ΓΙΑΝΝΗΣ
ΜΟΣΧΟΣ
Εκδόσεις
ΤΟΠΟΣ
Σελ.
286, Απρίλιος 2019
Το πρώτο μυθιστόρημα του Γιάννη Μόσχου με
τον παράξενο τίτλο «Τοκορόρο», θα μας απασχολήσει σήμερα.
«Στην Κούβα, στα δάση, ζει ένα πουλί. Οι
ντόπιοι το λένε τοκορόρο. Έχει μπλε φτερά σαν τον ουρανό, κόκκινη κοιλιά σαν
φωτιά, και λευκό λαιμό σαν τα όνειρα. Ακριβώς όπως τα χρώματα της σημαίας της
Κούβας. Γεννημένο από φωτιά και ουρανό, στον κόσμο των ονείρων. Αν το κλείσει
κανείς σε κλουβί, χτυπιέται στα κάγκελα να ελευθερωθεί, μέχρι να το πετύχει ή
να πεθάνει προσπαθώντας. Ελευθερία ή θάνατος».
Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1961 στο Μαϊάμι.
Η αμερικανική κοινωνία, «κουρασμένη» από τη διαφθορά της αστυνομίας και τη δράση
παρακρατικών ομάδων που έχουν την υποστήριξη των μυστικών υπηρεσιών, στηρίζει
τις ελπίδες της για καλύτερο μέλλον, στον νέο πρόεδρο, τον Τζον Κένεντι. «Ελπίδα.
Αυτό περιμένουν από σένα, νέε πρόεδρε, και γι’ αυτό μόνο σε έβαλαν εκεί που
είσαι». Ο αρχηγός του Τμήματος Ανθρωποκτονιών Τέρι Φρίμαν, βρίσκεται σε
μια δεξίωση, όταν ενημερώνεται για τη δολοφονία του Μπαντ Στόουν,
μικροκακοποιού και στελέχους της Κου
Κλουξ Κλαν. Αυτό που είναι ασυνήθιστο, σε αυτή την ανθρωποκτονία, είναι η
κατάσταση στην οποία βρέθηκε το πτώμα. «Ένας κλόουν κειτόταν μπροστά τους. Ένας
περίεργος, ολόγυμνος κλόουν. Ήταν ένας κλόουν δημιούργημα, βγαλμένος από τα πιο
τρελά όνειρα του πιο τρελού ονειροπόλου. Βαμμένος και μακιγιαρισμένος με το
δικό του αίμα. Ξαπλωμένος ανάσκελα, με τα χέρια σταυρωμένα πάνω στο στήθος του
και τα πόδια ανοιχτά. Στο κεφάλι περούκα. Ροζ. Από τη βάση της είχε αρχίσει να
διαφαίνεται αίμα. Λες και το λάστιχο της περούκας το κρατούσε από κάτω μη χυθεί
και πλημμυρίσει όλο το κεφάλι. Τα μάτια του είχαν αφαιρεθεί και κάτι άλλο είχε
τοποθετηθεί εκεί». Ο Φρίμαν υποθέτει ότι το θύμα «τσάτισε» για κάποιον
λόγο την τοπική μαφία, με την οποία το Τμήμα έχει αγαστή και αρμονική
συνεργασία. «Μπορούσε να σκεφτεί κανείς ότι η αστυνομία είχε κυρίως διακοσμητικό
ρόλο. Ανάμεσα στις διασημότητες και την πλήρη κάλυψή τους, οι αστυνομικοί ξεκουράζονταν
και τα συνδικάτα της Μαφίας έκαναν τη δουλειά τους, ξεσκαρτάριζαν τους
μικροαπατεώνες, έλεγχαν το έγκλημα και χρησιμοποιούσαν το Κεντρικό Τμήμα για να
νομιμοποιήσουν τα τσιφλίκια τους, να κρατάνε τα σύνορά τους και να ηρεμούν τον
απλό κόσμο».
Η
ειδεχθής φύση της δολοφονίας, ωθεί τον Φρίμαν να αναθέσει την υπόθεση στον
αδιάφθορο, αμφιλεγόμενο, αντισυμβατικό και πολύ αποτελεσματικό επιθεωρητή Τσαντ
Ληρόι και τον νεαρό βοηθό του Κερτ. Για να μπορέσουν να βρουν μια άκρη, ο Ληρόι
θα χρησιμοποιήσει το δίκτυο των πληροφοριοδοτών που διαθέτει, αλλά και πάλι τα
αποτελέσματα είναι πενιχρά. Σύντομα ακολουθούν και άλλες παρόμοιες δολοφονίες,
κάτι που αυξάνει την πίεση και «αθωώνει» τη Μαφία. Τα ελάχιστα στοιχεία,
οδηγούν τελικά σε έναν καβγά που έγινε στη διάρκεια μιας παρτίδας πόκερ και
στον μυστηριώδη Στίνγκερ, που απ’ ότι φαίνεται, ετοιμάζει ένα «στρατό» από
εξόριστους Κουβανούς και περιθωριακούς Αμερικανούς. Σκοπός τους; Να εισβάλουν
στην Κούβα, ν’ ανατρέψουν το καθεστώς που έχει εγκαθιδρύσει ο Κάστρο και οι
σύντροφοί του και να επαναφέρουν το διεφθαρμένο καθεστώς Μπατίστα, που είχε
μετατρέψει την Κούβα σε ένα τεράστιο καζίνο και οίκο ανοχής! Με αυτά τα
στοιχεία, ο Τσαντ και ο βοηθός του, προσπαθούν να ξετυλίξουν το κουβάρι…
Το «Τοκορόρο», είναι ένα αστυνομικό
θρίλερ, γραμμένο στα χνάρια των αμερικανών κλασικών του είδους. Έχει πολλά από
τα στοιχεία που χρησιμοποίησαν αυτοί: έναν κεντρικό χαρακτήρα με
ιδιαιτερότητες, διεφθαρμένους αστυνομικούς, αδίστακτους μαφιόζους. Ακόμα το
ειδεχθές των δολοφονιών, παραπέμπει
στους νεότερους σκανδιναβούς συγγραφείς. Φαίνεται ότι ο συγγραφέας του βιβλίου έχει
μελετήσει καλά και τους μεν και τους δε. Τα «διαβάσματά» του όμως, είναι καλά
«χωνεμένα» και μετουσιωμένα, έτσι ώστε το έργο του να βασίζει την έμπνευσή του στους κλασικούς, αλλά δεν
τους αντιγράφει. Άλλωστε είναι κοινά παραδεκτό, ότι στην Τέχνη δεν υπάρχει
παρθενογένεση.
Κλείνοντας να αναφέρω δύο εντυπωσιακά
γεγονότα. Το πρώτο είναι ότι ένα τόσο καλογραμμένο μυθιστόρημα, με ανατροπές και
αναπάντεχη εξέλιξη, είναι το πρώτο του συγγραφέα. Το δεύτερο είναι ότι ενώ ο
συγγραφέας είναι Έλληνας, «κινείται» με εκπληκτική άνεση στον αμερικανικό νότο,
σε ένα ευρύ χρονικό διάστημα (1938-1961).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου