30 Ιουν 2025

Η ΣΙΩΠΗ

YRSA SIGURDARDOTIR
Μετάφραση ΚΩΣΤΗΣ ΚΗΛΥΜΗΣ
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Σελ. 483, Νοέμβριος 2024

      

Το βιβλίο που θα παρουσιάσω σήμερα, είναι το έκτο και τελευταίο(;) της Ισλανδής Ι. Σιγκουρδαντοτίρ, με κεντρικούς χαρακτήρες τον επιθεωρητή Χούλνταρ της αστυνομίας του Ρέικιαβικ και της ψυχολόγου Φρέιγια, η οποία πρόσφατα τοποθετήθηκε στην ίδια υπηρεσία. «Είχε δεχτεί τη θέση της συμβούλου ψυχολόγου στην αστυνομία. Ήταν ένας νέος ρόλος, με στόχο τη βελτίωση των σχέσεων της αστυνομίας με την Υπηρεσία Προστασίας του Παιδιού. Μέσα στα χρόνια, η επικοινωνία μεταξύ των δύο ήταν μάλλον ανεπαρκής, ενίοτε τελείως χαώδης. Με τον διορισμό ενός παιδοψυχολόγου, η διοίκηση ήθελε να αποφύγει πιθανές γκάφες στη διερεύνηση υποθέσεων που είχαν να κάνουν με παιδιά. Από αυτή τη νέα θέση, η Φρέιγια υποτίθεται ότι έπρεπε να φροντίσει γι’ αυτό».

     Με την ανάληψη των καθηκόντων της, η ομάδα στην οποία συμμετέχει, έχει να αντιμετωπίσει ένα αποτρόπαιο έγκλημα. Όλα ξεκίνησαν όταν μια ηλικιωμένη, παρατήρησε ότι στη γειτονιά της ήταν παρκαρισμένο με λάθος τρόπο ένα αυτοκίνητο. Ειδοποίησε την αστυνομία και ο επιθεωρητής Χούλνταρ με τη διευθύντριά του Έρλα, αποφάσισαν να κάνουν έναν επιτόπιο έλεγχο, περισσότερο γιατί ήθελαν να αφήσουν για λίγο τα γραφεία τους και να αναπνεύσουν τον παγωμένο, χειμωνιάτικο, αλλά καθαρό αέρα και λιγότερο γιατί ο έλεγχος ενός τέτοιου περιστατικού, ήταν μέρος των αρμοδιοτήτων τους. Ακόμη ήθελαν να καθησυχάσουν την επίμονη ηλικιωμένη, η οποία διατείνονταν ότι το αυτοκίνητο συνδέεται με το οργανωμένο έγκλημα!

     Όταν έφτασαν στο σημείο, ο Χούλνταρ διαπίστωσε ότι το αυτοκίνητο, ένα λευκό Σκόντα που ανήκε σε μία γυναίκα όπως έδειξε ο έλεγχος των πινακίδων «δεν ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση από τα αυτοκίνητα που ανήκαν στις γυναίκες που βρίσκονταν γύρω του-αν και τώρα που το ξανασκεφτόταν κάτι άλλο συνέβαινε εδώ. Ήταν κάτι παραπάνω από το τυπικό χάος από συσκευασίες, πλαστικές σακούλες, σκισμένα περιοδικά, κορδέλες μαλλιών και άδεια μπουκάλια κόκα κόλα». Κάτι ακόμη που ήταν παράξενο, ήταν το γεγονός ότι όχι μόνο ήταν ξεκλείδωτο, αλλά και τα κλειδιά βρισκόταν κανονικά στο τιμόνι!

     Όταν μπήκε μέσα στο αυτοκίνητο με σκοπό να το μετακινήσει, μια γνώριμη, δυσάρεστη, μεταλλική μυρωδιά έφτασε στα ρουθούνια του. Αίμα! Κι επειδή ήταν εμφανές ότι δεν προερχόταν από την καμπίνα, άνοιξε το πορτμπαγκάζ. Μέσα βρισκόταν σακούλες σκουπιδιών που περιείχαν ανθρώπινα μέλη. Αμέσως κατάλαβαν ότι μπροστά τους είχαν πολλές δύσκολες μέρες…

     Το «Η Σιωπή» είναι ένα ακόμη εξαιρετικό θρίλερ από την Ισλανδή συγγραφέα, στο οποίο το παρελθόν μπλέκεται με το παρόν. Πράγμα που θα αναγκάσει τους  αστυνομικούς να καταβάλουν πολύ προσπάθεια για να βρουν την άκρη του νήματος που θα οδηγήσει στη λύση.    

 

25 Ιουν 2025

Η ΑΛΩΣΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΔΕΡΦΕΣ ΓΑΡΓΑΡΑ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ
Εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ
Σελ. 450, Απρίλιος 2025

      Υπάρχουν ορισμένοι συγγραφείς, των οποίων κάθε νέο βιβλίο, αποτελεί κορυφαίο εκδοτικό γεγονός. Ένας από αυτούς είναι ο Γιάννης Ξανθούλης.

     Έμπνευση για το καινούριο μυθιστόρημά του, αποτέλεσε μια φωτογραφία (αυτή που απεικονίζεται στο εξώφυλλο) από το περιοδικό National Geographic, η οποία βρέθηκε μισοξεχασμένη σε κάποιο συρτάρι. Εκτυλίσσεται στην (επινοημένη) πόλη Ροδόσταμη της Ανατολικής Μακεδονίας, τους τελευταίους μήνες του 1959.

     Όσο ο συγγραφέας βρισκόταν στη γενέτειρα του την Αλεξανδρούπολη, επιθυμούσε διακαώς να ζήσει στην μυθική στα μάτια του, Αθήνα. Το ίδιο συμβαίνει και με έναν από τους κεντρικούς χαρακτήρες του βιβλίου, την Φιλοθέη, μέλος της οικογένειας Γαργάρα. «Η Φιλοθέη δεν ζήλευε τις ευρωπαϊκές αποδράσεις εις Εσπερίαν. Γι’ αυτήν υπήρχε μόνο η Αθήνα που την περίμενε με πόθο διακαή. Μια Αθήνα υπέρλαμπρη, φωτεινή, με γαλάζιο ουρανό απ’ άκρη σ’ άκρη, με μαρμαροκολόνες, γαζίες, κρίνα, αγιόκλημα, νεραντζιές και την Ομόνοια πλας ή πλαζ, που τραγουδούσε βαλσοειδώς η Σοφία Βέμπο. Μια Ομόνοια πλας που μοσχοβολούσε πατσά, βιολέτες και κουλούρια για αγουροξυπνημένους».

     Η οικογένεια Γαργάρα, εκτός του ότι ήταν φτωχή, δεν έχαιρε και ιδιαίτερης εκτίμησης στην κοινωνία της Ροδόσταμης, αφού «διέθετε συγκλονιστικά επιχειρήματα για να ‘ναι το πιο αμφίσημο παράδειγμα προς αποφυγή». Μάλιστα ο μεγάλος γιος της οικογένειας, ο 15χρονος Σούλης, ήταν «η επιτομή της λέξης παλιοτόμαρο». Ζούσαν χάρη στα μεροκάματα  που εξασφάλιζε η μητέρα Κατίνα καθαρίζοντας διάφορα σπίτια της «καλής» κοινωνίας και χάρη σε μια αργομισθία που είχε εξασφαλίσει στον -προικισμένο σωματικά και σεξουαλικά- πατέρα Ηρακλή ο δήμαρχος της πόλης, ως ανταπόδοση των σεξουαλικών του υπηρεσιών.

     Τις περιπέτειες αυτής της ιδιόρρυθμης οικογένειας, σε μια πόλη που αναμασούσε ένδοξες εποχές του παρελθόντος, όταν το τοπικό προϊόν (τριαντάφυλλο), έφερνε αίγλη και χρήμα, στο μεταίχμιο μεταξύ του 1959 και του 1960, το οποίο όλοι περίμεναν να φέρει «κάτι» που θα αλλάξει τις μίζερες ζωές τους, περιγράφει στο μυθιστόρημά του ο Γιάννης Ξανθούλης.

     Τις περιγράφει βέβαια, με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Με γλώσσα χωρίς όρια, το γκροτέσκο πάντα σε πρώτο πλάνο, την χειμαρρώδη γραφή, όλες –σχεδόν- τις συγγραφικές του εμμονές,(κρύο, Βόρεια Ελλάδα, μεταφυσικά φαινόμενα κ.ά.) οι οποίες κάνουν τα έργα του ξεχωριστά και ιδιαίτερα το σπαρταριστό και βιτριολικό χιούμορ, που ξεκινά από τα ονόματα των «ηρώων» του: ο δήμαρχος Ερμόλαος Τούβλος, η πόρνη από την Παραγουάη (!!) Ψωλίτα Μπονασέρα, η τραγουδίστρια Τζουτζούκα Πλαταμώνα και η ομότεχνή της Ρούλα Μπετόβεν, ο Πάπας Βονιφάτιος ο Πολύσπορος, το Κέντρο Αφοδευτικών Μελετών κλπ., και επεκτείνεται στις αλλοπρόσαλλες καταστάσεις. Αυτή τη φορά όμως και με περισσότερα στοχαστικά «διαλείμματα», όπως το πιο κάτω: «Στη διάρκεια της άγριας δεκαετίας όπου είχαν γεννηθεί τα τρία παιδιά των Γαργαραίων, τα σχολεία στις μοναξιασμένες ταλαίπωρες επαρχίες, πότε άνοιγαν και πότε έκλειναν, ανάλογα με τα σχέδια των πολέμαρχων που είχαν την πεποίθηση ότι στήνουν φυτώρια δάφνης και ένδοξου μαϊντανού. Βασικό λίπασμα, το αίμα και η δυστυχία. Στα δέντρα έβλεπες κρεμασμένους τους ήρωες της Κυριακής κι ας ήταν μόλις Δευτέρα. Έπειτα κρεμούσαν ή πυροβολούσαν τους παλικαράδες ή κάποιους τυχαίους της Δευτέρας, και ήταν Τρίτη. Ως την επόμενη Κυριακή, αν δεν είχε βρεθεί κανένας πολύ δικός σου κρεμασμένος, είχες συνηθίσει τις κρεμάλες».

     Το εξαιρετικό αυτό βιβλίο, το οποίο σας συνιστώ σαν ένα αντίδοτο στη μιζέρια και την κατήφεια του καιρού μας, συμπληρώνουν δεκατρείς ζωγραφιές του συγγραφέα «που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της γραφής».

20 Ιουν 2025

YELLOWFACE

REBECCA F. KUANG
Μετάφραση ΜΥΡΤΩ ΚΑΛΟΦΩΛΙΑ
Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ
Σελ. 418, Νοέμβριος 2024

      Το πέμπτο μυθιστόρημα-πρώτο που εκδίδεται στα ελληνικά- είναι το Yellowface της αμερικανίδας με κινεζική καταγωγή R. Kuang.

     Η Αθηνά Λινγκ Εν Λιου και η Τζουν Χέιγουορντ, γνωρίστηκαν στη διάρκεια των σπουδών τους στην Δημιουργική Γραφή, στο πανεπιστήμιο του Yale. Η Αθηνά «γεννήθηκε στο Χονγκ Κονγκ, μεγάλωσε ανάμεσα στο Σύδνεϋ και στη Νέα Υόρκη και πήγε σχολείο σε βρετανικά οικοτροφεία, που την προίκισαν με μια κομψή, απροσδιόριστη ξενική προφορά. Είναι ψηλή, λεπτή σαν στέκα, χαριτωμένη με τη χάρη που έχουν όλες όσες έκαναν κάποτε κλασικό μπαλέτο, χλωμή σαν πορσελάνινη κούκλα, με αυτά τα τεράστια καστανά μάτια με τις μακριές βλεφαρίδες […] Είναι απίστευτη. Κυριολεκτικά απίστευτη. […] Στο μεταξύ εγώ είμαι απλώς η Τζουν Χέιγουορντ από τη Φιλαδέλφεια κι έχω καστανά μάτια και καστανά μαλλιά-και όσο σκληρά κι αν προσπαθήσω, ποτέ μου δεν θα γίνω Αθηνά Λιου».

     Οι δύο νέες γυναίκες ασχολούνται με τη συγγραφή. Κι εδώ, η Αθηνά τα καταφέρνει πολύ καλύτερα. Κάνει υψηλές πωλήσεις, το αναγνωστικό κοινό τη λατρεύει, οι κριτικοί την εκθειάζουν και υπογράφει παχυλά συμβόλαια, ενώ η Τζουν κινείται σε επίπεδα μετριότητας.

     Ένα βράδυ, για να γιορτάσουν την υπογραφή ενός συμβολαίου της Αθηνάς με το Netflix, πηγαίνουν στο διαμέρισμά της, για να φάνε… τηγανίτες. Ενώ τρώνε λαίμαργα, ένα κομμάτι σφηνώνεται στο λαιμό της Αθηνάς! «Τα μάτια της βλεφαρίζουν έντονα. Τα φρύδια της είναι σμιγμένα. Το ένα της χέρι είναι στο λαιμό της. Το άλλο χτυπά φρενιασμένα το μπράτσο μου. Ανοίγει το στόμα της κι ακούγεται ένας σιγανός, αρρωστημένος ρόγχος. Πνίγεται».

     Η Τζουν καλεί αμέσως βοήθεια, ενώ προσπαθεί απεγνωσμένα να κάνει το κομμάτι να ξεκολλήσει. Μάταια. Η Αθηνά, παρά τις προσπάθειες της Τζουν και των διασωστών που έφτασαν γρήγορα, δεν θα τα καταφέρει.

   Όταν θα επιστρέψει στο διαμέρισμά της, μετά τις απαραίτητες διαδικασίες, εκτός από τη θλίψη για τον χαμό της φίλης της, στην τσάντα της κουβαλά και το χειρόγραφο του νέου μυθιστορήματος της Αθηνάς! Κι επειδή η Αθηνά στον τομέα αυτό ήταν ιδιαίτερα κρυψίνους, κανείς δεν γνώριζε την ύπαρξή του. Κανείς δεν γνώριζε ότι η Αθηνά έγραφε ένα νέο μυθιστόρημα. Η ιδέα έρχεται και χτυπά την Τζουν σαν κεραυνός. Τι θα συνέβαινε αν επεξεργαζόταν το κείμενο και το παρουσίαζε σαν δικό της μυθιστόρημα; Μετά από μικρό δισταγμό, αποτολμά το αδιανόητο. Μια από τις μεγαλύτερες λογοκλοπές των τελευταίων χρόνων στην εκδοτική βιομηχανία! Το βιβλίο κυκλοφορεί με την υπογραφή της και χαιρετίζεται ως ένα σύγχρονο λογοτεχνικό αριστούργημα. Ωστόσο, ενώ απολαμβάνει την αναγνώριση, την δόξα αλλά και τα χρήματα που αποφέρει το «έργο της», ανακαλύπτει πως δεν μπορεί να ξεφύγει εύκολα από τη σκιά της Αθηνάς. Κι ότι κάποιος γνωρίζει στοιχεία που αν αποκαλυφθούν, θα γκρεμίσουν σαν χάρτινο πύργο την επιτυχία της.

     Το «Yellowface» είναι ένα οξυδερκές, πολυεπίπεδο, γραμμένο με υποδόριο σκοτεινό χιούμορ, απολαυστικό στην ανάγνωση μυθιστόρημα. Με πολύ επιτυχημένη σκιαγράφηση των χαρακτήρων και ιδιαίτερα του πρωταγωνιστικού. Μας επιτρέπει ακόμη, να ρίξουμε μια ματιά στα παρασκήνια της εκδοτικής βιομηχανίας, αλλά και ασκεί κριτική στην επίδραση που ασκούν τα social media στην κοινωνία, που έφτασαν να εξυψώνουν ή να καταβαραθρώνουν ανθρώπους, ανεξάρτητα από την πραγματική τους αξία. Εξαιρετική αναγνωστική επιλογή!

15 Ιουν 2025

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΣΤΕΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΨΗΦΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
ΛΕΝΑ ΚΑΛΑΪΤΖΗ ΟΦΛΙΔΗ/ ΣΙΜΟΣ ΟΦΛΙΔΗΣ
Εκδόσεις ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ
Σελ. 142, Μάιος 2024

      Το βιβλίο που σας παρουσιάζω σήμερα, είναι μια λογοτεχνική προσέγγιση του έργου και της ζωής του σπουδαίου ζωγράφου-εικαστικού Νικόλαου Μαστερόπουλου.

     Δυστυχώς, ο ελληνικότατης καταγωγής καλλιτέχνης, είναι ελάχιστα γνωστός στο ευρύ κοινό. Βέβαια «σ’ αυτή τη μικρή βαλκανική γωνιά που ζούμε», όπως λέει ένας αγαπημένος ραδιοφωνικός παραγωγός-δημοσιογράφος, η δημοφιλία και η αναγνωρισιμότητα, πολλές φορές δεν είναι ανάλογες της αξίας του έργου ενός δημιουργού, αλλά διαφορετικών ικανοτήτων!

     Ο Ν. Μαστερόπουλος γεννήθηκε στη Μόσχα στις 9 Σεπτεμβρίου 1948. Η καταγωγή της οικογένειας είναι από την Αργυρούπολη του Πόντου, απ’ όπου διέφυγε το 1915 στην Γεωργία, για να γλιτώσει τις διώξεις από τους Τούρκους. Ο πατέρας του Νίκου, αναδείχτηκε σε υψηλόβαθμο στέλεχος του ΚΚΣΕ και η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Μόσχα, όπου και διαφάνηκαν τα ταλέντα του Νίκου. «Ο Νίκος από πολύ μικρός έδειξε ένα πρώιμο ταλέντο για τις τέχνες και, καθώς προερχόταν από οικογένεια με παιδεία και κουλτούρα, κατευθύνθηκε σε ανάλογες σπουδές».

     Στα 27 του χρόνια, έκανε μια τεράστια στροφή στην πορεία της ζωής του. «Ο Νίκος μεγάλωσε μέσα σε οικογένεια αριστερών διανοούμενων και σε μια εποχή που το κομμουνιστικό σύστημα λειτουργούσε στην πλήρη ακμή του. Ανατράφηκε σε περιβάλλον με φανατικούς υποστηρικτές της κομμουνιστικής ιδεολογίας και πρακτικής, την οποία, παρ’ ότι γαλουχήθηκε με την κουλτούρα της, δεν ασπάστηκε ποτέ. Από τα νεανικά του χρόνια προβληματίζεται έντονα και μελετά ακατάπαυστα. Σύντομα η γνωριμία του με κείμενα εκκλησιαστικά και ορθόδοξους δημιουργούς τον οδηγούν σε πνευματικές αναζητήσεις μέσα στους κόλπους της εκκλησίας». Έτσι, αφού γνώρισε μέσα από τις μελέτες του την Ορθοδοξία, βαφτίστηκε κρυφά- για ευνόητους λόγους, βρισκόμαστε στο 1975-Ορθόδοξος Χριστιανός.   Την ίδια εποχή γίνεται και «γνωριμία» του με την Ελλάδα, την οποία «…συνάντησε πρώτα μέσα από τα διαβάσματά του γι’ αυτήν και ύστερα μέσα από τα ταξίδια του στα τοπόσημα της ιστορίας της. Μεγαλωμένος με ρωσική κουλτούρα αφήνει χώρο μέσα του για την ελληνική σκέψη και τον πολιτισμό. Χωρίς προβλήματα διχασμού ταυτότητας, λες και από πάντα αισθανόταν και ζούσε ως Έλληνας».

     Η χρόνια ενασχόλησή του όμως με το αγαπημένο του υλικό το σμάλτο, το οποίο είναι ένωση πυριτικών αλάτων που χρωματίζεται με οξείδια μετάλλων και επειδή απαιτεί ειδικές επεξεργασίες σε φούρνους, αναδίδει επικίνδυνες και τοξικές αναθυμιάσεις, υπέσκαψε την υγεία του σε σοβαρό βαθμό. Στις 11 Μαρτίου 2003, άφησε την τελευταία του πνοή, πριν προλάβει να κάνει την επέμβαση που του είχε συσταθεί από τον καρδιολόγο του.

     Το βιβλίο αποτελεί ένα συγγραφικό κατόρθωμα κι ένα εκδοτικό επίτευγμα. Τι εννοώ; Οι δύο συγγραφείς, δεν γνώρισαν ποτέ τον Ν. Μαστερόπουλο, κάτι που τους δυσκόλεψε «Πώς να γράψεις για έναν καλλιτέχνη που δεν γνώρισες από κοντά, δεν τον κοίταξες ποτέ στα μάτια, δεν αντάλλαξες μαζί του κάποιες κουβέντες; Δύσκολη και τολμηρή η απόπειρα». Κι όμως κατάφεραν με την γνωστή τους φροντίδα κι επιμέλεια να συγκεντρώσουν τις «ψηφίδες» και να αποδώσουν με τον καλύτερο τρόπο την προσωπικότητα, τις πνευματικές αναζητήσεις, τις αμφιβολίες του για την Τέχνη και τη ζωή, τις καλλιτεχνικές του επιθυμίες και τα θέλω του, την αφοσίωσή του στην Τέχνη και την Ορθοδοξία. Κι αποτελεί εκδοτικό επίτευγμα, διότι όσο κι αν έχουν εξελιχθεί τα τεχνολογικά μέσα, η εκτύπωση και η φωτογραφική  απόδοση των δεκάδων έργων του Ν. Μαστερόπουλου έγινε με εξαιρετικό τρόπο. Το βιβλίο είναι κόσμημα τόσο ως περιεχόμενο, όσο και ως αντικείμενο!        

10 Ιουν 2025

ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΕΥΡΗΜΑ

ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΣΤΟ ΕΣΤΕΡΛΕΝ
ANDREAS DE LA MOTTE/ MANS NILSSON
Μετάφραση ΞΕΝΟΦΩΝ ΠΑΓΚΑΛΙΑΣ
Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
Σελ. 492, Ιανουάριος 2025

      Το «Θανάσιμο Εύρημα» είναι δεύτερο μυθιστόρημα της σειράς «Δολοφονίες Στο Εστερλέν», του σουηδικού συγγραφικού διδύμου Motte/Nilsson.

     Η ετήσια υπαίθρια αγορά με αντίκες και συλλεκτικά αντικείμενα της Ντεγκεμπέργια, μια περιοχή του Σιμρισχάμν της νότιας Σουηδίας, γίνεται την τέταρτη Κυριακή κάθε Ιουλίου, προσελκύει χιλιάδες επισκέπτες και ανοίγει στις οκτώ το πρωί. «Ωστόσο όλοι όσοι ήξεραν από αντίκες γνώριζαν ότι οι πιο συμφέρουσες συναλλαγές γίνονταν πολύ πριν, υπό το φως ενός φακού και με τους ενδιαφερόμενους να ανταλλάσουν διακριτικά τα χαρτονομίσματα».

     Ανάμεσα στους πολύ πρωινούς επισκέπτες είναι και ο Γερτ Ζιλέν. Ένας 70χρονος συλλέκτης αντικειμένων από κινέζικη πορσελάνη. Ενώ τριγύριζε στους πάγκους, την προσοχή του τράβηξε ένα μικρό μπολ ζάχαρης. «Επιθεώρησε προσεκτικά το σμάλτο, το οποίο έμοιαζε με ιστό αράχνης. Στη συνέχεια παρατήρησε ότι τα εξαιρετικά σκαλίσματα έμοιαζαν να έχουν γίνει από κάποιο επιδέξιο χέρι, αν και θα μπορούσε κάλλιστα να τα έχει κάνει και κάποιο μηχάνημα. Το αντικείμενο αυτό όμως δεν ήταν κατασκευασμένο σε εργοστάσιο, ήταν εντελώς διαφορετικό. Κάτι πολύ σπάνιο. Ένα εύρημα ανώτερου διαμετρήματος που έκανε τα γόνατά του να τρέμουν».

     Ενώ ήταν έτοιμος να προχωρήσει στην αγορά του αντικειμένου, ένας επαγγελματίας αντικέρ-παλαιοπώλης, ο Νάλε Πέρσον, «ένας αδίστακτος γύπας που άρπαζε με αγένεια και ξεδιαντροπιά τη λεία του», πλησίασε τον πάγκο και κάνοντας λίγο μεγαλύτερη προσφορά αγοράζει το αντικείμενο κάτι που προκαλεί την οργή του Ζιλέν.

     Λίγες ώρες αργότερα, μετά από μια νεροποντή που δημιουργεί πρόβλημα τόσο στους επισκέπτες όσο και στους πωλητές της αγοράς, ο Πέρσον εντοπίζεται δολοφονημένος μέσα στην τέντα του. Την υπόθεση αναλαμβάνει η ενθουσιώδης και φιλόδοξη νεαρή επιθεωρήτρια της τοπικής αστυνομίας, Τούβε Έσπινγκ, στην οποία ο διοικητής της θα επιβάλλει ως συνεργάτη τον έμπειρο επιθεωρητή της αστυνομίας της Στοκχόλμης, Πέτερ Βίνστον, ο οποίος βρίσκεται για διακοπές στην περιοχή.

     Ξεκινώντας τις έρευνες, θα διαπιστώσουν ότι οι εμπορικές και συναλλακτικές πρακτικές του Πέρσον, τον είχαν κάνει αντιπαθή σε πολλούς ανθρώπους, κάποιοι από τους οποίους ήταν παρόντες στην αγορά, όταν έγινε η δολοφονία. Πρέπει όμως να βρουν ποιος τον μισούσε τόσο πολύ, ώστε να φτάσει στον φόνο!

     Το «Θανάσιμο Εύρημα» είναι ένα έξυπνο αστυνομικό μυθιστόρημα, γραμμένο με χιούμορ, στο οποίο διάφοροι εκκεντρικοί χαρακτήρες (όπως ο διοικητής της αστυνομίας που δεν διστάζει να πάει στο τμήμα ντυμένος με την ποδηλατική του στολή, ο πάμπλουτος Πόπε Λέβενγιελμ που είναι ιδιοκτήτης ενός παλατιού ή ο Πέτερ Βίνστον που φορά κουστούμι με γιλέκο ακόμη και τον ελεύθερο χρόνο του όταν είναι μόνος στο σπίτι) μπλέκονται με εμπόρους και συλλέκτες αντικών και τις μεθόδους που μετέρχονται αυτοί για να αποκτήσουν αντικείμενα που μπορεί να είναι μοναδικά, ξεχωριστά και ιδιαίτερα μεγάλης οικονομικής αξίας ή προϊόντα μιας καλοστημένης απάτης.   

5 Ιουν 2025

ΟΜΕΡΟ, Ο ΚΡΥΦΟΣ ΓΙΟΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ. 380, Φεβρουάριος 2025

     Σε εντελώς διαφορετικό ύφος και θεματολογία από τα προηγούμενα μυθιστορήματά του, κινείται το «Ομέρο» του Χ. Μαρκογιαννάκη.

     Το 1960, κυκλοφόρησε έντονα η φήμη, ότι η Μαρία Κάλλας κυοφορούσε. Πατέρας του παιδιού ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης, με τον οποίο η φημισμένη ντίβα διατηρούσε θυελλώδη ερωτικό δεσμό, παρά το γεγονός ότι ήταν και οι δύο παντρεμένοι. Η Κάλλας με τον Τζιανμπατίστα Μενεγκίνι και ο Ωνάσης, με την Τίνα Λιβανού. Σύμφωνα πάντα με τις φήμες, η Κάλλας γέννησε με καισαρική τομή σε ιταλική κλινική ένα αγόρι, που όμως πέθανε λίγες ώρες αργότερα από αναπνευστικά προβλήματα. Οι φήμες αυτές δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ! Μάλιστα υπάρχουν φωτογραφίες τις Κάλλας που τραβήχτηκαν ένα μήνα πριν από τον υποτιθέμενο τοκετό, στις οποίες δεν φαίνονται σημάδια εγκυμοσύνης. Εξάλλου δεν είναι εύκολο να αποκρύψει κανείς μια εγκυμοσύνη που βρίσκεται στον όγδοο μήνα! Προφανώς οι φήμες πυροδοτήθηκαν, επειδή η Κάλλας σε μια συνέντευξή της, δήλωσε πως θα εγκαταλείψει την καριέρα της, για να γίνει μητέρα.

     Ο συγγραφέας του μυθιστορήματος που μας απασχολεί στη σημερινή βιβλιοπαρουσίαση, πηγαίνει την ιστορία ένα βήμα πιο …πέρα. Θεωρεί τις φήμες ως πραγματικότητα και λέει ότι το παιδί γεννήθηκε κι επέζησε, αλλά με τα κατάλληλα «λαδώματα», η ύπαρξή του παρέμεινε κρυφή, ακόμη κι από την ίδια του τη μητέρα! Ο Ωνάσης, που δεν κατονομάζεται ρητά, όπως και η Κάλλας, αλλά αναφέρονται ως ο Πατέρας και η Μητέρα, δεν επιθυμούσε να γνωστοποιηθεί η ύπαρξη ενός νόθου παιδιού. Φρόντισε να απομακρυνθεί από την κλινική άμεσα, να υιοθετηθεί από κάποια ιταλική οικογένεια και να λάβει το όνομα Ομέρο, Όμηρος! «…τόσο η Μητέρα όσο και ο Πατέρας ήταν παντρεμένοι με άλλους τότε. Το σκάνδαλο ενός μπάσταρδου γιου θα είχε βάλει σε κίνδυνο τις επιχειρήσεις του, αλλά και τη φήμη της οικογένειάς του […] Πως μπορεί να υπήρξε τόσο σκληρός; Όχι μόνο προς εμένα-άλλωστε, εγώ είχα μια καλή ζωή μεγαλώνοντας, είχε προνοήσει γι’ αυτό, αλλά κυρίως προς εκείνη τη γυναίκα».

     Ο Ομέρο, χάρη στην αρωγή του πατέρα του, είχε μια ζωή χωρίς οικονομικά προβλήματα. Είχε όμως εμμονή με τη μητέρα του, που δεν κατάφερε να συναντήσει ποτέ. Όπως είχε και προβλήματα στις σχέσεις του με άλλους ανθρώπους. Λόγω της απίστευτης ιστορίας του, ήταν κρυψίνους και είχε ελάχιστους φίλους ως παιδί κι ως ενήλικος. Ένας από αυτούς ήταν και ο συγγραφέας, που ζούσε στο Παρίσι. Όταν ο Ομέρο προδόθηκε από την αδύναμη καρδιά, ο συγγραφέας «κληρονόμησε» ένα κιβώτιο. Το οποίο εκτός από κάποια αντικείμενα συναισθηματικής αξίας, περιείχε κι ένα χειρόγραφο, με το οποίο ο Ομέρο, εξομολογείται και αποκαλύπτει την ιστορία του βίου του. «Θυμάσαι πως συναντήθηκαν οι δρόμοι μας; Ξαναλέω, πιστεύω πως διασταυρώθηκαν για κάποιο λόγο-ακόμα κι αν οι σελίδες αυτές είναι ο μόνος λόγος. Θα σου αποκαλύψω τα πάντα και ξέρω πως θα κάνεις το σωστό με τις εξομολογήσεις μου. Τι είναι το σωστό; ίσως αναρωτηθείς. Εσύ θ’ αποφασίσεις: Κράτα τες για τον εαυτό σου, ένα δώρο από κάποιον που γνώριζες, δημοσίευσέ τες, εμπνεύσου απ’ αυτές για να γράψεις ένα δικό σου βιβλίο […] Πρόκειται για χιλιοειπωμένο κλισέ, αλλά είμαι η ζωντανή απόδειξη ότι συχνά η ζωή όντως ξεπερνά τη μυθοπλασία».

     Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης, γράφει με εξαιρετικό τρόπο, ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα-ψυχογράφημα, ενός ανθρώπου που σημαδεμένος από την απόρριψη του βιολογικού του πατέρα και την απουσία της μητέρας του, ψάχνει απελπισμένα σε όλη τη ζωή του, να βρει που ανήκει και ποιος πραγματικά είναι. Να βρει την αληθινή του ταυτότητα!