ANDREA CAMILLERI
Μετάφραση: ΔΗΜΗΤΡΑ ΔΟΤΣΗ
Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Σελ. 150, Νοέμβριος 2012
Έχω αναφέρει στο παρελθόν, με την ευκαιρία της παρουσίασης ενός άλλου βιβλίου του, ότι ο Αντρέα Καμιλλέρι, είναι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς.
Ο Καμιλλέρι είναι μια ιδιόμορφη περίπτωση συγγραφέα. Γεννήθηκε στο Αγκριτζέντο της Σικελίας το 1925. Μέχρι το 1978, δούλευε ως σκηνοθέτης του θεάτρου και της τηλεόρασης. Όταν στα 53 του χρόνια αποφάσισε να στραφεί στη λογοτεχνία, τα βιβλία του πέρασαν απαρατήρητα. Η επιτυχία ήρθε να τον συναντήσει είκοσι χρόνια μετά, όταν έγινε ένας από τους εμπορικότερους συγγραφείς της Ιταλίας, κυρίως με τη σειρά των βιβλίων του με κεντρικό ήρωα τον αστυνόμο Μονταλμπάνο, στα οποία χρησιμοποιεί στοιχεία της τοπικής σικελικής διαλέκτου. Το επίθετο του αστυνόμου, είναι ένας φόρος τιμής, που ο Καμιλλέρι θέλει με αυτόν τον τρόπο να αποτίσει, στον ισπανό συγγραφέα αστυνομικών ιστοριών Μανουέλ Βάσκεθ Μονταλμπάν, του οποίου υπήρξε ένθερμος θαυμαστής.
Επιτυχία όμως γνώρισαν και τα βιβλία εκτός της σειράς Μονταλμπάνο, όπου, διατηρώντας πάντα τη δομή του αστυνομικού μυθιστορήματος, εξετάζει πτυχές της, σικελικής κυρίως, κοινωνίας.
Στο βιβλίο που παρουσιάζω σήμερα-και είναι εκτός της σειράς Μονταλμπάνο-μια όμορφη, νεαρή και αινιγματική γυναίκα, προσπαθεί να προσεγγίσει τον ηλικιωμένο και μάλλον συντηρητικό συμβολαιογράφο του Αγκριτζέντο, Μικέλε Ριότα. Ο Ριότα, είχε δημοσιεύσει στο παρελθόν, μια μελέτη, σχετικά με το ταξίδι του δάσκαλου του ιμπρεσιονισμού Πιέρ Ογκίστ Ρενουάρ, στην Ιταλία και τις εργασίες συντήρησης που έκανε σε τοιχογραφίες μιας εκκλησίας στο χωριό Καπιστράνο. «Μου αναφέρετε λοιπόν, ότι σε έναν πάγκο με μεταχειρισμένα βιβλία στο Τορίνο ανακαλύψατε ένα βιβλίο μου, τυπωμένο (κακοτυπωμένο θα έλεγα!), το 1960, από έναν μικρό εκδοτικό οίκο του Ρέτζιο Καλάμπρια ο οποίος έχει κλείσει εδώ και χρόνια και ότι όχι μόνο το αγοράσατε και το διαβάσατε, αλλά αναφέρεστε σε αυτό με απολύτως κολακευτικά σχόλια».
Με αφορμή αυτό το βιβλίο, που αναφέρεται στον μεγάλο ζωγράφο και το ταξίδι του στην Ιταλία και το οποίο μπορεί να μην είναι και το μοναδικό, οι δύο ήρωες της ιστορίας, άγνωστοι μεταξύ τους μέχρι εκείνη τη στιγμή, ξεκινούν αλληλογραφία. Ο ηλικιωμένος συμβολαιογράφος κολακεύεται αρχικά και στη συνέχεια γοητεύεται από τη νεαρή γυναίκα, ιδιαίτερα όταν αυτή του στέλνει κάποιες μάλλον αποκαλυπτικές φωτογραφίες της. Η «σχέση» τους εξελίσσεται (ανταλλάσουν επιστολές από το Δεκέμβρη του 1999 μέχρι τον Ιούλιο του επόμενου έτους και συναντιούνται κάποιες ελάχιστες φορές), αλλά όταν φτάνει στο συναισθηματικό κρεσέντο, διακόπτεται ξαφνικά και ο συμβολαιογράφος εξαφανίζεται.
Την εξέλιξη της ιστορίας, την παρακολουθούμε μέσω των επιστολών που στέλνει ο Ριότα στην αγαπημένη του Άλμα Κοράντι, κι όταν αυτός εξαφανίζεται, μέσω των αναφορών που κάνει στους προϊσταμένους του, ο πεισματάρης κι επίμονος Αστυνόμος Α! Αρτούρο Μπονοφάτσι, ο οποίος ερευνά την υπόθεση, μετά τη δήλωση εξαφάνισης που υπέβαλε ο ανιψιός του συμβολαιογράφου Τζόρτζο.
Ένα απολαυστικό μυθιστόρημα, στο γνωστό –με ειρωνεία και υποδόριο χιούμορ-στυλ του μεγάλου τεχνίτη της γραφής, στο οποίο η αστυνομική πλοκή, συναντά τον κόσμο της Τέχνης.