HEINRICH A. WINKLER
Μετάφραση: ΑΝΤΖΗ ΣΑΛΤΑΜΠΑΣΗ
Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ
Σελ. 394, Οκτώβριος 2011
Την περίοδο από τη λήξη του Α! Παγκοσμίου πολέμου μέχρι την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία (1933) εξετάζει στην ιστορική του μελέτη «Βαϊμάρη», ο καθηγητής του πανεπιστημίου Humboldt του Βερολίνου, Χάινριχ Βίνκλερ.
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1918, οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις, αναγνωρίζουν την ήττα της Γερμανίας στον πόλεμο. Σε λιγότερο από δύο μήνες, η μοναρχία καταργείται και για πρώτη φορά στην ιστορία της Γερμανίας, ανακηρύσσεται η δημοκρατία. Την εξουσία αναλαμβάνουν εργατικά και στρατιωτικά συμβούλια. Στη συνέχεια, μετά από συμφωνία των περισσότερων κομμάτων, εξελέγη η Συντακτική Εθνοσυνέλευση, που συνεδρίασε μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου 1919, για να θέσει τα θεμέλια της Γερμανικής Δημοκρατίας, όχι στην πρωτεύουσα, το Βερολίνο, για λόγους ασφαλείας, αλλά στη Βαϊμάρη, αφού «η πόλη του Γκαίτε αποτελεί ένα καλό σύμβολο για τη νεοσύστατη γερμανική δημοκρατία». Γι’ αυτό κι αυτή η ιστορική περίοδος (1918-1933) είναι γνωστή στην ιστοριογραφία, ως Δημοκρατία της Βαϊμάρης.
Το με πλήθος στοιχείων και πληροφοριών βιβλίο, περιγράφει τη γέννηση της Δημοκρατίας τη Βαϊμάρης, η οποία αποτέλεσε έργο των μετριοπαθών πολιτικών δυνάμεων (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, Κόμμα του Κέντρου, Φιλελεύθεροι). Αντιμετώπισε την κρυφή ή και απροκάλυπτη πολλές φορές εχθρότητα των ακραίων δυνάμεων (Ναζί, Συντηρητικοί Εθνικιστές, Κομμουνιστές, Φιλομοναρχικοί), οι οποίες αντιμάχονταν τη δημοκρατία, για δικούς της λόγους κι επιδιώξεις η κάθε μία. Κλήθηκε να διαχειριστεί μια πρωτοφανή οικονομική κρίση, σε μια κατεστραμμένη χώρα, με διαλυμένες υποδομές, υπό πολύ στενό διεθνή έλεγχο και με τη διαρκή απειλή σκληρών αντιποίνων σε περίπτωση παραβίασης των «στραγγαλιστικών»για την ανόρθωση της χώρας συμφωνιών της ειρήνης. «Η Συνθήκη στέρησε από τη Γερμανία το ένα έβδομο των εδαφών της και το ένα δέκατο του πληθυσμού της καθώς και τις αποικίες της. Οι Γερμανοί έχασαν (αν συνυπολογίσει κανείς και τον διαμελισμό της Άνω Σιλεσίας το 1921) το ένα τρίτο των κοιτασμάτων άνθρακα και τα τρία τέταρτα των κοιτασμάτων μετάλλου. Όσον αφορά τις επανορθώσεις, οι νικητές δεν είχαν καταφέρει να συμφωνήσουν στο τελικό ποσό. Αρχικά η Γερμανία έπρεπε να παραδώσει τα υποβρύχια τηλεγραφικά καλώδια, τα εννέα δέκατα του εμπορικού στόλου και πάνω από το ένα δέκατο των ζώντων ζώων της κτηνοτροφικής της παραγωγής. Επιπλέον, για την επόμενη δεκαετία, ήταν υποχρεωμένη να παραδίδει κάθε χρόνο περίπου 40 εκατομ. τόνους άνθρακα στη Γαλλία, στο Βέλγιο, στο Λουξεμβούργο και στην Ιταλία». Σε ιδιαίτερο κεφάλαιο με τίτλο «Οι διανοούμενοι της Βαϊμάρης», περιγράφει με ποιο τρόπο το νέο καθεστώς, ευνόησε την ανάπτυξη της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, αφού λειτούργησε απελευθερωτικά για καλλιτεχνικά ρεύματα που προϋπήρχαν μεν, αλλά μόνο με τη Δημοκρατία απέκτησαν ευρεία επιρροή. Τέλος περιγράφει πως, λάθη, παλινωδίες και κοντόφθαλμές πολιτικές οδήγησαν τους Ναζί στην εξουσία και τη Δημοκρατία στο «θάνατο».
Αυτό που εντυπωσιάζει σ’ αυτό το εξαιρετικό βιβλίο τον έλληνα αναγνώστη, είναι το πόσο οι περιπέτειες της Γερμανίας του τότε, θυμίζουν –τηρουμένων των αναλογιών βέβαια- τις περιπέτειες και την κατάσταση στην Ελλάδα του σήμερα. Είναι τόσο έντονες οι ομοιότητες σε ορισμένες περιπτώσεις, που αν αντικαταστήσεις κάποια ονόματα, είναι σα να διαβάζεις αυτά που έγιναν στη χώρα, τα δύο τελευταία χρόνια. Εύχομαι κι ελπίζω, όσον αφορά τα καθ’ ημάς, να επικρατήσει η νηφάλια σκέψη και η κοινή λογική, ώστε μακριά από τακτικισμούς και μικροπολιτικά τερτίπια, η κατάληξη να είναι διαφορετική.
Να επισημάνουμε εδώ ότι το βιβλίο είναι το έβδομο κεφάλαιο ενός μνημειώδους έργου του Βίνκλερ, «Der lange Weg nach Westen», που εξετάζει την περίοδο 1789-2000.
Ο Χάινριχ Βίνκλερ, γεννήθηκε το 1938 στο Κένιξμπεργκ. Σπούδασε ιστορία, πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία στα πανεπιστήμια του Μύνστερ, της Χαϊδελβέργης και του Τύμπιγκεν, όπου και ανακηρύχθηκε διδάκτωρ. Το 1970, εξελέγη καθηγητής στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Το 1972, εξελέγη καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ και το 1991 στο πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου.
Μετάφραση: ΑΝΤΖΗ ΣΑΛΤΑΜΠΑΣΗ
Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ
Σελ. 394, Οκτώβριος 2011
Την περίοδο από τη λήξη του Α! Παγκοσμίου πολέμου μέχρι την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία (1933) εξετάζει στην ιστορική του μελέτη «Βαϊμάρη», ο καθηγητής του πανεπιστημίου Humboldt του Βερολίνου, Χάινριχ Βίνκλερ.
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1918, οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις, αναγνωρίζουν την ήττα της Γερμανίας στον πόλεμο. Σε λιγότερο από δύο μήνες, η μοναρχία καταργείται και για πρώτη φορά στην ιστορία της Γερμανίας, ανακηρύσσεται η δημοκρατία. Την εξουσία αναλαμβάνουν εργατικά και στρατιωτικά συμβούλια. Στη συνέχεια, μετά από συμφωνία των περισσότερων κομμάτων, εξελέγη η Συντακτική Εθνοσυνέλευση, που συνεδρίασε μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου 1919, για να θέσει τα θεμέλια της Γερμανικής Δημοκρατίας, όχι στην πρωτεύουσα, το Βερολίνο, για λόγους ασφαλείας, αλλά στη Βαϊμάρη, αφού «η πόλη του Γκαίτε αποτελεί ένα καλό σύμβολο για τη νεοσύστατη γερμανική δημοκρατία». Γι’ αυτό κι αυτή η ιστορική περίοδος (1918-1933) είναι γνωστή στην ιστοριογραφία, ως Δημοκρατία της Βαϊμάρης.
Το με πλήθος στοιχείων και πληροφοριών βιβλίο, περιγράφει τη γέννηση της Δημοκρατίας τη Βαϊμάρης, η οποία αποτέλεσε έργο των μετριοπαθών πολιτικών δυνάμεων (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, Κόμμα του Κέντρου, Φιλελεύθεροι). Αντιμετώπισε την κρυφή ή και απροκάλυπτη πολλές φορές εχθρότητα των ακραίων δυνάμεων (Ναζί, Συντηρητικοί Εθνικιστές, Κομμουνιστές, Φιλομοναρχικοί), οι οποίες αντιμάχονταν τη δημοκρατία, για δικούς της λόγους κι επιδιώξεις η κάθε μία. Κλήθηκε να διαχειριστεί μια πρωτοφανή οικονομική κρίση, σε μια κατεστραμμένη χώρα, με διαλυμένες υποδομές, υπό πολύ στενό διεθνή έλεγχο και με τη διαρκή απειλή σκληρών αντιποίνων σε περίπτωση παραβίασης των «στραγγαλιστικών»για την ανόρθωση της χώρας συμφωνιών της ειρήνης. «Η Συνθήκη στέρησε από τη Γερμανία το ένα έβδομο των εδαφών της και το ένα δέκατο του πληθυσμού της καθώς και τις αποικίες της. Οι Γερμανοί έχασαν (αν συνυπολογίσει κανείς και τον διαμελισμό της Άνω Σιλεσίας το 1921) το ένα τρίτο των κοιτασμάτων άνθρακα και τα τρία τέταρτα των κοιτασμάτων μετάλλου. Όσον αφορά τις επανορθώσεις, οι νικητές δεν είχαν καταφέρει να συμφωνήσουν στο τελικό ποσό. Αρχικά η Γερμανία έπρεπε να παραδώσει τα υποβρύχια τηλεγραφικά καλώδια, τα εννέα δέκατα του εμπορικού στόλου και πάνω από το ένα δέκατο των ζώντων ζώων της κτηνοτροφικής της παραγωγής. Επιπλέον, για την επόμενη δεκαετία, ήταν υποχρεωμένη να παραδίδει κάθε χρόνο περίπου 40 εκατομ. τόνους άνθρακα στη Γαλλία, στο Βέλγιο, στο Λουξεμβούργο και στην Ιταλία». Σε ιδιαίτερο κεφάλαιο με τίτλο «Οι διανοούμενοι της Βαϊμάρης», περιγράφει με ποιο τρόπο το νέο καθεστώς, ευνόησε την ανάπτυξη της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, αφού λειτούργησε απελευθερωτικά για καλλιτεχνικά ρεύματα που προϋπήρχαν μεν, αλλά μόνο με τη Δημοκρατία απέκτησαν ευρεία επιρροή. Τέλος περιγράφει πως, λάθη, παλινωδίες και κοντόφθαλμές πολιτικές οδήγησαν τους Ναζί στην εξουσία και τη Δημοκρατία στο «θάνατο».
Αυτό που εντυπωσιάζει σ’ αυτό το εξαιρετικό βιβλίο τον έλληνα αναγνώστη, είναι το πόσο οι περιπέτειες της Γερμανίας του τότε, θυμίζουν –τηρουμένων των αναλογιών βέβαια- τις περιπέτειες και την κατάσταση στην Ελλάδα του σήμερα. Είναι τόσο έντονες οι ομοιότητες σε ορισμένες περιπτώσεις, που αν αντικαταστήσεις κάποια ονόματα, είναι σα να διαβάζεις αυτά που έγιναν στη χώρα, τα δύο τελευταία χρόνια. Εύχομαι κι ελπίζω, όσον αφορά τα καθ’ ημάς, να επικρατήσει η νηφάλια σκέψη και η κοινή λογική, ώστε μακριά από τακτικισμούς και μικροπολιτικά τερτίπια, η κατάληξη να είναι διαφορετική.
Να επισημάνουμε εδώ ότι το βιβλίο είναι το έβδομο κεφάλαιο ενός μνημειώδους έργου του Βίνκλερ, «Der lange Weg nach Westen», που εξετάζει την περίοδο 1789-2000.
Ο Χάινριχ Βίνκλερ, γεννήθηκε το 1938 στο Κένιξμπεργκ. Σπούδασε ιστορία, πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία στα πανεπιστήμια του Μύνστερ, της Χαϊδελβέργης και του Τύμπιγκεν, όπου και ανακηρύχθηκε διδάκτωρ. Το 1970, εξελέγη καθηγητής στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Το 1972, εξελέγη καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ και το 1991 στο πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου.