως, σημειώνεται μια μεγάλη διεθνής
κινητοποίηση για χορήγηση χάριτος. Άνθρωποι του πνεύματος, καλλιτέχνες, πολιτικοί
(ανάμεσά τους ο Αντενάουερ και ο Σαρλ Ντε Γκολ), Γάλλοι δικαστές, Ιταλοί και
Βρετανοί βουλευτές και γερουσιαστές, ορθόδοξοι και καθολικοί υψηλόβαθμοι ιερωμένοι,
ζητούν να μην γίνουν οι εκτελέσεις. Δυστυχώς η πίεση αυτή δεν δείχνει να έχει
αποτέλεσμα. Τότε, ο Νίκος Πλουμπίδης, (ο επονομαζόμενος συνωμοτικά «Μπάρμπας»)
στέλνει επιστολή στην Ασφάλεια. Κατονομάζει τον εαυτό του ως υπεύθυνο του
κλιμακίου των ασυρμάτων και υπόσχεται να παραδοθεί αν χορηγηθεί χάρη στους
καταδικασμένους. Το ΚΚΕ και ο ΓΓ Νίκος Ζαχαριάδης με μια ακατανόητη (ή μήπως
πολύ ευνόητη;) ενέργεια, χαρακτηρίζει
την επιστολή πλαστή, παρά το γεγονός ότι εκτός από τον γραφικό χαρακτήρα και
την υπογραφή η επιστολή έφερε και δακτυλικό αποτύπωμα του Πλουμπίδη και τον
συντάκτη της πράκτορα της Ασφάλειας! Μηδενίζει με αυτό τον τρόπο κάθε ελπίδα
για αναψηλάφηση της δίκης. Η ιστορία είχε την γνωστή τραγική κατάληξη: εκτέλεση
των τεσσάρων κατηγορουμένων (οι άλλοι έλαβαν χάρη για διάφορους λόγους) την 30η
Μαρτίου 1952.
Αυτή την ιστορία μεταπλάθει λογοτεχνικά ο
Ξ. Κοντιάδης και το κάνει με μοναδικό τρόπο, χωρίς να παρεκκλίνει από την
ιστορική πραγματικότητα. Οι διάλογοι είναι ολοζώντανοι. Η περιγραφή των χαρακτήρων
γίνεται χωρίς τάσεις ούτε ηρωοποίησης ούτε δαιμονοποίησης. Η κρίση για τις
πράξεις του καθενός επαφίεται στον αναγνώστη, στον οποίο δίνονται τα απαραίτητα
στοιχεία, για να κρίνει αν θέλει τους χαρακτήρες. Πολύ καλή επίσης είναι η
χρήση της γλώσσας και ο τρόπος γραφής. Εξαιρετική αναγνωστική επιλογή!
Απολαυστική όταν διαβαστεί σαν μυθιστόρημα και διδακτική όταν διαβαστεί σαν
Ιστορία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου