21 Δεκ 2019

ΠΙΚΡΟ ΓΑΛΑ

ΜΕΝΙΟΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ. 479, Οκτώβριος 2019

     Μια αληθινή ιστορία αφηγείται στο δέκατο έκτο βιβλίο του με τίτλο «Πικρό Γάλα», ο γνωστός δημοσιογράφος, αθλητικογράφος και συγγραφέας Μένιος Σακελλαρόπουλος.
     Είναι η ιστορία του Φώτη Ραπακούση, του ιδρυτή του Μουσείου Αλή Πασά και Επαναστατικής Περιόδου, που βρίσκεται στο Νησί της λίμνης Παμβώτιδας στα Ιωάννινα. «Εκείνος-ο Φώτης Ραπακούσης-το έστησε από το μηδέν, ξόδεψε την περιουσία του για να αγοράσει σε δημοπρασίες τα πολύτιμα αντικείμενα εκείνης της περιόδου, εκείνος οραματίστηκε αυτό το μουσείο για τους Γιαννιώτες, τους υπόλοιπους Ηπειρώτες και όλους τους Έλληνες, εκείνος πληρώνει ενοίκιο στη μητρόπολη και στον δήμο, εκείνος ανέλαβε να φωτίσει την Ιστορία. Τα κειμήλια δε μιλάνε απλώς, ουρλιάζουν…».
     Ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου και ο Ραπακούσης γνωρίστηκαν όταν ο δεύτερος του τηλεφώνησε για να τον ευχαριστήσει για ένα επαινετικό (διθυραμβικό είναι η πιο σωστή λέξη) κείμενο που έγραψε για το Μουσείο που επισκέφτηκε όταν βρέθηκε στα Γιάννινα.  Έκτοτε διατήρησαν επαφή. «Ξεκίνησε να μου στέλνει στο facebook διάφορα νέα αποκτήματα του μουσείου του, μέχρι που ένα μεσημέρι έστειλε ένα κείμενο που με συγκλόνισε και με έκανε να παρατήσω τη δουλειά μου στη μέση». Το κείμενο αυτό, ήταν μια «περίληψη» της δύσκολης πορείας του στη ζωή. Ο Μ. Σακελλαρόπουλος, με το οξυμένο συγγραφικό και δημοσιογραφικό ένστικτο που διαθέτει, αντιλήφθηκε ότι είχε μπροστά του μια ιστορία με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αποφάσισε να την καταγράψει. Για το λόγο αυτό ταξίδεψε στα Γιάννινα για μια ακόμη φορά. «Μιλούσαμε κάπου οκτώ ώρες (!) στη λίμνη, αυτή που σημάδεψε τη ζωή του. Εκεί είχε κερδίσει το πρώτο του δίφραγκο. Κι αργά το βράδυ, κοφτός, δίχως να σηκώνει αντίρρηση, μου ανακοίνωσε. «Κοιμήσου καλά κι αύριο πρωί-πρωί φεύγουμε για το Αηδονοχώρι. Εκεί θα μάθεις τα υπόλοιπα…». Ο νέος μαραθώνιος κράτησε… τρείς μέρες. Τόσες χρειάστηκαν για να φτάσω στα τρίσβαθα της πονεμένης ψυχής του. Μιλούσε και σκούπιζε τα δάκρυά του, θύμωνε, οργιζόταν, έπιανε από νευρικότητα το κεφάλι του. Κι όταν «μπούκωνε» κατέβαζε ένα τσιπουράκι για να ξεφρακάρει το στόμα, να γλιστρήσουν οι λέξεις».
     Ο Φώτης Ραπακούσης, γεννήθηκε στο Αηδονοχώρι της Ηπείρου. Έχασε τον πατέρα του από έκρηξη νάρκης όταν ήταν πολύ μικρός, λίγο μετά τη λήξη του εμφυλίου. Η χήρα μητέρα του, μη έχοντας κανέναν πόρο, δεν μπορούσε να αναθρέψει τα δύο παιδιά της. «Η χήρα έψαχνε λύσεις στο μυαλό της, σκέφτηκε να πουλήσει και το σπίτι αλλά δεν το έπαιρνε κανένας […] “Κανένας δεν με καταλαβαίνει πάτερ. Όταν ψάχνω για να τα ταΐσω και έχω ελάχιστα πράγματα να τους δώσω, μπορεί και τίποτα, δε με καταλαβαίνει κανείς, συγχώρα με. Κι έχω κάτι στο μυαλό, για να σωθούν τα παιδιά”». Αυτό που είχε στο μυαλό, ήταν να τα στείλει στις παιδουπόλεις που είχε ιδρύσει η Φρειδερίκη. Ο μεγάλος αδελφός, ο Σπύρος στους Φιλιάτες. Ο μικρός, ο Φώτης στο Ζηρό Φιλιππιάδας. Ο Σπύρος, πιο ευπροσάρμοστος, μπήκε στο «κλίμα» του ιδρύματος αμέσως. Ο Φώτης όμως, μετατράπηκε σε αγρίμι. Η σκληρή πειθαρχία, οι τιμωρίες, η αυθαιρεσία του προσωπικού, τον έκαναν να εμφανίσει τον πιο ατίθασο εαυτό του. Η διοίκηση, μετά από μια άγρια συμπλοκή στην οποία ήταν πρωταγωνιστής, αποφάσισε να τον στείλει σε ανάλογο ίδρυμα στο Ληξούρι Κεφαλονιάς, όπου θα διδάσκονταν και μια τέχνη. «Τον πήγαν συνοδεία ως την έξοδο και δεν γύρισε να κοιτάξει πίσω ούτε μια φορά, με το βλέμμα καρφωμένο στο χώμα. «Φεύγω για πάντα… Πόσα πέρασα εδώ μέσα…» σκέφτηκε και στον νου του ήρθαν η Προκοπία, η Αυγουστία, ο Μπαγάσας-Μουστάκιας, το δέντρο με τις φτυσιές, οι ατέλειωτες αγγαρείες, το κρύο στο θάλαμο, οι προσευχές, το στρώσιμο του κρεβατιού και οι επιθεωρήσεις, τα τραγούδια για τη μητέρα-βασίλισσα…».
     Όμως, ούτε κι εκεί άντεξε για πολύ. Δεν μπορούσε να ανεχτεί την αδικία και την κακή συμπεριφορά. Κι όταν την αντίκρισε, αντέδρασε βίαια. Ακολούθησε νέα μεταφορά. Αυτή τη φορά στα Γιάννενα, για να είναι πιο κοντά στο χωριό του. Όπου με τη βοήθεια κάποιων ανθρώπων που του φέρθηκαν σαν τον πατέρα που ποτέ δεν γνώρισε και με σκληρό αγώνα, μπόρεσε να βάλει μια τάξη στη ζωή του και να φτάσει στις μέρες μας, να είναι ισότιμος συνομιλητής Προέδρων της Δημοκρατίας.
     Η ιδιαίτερη ζωή του Φώτη Ραπακούση, σε συνδυασμό με τον εξαιρετικό τρόπο γραφής του Μένιου Σακελλαρόπουλου που αποδίδει με ακρίβεια τις ψυχικές διακυμάνσεις του Φώτη από τότε που μικρό παιδί «ρίχνονταν» στο αφιλόξενο περιβάλλον του ιδρύματος μέχρι που ενήλικας πια, πήρε τη ζωή του στα χέρια του, αλλά και το αναπάντεχο φινάλε, κάνουν το βιβλίο μοναδικό. Θα συγκινήσει και θα συγκλονίσει και τον πιο απαιτητικό αναγνώστη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου