24 Ιουλ 2025

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ

      Γεννήθηκε το 1947 στον Πειραιά, όπου έζησε τα πρώτα είκοσι χρόνια της ζωής του,κάνοντας από μικρή ηλικία διάφορες χειρωνακτικές δουλειές στο λιμάνι και τα γύρω μηχανουργεία και εργοστάσια. Άφησε ημιτελείς δύο ενάρξεις σπουδών στην Αθήνα και το Λονδίνο. Παντρεύτηκε δύο φορές κι απέκτησε δύο γιους. Δούλεψε αρκετά χρόνια στη διαφήμιση, ενώ από το 1990, εγκατέλειψε οριστικά κάθε βιοποριστική δραστηριότητα. Έργα του: «Δανεικιά Γραβάτα» (1976 Διηγήματα), «525 Τάγμα Πεζικού» (1981/ 2000 Εξάντας/ 2015 Τόπος, Μυθιστόρημα), «Τα Παιδιά Της Χελιδόνας» (1983, 2001 Εξάντας/ 2015 Τόπος, Μυθιστόρημα), «Δέσποινα» (1984/ 2001 Εξάντας/ 2006 Ελληνικά Γράμματα, Νουβέλα), «Τη Νύχτα Που Έφυγε Ο Μπούκοβι» (1989/ 2000 Εξάντας/ 2006 Ελληνικά Γράμματα/ 2024 Τόπος, Διηγήματα), «Εναντίον Του Marlboro» (1991/ 2001 Εξάντας/ 2006 Ελληνικά Γράμματα, Νουβέλα), «Από Εδώ Πέρασε Ο Κίλροϊ» (1991/2001 Εξάντας/ 2006 Ελληνικά Γράμματα, Νουβέλα), «Γραπτά 1976-1996» (1997 Εξάντας), «Αυγά Μαύρα» (1998/2000 Εξάντας/ 2006 Ελληνικά Γράμματα/2014 Τόπος, Θέατρο), «Λίστα Γάμου» (1998/2000 Εξάντας/ 2006 Ελληνικά Γράμματα/ 2016 Τόπος, Θέατρο), «Άρης, Ο Αρχηγός Των Ατάκτων» (1997, 2001 Εξάντας/ 2003 Ελληνικά Γράμματα/2009 Τόπος, Ιστορική Βιογραφία) «Ημών Των Ιδίων» (2003 Ελληνικά Γράμματα/ 2008 Τόπος, Δοκίμια), «Ο Άνεμος Κουβάρι» (2005 Ελληνικά Γράμματα/ 2012 Τόπος, Μυθιστόρημα), «Εγχειρίδιο Βλακείας» (2008 Τόπος, Δοκίμια), «Εκ Πειραιώς» (2012 Τόπος, Μυθιστόρημα), «Συλλεκτική Έκδοση» (2013, Τόπος) «Πρόβες Πολέμου» (2014 Τόπος, Νουβέλα), «Πειραιώτες» (2016 Τόπος), «Σχέσεις» (2017 Τόπος, Δοκίμια), «Πειραιάς Βαθύς» (2018 Τόπος, Νουβέλα), «Έρωτες Στη Μεταπολίτευση» (2019 Τόπος, Μυθιστορηματική Αυτοβιογραφία), «Οι Άτακτοι» (2022 Τόπος), «Πολλά Μικρά Απλά» (2024 Τόπος,) «Ο Κόκκινος Καθηγητής» (2025 Τόπος, Νουβέλα) Συμμετοχή σε συλλογικά έργα: «Η Προσωπικότητα Του Άρη Βελουχιώτη Και Η Εθνική Αντίσταση» (1998, Φιλίστωρ), «Θρησκευόμενοι Κόκκινοι Επιστήμονες» (2006 Ελληνικά Γράμματα), «Στέλιος Καζαντζίδης» (2008, Άλτερ Έγκο ΜΜΕ ΑΕ), «Πειραιάς» (2009, Τσαμαντάκη), «Χωρίς Μαγνητόφωνο» (2018, Πόλις).

  

     Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας «Ο Κόκκινος Καθηγητής»;

     Δεν ξέρω αν μπορώ να το ονομάσω έμπνευση, επειδή όλα αυτά τα χρόνια που γράφω, διαγκωνίζονται  μέσα μου πρόσωπα, σκέψεις, καταστάσεις και πιέζουν να βγουν στην επιφάνεια. Κι είναι σα να μην ορίζω εγώ  τη  σειρά που θα εμφανιστούν,  αλλά είναι δική τους απόφαση. Έτσι έγινε και με τον «κόκκινο καθηγητή» που τον κουβαλάω χρόνια εντός μου, αυτός άνοιξε βηματισμό, βγήκε μπροστά κι εγώ έπρεπε απλώς να σας τον συστήσω.

Υπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία στην ιστορία σας;

     Θα  θυμάστε την παραδοξολογία του  Φλωμπέρ που έλεγε «Η μαντάμ Μποβαρί είμαι εγώ». Ε, λοιπόν δεν ήταν καθόλου παραδοξολογία, κάθε συγγραφέας βάζει δικά του στοιχεία σε ό,τι κι αν γράφει, πόσο μάλλον εγώ που είμαι αθεράπευτα αυτοαναφορικός

Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με το βιβλίο σας και ποιο είναι αυτό;

     Όπως λέει ο Προυστ: «Κάθε αναγνώστης διαβάζει μόνο ό,τι υπάρχει μέσα του». Έτσι, το «μήνυμα» που αναφέρατε, είναι διαφορετικό για κάθε αναγνώστη και επίσης διαφορετικό ακόμη και για τον ίδιο, ανάλογα πόσο ανοιχτός είναι να το δεχτεί, σε τι ψυχική κατάσταση βρίσκεται. Γι’ αυτό συμβαίνει να ξαναδιαβάσουμε ένα βιβλίο, μετά από καιρό, και να πάρουμε διαφορετικά ερεθίσματα από την πρώτη ανάγνωση.

Η λογοτεχνία μπορεί να είναι μια κοινωνική πράξη;

     Αναμφίβολα. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός γραπτός. Από τα κείμενα γνώρισε όλος ο κόσμος την Ελλάδα και με βάση αυτά τα κείμενα, δομήθηκε ο δυτικός πολιτισμός. Αλλά δεν σταματάμε στην αρχαιότητα, σε κάθε χώρα εμφανίζονται νέα σπουδαία κείμενα που την εμπλουτίζουν πολιτισμικά, διαμορφώνουν ψυχές και κοινωνικές σχέσεις. Για παράδειγμα, οι Άγγλοι είναι παιδιά του Σαίξπηρ και του Ντίκενς, οι Γάλλοι του Ουγκώ, του Ντεκάρτ, του Βολταίρου, αυτοί έχουν καθορίσει τη ζωή τους κι ας μην έχουν διαβάσει ούτε γραμμή τους.

Μπορεί η λογοτεχνία να δρομολογήσει αλλαγές σε κοινωνικό επίπεδο;

     Αυτή την αμεσότητα έχει ένα μανιφέστο, μια προκήρυξη. Η λογοτεχνία είναι πιο βραδυφλεγής, έμμεση και υποδόρια.

Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας;

     Πολύ νωρίς, νομίζω από δεκατριών χρονών άρχισα να γράφω διάφορα και ευτυχώς να τα σκίζω. Πέρασα δεκαπέντε χρόνια σκίζοντας το πρωί αυτά που είχα γράψει το βράδυ, ώσπου να δημοσιεύσω κάτι, κι εξακολουθώ να είμαι ο πιο αυστηρός κριτής του εαυτού μου.

Θα σας γυρίσω κάποια χρόνια πίσω, για να σας ρωτήσω ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε, όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;

     Δεν τρελάθηκα, χάρηκα, μα το πήρα ψύχραιμα. Μεγαλύτερη ικανοποίηση πήρα και εξακολουθώ να παίρνω απ’ τη μεγάλη ανταπόκριση των αναγνωστών.

 Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;

     Προσωπικά, απαλλάσσομαι γιατί με τριβέλιζαν για καιρό μέχρι να εμφανιστούν. Όμως ελπίζω να ζουν ιαματικά στη μνήμη κάποιων αναγνωστών που τους αγάπησαν. 

Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά των ηρώων σας;

     Αλλιώς θα ήταν αδύνατον να περιγράψω τα δικά τους.

Σας μοιάζει κάποιος από τους ήρωες σας;

     Όλοι. Θετικοί και αρνητικοί.

Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;

     Μόνο η επιμελήτρια. Ουδείς άλλος.

Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;

     Αυτός που διαβάζει ένα βιβλίο απροϋπόθετα, ανοιχτός στη συμμετοχή και στη συγκίνηση.

Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;

     Φυσικά, επειδή  στο γράψιμο συμμετέχει έντονα και το υποσυνείδητο, κάτι που σημαίνει ότι προκύπτουν συναισθήματα, σκέψεις και παραστάσεις που λανθάνουν εντός σου και δεν είχες συνείδηση ότι υπάρχουν, γιατί ποτέ δεν είχε χρειαστεί να εμφανιστούν  στην περιοχή του συνειδητού.

Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;

     Αλίμονο αν οι πεποιθήσεις μας, (όχι οι αξίες μας), παρέμεναν αρραγείς. Θα σήμαινε ότι περνούν τα χρόνια, οι εμπειρίες διαδέχονται η μία την άλλη και τίποτα δεν διδασκόμαστε. Θα είναι λίγο τρομαχτικό να μη μας μαθαίνει τίποτα η ζωή, σαν να ζούμε επιδερμικά.

Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους αναγνώστες σας;

     Με τον μοναχικό τρόπο ζωής μου, σπανίως έχω την ευκαιρία.

Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας «υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;

     Θα μπορούσε, αλλά δεν έτυχε.

Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;

     Όχι, όταν γράφω μένουν όλοι απ’ έξω.

Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;

     Κατ’ αρχάς, είναι πολύ δύσκολη για τους δικούς του ανθρώπους. Ο συγγραφέας έχει μια μυστική ζωή δική του, στην οποία δεν χωράει κανένα άλλο πρόσωπο, όσο αγαπημένο κι αν του είναι, συνήθως είναι παρών-απών και απομονώνεται μεγάλα διαστήματα για να γράψεις. Καταστάσεις καθόλου ευχάριστες για τους άλλους. Για τον ίδιο, είναι μια επώδυνη διαδικασία, η οποία εκτός των άλλων απαιτεί συνεχή κριτική εγρήγορση, πρέπει κάθε λίγο ν’ αποφασίζεις τι μένει και τι φεύγει. Ίσως η ευτυχέστερη στιγμή είναι όταν μπαίνει στο κείμενο η τελευταία λέξη.

Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο συρτάρι σας;

     Είναι πολύ νωρίς.

Σας ευχαριστώ πολύ!

 

16 Ιουλ 2025

ΜΙΑ ΣΑΛΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΠΑΡΑΔΟΞΩΝ

ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΔΕΛΛΗΣ
Μετάφραση ΣΠΥΡΟΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ
Εκδόσεις BYZANTINE TALES
Σελ. 288, Μάιος 2025

      Ο τρόπος διδαχής της Ιστορίας του Βυζαντίου στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, που εστιάζει στην αποστήθιση μεγάλου όγκου πληροφοριών (πολλές φορές επουσιωδών), αποθάρρυνε πολλούς, να ασχοληθούν πιο εμπεριστατωμένα με την υπερ-χιλιόχρονη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Η οποία ιδρύθηκε το 330 μ.Χ. και καταλύθηκε  με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολής από τους Οθωμανούς το 1453, αν και η διάλυση είχε επέλθει πολύ νωρίτερα.

     Στους αιώνες που ακολούθησαν, η δυτική κυρίως ιστοριογραφία, παρουσίασε τον βυζαντινό πολιτισμό ως «πρότυπο της χειρότερης κοινωνίας που μπορεί κανείς να φανταστεί: μια θεοκρατική, δεισιδαιμονική κοινωνία, διοικούμενη από ευνούχους και μοχθηρούς μοναχούς, χωρίς ίχνος ηθικής».

     Ανταποκρίνονται αυτοί οι χαρακτηρισμοί στην πραγματικότητα; Η απάντηση είναι και ναι και όχι! Γιατί η μία πλευρά του Βυζαντίου η σκοτεινή, η γεμάτη ίντριγκες και συνωμοσίες, δολοφονίες φιλόδοξων διαδόχων κλπ,  είναι όπως περιγράφεται και ακόμη χειρότερη. Υπάρχει όμως και μια άλλη, πιο φωτεινή πλευρά. Αυτήν προσπαθεί να αναδείξει μέσα από το βιβλίο του, που κυκλοφόρησε αρχικά στις ΗΠΑ, ο καθηγητής Κλασικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο του Chicago, Αντώνης Καλδέλλης.

     Σταχυολογώντας αποσπάσματα από διάφορα κείμενα, από ένα ευρύ φάσμα συγγραφέων και χρονικών περιόδων,  μας παρουσιάζει μια πιο «ανάλαφρη» και πολλές φορές χιουμοριστική πλευρά του Βυζαντινού πολιτισμού για θέματα όπως: Γάμος και Οικογένεια, Ανορθόδοξος Έρωτας, Ζώα, Φαγητό και Δείπνο, Ευνούχοι, Ιατρική, Επιστήμες και Τεχνολογία, Πόλεμος-Με Κάθε Τρόπο, Τροφείο Παράξενων Αγίων, Αιρέσεις και Σκάνδαλα, Συλλογή από Καθάρματα, Ευρηματικές Βρισιές, Τιμωρίες, Ξένοι Τόποι και Λαοί, Ξένοι Λαοί και Στερεότυπα, Λατίνοι, Φράγκοι και Γερμανοί, Καταστροφές κυρίως Θεϊκής Προέλευσης, ενώ το τελευταίο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στους πιο «γνωστούς» αυτοκράτορες. Το βιβλίο κλείνει με τον κατάλογο των 88 αυτοκρατόρων και τις χρονολογίες που βασίλεψαν. Ανάμεσά τους και δύο γυναίκες. Η Ειρήνη (797-802) που κατέλαβε τον θρόνο και την εξουσία «αφού τύφλωσε τον ίδιο της τον γιο Κωνσταντίνο ΣΤ! και η Θεοδώρα (1055-1056), κόρη του Κωνσταντίνου Η! και ανιψιά του Βασιλείου Β! του Βουλγαροκτόνου».


     Το βιβλίο, που όπως αναφέρει ο συγγραφέας του «είναι πρωτίστως ένα έργο ψυχαγωγίας» και είναι δομημένο με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δυνατή η αποσπασματική του ανάγνωση, περιλαμβάνει συναρπαστικές ιστορίες, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον και απευθύνεται τόσο σε φιλίστορες αναγνώστες, όσο και στο ευρύ κοινό. Δεν είναι ένα έργο ακραιφνώς ιστορικό ή καλύτερα να πω ότι είναι ελάχιστα ιστορικό και περισσότερο-ας μου επιτραπεί η έκφραση- «κουτσομπολίστικο» ή ανεκδοτολογικό, αφού συμπεριλαμβάνει «υλικό που κάνει τους Βυζαντινούς να φαίνονται παράξενοι και ξένοι, αλλά και υλικό που αναδεικνύει τη ρεαλιστική, εφευρετική και ορθολογική πλευρά τους. Μπορούσαν να είναι χυδαίοι, κοσμικοί και πνευματώδεις-ακόμη και στις πιο πνευματικές τους στιγμές».

     Πριν ολοκληρώσω την παρουσίαση αυτού του πολύ ενδιαφέροντος τόμου, θέλω να αναφέρω ότι τα κείμενα συνοδεύονται από εξαιρετική εικονογράφηση και να εξάρω την πολύ προσεγμένη εκτύπωση και την σκληρόδετη έκδοση, που σπάνια βλέπουμε σε βιβλία στις μέρες μας!          

8 Ιουλ 2025

Ο ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ
Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ
Σελ. 136, Μάρτιος 2025

      Την αφήγηση του βίου ενός αγοριού που γεννήθηκε σε χρόνους δίσεκτους και που πέρασε δύσκολα στη ζωή του, περιλαμβάνει το χρονικό του Δ. Χαριτόπουλου που έχει τίτλο «Ο Κόκκινος Καθηγητής».

     1947 στον Πειραιά. «Ο Εμφύλιος ρήμαζε τη χώρα και τους ανθρώπους. Κανείς δεν ήταν ασφαλής. Στα βουνά και στα χωριά της υπαίθρου κόρωναν οι αδελφοκτόνες μάχες. Στην Αθήνα και στον Πειραιά διεξαγόταν ένας κρυφός, ύπουλος πόλεμος. Η αστυνομία έκανε εφόδους σε σπίτια με το πιστόλι στο χέρι, ομάδες ασύδοτων ένοπλων παρακρατικών έστηναν «μπλόκα» στους δρόμους των συνοικιών, για να ελέγξουν τους περαστικούς, ακούγονταν πυροβολισμοί, τρεξίματα την νύχτα, και κάθε λίγο γίνονταν συλλήψεις».

     Μια νέα γυναίκα στα Μανιάτικα του Πειραιά, ετοιμάζεται να φέρει στον κόσμο –σ’ αυτόν τον κόσμο-τον καρπό ενός παράνομου έρωτα. Ένα παιδί που δεν το ήθελε κανείς. Ούτε ο πατέρας του, που ήταν καθηγητής Μαθηματικών, ούτε η μητέρα του. Μια 20χρονη, που θέλοντας να ξεφύγει από το ασφυκτικό περιβάλλον της οικογένειας κτηνοτρόφων των Αγράφων, της οποίας ήταν μέλος, μετοίκησε σε συγγενείς της στον Πειραιά και παντρεύτηκε τον πρώτο άντρα που της προξένεψαν: Έναν ήσυχο αρτεργάτη με τον οποίο εγκαταστάθηκαν στα Μανιάτικα όπου ήταν φτηνά τα νοίκια. Έτσι γνώρισε τον καθηγητή. «Το 1944, με το τέλος της Κατοχής, ο καθηγητής θα γνωρίσει το τρίτο καθοριστικό πρόσωπο της ζωής του. Τον μόνο άνθρωπο στον οποίο δεν μπορεί να επιβληθεί. Είναι η νεαρή παντρεμένη, που ήρθε με τον άντρα της να ζήσουν μέσα στην ίδια του την αυλή, στο δωμάτιο που έχουν προς ενοικίαση. Αυτή θα γίνει το πάθος του».

     Κι όχι άδικα, αφού η νεαρή γυναίκα, εκτός από τη φυσική της ομορφιά, είχε μια έμφυτη αίσθηση κομψότητας, έναν δυναμικό χαρακτήρα και μοναδικό ταμπεραμέντο. «Από εμφάνιση, τρόπους, ποστάρισμα σώματος και ομιλία, δεν θα πίστευες ότι είναι μια αγράμματη κοπέλα από το Βουνό […] Είναι μια σύγχρονη νέα γυναίκα της πόλης, απαλή, ερωτική, με φωτεινό πρόσωπο και μεγάλο στήθος, κι όλα αυτά την κάνουν αφάνταστα επιθυμητή. Παράλληλα ανέπτυξε μια γοητευτική λεπτότητα στους τρόπους, χωρίς να γίνεται σαχλή, και παραδόξως απέπνεε «ευγένεια καταγωγής» που ξεγελούσε για τις πραγματικές της καταβολές».

     Τελικά όμως, παρά την απόρριψη, ξεπερνώντας κάθε αντιξοότητα και σε πείσμα όλων, το μωρό, «ένα βαρύ, κατάγερο αγόρι, που έκλαιγε θυμωμένο, δυνατά και παρατεταμένα», γεννήθηκε στην καρότσα ενός… φορτοταξί, που μετέφερε την ετοιμόγεννη σε νοσοκομείο! Κι έτσι ξεκίνησαν όλα…

     Απολαυστικό και συναρπαστικό ανάγνωσμα, που καταφέρνει να αιχμαλωτίσει τον αναγνώστη και μέσα στις λίγες σελίδες του να αγγίξει πολλά ζητήματα: Τις σχέσεις, ερωτικές και συγγενικές, την συνεκτική δύναμη της οικογένειας, το μετεμφυλιακό κράτος, την «λευκή τρομοκρατία», αλλά και το πείσμα, το ηθικό ανάστημα, και την επιμονή που συνήθως φέρνει το επιθυμητό αποτέλεσμα.      

30 Ιουν 2025

Η ΣΙΩΠΗ

YRSA SIGURDARDOTIR
Μετάφραση ΚΩΣΤΗΣ ΚΗΛΥΜΗΣ
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Σελ. 483, Νοέμβριος 2024

      

Το βιβλίο που θα παρουσιάσω σήμερα, είναι το έκτο και τελευταίο(;) της Ισλανδής Ι. Σιγκουρδαντοτίρ, με κεντρικούς χαρακτήρες τον επιθεωρητή Χούλνταρ της αστυνομίας του Ρέικιαβικ και της ψυχολόγου Φρέιγια, η οποία πρόσφατα τοποθετήθηκε στην ίδια υπηρεσία. «Είχε δεχτεί τη θέση της συμβούλου ψυχολόγου στην αστυνομία. Ήταν ένας νέος ρόλος, με στόχο τη βελτίωση των σχέσεων της αστυνομίας με την Υπηρεσία Προστασίας του Παιδιού. Μέσα στα χρόνια, η επικοινωνία μεταξύ των δύο ήταν μάλλον ανεπαρκής, ενίοτε τελείως χαώδης. Με τον διορισμό ενός παιδοψυχολόγου, η διοίκηση ήθελε να αποφύγει πιθανές γκάφες στη διερεύνηση υποθέσεων που είχαν να κάνουν με παιδιά. Από αυτή τη νέα θέση, η Φρέιγια υποτίθεται ότι έπρεπε να φροντίσει γι’ αυτό».

     Με την ανάληψη των καθηκόντων της, η ομάδα στην οποία συμμετέχει, έχει να αντιμετωπίσει ένα αποτρόπαιο έγκλημα. Όλα ξεκίνησαν όταν μια ηλικιωμένη, παρατήρησε ότι στη γειτονιά της ήταν παρκαρισμένο με λάθος τρόπο ένα αυτοκίνητο. Ειδοποίησε την αστυνομία και ο επιθεωρητής Χούλνταρ με τη διευθύντριά του Έρλα, αποφάσισαν να κάνουν έναν επιτόπιο έλεγχο, περισσότερο γιατί ήθελαν να αφήσουν για λίγο τα γραφεία τους και να αναπνεύσουν τον παγωμένο, χειμωνιάτικο, αλλά καθαρό αέρα και λιγότερο γιατί ο έλεγχος ενός τέτοιου περιστατικού, ήταν μέρος των αρμοδιοτήτων τους. Ακόμη ήθελαν να καθησυχάσουν την επίμονη ηλικιωμένη, η οποία διατείνονταν ότι το αυτοκίνητο συνδέεται με το οργανωμένο έγκλημα!

     Όταν έφτασαν στο σημείο, ο Χούλνταρ διαπίστωσε ότι το αυτοκίνητο, ένα λευκό Σκόντα που ανήκε σε μία γυναίκα όπως έδειξε ο έλεγχος των πινακίδων «δεν ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση από τα αυτοκίνητα που ανήκαν στις γυναίκες που βρίσκονταν γύρω του-αν και τώρα που το ξανασκεφτόταν κάτι άλλο συνέβαινε εδώ. Ήταν κάτι παραπάνω από το τυπικό χάος από συσκευασίες, πλαστικές σακούλες, σκισμένα περιοδικά, κορδέλες μαλλιών και άδεια μπουκάλια κόκα κόλα». Κάτι ακόμη που ήταν παράξενο, ήταν το γεγονός ότι όχι μόνο ήταν ξεκλείδωτο, αλλά και τα κλειδιά βρισκόταν κανονικά στο τιμόνι!

     Όταν μπήκε μέσα στο αυτοκίνητο με σκοπό να το μετακινήσει, μια γνώριμη, δυσάρεστη, μεταλλική μυρωδιά έφτασε στα ρουθούνια του. Αίμα! Κι επειδή ήταν εμφανές ότι δεν προερχόταν από την καμπίνα, άνοιξε το πορτμπαγκάζ. Μέσα βρισκόταν σακούλες σκουπιδιών που περιείχαν ανθρώπινα μέλη. Αμέσως κατάλαβαν ότι μπροστά τους είχαν πολλές δύσκολες μέρες…

     Το «Η Σιωπή» είναι ένα ακόμη εξαιρετικό θρίλερ από την Ισλανδή συγγραφέα, στο οποίο το παρελθόν μπλέκεται με το παρόν. Πράγμα που θα αναγκάσει τους  αστυνομικούς να καταβάλουν πολύ προσπάθεια για να βρουν την άκρη του νήματος που θα οδηγήσει στη λύση.    

 

25 Ιουν 2025

Η ΑΛΩΣΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΔΕΡΦΕΣ ΓΑΡΓΑΡΑ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ
Εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ
Σελ. 450, Απρίλιος 2025

      Υπάρχουν ορισμένοι συγγραφείς, των οποίων κάθε νέο βιβλίο, αποτελεί κορυφαίο εκδοτικό γεγονός. Ένας από αυτούς είναι ο Γιάννης Ξανθούλης.

     Έμπνευση για το καινούριο μυθιστόρημά του, αποτέλεσε μια φωτογραφία (αυτή που απεικονίζεται στο εξώφυλλο) από το περιοδικό National Geographic, η οποία βρέθηκε μισοξεχασμένη σε κάποιο συρτάρι. Εκτυλίσσεται στην (επινοημένη) πόλη Ροδόσταμη της Ανατολικής Μακεδονίας, τους τελευταίους μήνες του 1959.

     Όσο ο συγγραφέας βρισκόταν στη γενέτειρα του την Αλεξανδρούπολη, επιθυμούσε διακαώς να ζήσει στην μυθική στα μάτια του, Αθήνα. Το ίδιο συμβαίνει και με έναν από τους κεντρικούς χαρακτήρες του βιβλίου, την Φιλοθέη, μέλος της οικογένειας Γαργάρα. «Η Φιλοθέη δεν ζήλευε τις ευρωπαϊκές αποδράσεις εις Εσπερίαν. Γι’ αυτήν υπήρχε μόνο η Αθήνα που την περίμενε με πόθο διακαή. Μια Αθήνα υπέρλαμπρη, φωτεινή, με γαλάζιο ουρανό απ’ άκρη σ’ άκρη, με μαρμαροκολόνες, γαζίες, κρίνα, αγιόκλημα, νεραντζιές και την Ομόνοια πλας ή πλαζ, που τραγουδούσε βαλσοειδώς η Σοφία Βέμπο. Μια Ομόνοια πλας που μοσχοβολούσε πατσά, βιολέτες και κουλούρια για αγουροξυπνημένους».

     Η οικογένεια Γαργάρα, εκτός του ότι ήταν φτωχή, δεν έχαιρε και ιδιαίτερης εκτίμησης στην κοινωνία της Ροδόσταμης, αφού «διέθετε συγκλονιστικά επιχειρήματα για να ‘ναι το πιο αμφίσημο παράδειγμα προς αποφυγή». Μάλιστα ο μεγάλος γιος της οικογένειας, ο 15χρονος Σούλης, ήταν «η επιτομή της λέξης παλιοτόμαρο». Ζούσαν χάρη στα μεροκάματα  που εξασφάλιζε η μητέρα Κατίνα καθαρίζοντας διάφορα σπίτια της «καλής» κοινωνίας και χάρη σε μια αργομισθία που είχε εξασφαλίσει στον -προικισμένο σωματικά και σεξουαλικά- πατέρα Ηρακλή ο δήμαρχος της πόλης, ως ανταπόδοση των σεξουαλικών του υπηρεσιών.

     Τις περιπέτειες αυτής της ιδιόρρυθμης οικογένειας, σε μια πόλη που αναμασούσε ένδοξες εποχές του παρελθόντος, όταν το τοπικό προϊόν (τριαντάφυλλο), έφερνε αίγλη και χρήμα, στο μεταίχμιο μεταξύ του 1959 και του 1960, το οποίο όλοι περίμεναν να φέρει «κάτι» που θα αλλάξει τις μίζερες ζωές τους, περιγράφει στο μυθιστόρημά του ο Γιάννης Ξανθούλης.

     Τις περιγράφει βέβαια, με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Με γλώσσα χωρίς όρια, το γκροτέσκο πάντα σε πρώτο πλάνο, την χειμαρρώδη γραφή, όλες –σχεδόν- τις συγγραφικές του εμμονές,(κρύο, Βόρεια Ελλάδα, μεταφυσικά φαινόμενα κ.ά.) οι οποίες κάνουν τα έργα του ξεχωριστά και ιδιαίτερα το σπαρταριστό και βιτριολικό χιούμορ, που ξεκινά από τα ονόματα των «ηρώων» του: ο δήμαρχος Ερμόλαος Τούβλος, η πόρνη από την Παραγουάη (!!) Ψωλίτα Μπονασέρα, η τραγουδίστρια Τζουτζούκα Πλαταμώνα και η ομότεχνή της Ρούλα Μπετόβεν, ο Πάπας Βονιφάτιος ο Πολύσπορος, το Κέντρο Αφοδευτικών Μελετών κλπ., και επεκτείνεται στις αλλοπρόσαλλες καταστάσεις. Αυτή τη φορά όμως και με περισσότερα στοχαστικά «διαλείμματα», όπως το πιο κάτω: «Στη διάρκεια της άγριας δεκαετίας όπου είχαν γεννηθεί τα τρία παιδιά των Γαργαραίων, τα σχολεία στις μοναξιασμένες ταλαίπωρες επαρχίες, πότε άνοιγαν και πότε έκλειναν, ανάλογα με τα σχέδια των πολέμαρχων που είχαν την πεποίθηση ότι στήνουν φυτώρια δάφνης και ένδοξου μαϊντανού. Βασικό λίπασμα, το αίμα και η δυστυχία. Στα δέντρα έβλεπες κρεμασμένους τους ήρωες της Κυριακής κι ας ήταν μόλις Δευτέρα. Έπειτα κρεμούσαν ή πυροβολούσαν τους παλικαράδες ή κάποιους τυχαίους της Δευτέρας, και ήταν Τρίτη. Ως την επόμενη Κυριακή, αν δεν είχε βρεθεί κανένας πολύ δικός σου κρεμασμένος, είχες συνηθίσει τις κρεμάλες».

     Το εξαιρετικό αυτό βιβλίο, το οποίο σας συνιστώ σαν ένα αντίδοτο στη μιζέρια και την κατήφεια του καιρού μας, συμπληρώνουν δεκατρείς ζωγραφιές του συγγραφέα «που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της γραφής».

20 Ιουν 2025

YELLOWFACE

REBECCA F. KUANG
Μετάφραση ΜΥΡΤΩ ΚΑΛΟΦΩΛΙΑ
Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ
Σελ. 418, Νοέμβριος 2024

      Το πέμπτο μυθιστόρημα-πρώτο που εκδίδεται στα ελληνικά- είναι το Yellowface της αμερικανίδας με κινεζική καταγωγή R. Kuang.

     Η Αθηνά Λινγκ Εν Λιου και η Τζουν Χέιγουορντ, γνωρίστηκαν στη διάρκεια των σπουδών τους στην Δημιουργική Γραφή, στο πανεπιστήμιο του Yale. Η Αθηνά «γεννήθηκε στο Χονγκ Κονγκ, μεγάλωσε ανάμεσα στο Σύδνεϋ και στη Νέα Υόρκη και πήγε σχολείο σε βρετανικά οικοτροφεία, που την προίκισαν με μια κομψή, απροσδιόριστη ξενική προφορά. Είναι ψηλή, λεπτή σαν στέκα, χαριτωμένη με τη χάρη που έχουν όλες όσες έκαναν κάποτε κλασικό μπαλέτο, χλωμή σαν πορσελάνινη κούκλα, με αυτά τα τεράστια καστανά μάτια με τις μακριές βλεφαρίδες […] Είναι απίστευτη. Κυριολεκτικά απίστευτη. […] Στο μεταξύ εγώ είμαι απλώς η Τζουν Χέιγουορντ από τη Φιλαδέλφεια κι έχω καστανά μάτια και καστανά μαλλιά-και όσο σκληρά κι αν προσπαθήσω, ποτέ μου δεν θα γίνω Αθηνά Λιου».

     Οι δύο νέες γυναίκες ασχολούνται με τη συγγραφή. Κι εδώ, η Αθηνά τα καταφέρνει πολύ καλύτερα. Κάνει υψηλές πωλήσεις, το αναγνωστικό κοινό τη λατρεύει, οι κριτικοί την εκθειάζουν και υπογράφει παχυλά συμβόλαια, ενώ η Τζουν κινείται σε επίπεδα μετριότητας.

     Ένα βράδυ, για να γιορτάσουν την υπογραφή ενός συμβολαίου της Αθηνάς με το Netflix, πηγαίνουν στο διαμέρισμά της, για να φάνε… τηγανίτες. Ενώ τρώνε λαίμαργα, ένα κομμάτι σφηνώνεται στο λαιμό της Αθηνάς! «Τα μάτια της βλεφαρίζουν έντονα. Τα φρύδια της είναι σμιγμένα. Το ένα της χέρι είναι στο λαιμό της. Το άλλο χτυπά φρενιασμένα το μπράτσο μου. Ανοίγει το στόμα της κι ακούγεται ένας σιγανός, αρρωστημένος ρόγχος. Πνίγεται».

     Η Τζουν καλεί αμέσως βοήθεια, ενώ προσπαθεί απεγνωσμένα να κάνει το κομμάτι να ξεκολλήσει. Μάταια. Η Αθηνά, παρά τις προσπάθειες της Τζουν και των διασωστών που έφτασαν γρήγορα, δεν θα τα καταφέρει.

   Όταν θα επιστρέψει στο διαμέρισμά της, μετά τις απαραίτητες διαδικασίες, εκτός από τη θλίψη για τον χαμό της φίλης της, στην τσάντα της κουβαλά και το χειρόγραφο του νέου μυθιστορήματος της Αθηνάς! Κι επειδή η Αθηνά στον τομέα αυτό ήταν ιδιαίτερα κρυψίνους, κανείς δεν γνώριζε την ύπαρξή του. Κανείς δεν γνώριζε ότι η Αθηνά έγραφε ένα νέο μυθιστόρημα. Η ιδέα έρχεται και χτυπά την Τζουν σαν κεραυνός. Τι θα συνέβαινε αν επεξεργαζόταν το κείμενο και το παρουσίαζε σαν δικό της μυθιστόρημα; Μετά από μικρό δισταγμό, αποτολμά το αδιανόητο. Μια από τις μεγαλύτερες λογοκλοπές των τελευταίων χρόνων στην εκδοτική βιομηχανία! Το βιβλίο κυκλοφορεί με την υπογραφή της και χαιρετίζεται ως ένα σύγχρονο λογοτεχνικό αριστούργημα. Ωστόσο, ενώ απολαμβάνει την αναγνώριση, την δόξα αλλά και τα χρήματα που αποφέρει το «έργο της», ανακαλύπτει πως δεν μπορεί να ξεφύγει εύκολα από τη σκιά της Αθηνάς. Κι ότι κάποιος γνωρίζει στοιχεία που αν αποκαλυφθούν, θα γκρεμίσουν σαν χάρτινο πύργο την επιτυχία της.

     Το «Yellowface» είναι ένα οξυδερκές, πολυεπίπεδο, γραμμένο με υποδόριο σκοτεινό χιούμορ, απολαυστικό στην ανάγνωση μυθιστόρημα. Με πολύ επιτυχημένη σκιαγράφηση των χαρακτήρων και ιδιαίτερα του πρωταγωνιστικού. Μας επιτρέπει ακόμη, να ρίξουμε μια ματιά στα παρασκήνια της εκδοτικής βιομηχανίας, αλλά και ασκεί κριτική στην επίδραση που ασκούν τα social media στην κοινωνία, που έφτασαν να εξυψώνουν ή να καταβαραθρώνουν ανθρώπους, ανεξάρτητα από την πραγματική τους αξία. Εξαιρετική αναγνωστική επιλογή!

15 Ιουν 2025

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΣΤΕΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΨΗΦΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
ΛΕΝΑ ΚΑΛΑΪΤΖΗ ΟΦΛΙΔΗ/ ΣΙΜΟΣ ΟΦΛΙΔΗΣ
Εκδόσεις ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ
Σελ. 142, Μάιος 2024

      Το βιβλίο που σας παρουσιάζω σήμερα, είναι μια λογοτεχνική προσέγγιση του έργου και της ζωής του σπουδαίου ζωγράφου-εικαστικού Νικόλαου Μαστερόπουλου.

     Δυστυχώς, ο ελληνικότατης καταγωγής καλλιτέχνης, είναι ελάχιστα γνωστός στο ευρύ κοινό. Βέβαια «σ’ αυτή τη μικρή βαλκανική γωνιά που ζούμε», όπως λέει ένας αγαπημένος ραδιοφωνικός παραγωγός-δημοσιογράφος, η δημοφιλία και η αναγνωρισιμότητα, πολλές φορές δεν είναι ανάλογες της αξίας του έργου ενός δημιουργού, αλλά διαφορετικών ικανοτήτων!

     Ο Ν. Μαστερόπουλος γεννήθηκε στη Μόσχα στις 9 Σεπτεμβρίου 1948. Η καταγωγή της οικογένειας είναι από την Αργυρούπολη του Πόντου, απ’ όπου διέφυγε το 1915 στην Γεωργία, για να γλιτώσει τις διώξεις από τους Τούρκους. Ο πατέρας του Νίκου, αναδείχτηκε σε υψηλόβαθμο στέλεχος του ΚΚΣΕ και η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Μόσχα, όπου και διαφάνηκαν τα ταλέντα του Νίκου. «Ο Νίκος από πολύ μικρός έδειξε ένα πρώιμο ταλέντο για τις τέχνες και, καθώς προερχόταν από οικογένεια με παιδεία και κουλτούρα, κατευθύνθηκε σε ανάλογες σπουδές».

     Στα 27 του χρόνια, έκανε μια τεράστια στροφή στην πορεία της ζωής του. «Ο Νίκος μεγάλωσε μέσα σε οικογένεια αριστερών διανοούμενων και σε μια εποχή που το κομμουνιστικό σύστημα λειτουργούσε στην πλήρη ακμή του. Ανατράφηκε σε περιβάλλον με φανατικούς υποστηρικτές της κομμουνιστικής ιδεολογίας και πρακτικής, την οποία, παρ’ ότι γαλουχήθηκε με την κουλτούρα της, δεν ασπάστηκε ποτέ. Από τα νεανικά του χρόνια προβληματίζεται έντονα και μελετά ακατάπαυστα. Σύντομα η γνωριμία του με κείμενα εκκλησιαστικά και ορθόδοξους δημιουργούς τον οδηγούν σε πνευματικές αναζητήσεις μέσα στους κόλπους της εκκλησίας». Έτσι, αφού γνώρισε μέσα από τις μελέτες του την Ορθοδοξία, βαφτίστηκε κρυφά- για ευνόητους λόγους, βρισκόμαστε στο 1975-Ορθόδοξος Χριστιανός.   Την ίδια εποχή γίνεται και «γνωριμία» του με την Ελλάδα, την οποία «…συνάντησε πρώτα μέσα από τα διαβάσματά του γι’ αυτήν και ύστερα μέσα από τα ταξίδια του στα τοπόσημα της ιστορίας της. Μεγαλωμένος με ρωσική κουλτούρα αφήνει χώρο μέσα του για την ελληνική σκέψη και τον πολιτισμό. Χωρίς προβλήματα διχασμού ταυτότητας, λες και από πάντα αισθανόταν και ζούσε ως Έλληνας».

     Η χρόνια ενασχόλησή του όμως με το αγαπημένο του υλικό το σμάλτο, το οποίο είναι ένωση πυριτικών αλάτων που χρωματίζεται με οξείδια μετάλλων και επειδή απαιτεί ειδικές επεξεργασίες σε φούρνους, αναδίδει επικίνδυνες και τοξικές αναθυμιάσεις, υπέσκαψε την υγεία του σε σοβαρό βαθμό. Στις 11 Μαρτίου 2003, άφησε την τελευταία του πνοή, πριν προλάβει να κάνει την επέμβαση που του είχε συσταθεί από τον καρδιολόγο του.

     Το βιβλίο αποτελεί ένα συγγραφικό κατόρθωμα κι ένα εκδοτικό επίτευγμα. Τι εννοώ; Οι δύο συγγραφείς, δεν γνώρισαν ποτέ τον Ν. Μαστερόπουλο, κάτι που τους δυσκόλεψε «Πώς να γράψεις για έναν καλλιτέχνη που δεν γνώρισες από κοντά, δεν τον κοίταξες ποτέ στα μάτια, δεν αντάλλαξες μαζί του κάποιες κουβέντες; Δύσκολη και τολμηρή η απόπειρα». Κι όμως κατάφεραν με την γνωστή τους φροντίδα κι επιμέλεια να συγκεντρώσουν τις «ψηφίδες» και να αποδώσουν με τον καλύτερο τρόπο την προσωπικότητα, τις πνευματικές αναζητήσεις, τις αμφιβολίες του για την Τέχνη και τη ζωή, τις καλλιτεχνικές του επιθυμίες και τα θέλω του, την αφοσίωσή του στην Τέχνη και την Ορθοδοξία. Κι αποτελεί εκδοτικό επίτευγμα, διότι όσο κι αν έχουν εξελιχθεί τα τεχνολογικά μέσα, η εκτύπωση και η φωτογραφική  απόδοση των δεκάδων έργων του Ν. Μαστερόπουλου έγινε με εξαιρετικό τρόπο. Το βιβλίο είναι κόσμημα τόσο ως περιεχόμενο, όσο και ως αντικείμενο!        

10 Ιουν 2025

ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΕΥΡΗΜΑ

ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΣΤΟ ΕΣΤΕΡΛΕΝ
ANDREAS DE LA MOTTE/ MANS NILSSON
Μετάφραση ΞΕΝΟΦΩΝ ΠΑΓΚΑΛΙΑΣ
Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
Σελ. 492, Ιανουάριος 2025

      Το «Θανάσιμο Εύρημα» είναι δεύτερο μυθιστόρημα της σειράς «Δολοφονίες Στο Εστερλέν», του σουηδικού συγγραφικού διδύμου Motte/Nilsson.

     Η ετήσια υπαίθρια αγορά με αντίκες και συλλεκτικά αντικείμενα της Ντεγκεμπέργια, μια περιοχή του Σιμρισχάμν της νότιας Σουηδίας, γίνεται την τέταρτη Κυριακή κάθε Ιουλίου, προσελκύει χιλιάδες επισκέπτες και ανοίγει στις οκτώ το πρωί. «Ωστόσο όλοι όσοι ήξεραν από αντίκες γνώριζαν ότι οι πιο συμφέρουσες συναλλαγές γίνονταν πολύ πριν, υπό το φως ενός φακού και με τους ενδιαφερόμενους να ανταλλάσουν διακριτικά τα χαρτονομίσματα».

     Ανάμεσα στους πολύ πρωινούς επισκέπτες είναι και ο Γερτ Ζιλέν. Ένας 70χρονος συλλέκτης αντικειμένων από κινέζικη πορσελάνη. Ενώ τριγύριζε στους πάγκους, την προσοχή του τράβηξε ένα μικρό μπολ ζάχαρης. «Επιθεώρησε προσεκτικά το σμάλτο, το οποίο έμοιαζε με ιστό αράχνης. Στη συνέχεια παρατήρησε ότι τα εξαιρετικά σκαλίσματα έμοιαζαν να έχουν γίνει από κάποιο επιδέξιο χέρι, αν και θα μπορούσε κάλλιστα να τα έχει κάνει και κάποιο μηχάνημα. Το αντικείμενο αυτό όμως δεν ήταν κατασκευασμένο σε εργοστάσιο, ήταν εντελώς διαφορετικό. Κάτι πολύ σπάνιο. Ένα εύρημα ανώτερου διαμετρήματος που έκανε τα γόνατά του να τρέμουν».

     Ενώ ήταν έτοιμος να προχωρήσει στην αγορά του αντικειμένου, ένας επαγγελματίας αντικέρ-παλαιοπώλης, ο Νάλε Πέρσον, «ένας αδίστακτος γύπας που άρπαζε με αγένεια και ξεδιαντροπιά τη λεία του», πλησίασε τον πάγκο και κάνοντας λίγο μεγαλύτερη προσφορά αγοράζει το αντικείμενο κάτι που προκαλεί την οργή του Ζιλέν.

     Λίγες ώρες αργότερα, μετά από μια νεροποντή που δημιουργεί πρόβλημα τόσο στους επισκέπτες όσο και στους πωλητές της αγοράς, ο Πέρσον εντοπίζεται δολοφονημένος μέσα στην τέντα του. Την υπόθεση αναλαμβάνει η ενθουσιώδης και φιλόδοξη νεαρή επιθεωρήτρια της τοπικής αστυνομίας, Τούβε Έσπινγκ, στην οποία ο διοικητής της θα επιβάλλει ως συνεργάτη τον έμπειρο επιθεωρητή της αστυνομίας της Στοκχόλμης, Πέτερ Βίνστον, ο οποίος βρίσκεται για διακοπές στην περιοχή.

     Ξεκινώντας τις έρευνες, θα διαπιστώσουν ότι οι εμπορικές και συναλλακτικές πρακτικές του Πέρσον, τον είχαν κάνει αντιπαθή σε πολλούς ανθρώπους, κάποιοι από τους οποίους ήταν παρόντες στην αγορά, όταν έγινε η δολοφονία. Πρέπει όμως να βρουν ποιος τον μισούσε τόσο πολύ, ώστε να φτάσει στον φόνο!

     Το «Θανάσιμο Εύρημα» είναι ένα έξυπνο αστυνομικό μυθιστόρημα, γραμμένο με χιούμορ, στο οποίο διάφοροι εκκεντρικοί χαρακτήρες (όπως ο διοικητής της αστυνομίας που δεν διστάζει να πάει στο τμήμα ντυμένος με την ποδηλατική του στολή, ο πάμπλουτος Πόπε Λέβενγιελμ που είναι ιδιοκτήτης ενός παλατιού ή ο Πέτερ Βίνστον που φορά κουστούμι με γιλέκο ακόμη και τον ελεύθερο χρόνο του όταν είναι μόνος στο σπίτι) μπλέκονται με εμπόρους και συλλέκτες αντικών και τις μεθόδους που μετέρχονται αυτοί για να αποκτήσουν αντικείμενα που μπορεί να είναι μοναδικά, ξεχωριστά και ιδιαίτερα μεγάλης οικονομικής αξίας ή προϊόντα μιας καλοστημένης απάτης.   

5 Ιουν 2025

ΟΜΕΡΟ, Ο ΚΡΥΦΟΣ ΓΙΟΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ. 380, Φεβρουάριος 2025

     Σε εντελώς διαφορετικό ύφος και θεματολογία από τα προηγούμενα μυθιστορήματά του, κινείται το «Ομέρο» του Χ. Μαρκογιαννάκη.

     Το 1960, κυκλοφόρησε έντονα η φήμη, ότι η Μαρία Κάλλας κυοφορούσε. Πατέρας του παιδιού ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης, με τον οποίο η φημισμένη ντίβα διατηρούσε θυελλώδη ερωτικό δεσμό, παρά το γεγονός ότι ήταν και οι δύο παντρεμένοι. Η Κάλλας με τον Τζιανμπατίστα Μενεγκίνι και ο Ωνάσης, με την Τίνα Λιβανού. Σύμφωνα πάντα με τις φήμες, η Κάλλας γέννησε με καισαρική τομή σε ιταλική κλινική ένα αγόρι, που όμως πέθανε λίγες ώρες αργότερα από αναπνευστικά προβλήματα. Οι φήμες αυτές δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ! Μάλιστα υπάρχουν φωτογραφίες τις Κάλλας που τραβήχτηκαν ένα μήνα πριν από τον υποτιθέμενο τοκετό, στις οποίες δεν φαίνονται σημάδια εγκυμοσύνης. Εξάλλου δεν είναι εύκολο να αποκρύψει κανείς μια εγκυμοσύνη που βρίσκεται στον όγδοο μήνα! Προφανώς οι φήμες πυροδοτήθηκαν, επειδή η Κάλλας σε μια συνέντευξή της, δήλωσε πως θα εγκαταλείψει την καριέρα της, για να γίνει μητέρα.

     Ο συγγραφέας του μυθιστορήματος που μας απασχολεί στη σημερινή βιβλιοπαρουσίαση, πηγαίνει την ιστορία ένα βήμα πιο …πέρα. Θεωρεί τις φήμες ως πραγματικότητα και λέει ότι το παιδί γεννήθηκε κι επέζησε, αλλά με τα κατάλληλα «λαδώματα», η ύπαρξή του παρέμεινε κρυφή, ακόμη κι από την ίδια του τη μητέρα! Ο Ωνάσης, που δεν κατονομάζεται ρητά, όπως και η Κάλλας, αλλά αναφέρονται ως ο Πατέρας και η Μητέρα, δεν επιθυμούσε να γνωστοποιηθεί η ύπαρξη ενός νόθου παιδιού. Φρόντισε να απομακρυνθεί από την κλινική άμεσα, να υιοθετηθεί από κάποια ιταλική οικογένεια και να λάβει το όνομα Ομέρο, Όμηρος! «…τόσο η Μητέρα όσο και ο Πατέρας ήταν παντρεμένοι με άλλους τότε. Το σκάνδαλο ενός μπάσταρδου γιου θα είχε βάλει σε κίνδυνο τις επιχειρήσεις του, αλλά και τη φήμη της οικογένειάς του […] Πως μπορεί να υπήρξε τόσο σκληρός; Όχι μόνο προς εμένα-άλλωστε, εγώ είχα μια καλή ζωή μεγαλώνοντας, είχε προνοήσει γι’ αυτό, αλλά κυρίως προς εκείνη τη γυναίκα».

     Ο Ομέρο, χάρη στην αρωγή του πατέρα του, είχε μια ζωή χωρίς οικονομικά προβλήματα. Είχε όμως εμμονή με τη μητέρα του, που δεν κατάφερε να συναντήσει ποτέ. Όπως είχε και προβλήματα στις σχέσεις του με άλλους ανθρώπους. Λόγω της απίστευτης ιστορίας του, ήταν κρυψίνους και είχε ελάχιστους φίλους ως παιδί κι ως ενήλικος. Ένας από αυτούς ήταν και ο συγγραφέας, που ζούσε στο Παρίσι. Όταν ο Ομέρο προδόθηκε από την αδύναμη καρδιά, ο συγγραφέας «κληρονόμησε» ένα κιβώτιο. Το οποίο εκτός από κάποια αντικείμενα συναισθηματικής αξίας, περιείχε κι ένα χειρόγραφο, με το οποίο ο Ομέρο, εξομολογείται και αποκαλύπτει την ιστορία του βίου του. «Θυμάσαι πως συναντήθηκαν οι δρόμοι μας; Ξαναλέω, πιστεύω πως διασταυρώθηκαν για κάποιο λόγο-ακόμα κι αν οι σελίδες αυτές είναι ο μόνος λόγος. Θα σου αποκαλύψω τα πάντα και ξέρω πως θα κάνεις το σωστό με τις εξομολογήσεις μου. Τι είναι το σωστό; ίσως αναρωτηθείς. Εσύ θ’ αποφασίσεις: Κράτα τες για τον εαυτό σου, ένα δώρο από κάποιον που γνώριζες, δημοσίευσέ τες, εμπνεύσου απ’ αυτές για να γράψεις ένα δικό σου βιβλίο […] Πρόκειται για χιλιοειπωμένο κλισέ, αλλά είμαι η ζωντανή απόδειξη ότι συχνά η ζωή όντως ξεπερνά τη μυθοπλασία».

     Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης, γράφει με εξαιρετικό τρόπο, ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα-ψυχογράφημα, ενός ανθρώπου που σημαδεμένος από την απόρριψη του βιολογικού του πατέρα και την απουσία της μητέρας του, ψάχνει απελπισμένα σε όλη τη ζωή του, να βρει που ανήκει και ποιος πραγματικά είναι. Να βρει την αληθινή του ταυτότητα!    

31 Μαΐ 2025

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΩΣΤΑ

      Γεννήθηκε το 1970 στην Αθήνα. Ζει κι εργάζεται ως φιλόλογος στη Θεσσαλονίκη. Είναι μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος και της Ένωσης Λογοτεχνών και Συγγραφέων Λάρισας. Έχει τιμηθεί με το Α! Έπαινο από την Ένωση Συγγραφέων Ευρώπης. Έργα της: «Ανατροπή» (ποίηση, εκδ. Ζήτη, 2001), «Δελτία Ταυτοτήτων» (ποίηση, εκδ. Ζήτη 2003), «Το Κραγιόν Στο Συρτάρι» (Καστανιώτης, 2004), «Τα Χρόνια Των Ανέμων» (Καστανιώτης, 2007), «Μπλε Άμμος» (Άνω Τελεία, 2024).

     Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας «Μπλε Άμμος»;     Διάβαζα για κάποια παλιά εγκλήματα και την προσοχή μου τράβηξε η υπόθεση ενός ανθρώπου που είχε σκοτώσει πέντε γνωστούς του. Αυτό, βέβαια, ήταν η αρχική σπίθα, το φυτίλι που πυροδότησε τη φαντασία μου. Από κει και πέρα αυτή (εννοώ η φαντασία) πήρε τη σκυτάλη κι άρχισε να υφαίνει, να πλάθει υπόθεση, πλοκή, ήρωες, να βγάζει στην επιφάνεια μύχιες ιδέες και αντιλήψεις και να τα τοποθετεί όλα αυτά σε ανάλογο χωρο-χρονικό πλαίσιο.


     Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με αυτό και ποιο είναι αυτό;

     Νομίζω πως καθένας που γράφει θέλει κάτι να πει, χωρίς φυσικά αυτό να είναι αυτοσκοπός. Δηλαδή, δεν λέω μέσα μου «ας γράψω αυτό το μυθιστόρημα, για να διαδώσω αυτό το μήνυμα». Όχι. Θα ήταν μια πολύ τυποποιημένη διαδικασία με καλούπια και κλισέ και θα έλειπε η πηγαιότητα και ο αυθορμητισμός. Εξαιρετικά ανιαρό πράγμα η τυποποίηση, το καλουπάρισμα.

Όμως, καθώς γράφω, υπακούω στη φωνή που -άλλοτε ισχνή και άλλοτε ρωμαλέα- νιώθω να αντηχεί μέσα μου. Ωχ, δεν θέλω ν’ ακουστώ σαν την Ζαν ντ’ Αρκ που άκουγε φωνές (επικίνδυνα πράγματα αυτά), αλλά οι ιδέες μου, αυτά που έχω μέσα μου, θα βγουν, δεν γίνεται αλλιώς.

Τώρα, όσον αφορά το μήνυμα που -θέλω να- μεταφέρω, αυτό είναι ότι δεν υπάρχει απόλυτο κακό και απόλυτο καλό, ότι δεν πρέπει να κοιτάμε μόνο το περιτύλιγμα, το προφανές, και να κρίνουμε, ότι οι ρόλοι του θύτη και θύματος είναι κάποιες φορές σαν δυο δοχεία που βρίσκονται δίπλα-δίπλα και τα περιβλήματά τους είναι τρύπια κι έτσι το περιεχόμενο του ενός χύνεται μέσα στο περιεχόμενο του άλλου, σε σημείο που να μην μπορούμε να ξέρουμε τι ανήκε αρχικά στο καθένα.

     Η λογοτεχνία μπορεί να είναι μια κοινωνική πράξη;

       Η λογοτεχνία δεν ΜΠΟΡΕΙ να είναι κοινωνική πράξη. Η λογοτεχνία ΠΡΕΠΕΙ να είναι κοινωνική πράξη. Το «μπορεί» δείχνει πιθανότητα ή έστω δυνατότητα. Το «πρέπει» όμως δείχνει χρέος, καθήκον. Και η λογοτεχνία -όπως κάθε τέχνη νομίζω-δεν μπορεί να ναρκισσεύεται εξαντλούμενη σε ενασχόληση γύρω από ομφαλοσκοπήσεις. Ακόμη κι αν θέλω να γράψω την ιστορία του παππού μου (που λέει ο λόγος), πρέπει αυτή η ιστορία να έχει κάτι ευρύτερο να πει, για να αγγίξει τους ανθρώπους. Γενικά η λογοτεχνία οφείλει να είναι ενεργή μέσα στην κοινωνία, να παίρνει θέση, να «μιλάει» για τα προβλήματα της κοινωνίας, τις παθογένειές της, για τα ιστορικά γεγονότα, τις αιτίες και τις συνέπειές τους πάνω στους ανθρώπους. Η λογοτεχνία οφείλει να «φωτίζει» και να μην «σκοτώνει» (το λέω με την κυριολεκτική έννοια της λέξης, να μην καλύπτει με σκότος δηλαδή)τις πτυχές της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Και όταν κάτι φωτίζεται, ε, τότε μπορούμε να το παρατηρήσουμε καλύτερα και ίσως και να το αντιμετωπίσουμε.

Δεν αντέχω, θα το πω: Αν η υπόθεση ενός μυθιστορήματος είναι «ο πλούσιος με το θεληματικό πηγούνι που ερωτεύεται τη φτωχιά, πλην πανέμορφη, πλην τίμια κοπέλα και αυτή τον πιάνει με άλλη, αλλά ήταν παρεξήγηση και πάνε να ζήσουν οι δυο τους παντρεμένοι στον υπερπολυτελή του πύργο κάπου έξω απ’ το Παρίσι», συγγνώμη, αλλά αυτό δεν είναι λογοτεχνία και δεν πρέπει να ονομάζεται λογοτεχνία. Ας ονομαστεί «ιστορία για να περνά η ώρα» «αφήγημα-πασατέμπο», «έχω κάποια χαρτιά περισσευούμενα και είπα να τα γεμίσω». Τέλος πάντων, θέληση να υπάρχει και θα το βρούμε το όνομα. Σίγουρα πάντως δεν είναι λογοτεχνία.

     Μπορεί η λογοτεχνία να δρομολογήσει αλλαγές σε κοινωνικό επίπεδο;

       Θα σας απαντήσω κάτι του οποίου την πνευματική ιδιοκτησία δεν διεκδικώ. Θέλω να πω ότι αυτό που θα απαντήσω δεν το σκέφτηκα εγώ, αλλά το άκουσα από τους μαθητές μου, όταν μιλούσαμε περί τέχνης, και με βρήκε απόλυτα σύμφωνη: για να μπορέσει η λογοτεχνία να δρομολογήσει αλλαγές, πρέπει οι άνθρωποι να διαβάζουν λογοτεχνία. Και συνεχίζω την άποψη των μαθητών μου: αν δεν έχεις επαφή με κάτι, πώς είναι δυνατό να σε επηρεάσει; Και απαντώ το αυτονόητο: δεν είναι δυνατό. Οι άνθρωποι έχουν απομακρυνθεί από τη λογοτεχνία, με απλά λόγια: δεν διαβάζουν. Και η λογοτεχνία είναι κάπως σαν τον νόμο. Από μόνη της είναι ανίσχυρη, ένα γραπτό κείμενο είναι, τι δύναμη μπορεί να έχει; Οι άνθρωποι είναι αυτοί που της δίνουν δύναμη (και σε αυτή και στους νόμους και σε κάθε γραπτό κείμενο) και οι άνθρωποι είναι αυτοί που μπορούν να τη ρίξουν σε αχρηστία.

     Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας;

       Είμαι συγγραφέας; Μου φαίνεται λίγο βαρύγδουπος ο τίτλος. Εγώ απλώς γράφω. Γράφω, γιατί με γεμίζει, γιατί βρίσκω διέξοδο, γιατί κάτι μέσα μου με σπρώχνει να το κάνω, γιατί εντέλει γουστάρω πάρα πολύ όλη αυτή τη διαδικασία.

     Ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε, όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;

     Μου φαινόταν απίστευτο. Νόμιζα ότι κάποια στιγμή θα ξυπνήσω και διαπιστώσω ότι όλο αυτό ήταν απλώς ένα όνειρο.

     Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;

     Πάντως σίγουρα δεν πεθαίνουν. Ζουν μέσα μου. Τους ανακαλώ. Ανακαλώ τις στιγμές που τους έπλαθα, τις στιγμές που ανεξαρτητοποιούνταν από μένα. Είναι σαν τη γυναίκα που κυοφορεί ένα παιδί. Στην αρχή είναι ενσωματωμένο σε αυτήν, είναι μέσα της, μετά γεννιέται και γίνεται ένας ανεξάρτητος άνθρωπος  με τη δική του βούληση και τις δικές του πράξεις. Έτσι, λοιπόν, και με τους ήρωες των βιβλίων. Σκέφτομαι τις ώρες που πλάθονταν μέσα μου, τις ώρες που γεννιόντουσαν, τις ώρες που αποκτούσαν χαρακτήρα και δρούσαν σύμφωνα με αυτόν. Για άλλους ήρωες η γέννα ήταν πιο εύκολη, για άλλους πιο επώδυνη, όπως και με τα βιολογικά τέκνα. Πάντως με το που τελειώνει η συγγραφή δεν σβήνουν μέσα μου, δεν παύουν να υπάρχουν. Εδώ δεν σβήνουν μέσα μου ήρωες κάποιων βιβλίων που διάβασα (και δεν είναι δικά μου), θα σβήσουν αυτοί που όσο να ’ναι με συνδέουν μαζί τους και οι ωδίνες ενός διανοητικού τοκετού;

     Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά των ηρώων σας;

     Ναι, κάποια από αυτά ναι.

     Σας μοιάζει κάποιος από τους ήρωες σας;

     Μου μοιάζει. Κάποιος. Αλλά δεν θα ήθελα να πω ποιος.

     Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των κειμένων σας;

     Ο εκδότης.

     Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;

     Θα πω πρώτα ποιος ΔΕΝ είναι. Δεν είναι ούτε ο «μορφωμένος» σε έναν πολύ υψηλό βαθμό (με μεταπτυχιακά, διδακτορικά και τέτοιου είδους περγαμηνές), δεν είναι ούτε ο πολύ έμπειρος σε αναγνώσματα. Καλοδεχούμενοι κι αυτοί. Όλοι καλοδεχούμενοι. Όμως…

Ιδανικός είναι αυτός που διαβάζει με ανοιχτή καρδιά, που διαβάζει για να προβληματιστεί, να κρίνει. Αυτός που αναζητά νοήματα μέσα και από την πλοκή και από τη γλώσσα. Αυτός εντέλει που είναι διατεθειμένος να ταξιδέψει κάπως πιο μακριά από τα ήσυχα νερά της ασφάλειας, της συνήθειας και των κατεστημένων αντιλήψεών του. Θα μου πείτε: μπορεί να συναντήσει άγνωστες και πρωτόφαντες και ανεξερεύνητες θάλασσες. Και θα σας απαντήσω: τι αξία έχει ένα ταξίδι χωρίς αυτές;

     Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για τον εαυτό σας;

     Ναι, το πόσο μαζοχίστρια είμαι (χαχα). Γιατί, ενώ θα μπορούσα να τελειώσω μία σκηνή ή μια ενότητα μέσα σε μία μέρα ή δύο, άντε και σε μια βδομάδα, αν είναι πιο μεγάλη, αφού την έχω στο μυαλό μου ως πλοκή και ως εικόνα, εγώ μπορεί να κάνω και ένα μήνα και δύο και περισσότερο, γιατί το ψάχνω πάρα -μα πάρα- πολύ με το θέμα του χειρισμού της γλώσσας, ποιες λέξεις θα διαλέξω, ποιες εκφράσεις, ποιους συνδυασμούς. Κι αυτό γιατί θέλω να εξυπηρετείται ένας εσωτερικός ρυθμός στη γλώσσα του κειμένου. Ίσως να μη δίνει εξωτερικά σημάδια, αλλά υποδορίως υπάρχει και διαπερνά το κείμενο.

Τέλος πάντων, για να σοβαρολογήσω πάνω στην ερώτησή σας (αν και το θέμα του γλωσσικού χειρισμού δεν είναι για μένα καθόλου αστείο, είναι νομίζω ένα από τα πιο σοβαρά, τα πιο χρονοβόρα και τα πιο ψυχοφθόρα κατά τη διαδικασία της συγγραφής), δεν ανακάλυψα καινούργια πράγματα για τον εαυτό μου, ανακάλυψα όμως ότι υπάρχει μέσα μας μια «ντουλάπα» που ονομάζεται μνήμη. Κι αυτή η ντουλάπα έχει έναν… ανεξάρτητο, ατιθάσευτο χαρακτήρα. Τις περισσότερες φορές δεν υπακούει σε εντολές. Μπορεί να της ζητάς, να την παρακαλάς, να την απειλείς,  να βγάλει κάτι στην επιφάνεια και αυτή να σφυρίζει αδιάφορη. Κι άλλες φορές, ξαφνικά και χωρίς καμία προειδοποίηση, σε πετροβολεί με κάτι εικόνες, κάτι λόγια, ακόμη και κάτι συναισθήματα από το παρελθόν, τόσο έντονα που νιώθεις σα να τα βιώνεις εκείνη την ώρα. Αυτό ανακάλυψα για τον εαυτό μου: τα παιχνίδια που -μου- κάνει η μνήμη.

     Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;

     Ναι, μέσα από την ιστορική έρευνα που κάνω για τη συγγραφή των βιβλίων μου, έχω εκπλαγεί, έχω νιώσει να αναποδογυρίζουν οι πεποιθήσεις μου, έχω διαπιστώσει ότι είχα εσφαλμένη εικόνα για κάποια θέματα. Κι έτσι βγήκα από τη ζώνη της ασφάλειάς μου, από την περιχαρακωμένη ισιάδα των εμπεδωμένων αντιλήψεών μου και μπήκα σε δύσβατα μονοπάτια. Πόσο ωραίο και ενδιαφέρον είναι αυτό, να ξέρατε!

     Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους αναγνώστες σας;

     Δεν είμαι και ο πλέον κοινωνικός άνθρωπος που υπάρχει, δεν μπορώ να αναλίσκομαι σε συζητήσεις που δεν έχουν νόημα, στο τηλέφωνο δεν μπορώ να μιλήσω πάνω από δύο λεπτά (και πολύ λέω), ΑΛΛΑ: με ανθρώπους που έχουν διαβάσει τα βιβλία μου μού αρέσει πολύ να συνομιλώ. Και η συνομιλία δεν χρειάζεται να έχει απαραιτήτως τη μορφή συνέντευξης, δηλαδή να με ρωτάνε και να απαντάω, αλλά να ανταλλάσσουμε απόψεις, να μου λένε τι πιστεύουν, τι νιώθουν για κάποιον ήρωα και να τους λέω κι εγώ τη δική μου οπτική. Και η συζήτηση να επεκτείνεται και σε άλλα βιβλία που έχουμε διαβάσει αμφότεροι, σε ήρωες και πλοκή άλλων συγγραφέων. Ναι, ναι, αυτή είναι μια πολύ-πολύ ωραία συζήτηση.

     Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας «υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;

     Πάρα πολλές φορές. Και είναι οι ωραιότερες στιγμές αυτών των συζητήσεων.

     Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε ότι σας επηρέασε;

     Βίκτορ Ουγκό, «Οι άθλιοι». Χωρίς δεύτερη σκέψη. Το διάβασα σε πολύ μικρή ηλικία, μόλις τελείωνα το δημοτικό. Αυτό το βιβλίο καθόρισε τη σκέψη μου, τις ιδέες, την κοσμοθεωρία, τον τρόπο θέασης των καταστάσεων γύρω μου. Οι άθλιοι του Ουγκό μπήκαν μέσα μου και γίνανε το υλικό από το οποίο πλάστηκε όλη μου η εσωτερική φτιαξιά.

     Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;

     Δεν είναι εύκολη. Και, όπως σας είπα πιο πριν, είμαι εγώ που την κάνω να μην είναι εύκολη. Ψάχνω πάρα πολύ τις λέξεις που θα χρησιμοποιήσω, την έκφραση, τη σύνταξη. Είπαμε, η γλώσσα που χρησιμοποιώ-θέλω να- έχει ένα εσωτερικό ρυθμό, να μην έχει επαναλήψεις λέξεων και εκφράσεων, να παίζει με τις σημασίες και τα νοήματα. Ναι, δεν είναι καθόλου εύκολη διαδικασία, όμως… τι θα άξιζε η συγγραφή, αν ήταν εύκολη;

     Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο συρτάρι σας;

           Ναι, έχω κάτι στο μυαλό μου και εν μέρει στα   χαρτιά μου, αλλά είναι κάτι που χρειάζεται πολύ μεγάλη έρευνα και ιστορικό «ξεψάχνισμα» και θα πάρει κάποιο χρόνο. Όμως δεν με πειράζει. Το ταξίδι αυτό της γραφής θέλω να το (ξανα)ζήσω μέσα και από τις νηνεμίες και από τις τρικυμίες του.

Σας ευχαριστώ πολύ!