12 Νοε 2024

ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΧΙΜΑΙΡΑ

ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΑΡΕΝΤΖΙΔΗΣ
Εκδόσεις ΠΗΓΗ
Σελ. 469, Απρίλιος 2024

      Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με έντονα στοιχεία της λογοτεχνίας του φανταστικού, είναι το «Σκοτεινή Χίμαιρα» του Β. Γιαρεντζίδη.

     Ο Αλέξανδρος Αυγέρης, αφού υπηρέτησε για αρκετά χρόνια στην Ασφάλεια της Θεσσαλονίκης κι επειδή συμμετείχε ενεργά στη διαλεύκανση πολλών εγκληματικών ενεργειών, προήχθη στο βαθμό του Αστυνομικού Υποδιευθυντή και μετατέθηκε στην Κατερίνη, για να αναλάβει τη διοίκηση της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας της πόλης.

     Λίγες μέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, αργά ένα βράδυ με κακές καιρικές συνθήκες, βρίσκεται ακόμη στο γραφείο του. «Κοίταξα το ρολόι μου. Είχε πάει έντεκα παρά δέκα το βράδυ και δεν είχα σηκώσει κεφάλι από το πρωί, από τους ογκώδεις φακέλους που μελετούσα. Ήταν όμως απαραίτητο, γιατί ως νέος διοικητής έπρεπε να ενημερωθώ για τα τρέχοντα ζητήματα εγκληματικότητας, κι όχι μόνο, της πόλης και του ευρύτερου νομού».

     Παρά την ακατάλληλη ώρα και τις καιρικές συνθήκες, ο αξιωματικός υπηρεσίας τον ενημερώνει ότι κάποιος ηλικιωμένος κύριος επιμένει φορτικά να τον δει και να κάνει μια καταγγελία. «Συνηθιζόταν στην Υπηρεσία οι καταγγελίες να αξιολογούνται πρώτα από τον αξιωματικό υπηρεσίας της βάρδιας και μετά να διαβιβάζονται στον αρμόδιο αξιωματικό ή αν ήταν πολύ σοβαρές και στον διοικητή».  

     Ο Αυγέρης δέχεται να τον δει και να τον ακούσει. Ο ηλικιωμένος που συστήθηκε ως Συμεών Σαμαράς, καταγγέλλει ότι η πιο ευκατάστατη οικογένεια του χωριού Σκοτεινά ή Μόρνα όπως ήταν η παλαιότερη ονομασία του, η οικογένεια Ασβεστά, κρατάει «φυλακισμένη» στο αρχοντικό της, μια έφηβη! «Έμαθα πριν κάμποσο καιρό ότι υπάρχει και μια κόρη. Μικρή κοπέλα είναι. Στα δεκαεπτά, δεκαοκτώ, θα σε γελάσω. Μάλλον από κάποιο γιο παράνομο παιδί, γιατί μάνα δεν υπάρχει […] Αυτό το κορίτσι δεν εμφανίζεται ποτέ. Το έχουν κλειδωμένο σε ένα υπόγειο σαν το ζώο, εδώ και πολλά χρόνια. Από πολύ μικρό. Φως ήλιου δεν είδε. Δεν ξέρω τι το ταΐζουν και τι άλλο του κάνουν, αλλά το παιδί είναι σε κακή κατάσταση. Έτοιμο να πεθάνει εκεί κάτω στα μπουντρούμια».

     Η καταγγελία είναι πολύ σοβαρή και αφορά μια από τις πιο επιφανείς οικογένειες της περιοχής. Γι’ αυτό ο Αυγέρης, πριν προβεί σε οποιαδήποτε επίσημη ενέργεια, αποφασίζει με προτροπή του Σαμαρά, να διαπιστώσει κρυφά, αν η καταγγελία αληθεύει. Ένα βράδυ, θα πλησιάσει με την κάλυψη του σκοταδιού το αρχοντικό και θα διαπιστώσει μέσα από ένα μικρό φεγγίτη του υπογείου, ότι πράγματι εκεί βρίσκεται αλυσοδεμένη μια κοπέλα. Αυτή όμως είναι μια απόφαση, που θα ανατρέψει για πάντα τη ζωή του…

     Η «Σκοτεινή Χίμαιρα» είναι μια ευφάνταστη ιστορία, που αντλεί την έμπνευση από θρύλους της Πιερίας. Ο συγγραφέας, συνδυάζοντας με ιδανικό τρόπο το αστυνομικό μυθιστόρημα με παραφυσικά φαινόμενα και σκιαγραφώντας διεισδυτικά τους χαρακτήρες του, δημιουργεί ένα ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτο και αξιόλογο αποτέλεσμα!    

6 Νοε 2024

ΜέΡΣΙ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΜΟΣΧΟΥ
Εκδόσεις BELL
Σελ. 310, Ιούλιος 2024

      Το τρίτο- και πολύ πιθανό τελευταίο- μυθιστόρημα, με κεντρικό χαρακτήρα τον ιδιωτικό ερευνητή Στάθη Παντελιά, είναι το «Μέρσι» που θα μας απασχολήσει στη σημερινή παρουσίαση.

     Ο ζωγράφος Τζάνι Μπόνταλης, επισκέφθηκε μια Δευτέρα το γραφείο του ντετέκτιβ Σ. Παντελιά. «Ο πελάτης ήταν ένας σαραντάρης καλοβαλμένος κύριος, με μια εκκεντρική πινελιά στο ντύσιμο και στην εμφάνιση του, και μια κίνηση αγέρωχη και ποζάτη, που του προσέδιδε έναν αέρα διασημότητας. Φαινόταν ολοκάθαρα ενοχλημένος-επιεικώς απαράδεκτο να μην τον αναγνωρίζει κάποιος, στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Το όνομά του ανήκε πλέον στην παγκόσμια κληρονομιά της Τέχνης».

     Έχει λάβει ένα σημείωμα, σύμφωνα με το οποίο, κάποιοι έχουν απαγάγει τη γυναίκα του. «Ονομάζεται Μερσέντες Αλόνσο, παντρευτήκαμε πριν από δύο χρόνια περίπου. Α, η αγαπημένη μου Μέρσι, όλα σκατά τα έκανε στη ζωή μας, πως τα κατάφερε; Ήταν ανάγκη να την απαγάγουν; Σήμερα; Σήμερα το πρωί; Την πιο ακατάλληλη στιγμή, τώρα που ξεκινά η έκθεση;».

     Δίνει περιθώριο στον Παντελιά μια βδομάδα για να τη βρει, αφού πρώτα του κατέβαλλε μια διόλου ευκαταφρόνητη προκαταβολή για τα έξοδά του. Ο Μπόνταλης βέβαια, δεν παραλείπει να του αναφέρει τις υποψίες του, ότι την απαγωγή μπορεί να την «έστησε» η ίδια η Αλόνσο. Οι σχέσεις τους δεν είναι και στο καλύτερο επίπεδο.  

     Οι «άκρες» του Παντελιά στην ΓΑΔΑ, του αποκαλύπτουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την ισπανίδα Αλόνσο. Η οποία, μετά από ένα διάστημα παραμονής στην Αγγλία «…γύρισε πίσω στην πατρίδα της και δούλεψε σκληρά το κορίτσι, έκανε τη συνοδό πολυτελείας. Μάλιστα. Με βάση τη Βαρκελώνη. Τώρα η βάση της είναι στη Μύκονο. Παντρεύτηκε πριν από δύο χρόνια το ζωγράφο Τζάνι Μπόνταλη και μάλλον του τα μασάει χοντρά η κυρία. Και του τα φοράει φυσικά.».

     Ο Παντελιάς, ξεκινά τις έρευνες και σύντομα θα βρεθεί σε έναν κυκεώνα στον οποίο εμπλέκονται πλαστοί πίνακες ζωγραφικής, εκτιμητές έργων τέχνης, ιδιοκτήτες γκαλερί, έφοροι μουσείων, διευθυντές οίκων δημοπρασιών, αλλά και κοντράκηδες, στοιχηματζήδες και μηχανόβιοι. Ένα «φονικό» πολυπλόκαμο κύκλωμα, που κάνει «δουλειές» πολλών εκατομμυρίων και που δεν θα διστάσει να προσπαθήσει να βγάλει από τη μέση τον Παντελιά, κι όποιον άλλο θελήσει να μπει εμπόδιο στα σχέδιά του.

     Όμως ο ντετέκτιβ με το ξεχωριστό παρελθόν, «με τον δικό του ηθικό κώδικα, με τον κομπασμό και την περηφάνια του, με τις περίεργες μεθόδους και το μαύρο χιούμορ, με το σεβασμό και την αγάπη του στις γυναίκες», αλλά και τους καλούς του φίλους που πάντα του παραστέκονται και τον βοηθούν, ξέρει τι πρέπει να κάνει για να βρει τον μίτο και να ξεμπλέξει το κουβάρι!