Ο Ευάγγελος Μαυρουδής
γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953. Οι γονείς του είναι πρόσφυγες από τη Σμύρνη. Από
φοιτητής εργάζεται αθόρυβα στο χώρο του πνεύματος και της τέχνης. Ζει στη
Ραφήνα. Είναι γιατρός και δημοτικός σύμβουλος. Έργα του: «Επιστροφή Στη Σμύρνη. Η Θάλασσά Μας» (Κέδρος,
2010), «Επιστροφή Στη Σμύρνη. Ένωση Και Πρόοδος» (Κέδρος, 2010), «Επιστροφή Στη
Σμύρνη. Φως Εξ Ανατολών» (Κέδρος, 2011), «Ο Χρόνος Με Τη Ρόζι» (Κέδρος, 2013),
«Το Κόκκινο Τανγκό» (Κέδρος, 2013), «Το Ταξίδι: Κύπρος 1948. Η Αρχή Της
Οδύσσειας» (Κέδρος, 2020).
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο
σας «Το Ταξίδι»;
Το βιβλίο προέκυψε από πληροφορία που
μου έδωσε ο Κύπριος συγγραφέας και δημοσιογράφος Κώστα Βενιζέλος όταν διάβασε
«Το Κόκκινο Τανγκό». Μου μίλησε για το μυστικό ταξίδι δύο στελεχών του ΑΚΕΛ στα
ελληνικά βουνά το 1948 προκειμένου να συναντήσουν τον Νίκο Ζαχαριάδη. Μου
έστειλε μάλιστα και το βιβλίο «Ο Φιφής Ιωάννου, η Αριστερά και το Κυπριακό» που
είχε εκδοθεί το 2004 αλλά είχε αποσυρθεί λόγω παραπόνων για προσωπικά ζητήματα.
Διαβάζοντάς το εντυπωσιάστηκα. Συνειδητοποίησα ότι δεν ήξερα τίποτα σχεδόν για
σημαντικά γεγονότα της Κύπρου πριν την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ, το 1955. Όταν
ανέφερα την ιστορία του ταξιδιού αυτού μέσω Καΐρου, Παρισίων, Πράγας,
Βουδαπέστης, Βελιγραδίου και Σκοπίων στον παλιό μου φίλο, σκηνοθέτη της
«Πολίτικης Κουζίνας», Τάσο Μπουλμέτη, μου είπε «ωραίο σενάριο!». Εκείνη τη
στιγμή αποφάσισα να το κάνω βιβλίο.
Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με το
αυτό και ποιο είναι αυτό;
Ασχολούμαι με το ιστορικό μυθιστόρημα
επειδή πιστεύω ότι βοηθά τη βιωματική γνώση η οποία επηρεάζει τον άνθρωπο
περισσότερο από κάθε άλλη πέρα από τις εμπειρίες του. Τα παθήματα πρέπει να
γίνονται μαθήματα λέει στην «Ορέστεια» ο Αισχύλος. Υπάρχει ανάγκη να εξετάζουμε
πιο πρισματικά και ειλικρινά το παρελθόν μας. Κι όσον αφορά τη γνώση αυτή,
φοβάμαι ότι το σοβαρότερο πρόβλημα είναι η ημιμάθεια που αποτελεί την κυριότερη
πηγή αδιαλλαξίας και φανατισμού.
Είναι φανερό ότι για το βιβλίο έχει
προηγηθεί έρευνα. Πόσο κράτησε αυτή και πόσο η συγγραφή;
Η αρχική έρευνα κράτησε δεκαοκτώ μήνες
περίπου, πριν το ξεκίνημα της συγγραφής. Ωστόσο η λεπτομερής μελέτη συνεχίστηκε
ακόμη και κατά τη διάρκεια της επιμέλειας του βιβλίου από τον εκδοτικό οίκο,
εξαντλώντας πολλές φορές την υπομονή της επιμελήτριας, Αναστασίας
Παπασταθοπούλου, με την οποία συνεργάζομαι περισσότερο από δέκα χρόνια και η
οποία έχει συμβάλλει σημαντικά στο τελικό αποτέλεσμα όλων των έργων μου.
Το σοβαρότερο πρόβλημα ήταν η καταστροφή του αρχείου μου στην πυρκαγιά του 2018
και η απώλεια πολλών βιβλίων που χρησιμοποιούσα ως πηγές. «Το Ταξίδι» γράφτηκε
τρεις φορές έως την επιμέλεια από την οποία προέκυψε και η τελική, τέταρτη
γραφή του.
Σας ενδιαφέρει να επισκέπτεστε –στο βαθμό
που αυτό είναι εφικτό- τους τόπους όπου διαδραματίζονται τα έργα σας;
Η αίσθηση του χώρου είναι σημαντική και
ο καλύτερος τρόπος είναι να επισκεφθείς ή να έχεις επισκεφθεί τους τόπους της
δράσης. Στην Κύπρο είχα πάει δυο φορές στο παρελθόν και την επισκέφθηκα πάλι το
2018. Περιδιάβηκα όλα τα σημεία της παλιάς Λευκωσίας που περιγράφω, φυσικά και
της κατεχόμενης περιοχής. Τη Λεμεσό την ήξερα καλά από την παρουσίαση της
τριλογίας που είχε γίνει εκεί το 2012 ενώ στο τελευταίο ταξίδι πήγα πρώτη φορά
και στην Πάφο. Από τις υπόλοιπες πόλεις του «Ταξιδιού» έχω πάει στο Παρίσι,
στην Πράγα και στο Βουκουρέστι. Στη Σμύρνη -η «Επιστροφή» κυκλοφόρησε το 2010-
πήγα πρώτη φορά το 2005 ουσιαστικά για να επιβεβαιώσω την εντύπωση που είχα από
κείμενα, παλιές φωτογραφίες, παλιούς χάρτες. Στην εποχή μας βοηθάει το Google καθώς και
ταξιδιωτικά βίντεο που ανεβάζουν κάποιοι περιπατητές στοYouTube. Για τη Μασσαλία πέρασα ένα
Σαββατοκύριακο παρακολουθώντας τους πολύωρους περιπάτους στην πόλη ενός
περιηγητή που είχε τοποθετήσει στο κεφάλι του κάμερα. Βρήκα επίσης παλιές
ταινίες ντοκιμαντέρ αλλά και κινηματογραφικές ταινίες γυρισμένες λίγο μετά τον
πόλεμο στις πόλεις που περιγράφω. Για το Κάιρο, εκτός από τις παλιές ταινίες,
με βοήθησε η τριλογία του Τσίρκα και το ομώνυμο βιβλίο του Μανώλη Γιαλουράκη.
Η λογοτεχνία μπορεί να είναι μια κοινωνική
πράξη;
Η λογοτεχνία δημιουργεί βιωματική μνήμη.
«Ζούμε» τις καταστάσεις που περιγράφουν οι συγγραφείς κοινωνώντας τις εμπειρίες
των ηρώων τους. «Βρισκόμαστε» στο πεδίο της μάχης όταν ο ήρωας του Τολστόι
παραξενεύεται και απορεί αντικρίζοντας τον Γάλλο στρατιώτη, στο «Πόλεμος και
Ειρήνη», έτοιμο να τον λογχίσει. Αισθανόμαστε εξαπατημένοι από τον ίδιο μας τον
εαυτό, ταυτιζόμενοι άθελά μας με τον παιδεραστή-καθηγητή στη «Λολίτα» του
Ναμπόκοφ. Η αυταπάτη μάλιστα είναι τόσο ισχυρή και γενικευμένη ώστε το όνομα
του ουσιαστικά αθώου κοριτσιού έχει ετυμολογικά φορτωθεί με ένα νόημα που,
επιτέλους σήμερα, η κοινωνία φορτώνει πια στις σωστές πλάτες. Στο «Κιβώτιο» του
Άρη Αλεξάνδρου βιώνουμε μια κατάσταση τόσο παράλογη, τόσο ανόητη ώστε θα την
απορρίπταμε ως ανυπόστατη αν δεν βλέπαμε στην αλήθεια της, το δράμα των
ανθρώπων της Αριστεράς την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου.
Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε
συγγραφέας;
Διάθεση και προσπάθειες να γράψω έκανα
από παιδί. Το χάρισμα της γραπτής έκφρασης ήταν φανερό, το σοβαρό θέμα όμως
αφορούσε το περιεχόμενο. Ξεκίνησα με διηγήματα και θεατρικά έργα. «Ο χρόνος με
τη Ρόζι» άρχισε να γράφεται στη διάρκεια της φοιτητικής μου ζωής, αναστάλθηκε
όμως λόγω Ιατρικής για τριάντα χρόνια. Το χειρόγραφο ανακαλύφθηκε τυχαία από τη
γυναίκα μου μαζί με πολλά άλλα κείμενα που δυστυχώς κάηκαν στην πυρκαγιά του
2018. Ανέκαθεν βέβαια ασχολούμουν με την τέχνη και τον πολιτισμό. Εξέδιδα επί
χρόνια το ομώνυμο περιοδικό («Τέχνη και Πολιτισμός») της Πανελλήνιας
Πολιτιστικής Κίνησης και, αργότερα, το τοπικό περιοδικό «Αραφήν» του δήμου
Ραφήνας, όπου ήμουν δημοτικός σύμβουλος. Ωστόσο η απόφαση να ασχοληθώ σοβαρά με
τη λογοτεχνία πάρθηκε το 1997 μέσα από μια περίεργη διαδικασία. Μελετούσα τη
Μικρασιατική Καταστροφή στην προσπάθεια να συμβάλλω στη σύνθεση έργων
ζωγραφικής για τη ζωή και το θάνατο του Χρυσόστομου Σμύρνης. Μελετώντας
ανακάλυψα ότι στην πραγματικότητα δεν ήξερα μέχρι τότε παρά γενικότητες. Με
απασχολούσε λοιπόν ο τρόπος που θα μετέδιδα τις γνώσεις αυτές. Εκείνη την
περίοδο έτυχε να ταξιδέψω στην Πολωνία και να δω το Άουσβιτς. Συγκλονισμένος
από τη «Λίστα του Σίντλερ», με το τηλεοπτικό «Ολοκαύτωμα» και το «Ημερολόγιο
της Άννας Φρανκ» στη μνήμη μου, αναρωτιόμουν για τα συναισθήματα που θα ένιωθα
περνώντας την πύλη που έγραφε «η εργασία απελευθερώνει». Πέρασα πράγματι τη φοβερή αυτή
πύλη και συγκλονίστηκα από την έλλειψη συναισθημάτων μολονότι ξεναγήθηκα
λεπτομερειακά στο στρατόπεδο. Το Άουσβιτς είναι σήμερα το απαίσιο σκέλεθρο μιας
αφόρητης παλιανθρωπιάς, ένα μουσείο που προκαλεί αποτροπιασμό, αλλά τα
συναισθήματα που γεννιούνται απέχουν παρασάγγες από εκείνα που νιώθεις
διαβάζοντας ή βλέποντας τις καλλιτεχνικές δημιουργίες που προανέφερα. Τότε
αποφάσισα να γράψω λογοτεχνία. Η ανάγκη να μιλήσω για την Καταστροφή της
Σμύρνης με έκανε συγγραφέα.
Ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε,
όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;
Ένα περίεργο, σύνθετο συναίσθημα χαράς,
ολοκλήρωσης αλλά και έγνοιας. Ήταν «Η θάλασσά μας», το πρώτο βιβλίο της
τριλογίας «Επιστροφή στη Σμύρνη». Ίσως έφταιγαν τα χρόνια που έβαζαν χαλινάρι
στην τρελή χαρά που είχα νιώσει έφηβος βλέποντας τυπωμένο το πρώτο μου διήγημα
στη «Διάπλαση των Παίδων». Είχε τίτλο «400 μέτρα» και ήταν η περιγραφή των
αισθημάτων και των σκέψεων ενός δρομέα κατά τη διάρκεια του αγώνα.
Τι συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας,
όταν τελειώνει η συγγραφή;
Άπαξ και γεννηθούν, συνεχίζουν να ζουν
μέσα μου. Και επειδή οι σημαντικότεροι συνδέονται με συγκεκριμένους τόπους και
εποχές, η διαπλοκή τους στη μνήμη μου με ιστορικά γεγονότα απαιτεί προσπάθεια
να τους παραμερίσω όποτε χρειάζεται να περιγράψω κάπου τα γεγονότα αυτά.
Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά
των ηρώων σας;
Πολλές φορές. Άλλωστε για να περιγράψεις
κάτι χρειάζεσαι πηγές με πιστότητα. Τι καλύτερο από τον εαυτό σου; Η μνήμη με
τις εμπειρίες της σε ωθεί να συνθέτεις έτσι τους χαρακτήρες ώστε να είσαι σε
θέση να τους διαχειρίζεσαι.
Σας μοιάζει κάποιος από τους ήρωες σας;
Όλοι σχεδόν οι ήρωες έχουν στοιχεία της
προσωπικότητάς μου. Ακόμα και οι γυναίκες. Οι γιατροί βέβαια διαθέτουν τη
μερίδα του λέοντος. Ο Πλάτων Πηλείδης της τριλογίας «Επιστροφή στη Σμύρνη» ήταν
σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικός όπως και ο Ιορδάνης Ιορδανίδης στο «Χρόνο με τη
Ρόζι».
Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των
κειμένων σας;
Δεν υπάρχει κάποιος που να με αντέχει.
Στην τριλογία ευτυχώς φιλοτιμήθηκε η γυναίκα μου. Της διάβαζα το έργο στα
ταξίδια που κάναμε εκείνη την περίοδο από τη Ραφήνα στο Μαρμάρι για το
νοσοκομείο της Καρύστου, όπου ήμουν ελεγκτής, επειδή υπήρχαν ατέλειωτες ώρες
αναμονής καθώς τα χειμωνιάτικα δρομολόγια των πλοίων είναι αραιά. Στο «Κόκκινο
Τανγκό» με βοήθησε πολύ η συνεργασία με τον Κώστα Κουτσομύτη με τον οποίον
συνθέσαμε το έργο μαζί. Οι παρατηρήσεις του ήταν αυστηρές και οι ιδέες του
δημιουργικές. Η μελέτη των επιμέρους κειμένων εργασίας και η σύγκρισή τους με
το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν ένα καλό μάθημα δημιουργικής γραφής.
Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;
Εκείνος που διαβάζει για να απολαύσει,
όχι να για να ξεμπερδεύει με ένα βιβλίο. Μόνο έτσι η όραση ενεργοποιεί και τις
άλλες αισθήσεις οπότε μπορεί να ενθουσιάζεται λ.χ. με το άρωμα ενός λουλουδιού ή
με τα ωραία του χρώματα, φτάνει ο βόμβος των μελισσών κι ότι άλλο υπάρχει να μη
τον εμποδίζουν να δει έναν άσκημο κήπο.
Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για
τον εαυτό σας;
Ο καθηγητής της Ιατρικής Ιορδάνης
Ιορδανίδης, ο ήρωας και αφηγητής στο «Χρόνο με τη Ρόζι» λέει στο τέλος του
έργου: «Έγραψα τις πρώτες αράδες. Τελείωσα την πρώτη παράγραφο, την πρώτη
σελίδα… Εκεί, μπροστά μου, έβλεπα το ίδιο μου το χέρι να γράφει λέξεις που
ανέτρεπαν ιδέες και αισθήματα που γεμάτα πόθο και πάθος με είχαν οδηγήσει σε
πράξεις φαινομενικά σπουδαίες και τέλειες». Γράφοντας στα παλιά του
συνταγολόγια, ο ηλικιωμένος γιατρός τα βλέπει να μεταβάλλονται σε καθρέφτη όχι
της φάτσας του αλλά της ζωής του.
Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που
σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;
Ο Χατζημπαμπάς με τον οποίο ξεκινούν και
τα τρία μυθιστορήματα της τριλογίας είναι η εικόνα του Τούρκου που υπήρχε στο
μυαλό μου όταν ξεκινούσα τη συγγραφή, λίγο πριν το τέλος του προηγούμενου
αιώνα. Είναι ο Τούρκος με τις βράκες και τα σαλβάρια όπως τον βλέπαμε στα
«Κλασικά Εικονογραφημένα» του Βασίλη Ρώτα, όπως τον παρουσιάζαμε στις σχολικές
παραστάσεις. Πέντε χρόνια αργότερα, στο δεύτερο βιβλίο της τριλογίας οι
αντιλήψεις μου είχαν αλλάξει. Η ανατροπή ήταν προϊόν της μελέτης, της έρευνας
και της συγγραφής που αναγκαστικά πήγαιναν παράλληλα. Το τραγικό στοιχείο στην
προσωπικότητα του Νίκου Ζαχαριάδη, που αρνούνται να δουν οπαδοί και πολέμιοι
επειδή οι μεν εμποδίζονται από τις κομματικές σκοπιμότητες, οι δε από τον όγκο
της τραγωδίας που έχει προκαλέσει ο άνθρωπος αυτός, γίνεται ορατό μόνο αν
αγγίξεις την ανθρώπινη πλευρά του, αν ξαναγράψεις μαζί του το «μήνυμα από την
άλλη πλευρά», λίγο πριν βάλει τη θηλιά στο λαιμό του.
Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους
αναγνώστες σας;
Για τον ίδιο λόγο που αρέσει στους
γονείς να κουβεντιάζουν για τα παιδιά τους. Συνομιλώντας, συνειδητοποιείς πόσα
έχουν περάσει στους αναγνώστες από εκείνα που νόμισες σημαντικά αλλά απέφυγες
να υπογραμμίσεις. Δεν μου αρέσει να είμαι κραυγαλέος ούτε να γίνομαι
διαφωτιστής. Αποφεύγω τις περιγραφές των χαρακτήρων των ηρώων, προτιμώντας να
αποκαλύπτονται από τη δράση και από τις πράξεις τους.
Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας
«υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;
Μια φίλη είδε στο όνομα Ρόζι στο «Ο
χρόνος με τη Ρόζι» αντιστοιχία με το Ρόουζμπαντ από τον «Πολίτη Κέιν» του Όρσον
Ουέλς. Νομίζω ότι έχει δίκιο παρόλο που η πνευματική διαδικασία για την επιλογή
του ονόματος ήταν διαφορετική. Οι αναγνώστες απομονώνουν πολλές φορές
αποσπάσματα και τα μεγεθύνουν, δίνοντάς διαστάσεις γενικότερες που, εκ των
υστέρων, αντιλαμβάνομαι ότι έχουν.
Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε
ότι σας επηρέασε;
Ο Όμηρος είναι ο μεγάλος δάσκαλος. Η
τριλογία «Επιστροφή στη Σμύρνη» έχει μέσα της την Ιλιάδα, και «Το Ταξίδι» την
Οδύσσεια. Τα Ομηρικά κείμενα και οι αναλύσεις του Δημήτρη Μαρωνίτη είναι
Ευαγγέλια. Μάλιστα από τις περιγραφές των γευμάτων έχω την εντύπωση ότι οι
ραψωδίες απαγγέλλονταν πριν γευματίσουν οι συνδαιτυμόνες. Θα ήταν δυσβάστακτο
να τις ακούει το κοινό χορτάτο. Στην εκδοτική επιμέλεια κόπηκαν κάμποσα γεύματα
από την τριλογία, και πάλι όμως περιέχονται αρκετά. Ο Στρατής Τσίρκας ήταν ο
συγγραφέας που μου έδωσε τη μορφή των τριών μυθιστορημάτων. Επειδή φοβόμουν ότι
δεν θα εύρισκα εκδότη, είχα κάνει την «Επιστροφή στη Σμύρνη» δίτομη αλλά χάρη στον Κέδρο την ξανάφερα στην αρχική
της μορφή. «Ο χρόνος με τη Ρόζι» είναι επηρεασμένος από τον Προυστ και από τον
Ναμπόκοφ. Ο Γουίλιαμ Βόλμαν με την «Κεντρική Ευρώπη» απελευθέρωσε την τεχνική
μου στο «Κόκκινο Τανγκό» και, ακόμα περισσότερο, στο «Ταξίδι».
Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η
συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;Πως συνδυάζετε τις απαιτήσεις του
επαγγέλματος σας με τις απαιτήσεις της συγγραφής;
Το γράψιμο αποτελεί ανάγκη. Γράφω
σχετικά εύκολα αλλά η διαδικασία της συγγραφής των έργων μου γίνεται δύσκολη
εξαιτίας της ιδιομορφίας τους. Χρειάζονται πολύ προκαταρκτική μελέτη και στη
συνέχεια έρευνα για τις λεπτομέρειες. Όταν το έργο πάρει μορφή και αρχίσει το
γράψιμο, η σημαντικότερη διαδικασία είναι το σβήσιμο. Όσο πιο μικρό είναι το
ποσοστό που επιβιώνει τόσο πιο πολύ μεγαλώνει η αξία του έργου. Ως μαχόμενος
ιατρός είμαι υποχρεωμένος να προσαρμόζομαι στις απαιτήσεις του λειτουργήματος
από το οποίο εξαρτάται η ζωή άλλων ανθρώπων. Οι ίδιες όμως αυτές απαιτήσεις,
που προϋποθέτουν απόλυτη συγκέντρωση στις ανάγκες και στα προβλήματα του ασθενή
που έχω μπροστά μου ενώ αμέσως μετά πρέπει να επικεντρωθώ στις ανάγκες του
ακριβώς επόμενου, με έχουν οπλίσει με μια περίεργη προσαρμογή. Έτσι μπορώ να
γράφω οπουδήποτε είναι ήσυχα, στο σπίτι ή στο ιατρείο. Η εξέλιξη της
τεχνολογίας με διευκολύνει απόλυτα.
Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο
κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο
συρτάρι σας;
Το συρτάρι μου δυστυχώς κάηκε όπως σας
είπα. Χάθηκαν κάποια θεατρικά, καθώς από την εποχή της φοιτητικής μου ζωής είχα
ξεκινήσει έτσι. Είχε ανεβεί ένα πειραματικό έργο στο Θεατρικό Τμήμα του
Πανεπιστημίου Αθηνών και είχε εγκριθεί επίσημα η παράσταση ενός άλλου με την
τεχνοτροπία του Θεάτρου του Παραλόγου που ήταν τότε σε ακμή, αλλά τα γεγονότα
της εποχής ανέστειλαν τα πάντα. Τώρα ετοιμάζω το επόμενο μυθιστόρημα που θα
είναι αφιερωμένο στη μεγάλη αγάπη μου, τη Σμύρνη. Στην τριλογία είχα
αναλύσει τη Μικρασιατική περιπέτεια και, φυσικά, την καταστροφή της Σμύρνης.
Αλλά τι ακριβώς ήταν η πόλη αυτή και τι πραγματικά καταστράφηκε το 1922 είναι
δύσκολο να το συλλάβεις όσο και να μελετάς την απώλεια. Μόνο η αναζήτηση της
Γένεσης, της ψυχής της Σμύρνης, μπορεί
να δώσει τις αληθινές διαστάσεις, το εκπληκτικά πρωτοπόρο παρελθόν και το
μέγεθος μιας Καταστροφής που ξεπερνά στην πραγματικότητα την τραγωδία μιας
πόλης, ακόμη και ενός έθνους.
Σας
ευχαριστώ πολύ!