Μετάφραση ΜΑΡ. ΣΠΥΡΙΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΟΝΙΑ ΤΣΙΤΣΟΒΙΤΣ
Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
Σελ. 445, Σεπτέμβριος 2012
Το βιβλίο που σας παρουσιάζω σήμερα, περιλαμβάνει τρία έργα, τα οποία θα χαρακτήριζα αστυνομικές νουβέλες.
Ο συγγραφέας, ο οποίος μελέτησε την περίοδο του φασισμού στην Ιταλία, τοποθετεί χρονικά τα έργα του τον Απρίλιο και Μάιο του 1945 το πρώτο και το δεύτερο, όταν η Ιταλία απελευθερώνεται λίγο-λίγο από τους Συμμάχους και την πίεση του αντιστασιακού κινήματος και τον Απρίλιο του 1948 το τρίτο. Ήρωάς του ο επιθεωρητής Ντε Λούκα, ένας άνθρωπος που το κύριο μέλημά του είναι να κάνει καλά και σωστά τη δουλειά του, χωρίς να πολυεξετάζει την πολιτική κατάσταση. Δεν είναι φασίστας, αλλά ούτε και αντιστασιακός. Πράγμα που σημαίνει ότι με τη στάση του ανέχτηκε το φασισμό. Αλλά που επίσης σημαίνει ότι δεν έχει «προστασία» να τον καλύπτει όταν οι έρευνές του φέρνουν στο φως στοιχεία που δεν συμφέρουν σε κάποιους, και μάλιστα σε τέτοιους χαλεπούς καιρούς. Αυτό τον κάνει ιδιαίτερα συμπαθή, αφού μπορεί να έχει τις ευθύνες του, αλλά και δεν υπήρξε μέλος των φασιστικών ορδών κρούσης, που το πιο απλό που έκαναν, ήταν οι βαρείς ξυλοδαρμοί. Απλώς τα γεγονότα τον ξεπέρασαν και τον παρέσυρε ο ρους της Ιστορίας.
Η πρώτη νουβέλα έχει τίτλο «Εν Λευκώ». Τον Απρίλιο του 1945, στην επαρχία Βένετο της βορειοανατολικής Ιταλίας, ο Μουσολίνι και οι υποστηρικτές του, έχουν αποσυρθεί στη μικρή πόλη Σαλό, που δέχεται επί μήνες τη σθεναρή πίεση μόνο της αντίστασης, αφού οι Σύμμαχοι θεωρούν το μέτωπο της Ιταλίας δευτερεύον και προχωρούν αργά από το Νότο προς το Βορρά. Η κατάσταση είναι τεταμένη Το αναπόφευκτο τέλος δεν είναι μακριά. Το φασιστικό καθεστώς κλυδωνίζεται όχι μόνο από την πίεση της αντίστασης, αλλά και από τις εσωτερικές έριδες. Ο επιθεωρητής Ντε Λούκα, καλείται να ερευνήσει την υπόθεση της δολοφονίας ενός γοητευτικού νεαρού, γνωστού μέλους του φασιστικού κόμματος. Το θύμα ήταν ανακατεμένο σε βρώμικες υποθέσεις, ενώ διατηρούσε σχέσεις με τα επιφανέστερα μέλη της κοινωνίας των φασιστών. Ιδιαίτερα με την όμορφη και ιδιόρρυθμη κόρη του κόντε Τεντέσκο.
Ο τίτλος της δεύτερης νουβέλας είναι «Ένα Μουντό Καλοκαίρι» κι εκτυλίσσεται τον Μάιο του 1945. Το φασιστικό καθεστώς έχει καταρρεύσει. Μετά την απελευθέρωση επικρατεί η αναρχία και η ευκαιρία για ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Επίσης αποτελεί μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για παράνομο πλουτισμό, μέσω εγκληματικών ενεργειών, που εύκολα θα χαρακτηρίζονταν αντιστασιακές πράξεις και θα έμεναν ατιμώρητες. Ολόκληρη σχεδόν η βόρεια και κεντρική Ιταλία, βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο πάνοπλων αντιστασιακών. Ο επιθεωρητής Ντε Λούκα είναι επικηρυγμένος. Το όνομά του βρίσκεται σε μαύρη λίστα με ονόματα φασιστών του Σαλό. Ταξιδεύει έντρομος προς τη Ρώμη, όπου ελπίζει ότι μπορεί να «κρυφτεί» μέσα στο μεγάλο πλήθος της πρωτεύουσας. Έχει εφοδιαστεί με πλαστή ταυτότητα, ώστε να μπορέσει να διασχίσει τις ανταρτοκρατούμενες περιοχές. Λίγο έξω από τη Μπολόνια, τον σταματάει ο αρχιφύλακας Λεονάρντι της αντιστασιακής αστυνομίας, ένας παλιός του μαθητής από αστυνομική σχολή του Μιλάνο, ο οποίος τον αναγνωρίζει. Τον υποχρεώνει να συνεργαστεί μαζί του για την εξιχνίαση της υπόθεσης της άγριας δολοφονίας μιας οικογένειας αγροτών αναμεμειγμένης με το λαθρεμπόριο. Μέσα σ’ ένα εχθρικό περιβάλλον με σκληροπυρηνικούς αντιστασιακούς και νέους λαϊκούς ηγέτες που διατάζουν με περισσή ευκολία την εκτέλεση όποιου υποψιάζονται ότι είναι φασίστας, πολιτικές σκοπιμότητες και προσωπικές φιλοδοξίας, ο Ντε Λούκα ακροβατεί μεταξύ ζωής και θανάτου.
Η τριλογία κλείνει με τη νουβέλα «Το Μπουρδέλο Της Οδού Όκε». Απρίλιος του 1948 στη Μπολόνια. Η Ιταλία ετοιμάζεται για τις δεύτερες –και καθοριστικές για τις πολιτικές εξελίξεις-βουλευτικές εκλογές. Τόσο οι δεξιοί όσο και οι κομμουνιστές επιδίδονται σε ένα σκληρό αγώνα αλληλοεξόντωσης, που ο συγγραφέας μας μεταφέρει μέσω δημοσιευμάτων εφημερίδων της εποχής. Σ’ αυτή την τεταμένη ατμόσφαιρα, ο επιθεωρητής Ντε Λούκα, αφού έχει γλιτώσει τρία χρόνια πριν «από του χάρου τα δόντια», όταν βρέθηκε κρατούμενος στα χέρια της αντίστασης, αναλαμβάνει την υπόθεση μιας δολοφονίας σ’ ένα μπουρδέλο της οδού Όκε. Το θύμα, ένας νεαρός κομμουνιστής, βρέθηκε κρεμασμένος. Κάποιοι θέλουν να κλείσουν την υπόθεση ως αυτοκτονία. Ανάμεσα σε αγέρωχες μετρέσες και πουτάνες που ξέρουν αλλά σιωπούν επειδή φοβούνται, διεφθαρμένους δεξιούς και φιλοκομμουνιστές χαφιέδες, ο Ντε Λούκα ρίχνεται με πάθος-όπως έκανε πάντα- στην αναζήτηση της αλήθειας, αγνοώντας ηθελημένα, το παιχνίδι που παίζεται εις βάρος του.
Η εισαγωγή και τα δύο επίμετρα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο, είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικά και βοηθούν στην κατανόηση της περιρρέουσας ατμόσφαιρας και των πολιτικών εξελίξεων, που επηρεάζουν άμεσα την εξέλιξη των υποθέσεων που προσπαθεί να διαλευκάνει ο Ντε Λούκα, σ’ αυτό το πολύ καλό αστυνομικό- αλλά όχι μόνο- βιβλίο.