10 Ιουλ 2022

ΟΝΕΙΡΕΥΤΗΚΑ ΤΗ ΣΑΝΓΚΑΗ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ
Εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ
Σελ. 388, Μάιος 2022

 

     Το έχω αναφέρει και άλλη φορά. Υπάρχουν ορισμένοι συγγραφείς, των οποίων κάθε νέο έργο, αποτελεί εκδοτικό γεγονός! Ένας από αυτούς είναι ο Γιάννης Ξανθούλης, του οποίου το καινούριο μυθιστόρημα με τίτλο «Ονειρεύτηκα Τη Σανγκάη», κυκλοφόρησε πρόσφατα.

     Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται στον Πετρόκαμπο, ένα χωριό «Μεταξύ Ηπείρου και Στερεάς, βουνού και θάλασσας, χωρίς να βλέπει θάλασσα. Καταμεσής ενός κάμπου σαν την Κοιλάδα του Θανάτου στην Καλιφόρνια…».

     Το χωριό αν και στο παρελθόν είχε κάποιες προοπτικές, έσβηνε σιγά-σιγά αφού δεν το ευνοούσε ούτε το φυσικό τοπίο. «Διότι ο Πετρόκαμπος ήταν όντως πετρόκαμπος, αφού δεν διέθετε δέντρα και καλλιέργειες, μήτε βουνά, μήτε θάλασσες ή δάση […] Σποραδικά μόνο, ας είναι καλά τα πουλιά, έπεφταν μερικοί σπόροι που μετά κόπων και βασάνων κατέληγαν να εξελιχθούν σε κάτι αναιμικούς θάμνους, αταξινόμητους και αγνοημένους ακόμη και από τους ειδικούς».

     Κοντά στο χωριό βρισκόταν ένα ύψωμα-δεν το έλεγες ακριβώς βουνό-ο Μαρμαρόγκας, που έμπλεκε τους εναπομείναντες κατοίκους σε μπελάδες. Ή κάποιες φορές λειτουργούσε σαν άλλοθι! «…ένα βουνό που υπολειπόταν σε ύψος από τα κανονικά βουνά, αλλά μέσα στα σπλάχνα του έβραζαν μηχανισμοί μυστήριοι, με τη μαγική παραφροσύνη του απρόβλεπτου».

     Κι ενώ η ζωή σ’ αυτό το χωριό των συνταξιούχων-τα παιδιά του μονοθέσιου Δημοτικού ήταν ελάχιστα και ήταν υπό την επίβλεψη ενός μάλλον ιδιόρρυθμου (για να το πούμε ευγενικά) δασκάλου-κυλάει σε αργούς ρυθμούς, έρχεται ένα γράμμα από τη Γερμανία που θα ανατρέψει όλα τα δεδομένα και θα φέρει μεγάλη αναστάτωση. Ένα τέκνο του χωριού, ο Λάκης Μπούγας που έφυγε 14χρονος από τον Πετρόκαμπο σχεδόν αποδιωγμένος κι έκανε αξιόλογη περιουσία στη Γερμανία, με τη διαθήκη του, αφήνει ένα μεγάλο ποσό, για να γίνουν κοινωφελή έργα. Η επιστολή απευθυνόταν στον μοναδικό-έστω και μακρινό-συγγενή του, συνταξιούχο λογιστή Πέτρο Μακκαβαίο ή Μπαλαρίνο. Ο οποίος «ένα τέταρτο μετά την ανάγνωση της τρισέλιδης επιστολής, δεν ήταν πια ο ίδιος. Ούτε αυτός ούτε οι συνήθειές του. Γι’ αυτό ανησύχησε ο καφετζής Πετράκης Γκαβός, όταν άκουσε τον Μπαλαρίνο να παραγγέλνει και τρίτη λεμονάδα. Τρεις λεμονάδες μέσα σε είκοσι λεπτά ουδείς Πετροκαμπιώτης είχε πιεί μέχρι τότε, από καταβολής του χωριού».

     Ο μακαρίτης Μπούγας, για να εκταμιευτούν τα δέκα περίπου εκατομμύρια ευρώ, έθετε έναν όρο: μέρος του ποσού, θα διατεθεί για την ανέγερση μουσείου, που θα εκθειάζει την επαγγελματική του διαδρομή. Όμως εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα. Ο Μπούγας έκανε καριέρα ως… πορνοστάρ. Η ταινία του «Το τρίτο πόδι του Ρήνου», έκοψε εκατομμύρια εισιτήρια σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα η ταινία αυτή, σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία στη Σανγκάη! Οι Κινέζοι σχημάτιζαν ουρές έξω από τους κινηματογράφους που προβάλλονταν η ταινία. Ο Μπούγας ακόμη, εκτός από τις αφίσες, τις φωτογραφίες, τις ταινίες και τα διάφορα αξεσουάρ, ήθελε στο κεντρικό σημείο του μουσείου, να είναι τοποθετημένο το εξαιρετικού μεγέθους… όργανό του, το οποίο θα είχε αποκοπεί από υπόλοιπο σώμα του, και θα διατηρούνταν με τις κατάλληλες τεχνικές! Μπορεί όμως μια συντηρητική επαρχιακή κοινωνία, να ανεχθεί ένα τόσο σκανδαλιστικό μουσείο; Με δέκα εκατομμύρια όλα γίνονται. Μέχρι και ο μητροπολίτης Αμβρόσιος Τεκνοπνίκτωρ, έδωσε τις ευλογίες του! 

     Η χειμαρρώδης γραφή, ο σαρκασμός, η λεπτή ειρωνεία, το χιούμορ, οι σουρεαλιστικές σκηνές, τα (απαραίτητα) μεταφυσικά φαινόμενα και μια εξαιρετική πινακοθήκη χαρακτήρων, ο καθένας με τις ιδιαιτερότητες και τα «κολλήματά» τους, τους οποίους προσπαθούν να τιθασεύσουν ο Μακκαβαίος και ο παπα-Τσιλιβίθρας, είναι σίγουρο ότι θα χαρίσουν ώρες αναγνωστικής απόλαυσης και διασκέδασης σε όσους διαβάσουν το νέο, εξαιρετικό μυθιστόρημα του Γιάννη Ξανθούλη.

6 Ιουλ 2022

ΟΙ ΖΩΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ

Η ΣΤΑΖΙ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ (1949-1089)
ΣΤΡΑΤΟΣ ΔΟΡΔΑΝΑΣ-ΒΑΪΟΣ ΚΑΛΟΓΡΗΑΣ
Εκδόσεις ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ
Σελ. 272, Σεπτέμβριος 2020

 

     Μια εξαιρετική κι εμπεριστατωμένη μελέτη που αφορά τους Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες που μεταφέρθηκαν στην Αν. Γερμανία και όσους από αυτούς συνεργάστηκαν με την περίφημη Στάζι, περιλαμβάνει το βιβλίο της σημερινής παρουσίασης. Ο τίτλος είναι δανεισμένος από την ταινία του Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ, που συζητήθηκε ευρύτατα όταν προβλήθηκε το 2006. 

     Πολλοί, ανάμεσά τους κι εγώ, πιστεύαμε ότι η Στάζι ήταν μια υπηρεσία ασφαλείας στην Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία. Άλλαξα όσα πίστευα, όταν για τις ανάγκες μιας άλλης παρουσίασης βιβλίου, διάβασα περισσότερα γι’ αυτήν την δισύλλαβη λέξη, που το άκουσμά της προκαλούσε τρόμο. Ήταν ένα ολόκληρο υπουργείο (Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας) που ιδρύθηκε το 1950 και ξεκίνησε με περίπου 1.000 υπαλλήλους. Το 1962 είχε 20.000 ενώ το 1989 οι «Συνεργάτες Πλήρους Απασχόλησης» ανέρχονταν σε 91.016. «Πολλοί διέθεταν πανεπιστημιακό πτυχίο και είχαν «δικαίωμα διακοπών» σε ειδικές εξοχικές κατοικίες. Ο μισθός τους ήταν κατά πολύ υψηλότερος των συνηθισμένων επαγγελμάτων. Χωρίς αμφιβολία ανήκαν στην προνομιούχα τάξη της ΓΛΔ». Σ’ αυτούς πρέπει να προστεθούν 174.000 «Ανεπίσημοι Συνεργάτες». Αυτοί «δεν ήταν υπάλληλοι σε γραφεία της κρατικής ασφάλειας. Ασκούσαν κανονικά επαγγέλματα και διεκπεραίωναν τη «χαφιέδικη εργασία» σε χώρους κοινωνικής δραστηριότητας (εργοστάσια, σωματεία, αθλητικές ομάδες, φοιτητικές οργανώσεις, πολιτιστικούς συλλόγους, εκκλησία κλπ), Το όνομα της Στάζι συνδέθηκε κυρίως με τη δική τους δραστηριότητα».  Ανάμεσά τους και αρκετοί Έλληνες, αφού «Η περιώνυμη υπηρεσία επεδίωξε με επιτυχία την επέκταση της δραστηριότητάς της και σε τμήματα του μη γερμανικού πληθυσμού, δημιουργώντας ένα κλίμα έντονης καχυποψίας, ανασφάλειας και φόβου ανάμεσα στα μέλη των διάφορων εθνικών κοινοτήτων, μεταξύ των οποίων και της ελληνικής, η οποία ασφαλώς δεν αποτέλεσε εξαίρεση».

     Τις τελευταίες μέρες πριν από την κατάρρευση του καθεστώτος (1989-1990), οι υπάλληλοι της Στάζι προσπάθησαν να καταστρέψουν μεγάλο μέρος των αρχείων. Βρέθηκαν 16.000 σακούλες με κατεστραμμένα έγγραφα. Ήταν περίπου 33 εκατομ. σελίδες! Ένα άλλο μέρος των αρχείων διασώθηκε από ακτιβιστές που εκείνες τις ταραγμένες μέρες «κατέλαβαν» το κτίριο, αποτρέποντας την περαιτέρω καταστροφή. Το 1995 η κυβέρνηση της Γερμανίας αποφάσισε να αποκαταστήσει το αρχείο. Την τιτάνια αυτή εργασία ανέλαβε η Υπηρεσία Γκάουκ (ονομάστηκε έτσι από τον επικεφαλής, που μετά κάποια χρόνια διατέλεσε πρόεδρος της Γερμανίας). Το αρχείο είναι τώρα εύκολα προσβάσιμο τόσο στους επιστημονικούς ερευνητές, όσο και στους ενδιαφερόμενους πολίτες. (Αντίθετα οι 17,5 εκατομ. φάκελοι της Ελληνικής Κρατικής Ασφάλειας, καταστράφηκαν το 1989 με καύση στην υψικάμινο της Χαλυβουργικής-εκτός από 2.500 που κρίθηκαν ότι είχαν υψηλή ιστορική αξία-στα πλαίσια της «εθνικής συμφιλίωσης»). Μέσα στο αρχείο βρίσκεται και το «ελληνικό τμήμα» που «αποτελείται από εκατό περίπου φακέλους, με συνολικά περίπου έντεκα με δώδεκα χιλιάδες σελίδες. Ίσως να υπάρχουν και άλλοι που λανθάνουν…».

     Μέχρι τώρα δεν είχε γίνει αξιοποίηση του αρχείου για επιστημονικές μελέτες. Οι συγγραφείς του βιβλίου, εντρύφησαν στους φακέλους κι άλλες πηγές και προσπάθησαν να απαντήσουν σε καίρια ερωτήματα που αφορούν την εμπλοκή ελλήνων στις δραστηριότητες της Στάζι. «Ποια και πόσα πρόσωπα, όμως, στρατολογήθηκαν από τη Στάζι και για ποιο σκοπό; Με ποιόν τρόπο τα πλησίαζαν οι αξιωματικοί της και τι ακριβώς ανέμεναν από αυτά; Ποια υλικά ή άλλου είδους ανταλλάγματα υποσχέθηκαν για να εξασφαλίσουν τη συνεργασία τους; Τι ακριβώς περιλάμβανε το «μενού» των δραστηριοτήτων των Ελλήνων πρακτόρων; Πως αντιλαμβάνονταν οι ίδιοι την υπηρεσία τους αυτή, δεδομένου ότι η Στάζι ήταν μισητή στον πληθυσμό και οι πράκτορές της ο «φόβος και ο τρόμος» της ανατολικογερμανικής κοινωνίας; Υπήρχε η δυνατότητα να αρνηθεί κανείς την ένταξή του στο δίκτυο συνεργατών της Στάζι;».

     Αποτέλεσμα της εργασίας τους είναι αυτό το βιβλίο, το οποίο με επιστημονικό τρόπο και αποφεύγοντας την οποιαδήποτε ονοματολογία και σκανδαλολογία στην οποία μπορεί εύκολα να σε παρασύρει το θέμα, με απόλυτα τεκμηριωμένο τρόπο, παρουσιάζει ένα θέμα που μέχρι σήμερα δεν είχε απασχολήσει τους Έλληνες ιστορικούς. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που το βιβλίο τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μαρτυρίας, Χρονικού, Βιογραφίας και Ταξιδιωτικής Λογοτεχνίας του 2021.           

28 Ιουν 2022

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ

ΣΠΥΡΟΣ ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗΣ
Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ
Σελ. 493, Απρίλιος 2022

 

     Ο πολυγραφότατος και πολυτάλαντος Σ. Πετρουλάκης, συγγραφέας του μυθιστορήματος «Κατά Ιωάννη» που σας παρουσιάζω σήμερα, έχει την αξιοθαύμαστη ικανότητα να κινείται με άνεση ανάμεσα στα διάφορα λογοτεχνικά είδη με αποτέλεσμα κάθε καινούριο του βιβλίο να επιφυλάσσει εκπλήξεις για τον αναγνώστη και να είναι διαφορετικό-θεματικά-από τα προηγούμενα.

     Το «Κατά Ιωάννη» κινείται χρονικά ανάμεσα στις απαρχές του 1900 και στο σήμερα. Ο συντηρητής έργων τέχνης Σταύρος Βεγράκης καλείται από τον ηγούμενο της Ιεράς Μονής Παναγίας της Ακρωτηριανής να μεταβεί στο μοναστήρι. Του αναθέτει να φροντίσει για τη συντήρηση κάποιων αγιογραφιών-φορητών εικόνων που φυλάσσονται σε μια αίθουσα της Μονής. Το εργαστήριο συντήρησης της Μονής είναι κατάλληλα εξοπλισμένο και ο συντηρητής ξεκινά αμέσως από το «ράφι επτά», όπως του υπέδειξε ο ηγούμενος. «…αμέσως διέκρινε ότι η πρώτη εικόνα ήταν ζωγραφισμένη στην επιφάνεια που δημιουργούσαν δύο παμπάλαια ενωμένα παραθυρόφυλλα. Διόλου δεν παραξενεύτηκε, αφού γνώριζε καλά ότι οι παλιοί μοναχοί αγιογραφούσαν πάνω σε οποιαδήποτε λεία επιφάνεια έβρισκαν πρόχειρη, αφού τα υλικά σε άλλες εποχές ήταν δυσεύρετα». Ήταν μια εικόνα της Παναγίας Ελεούσας, μικρής έως μέτριας καλλιτεχνικής αξίας.

     Όταν ο Βεγράκης θα περάσει την εικόνα από το μηχάνημα με σύστημα φθορισιμετρίας ακτίνων Χ, θα νιώσει μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις της επαγγελματικής ζωής του. Όχι από το γεγονός ότι κάτω από την εικόνα, όπως έδειξε το μηχάνημα βρισκόταν κάποια άλλη. «…είναι συνήθης πρακτική οι αγιογράφοι να «φρεσκάρουν» παλιότερες εικόνες, δίχως ωστόσο να επεμβαίνουν στα πρόσωπα και στα χέρια των εικονιζόμενων αγίων». Η έκπληξη οφειλόταν στο ότι από κάτω κρυβόταν μια εντελώς διαφορετική εικόνα που η σύνθεση και η τεχνοτροπία της, ξεπερνούσαν κατά πολύ την εποχή της.

     Ο Βεγράκης, αφού «σώσει» την φανερή εικόνα, αρχίζει την αποκάλυψη της «κρυφής». Απεικονίζει την Παναγία να κρατά στα χέρια της τον Χριστό. «Η Παναγία της εικόνας έμοιαζε με ζωντανή νέα γυναίκα. Το πρόσωπό της αλαβάστρινο, τα χείλη της χυμώδη γυναικεία χείλη και τα μάτια της […] είναι σαν αληθινά. Δεν μπορεί αυτά να έχουν ζωγραφιστεί πριν από έναν αιώνα. Αποκλείεται! Εδώ διακρίνεται μια τέχνη ρεαλισμού που εμφανίζεται πολύ αργότερα στη ζωγραφική». Όσο αποκαλύπτει την εικόνα, παρατηρεί λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να την χαρακτηρίσουν «βλάσφημη» και που σίγουρα θα απέτρεπαν την τοποθέτησή της σε μοναστήρι.

     Η ταυτότητα του πρωτοποριακού καλλιτέχνη παραμένει άγνωστη. Σπάνια οι αγιογράφοι υπογράφουν το έργο τους. Ούτε υπάρχει κάποιο άλλο έργο ώστε να γίνει σύγκριση και να φανεί ποιος είναι ο ζωγράφος. Μέχρι που ένα επαγγελματικό ταξίδι στη Σμύρνη, θα φέρει τον Βεγράκη μπροστά σε μια ακόμη απρόσμενη ανακάλυψη και θα του δώσει την άκρη του μίτου μιας ιστορίας που συνέβη πριν εκατό χρόνια στα Χανιά. Που παρά την τραγικότητά της- ή ίσως εξαιτίας της, αφού εξήψε τα πάθη και κόστισε ανθρώπινες ζωές-έμεινε βαθιά κρυμμένη στη συλλογική μνήμη των κατοίκων. Ένας νεαρός τότε ζωγράφος, θα διαπράξει το αδιανόητο: θα ερωτευτεί βαθιά, αυτός ο «ατελής» στο σώμα, μια μουσουλμάνα. Ένας έρωτας που μόνο αντιδράσεις θα ξεσηκώσει. Όμως αυτός και η αγαπημένη του, είναι αποφασισμένοι να πληρώσουν το τίμημα.

     Καλογραμμένο μυθιστόρημα με συναρπαστική πλοκή, σαγηνευτική γλώσσα και τρόπο γραφής, με δομή που επιτείνει το σασπένς, καλοδουλεμένους χαρακτήρες και «πινελιές» κρητικής ντοπιολαλιάς, που εισάγουν τον αναγνώστη στο κλίμα και την ατμόσφαιρα της εποχής και του τόπου όπου εκτυλίσσεται η ιστορία.


21 Ιουν 2022

SHERLOCK HOLMES-Η ΨΥΧΟΠΑΓΙΔΑ

GEORGE MANN
Μετάφραση ΜΠΑΡΟΥΞΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ
Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Σελ. 302, Φεβρουάριος 2022

 

     Τα τέσσερα μυθιστορήματα και τα περισσότερα από πενήντα διηγήματα που έγραψε ο sir Άρθουρ Κόναν Ντόυλ (1859-1930) με κεντρικούς χαρακτήρες τον εκκεντρικό ντετέκτιβ Σέρλοκ Χολμς και τον βοηθό του Δρ. Τζον Γουάτσον, θεωρούνται ορόσημα στον τομέα του αστυνομικού μυθιστορήματος.

     Οι συγκεκριμένοι χαρακτήρες αποδείχθηκαν εξαιρετικά δημοφιλείς, κι ενέπνευσαν κι άλλους συγγραφείς να γράψουν έργα με αυτούς και να τους εντάξουν στο πάνθεον των ηρώων τους. Ένας από αυτούς είναι κι ο Τ. Μαν, συγγραφέας του βιβλίου που σας παρουσιάζω σήμερα.

     «Ο πόλεμος είχε έρθει στο Λονδίνο. Ήταν τέλη του καλοκαιριού του 1915 και τις νύχτες σηκώναμε τα μάτια στον μολυβένιο ουρανό, με τον φόβο των Ζέπελιν του εχθρού. Όποτε εμφανιζόταν εξαπέλυαν τρομερούς βομβαρδισμούς σε ολόκληρη την πόλη-μια σκληρή υπενθύμιση της σύγκρουσης που μαινόταν στην ευρωπαϊκή ήπειρο». Εκείνη την εποχή, διάφορες σημαντικές προσωπικότητες, επιδεικνύουν παράξενη συμπεριφορά. «Και υπάρχουν τρεις συγκεκριμένες περιπτώσεις […] ενός αξιωματικού του βρετανικού στρατού, του Λοχαγού Τζον Κάμινγκς, που ικέτευσε να παραδοθούμε στη Γερμανία και έπειτα ρίχτηκε στα σαγόνια μιας τίγρης στον Ζωολογικό Κήπο του Λονδίνου, μιας διάσημης σουφραζέτας, της Μαίρη Τεμπλ, που έγραψε στην εφημερίδα The Times αποκηρύσσοντας τον στρατευμένο ακτιβισμό μια μέρα προτού πέσει στις ράγες ενός συρμού του Υπόγειου Σιδηροδρόμου και του Χέρμπερτ Γκρέιντζ, βουλευτή που εργαζόταν στο Γραφείο Πολέμου και λέγεται ότι έδωσε μια φιλογερμανική αγόρευση στο Κοινοβούλιο προτού βουτήξει στον Τάμεση».

     Ο Μάικροφτ Χολμς, που εξακολουθεί να αποτελεί εξέχουσα προσωπικότητα στις Μυστικές Υπηρεσίες παρά την προχωρημένη ηλικία του, θα αναγκαστεί να ανακαλέσει στη δράση τον μικρότερο αδελφό του Σέρλοκ, για να ερευνήσει τους τρεις θανάτους, αφού υποψιάζεται ότι κάτι σκοτεινό κρύβεται πίσω τους.

     Ο Σέρλοκ που έχει αποσυρθεί στο Σάσεξ κι ασχολείται με την… κοινωνική διαστρωμάτωση και συμπεριφορά των μελισσών, δεν μπορεί να πει όχι στην παράκληση του αδελφού του να τον βοηθήσει. Θα επιστρέψει στο Λονδίνο για να αναλάβει τη διερεύνηση της υπόθεσης. Ο πρώτος που θα συναντήσει είναι ο Δρ. Γουάτσον. «Ο Χολμς έβαλε το χέρι του στον ώμο μου και με κοίταξε με το ψυχρό, διαπεραστικό βλέμμα του. Ξαφνικά ο τόνος του ήταν σοβαρός, άμεσος. “Έχουμε μια υπόθεση, Γουάτσον, εξαιρετικά επείγουσας και ευαίσθητης φύσεως”». Η φράση του αυτή, θα δώσει ιδιαίτερη χαρά στον Δρ. Γουάτσον, που θα έχει την ευκαιρία να δουλέψει και πάλι με τον αγαπημένο φίλο και συνεργάτη του, σε μια υπόθεση που όπως θα αποδειχθεί σύντομα, είναι κρίσιμη για την αίσια έκβαση της πολεμικής προσπάθειας της Βρετανίας.

     Η προσπάθεια αναβίωσης δύο τόσο εμβληματικών μυθιστορηματικών χαρακτήρων εμπεριέχει μεγάλο ρίσκο κι απαιτεί ξεχωριστές ικανότητες από αυτόν που το επιχειρεί. Ο Τ. Μαν, φαίνεται ότι έχει αυτές τις ικανότητες. Έτσι μας αφηγείται μια συναρπαστική υπόθεση την οποία ο διάσημος ντετέκτιβ και ο αχώριστος βοηθός του θα αναλάβουν να φέρουν σε πέρας, αναλύοντας τα στοιχεία και τα γεγονότα βασισμένοι στην λογική. 



15 Ιουν 2022

ΝΙΚΟΣ ΑΡΑΠΑΚΗΣ

  

     Γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1969. Σπούδασε δημοσιογραφία κι εργάστηκε σε διάφορα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα. Ζει κι εργάζεται στην Αθήνα. Έργα του: «Και Στη Μέση Η Θάλασσα» (2008, Σ & Ν Μπατσιούλας), «Το Δίκιο» (2010, Ε.Ο. Λιβάνης), «Ο Αμερικάνος» (2021, Τόπος). Συμμετοχές: «Η Έρευνα Για Την Κρίση 2010-2014» (2014, Κέδρος). 

     Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας «ο Αμερικάνος»;

     Τα τελευταία αρκετά χρόνια μου είχε «καρφωθεί» η ιδέα να γράψω ένα μυθιστόρημα για τους Έλληνες μετανάστες στην Αμερική. Ο λόγος, έτσι όπως το σκέφτομαι τώρα, ήταν ότι ήθελα να συγκρίνω το τότε με το τώρα. Ποιες ήταν οι συνθήκες που συνάντησαν οι πρόγονοί μας πηγαίνοντας στις ΗΠΑ, και ποιες οι συνθήκες που συναντούν οι μετανάστες που υποδεχόμαστε εμείς σήμερα; Υπάρχουν διαφορές, ομοιότητες κλπ;

     Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με αυτό και ποιο είναι αυτό;

     Το μήνυμα είναι το συμπέρασμα που έβγαλα διαβάζοντας για την εποχή: οι συνθήκες για τους μετανάστες, ανεξαρτήτως τόπου και χρόνου, είναι πάντοτε δύσκολες. Είτε στην Αμερική του προηγούμενου αιώνα είτε στην Ευρώπη του σήμερα τα προβλήματα είναι σε μεγάλο βαθμό κοινά.

     Ο κεντρικός χαρακτήρας είναι πραγματικό ή μυθιστορηματικό πρόσωπο στο οποίο συγκεντρώνονται χαρακτηριστικά διάφορων πραγματικών προσώπων;

     Ο Ισμαήλ  είναι προϊόν μυθοπλασίας και γέννημα της φαντασίας μου. Θέλησα να φτιάξω έναν ήρωα διαφορετικό από τους ανθρώπους της εποχής. Γι’ αυτό και επέλεξα να μάθει γράμματα από έναν άνθρωπο ο οποίος, όπως και ο Ισμαήλ, ήταν αταίριαστος με την εποχή του. Ο Ισμαήλ ήταν προορισμένος να γίνει πολίτης του κόσμου.

     Για τη συλλογή στοιχείων απαιτήθηκε έρευνα και πόσο κράτησε;

     Τούτο το μυθιστόρημα απαίτησε μακροχρόνια και δύσκολη έρευνα, διότι οι πληροφορίες ήταν λίγες και δυσεύρετες. Βλέπετε, το θέμα των Ελλήνων μεταναστών στην Αμερική αλλά και η ζωή του Λούις Τίκας, δυο κεντρικά ζητήματα στο βιβλίο, δεν έχουν απασχολήσει τη σύγχρονη ιστοριογραφία ή λογοτεχνία. Στην πραγματικότητα, έρευνα και συγγραφή πήγαν χέρι-χέρι μέχρι το τέλος. Έγραφα και ερευνούσα ταυτόχρονα.

     Μετά τα στοιχεία που συγκεντρώσατε, ποια είναι η άποψή που διαμορφώσατε για την κοινωνική συνειδητοποίηση των Ελλήνων μεταναστών; Ήταν συνειδητοποιημένοι αλλά λόγω των συνθηκών υπέμεναν την κακομεταχείριση ή αντίθετα δεν τους περνούσε καθόλου από το μυαλό η αντίδραση στις κακές συνθήκες;

     Η αλήθεια είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων που πήγαν μετανάστες στην Αμερική στις αρχές του προηγούμενου αιώνα είχαν έλλειμμα κοινωνικής συνείδησης. Κυρίως λόγω άγνοιας. Πολλές φορές χρησιμοποιήθηκαν ως απεργοσπάστες και αυτό τους έφερε σε αντιπαράθεση τόσο με τους γηγενείς Αμερικανούς όσο και με τους υπόλοιπους μετανάστες. Στο βάθος του χρόνου η συμπεριφορά τους άλλαξε αλλά όχι σε μεγάλο βαθμό. Μολονότι πολλοί Έλληνες οργανώθηκαν σε σωματεία και διεκδίκησαν μαζί με τους υπόλοιπους εργαζόμενους, η ελληνοαμερικανική κοινότητα παρέμεινε κατά βάση συντηρητική.

     Η λογοτεχνία μπορεί να είναι μια κοινωνική πράξη;

     Η λογοτεχνία έχει πολλές διαστάσεις. Μπορεί να αφυπνίσει, να ψυχαγωγήσει, να προβληματίσει κλπ. Σε κάποιες περιπτώσεις, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη ροζ λογοτεχνία η οποία είναι βασισμένη κατά κύριο λόγο σε βλακώδη στερεότυπα, μπορεί και να αποβλακώσει. Με δυο λόγια, η λογοτεχνία και η επίδρασή της έχει άμεση σχέση με τις επιδιώξεις του συγγραφέα.

     Μπορεί η λογοτεχνία να δρομολογήσει αλλαγές σε κοινωνικό επίπεδο;

     Η λογοτεχνία, όπως  και οι περισσότερες τέχνες, μπορεί να συμβάλλει  αλλά δεν μπορεί να δρομολογήσει. Οι κοινωνικές αλλαγές χρειάζονται πολλά περισσότερα από ένα καλό μυθιστόρημα ή ένα ωραίο ποίημα.

     Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας;

     Μια ωραία μέρα, πριν δεκαέξι περίπου χρόνια, εντελώς ξαφνικά και χωρίς να υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος κάθισα και έγραψα το πρώτο μου μυθιστόρημα. Αυτό που με ώθησε ήταν η ανάγκη να καταγράψω τις απόψεις μου. Με δυο λόγια, δεν ήθελα να γίνω συγγραφέας. Ήθελα να γράψω. Ο τίτλος μού αποδόθηκε ως επακόλουθο της συγγραφής.

     Ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε, όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;

     Χαρά. Κυρίως διότι αντιλήφθηκα ότι είχα τη δυνατότητα να συνεχίσω να κάνω κάτι που με ευχαριστούσε όσο ελάχιστα.

     Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;

     Όταν τελειώνει ένα μυθιστόρημα, κάθε ήρωας παίρνει το δρόμο του. Είναι σαν κάποιο παιδί που ενηλικιώνεται και αποφασίζει να φτιάξει μόνο του τη ζωή του. Ο κεντρικός ήρωας του τελευταίου μου βιβλίου όμως, ο Ισμαήλ, θα συνεχίσει να ζει μαζί μου για κάμποσο καιρό ακόμη, διότι σκοπεύω να τον χρησιμοποιήσω ξανά. Στο βιβλίο που γράφω τώρα, και το οποίο θα είναι συνέχεια του Αμερικάνου, ο Ισμαήλ θα συνεχίσει να είναι ο κεντρικός πρωταγωνιστής. 

     Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά των ηρώων σας;

     Εννοείται. Ταυτίζομαι σε μεγάλο βαθμό με τους ήρωες που σκαρώνω. Πολλές φορές κατά τη διάρκεια της συγγραφής κλαίω, γελάω, συγκινούμαι, εκνευρίζομαι κλπ.

     Σας μοιάζει κάποιος από τους ήρωες σας;

     Όλοι οι κεντρικοί ήρωες, και όχι μόνο, των μυθιστορημάτων μου έχουν κομμάτια του εαυτού μου. Τις ιστορίες που ζουν θα ήθελα να τις έχω ζήσει κι εγώ. Κι ας μην έχουν πάντοτε happy end.

     Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;

     Συνήθως η σύζυγος. Τη χρησιμοποιώ «ως πειραματόζωο» προσπαθώντας να προσεγγίσω τον μέσο αναγνώστη. Με βοηθάει το γεγονός ότι δεν μου χαρίζεται και επισημαίνει τυχόν λάθη, ανακολουθίες κλπ.

     Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;

     Δεν υπάρχει ιδανικός αναγνώστης. Προτιμώ τους αναγνώστες που διαβάζουν πολλά διαφορετικά πράγματα και όχι μόνο ένα είδος, π.χ μυθιστορήματα.

     Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;

     Δεν νομίζω ότι έχω ανακαλύψει κάτι αναφορικά με τον εαυτό μου. Αυτό που έχω ανακαλύψει είναι ότι όσο περισσότερο γράφω, τόσο περισσότερο εξελίσσω τη γραφή μου.

     Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;

     Όχι. Οι πεποιθήσεις μου επηρεάζονται κατά κύριο λόγο από αυτά που διαβάζω/μαθαίνω/ ακούω και όχι από αυτά που γράφω.

     Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους αναγνώστες σας;

     Ναι, μου αρέσει να ακούω τις διάφορες απόψεις. Από την άλλη όμως, τελειώνοντας ένα βιβλίο ξέρω τι έχω γράψει και δύσκολα θα με επηρεάσει η μια ή η άλλη άποψη. Είτε αυτή είναι επαινετική είτε επικριτική.

     Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας «υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;

     Αρκετές φορές. Οι παρατηρήσεις των αναγνωστών είναι πάντοτε χρήσιμες. Πρόσφατα ένας καλός φίλος, μου είπε ότι σε όλα τα βιβλία μου με απασχολεί η έννοια του δίκαιου. Δεν το είχα σκεφτεί, αλλά είχε απόλυτο δίκιο.

     Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;

     Όταν ξεκίνησα να γράφω ήμουν επηρεασμένος από τη γενιά του 30. Καραγάτσης, Βενέζης κλπ. Σήμερα, τολμώ να πω ότι μου αρέσουν διάφορα βιβλία αλλά δύσκολα μπορώ να πω ότι είμαι επηρεασμένος από τον τάδε ή τον δείνα συγγραφέα.

     Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;

     Η συγγραφή είναι και δύσκολη και εύκολη. Εξαρτάται από τη διάθεση, το θέμα, την περίοδο κλπ. Θα πω ότι, επειδή το είδος που γράφω χρειάζεται υποχρεωτικά έρευνα, η συγγραφή τις περισσότερες φορές είναι επίπονη. Πάντως, ανεξαρτήτως του κόπου, του χρόνου κλπ οφείλω να παραδεχθώ ότι κατά τη διάρκεια της συγγραφής περνάω καλά. Το διασκεδάζω δηλαδή, διότι γράφω για θέματα που με ενδιαφέρουν.

     Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο συρτάρι σας;

     Φιλοδοξία μου είναι «ο Αμερικάνος» να γίνει το πρώτο βιβλίο μιας τριλογίας η οποία θα έχει τον ίδιο πρωταγωνιστή. Αυτή την περίοδο γράφω τη συνέχεια. Ο Ισμαήλ θα μεταφερθεί από την Αμερική στην επαναστατημένη Ρωσία και θα ζήσει από πρώτο χέρι την Οκτωβριανή επανάσταση και όλα όσα συνέβησαν εκείνη την ταραγμένη περίοδο.

Σας ευχαριστώ πολύ!

10 Ιουν 2022

Ο ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΑΦΕΝΤΗ ΤΩΝ ΟΡΦΑΝΩΝ

ADAM JOHNSON
Μετάφραση ΙΩΑΝΝΑ ΗΛΙΑΔΗ
Εκδόσεις ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Σελ.684, Οκτώβριος 2021

      Στην Λαοκρατική Δημοκρατία της Κορέας (αυτή είναι η επίσημη ονομασία της Βόρειας Κορέας) εκτυλίσσεται το μυθιστόρημα του Α. Τζόνσον, που έχει τιμηθεί με το βραβείο Pulitzer μυθοπλασίας 2013.

     Η Βόρεια Κορέα, είναι terra incognita για τους περισσότερους από εμάς. Οι 25 εκατομ. κάτοικοί της δεν ταξιδεύουν ποτέ στο εξωτερικό. Η μόνη αεροπορική σύνδεση της πρωτεύουσας Πιονγιάνγκ είναι με το Πεκίνο. Οι ελάχιστοι ξένοι που επισκέπτονται την ΛΔΚ, είναι είτε μέλη ξένων αποστολών των λίγων χωρών που έχουν διακρατικές σχέσεις, είτε δημοσιογράφοι των οποίων οι αιτήσεις εγκρίνονται μετά από πολύμηνη αναμονή. (π.χ. ο γνωστός έλληνας δημοσιογράφος Σ. Δανέζης, περίμενε δύο χρόνια). Έχει ένα ιδιότυπο σοσιαλιστικό καθεστώς (Τζούστε), σύμφωνα με το οποίο τα μέσα παραγωγής ανήκουν στο κράτος, το οποίο παρέχει δωρεάν υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση και στέγαση, ενώ παράλληλα ελέγχει την παραγωγή τροφίμων. Η εξουσία ασκείται από το 1945, ουσιαστικά από την οικογένεια του Κιμ Ιλ Γιονγκ, ο οποίος ήταν αρχηγός αντιστασιακής ομάδας κατά των Ιαπώνων κατακτητών. Από τότε, την Β. Κορέα ασκούν οι τρεις γενιές της ίδιας οικογένειας και μιας στενής ελίτ, ασκώντας άγρια τρομοκρατία και συνεχή προπαγάνδα.

     Τα «Ορφανά» του τίτλου, είναι τα παιδιά όσων για κάποιον λόγο –σοβαρό ή λιγότερο σοβαρό, πραγματικό ή φανταστικό-δυσαρέστησαν τον Αγαπητό Ηγέτη ή μέλη της ελίτ που τον περιβάλλει και λυμαίνονται τον όποιο πλούτο παράγει η χώρα και μυστηριωδώς… εξαφανίστηκαν! Όχι μόνο αυτοί, αλλά και πολλά μέλη των οικογενειών τους, εκτός από τα παιδιά. Τα οποία συγκεντρώνονται σε ειδικά στρατόπεδα και χρησιμοποιούνται ως εργατικό δυναμικό.

     Ένα από αυτά τα παιδιά είναι ο Πακ Τζουν Ντο. Γιος μιας τραγουδίστριας της όπερας που εξαφανίστηκε, πίστευε ότι «Αφού οι όμορφες γυναίκες από τις επαρχίες στέλνονταν στην Πιονγιανγκ, ασφαλώς αυτό είχε συμβεί και στη μητέρα του». Σε ηλικία μόλις 14 ετών, έγινε «στρατιώτης σήραγγας, εκπαιδευμένος στην τέχνη της μάχης με μηδενικό φωτισμό». Εκεί έγινε φανερό ότι είχε εξαιρετικές ικανότητες και την ευφυΐα να ανταπεξέρχεται σε αντίξοες καταστάσεις. Γι’ αυτό και μερικά χρόνια αργότερα, εκπαιδεύτηκε για να γίνει «επαγγελματίας απαγωγέας». Εκτέλεσε πολλές αποστολές στις ιαπωνικές ακτές και σαν ανταμοιβή των υπηρεσιών του, πήρε μια θέση «ασυρματιστή» σε αλιευτικό.  Όταν μια μέρα το πλοιάριό τους θα συναντηθεί με ένα αμερικανικό πολεμικό σκάφος που περιπολεί στα ανοιχτά της θάλασσας της Κορέας, θα αλλάξει όλη του η ζωή!

     Το συναρπαστικό μυθιστόρημα «Ο Γιος Του Αφέντη Των Ορφανών», μέσα από την ιστορία του Τζουν Ντο, σκιαγραφεί με μοναδικό τρόπο την τοιχογραφία μιας χώρας στην οποία ο τρόμος, η πείνα, η διαφθορά και η αυθαιρεσία είναι μια καθημερινή πρακτική και αποδίδει το κλίμα και την ατμόσφαιρα παραλογισμού μέσα στο οποίο οι πολίτες προσπαθούν να επιβιώσουν και οι πιο γενναίοι από αυτούς να διεκδικήσουν κάποια ψήγματα ελευθερίας!  

5 Ιουν 2022

ΜΙΑ ΠΡΟΙΚΑ ΑΜΑΝΑΤΙ

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΗΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ
KEMAL YALCIN
Μετάφραση ΑΓΓΕΛΑ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
Εκδόσεις Ε.Ο.ΛΙΒΑΝΗΣ
Σελ. 430

 

     Εξαιρετικά επίκαιρο γίνεται το βραβευμένο με το Βραβείο Ιπεκτσί, βιβλίο του Κ. Γιαλτσίν, αφού αναφέρεται σε όσους εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες και να πάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς, όπως βλέπουμε να γίνεται για μια ακόμη φορά αυτές τις μέρες.

     Τα προικιά των θυγατέρων της οικογένειας Μηνόγλου που έμειναν «αμανάτι» στην οικογένεια του συγγραφέα, ήταν η αφορμή για να γραφτεί αυτό το βιβλίο. Μετά τη γενοκτονία που υπέστησαν οι Έλληνες της Ανατολής και μετά την Μικρασιατική καταστροφή, αποφασίστηκε, ΤΟ 1923,  η ανταλλαγή των πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία με βάση το θρήσκευμα. Σύμφωνα με τις συμβάσεις που υπογράφτηκαν και κατ’ απαίτηση της Τουρκίας που ήταν η νικήτρια του πολέμου, αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή, αντί της εκούσιας. Αυτό ήταν καταστροφικό για τον ευημερούντα Ελληνισμό της Ασίας. Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι αν η ανταλλαγή ήταν εκούσια, ελάχιστοι θα δέχονταν να αλλάξουν τόπο διαμονής, κάτι που δεν εξυπηρετούσε τα σχέδια των τούρκων για τη δημιουργία ενός εθνικού κράτους. Απ’ όσους ανταλλάχθηκαν, ελάχιστοι γνώριζαν ότι η μετακίνηση ήταν οριστική. Οι περισσότεροι πίστευαν ότι πρόκειται για ένα προσωρινό μέτρο κι ότι σύντομα θα επέστρεφαν στον τόπο που ζούσαν μέχρι τότε. Όπως αποδείχτηκε εκ του αποτελέσματος, ούτε η Ελλάδα, ούτε η Τουρκία ήταν έτοιμες να διαχειριστούν και να φέρουν σε πέρας ένα τέτοιο έργο. Τα περισσότερα από όσα συμφωνήθηκαν και περιλήφθηκαν στις συνθήκες, αποδείχτηκαν κενό γράμμα. Ιδιαίτερα όσα αφορούσαν τις περιουσίες που άφηναν πίσω τους όσοι εκπατρίζονταν. Αν στην ανικανότητα, την ανοργανωσιά των ιθυνόντων προσθέσουμε και τους διάφορους επιτήδειους ένθεν και ένθεν που αναμείχθηκαν κι εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση, μπορούμε να καταλάβουμε τι έγινε.

     Οι Έλληνες της Ασίας, αναγκάσθηκαν είτε επειδή οι προθεσμίες στις συνθήκες ήταν πιεστικές, είτε επειδή κινδύνευαν από άτακτους ένοπλους, να φύγουν «εν μία νυκτί», αφήνοντας πίσω τους τις περιουσίες τους έρμαιο στις διαθέσεις κάθε πλιατσικολόγου. «Η Μηνόγλαινα και οι δύο της κόρες ήρθαν στο σπίτι μας […] “Αδερφούλα μου, εμείς φεύγουμε. Μπορεί να γυρίσουμε, μπορεί και να μη γυρίσουμε. Δεν ξέρουμε τι θα απογίνουμε” είπε η Μηνόγλαινα. “Τούτα είναι τα προικιά των κοριτσιών μου. Σας τα αφήνω αμανάτι! Μπορεί να πάμε και να μην ξαναγυρίσουμε, μπορεί να ξαναγυρίσουμε και να μην σας ξαναδούμε! Αν ξαναγυρίσουμε τα δίνεις στις κόρες μου. Αν δεν ξαναγυρίσουμε, δωσ ‘τα  σε κανέναν φτωχό, έτσι, για το καλό”».

     Η προίκα αυτή, έμεινε για χρόνια στην φύλαξη της τουρκικής οικογένειας. Ο συγγραφέας ανήκει στην τρίτη γενιά! Μια μέρα ο πατέρας του, του είπε «“Πήγαινε στην Ελλάδα, βρες τα κορίτσια, τα εγγόνια του Μηνόγλου. Ο παππούς σου μας έβαλε να φυλάξουμε για χρόνια ολόκληρα δύο τσουβάλια προικιά κι ένα μεταξωτό πάπλωμα. Δεν άφησε να τα δώσουμε σε κανέναν λέγοντας ότι μια μέρα θα γυρίσουν. “Μην τα δώσεις σε κανέναν” αυτή τη διαθήκη μου άφησε. Ακόμη στέκονται στο σεντούκι της μάνας σου. Πήγαινε, ψάξε, βρες. Να δώσουμε τα προικιά σε όποιον απόμεινε από αυτούς” Κι η μάνα μου υποστήριξε τον πατέρα μου. “Αφού γράφεις, γράψε αυτά. Να μην ξεχαστούν αυτές οι πίκρες, να μην τις ξαναζήσουμε” Υποσχέθηκα στους γονείς μου να πάω στην Ελλάδα, να αναζητήσω τις κόρες του Μηνόγλου και να γράψω τα όσα έζησαν».

     Ήρθε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Ψάχνοντας σχεδόν στα τυφλά, περιηγήθηκε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και μίλησε με πολλούς πρόσφυγες και απογόνους τους. «Είχα πάει να αναζητήσω τις κόρες του Μηνόγλου και βρέθηκα απέναντι σε γεγονότα που δεν τα είχα ακούσει, δεν τα είχα δει και δεν τα ήξερα. Αντίκρισα ανθρώπινες εικόνες και μία μέχρι θανάτου νοσταλγία για την πατρίδα, που διαπερνούσε τα κόκκαλα κι έφτανε μέχρι το μεδούλι». Έμαθε για τις διώξεις, τους θανάτους, τις κακουχίες, την δυσκολία εγκατάστασης στη νέα τους πατρίδα, όπου αντιμετωπίστηκαν με εχθρότητα από τον ντόπιο πληθυσμό, την φτωχοποίηση.

     Μερικά χρόνια αργότερα, επισκέφθηκε τις περιοχές που είχαν εγκαταλείψει οι Έλληνες και στις οποίες είχαν εγκατασταθεί οι μουσουλμάνοι ανταλλαγέντες από την Ελλάδα. Κι εκεί άκουσε αντίστοιχες ιστορίες. Για το ότι ούτε αυτοί ήθελαν να εγκαταλείψουν τις περιοχές που θεωρούσαν πατρίδα τους, αφού εκεί γεννήθηκαν αυτοί, οι γονείς τους, οι παππούδες τους και οι παππούδες των παππούδων τους. Για τις δυσκολίες του ταξιδιού και της μετεγκατάστασης στις λεηλατημένες ελληνικές περιουσίες. Για το πώς οι δύο λαοί ζούσαν αρμονικά χωρίς φασαρίες μεταξύ τους και για το πώς αυτό μπορεί να συμβαίνει στο μέλλον. «Κατά τη γνώμη μου αυτό είναι σφάλμα καθαρά των πολιτικών. Δεν είναι σφάλμα του τουρκικού λαού και του ελληνικού λαού. Οι πολιτικοί τόσο στη δική μας μεριά όσο και στη δική σας, οδηγούν τους ανθρώπους σε λάθος κατευθύνσεις. Κάνοντας ψηφοθηρικούς υπολογισμούς, προκαλούν λογής-λογής εντάσεις. Στην πραγματικότητα όμως δεν υπάρχει καμία έχθρα ανάμεσα στον εδώ και στον εκεί λαό».

     Το εξαιρετικό βιβλίο του Κ. Γιαλτσίν, δεν είναι μόνο ένα απλό συγκινητικό μυθιστόρημα. Ο συγγραφέας ερχόμενος σε επαφή με απλούς ανθρώπους τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία, έκανε μιας μεγάλης έκτασης και αξίας καταγραφή της προφορικής ιστορίας, που αλλιώς θα χανόταν με την πάροδο των χρόνων και το τέλος της ζωής αυτών που βίωσαν τα γεγονότα. «Είναι εύκολο να υποστηρίξεις την τουρκική πλευρά και να βρίζεις τους Έλληνες. Μπορείς και να γράψεις ένα τέτοιο βιβλίο. Όμως τέτοια βιβλία πουλιούνται με το κιλό. Μπορείς να υποστηρίξεις την ελληνική πλευρά και να κατηγορήσεις την τουρκική. Είναι εύκολο. Το δύσκολο είναι να δεις τα καλά και τα κακά των δύο πλευρών και να τα γράψεις». Το μυθιστόρημα-μαρτυρία «Μια Προίκα Αμανάτι» είναι ένα βιβλίο που πετυχαίνει να ανταπεξέλθει σε αυτή τη δυσκολία!