29 Σεπ 2014

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΑΙΝΙΓΜΑ

MARISHA PESSL
Μετάφραση: ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΟΡΤΩ
Εκδόσεις: ΔΙΟΠΤΡΑ
Σελ. 805, Μάρτιος 2014

     Όταν πήρα στα χέρια μου το βιβλίο «Το Τελευταίο Αίνιγμα», αποφάσισα λόγω του όγκου του, να αφήσω την ανάγνωσή του για το καλοκαίρι και πιο συγκεκριμένα για τις ημέρες των διακοπών, όταν ο ελεύθερος χρόνος είναι περισσότερος. Και τελικά κατάλαβα ότι έκανα πολύ καλά. Κι αυτό, γιατί πρόκειται για ένα βιβλίο, που από τη στιγμή που θα το ξεκινήσεις, δύσκολα το αφήνεις από τα χέρια σου. Είναι η πλοκή του τόσο ευρηματική, οι ανατροπές τόσο σημαντικές και οι χαρακτήρες τόσο ενδιαφέροντες και καλοδουλεμένοι, που κυριολεκτικά σε καθηλώνουν.
     Μια νύχτα του Οκτώβρη, η νεαρή και πολύ όμορφη (και πρώην παιδί-θαύμα) Άσλεϊ Κορντόβα, βρίσκεται νεκρή σε μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη κάπου στο Μανχάταν. Η αστυνομία αποδίδει το θάνατο σε αυτοκτονία και με ύποπτη σπουδή κλείνει το φάκελο της υπόθεσης. Ένας βετεράνος ρεπόρτερ όμως, ο Σκοτ ΜακΓκραθ, υποψιάζεται πως η αλήθεια είναι διαφορετική. Καθώς ερευνά τις συνθήκες που περιέβαλαν τόσο τη ζωή όσο και το θάνατο της Άσλεϊ, έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την παρακαταθήκη του πατέρα της. Ενός θρυλικού ερημίτη σκηνοθέτη ταινιών τρόμου, του Στάνισλας Κορντόβα, ο οποίος εδώ και τριάντα χρόνια έχει αποσυρθεί σε μια απομονωμένη έπαυλη τη Βουνοκορφή, όπου κινηματογραφεί τις σκοτεινές, νοσηρές, «μαύρες» και πάντα με διφορούμενο τέλος ταινίες του. Αυτές διακινούνται εκτός του «επίσημου» συστήματος διανομής και προβάλλονται σε αλλόκοτα σημεία σε όλο τον κόσμο, γνωστά μόνο στους μυημένους. Η κοσμοθεωρία του είναι: «Η ευκαιρία να τρομοκρατείσαι, να σου σηκώνεται η τρίχα, ήταν η απαρχή της ελευθερίας, σου επέτρεπε να ανοίξεις τα μάτια σου στα τολμηρά, σκοτεινά και πανέμορφα πράγματα που έχει να προσφέρει η ζωή και με αυτό τον τρόπο, να νικήσεις τα τέρατα του νου σου. Στην αργκό των Κορντοβιτών, αυτό λεγόταν «σφάξε τον αμνό»-με άλλα λόγια ξεφορτώσου τον πράο, φοβισμένο εαυτό σου, ώστε να απελευθερωθείς από τους περιορισμούς που σου επιβάλλουν οι φίλοι, η οικογένεια και όλη η κοινωνία».
     Για τον ΜακΓκραθ, δεν είναι η πρώτη φορά που έρχεται σε επαφή με τους Κορντόβα. Την προηγούμενη φορά, όταν ετοιμαζόταν να προβεί σε σημαντικές αποκαλύψεις για το σκηνοθέτη και τον τρόπο που αυτός δούλευε και φερόταν στους συνεργάτες του, είδε την καριέρα του και τον γάμο του να καταστρέφονται. Αυτή τη φορά ρισκάρει να χάσει ακόμα περισσότερα. Όμως με κίνητρό του τη δίψα για εκδίκηση, την περιέργεια και μια βαθιά λαχτάρα για την αλήθεια, ο ΜακΓκραθ με τη βοήθεια δύο άγνωστων νέων, βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στο απόκοσμο, υπνωτικό σύμπαν του Κορντόβα.
     Ένα εξαιρετικά καλογραμμένο θρίλερ, που όπως γράφω και στην αρχή, σε συναρπάζει από την πρώτη σελίδα και σε κρατάει δέσμιο της πλοκής και του σασπένς, μέχρι την-κυριολεκτικά-τελευταία.

     Εκτός από το περιεχόμενο όμως, θέλω να κάνω και ειδική μνεία στην εκτύπωση, η οποία πρέπει να έγινε με απόλυτη πιστότητα και σεβασμό στο πρωτότυπο. Όποιος το ξεφυλλίσει, θα καταλάβει τι εννοώ. 

17 Σεπ 2014

Η ΜΑΜΗ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ

ROBERTA RICH
Μετάφραση: ΕΦΗ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗ
Εκδόσεις: ΩΚΕΑΝΙΔΑ
Σελ. 390, Φεβρουάριος 2014

     Στη Βενετία του 16ου αιώνα, μας μεταφέρει το πρώτο μυθιστόρημα της αμερικανίδας Ρ. Ριτς.
     Η εβραία Χάνα Λεβί, είναι ξακουστή μαμή στη Βενετία, γιατί έχει το χάρισμα να φέρνει στον κόσμο χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη ζωή της μητέρας ή και του εμβρύου, ακόμα και τα πιο απρόθυμα μωρά, μ’ ένα είδος εμβρυουλκού, δικής της επινόησης. Ένα όργανο, την ύπαρξη του οποίου κρατά καλά φυλαγμένο μυστικό. Ένα παγωμένο βράδυ του χειμώνα του 1575 δέχεται την επίσκεψη του χριστιανού κόντε Πάολο Ντι Παντοβάνι, που την ικετεύει να βοηθήσει τη σύζυγό του, που κοιλοπονά εδώ και δύο μέρες. Η Χάνα διχάζεται ανάμεσα στην επιθυμία να βοηθήσει μια γυναίκα και στο φόβο, αφού στη Βενετία του 16ου αιώνα, απαγορεύεται επί ποινή θανάτου στους εβραίους να περιθάλπουν χριστιανούς. Ακόμα, φοβάται ότι αν η γυναίκα πεθάνει στα χέρια της κι αυτό γίνει γνωστό, θα έχει αντίκτυπο σε όλο το γκέτο με την πιθανότητα να ξεσπάσει ένα πογκρόμ. Τελικά όμως κάμπτεται από τις παρακλήσεις του κόντε και δέχεται. Εκτός από τις παρακλήσεις του κόντε, υπάρχει και η υπέρογκη αμοιβή (διακόσια χρυσά δουκάτα), που θα τη βοηθήσει να συμπληρώσει το ποσό των λύτρων που απαιτούν οι ιππότες του Αγίου Ιωάννη, για να απελευθερώσουν τον σύζυγό της, που κρατούν σκλάβο στη Μάλτα. «Είχε καταφέρει απρόθυμα μωρά να βγουν από μισοπεθαμένες εβραίες μανάδες. Τώρα θα έκανε το ίδιο και για μια χριστιανή. Για χάρη του Ισαάκ, ρίσκαρε να βρεθεί σ’ ένα υγρό κελί και να δεχτεί μια νύχτα την επίσκεψη του στραγγαλιστή».
     Τελικά, χάρη στο θαυματουργό της εργαλείο, το μωρό, ένα αγόρι, θα γεννηθεί ζωντανό. Όπως ζωντανή θα μείνει και η μητέρα, παρά το γεγονός ότι έφτασε ένα βήμα από το θάνατο. Όμως τη γέννηση αυτού του μωρού, δεν καλοβλέπουν όλοι στο ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον του κόντε. Εμπλέκεται τότε  σ’ ένα παιχνίδι οικογενειακής αντιζηλίας που θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του νεογέννητου, ενώ απειλεί και το ταξίδι της στη Μάλτα για να καταβάλλει τα λύτρα και να απελευθερώσει τον άντρα της. Την ίδια στιγμή, ο άντρας της, πιστεύοντας ότι η Χάνα έχει πεθάνει από την επιδημία της πανούκλας που ξέσπασε στη Βενετία, ετοιμάζεται να αποδράσει και να κάνει μια καινούρια αρχή.
     Καλογραμμένο μυθιστόρημα, που όχι μόνο αποδίδει με ωραίο τρόπο το κλίμα της εποχής, την ατμόσφαιρα, την δομή αρχιτεκτονική και κοινωνική της Βενετίας, αλλά αφουγκράζεται και  μιλά για τα πάθη των γυναικών-κυρίως των φτωχότερων τάξεων-της πόλης.


7 Σεπ 2014

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΤΟΥ ΚΑΪΣΛΙΝΓΚΕΝ

Στα Στρατόπεδα Εργασίας Των Ναζί
ΠΑΥΛΟΣ ΜΩΤΟΣ
Ιστορική έρευνα ΜΑΡΙΑ ΣΑΜΠΑΤΑΚΑΚΗ
Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ
Σελ. 90, Μάρτιος 2014

     Στη σειρά Μαρτυρίες των εκδόσεων Τόπος, κυκλοφόρησε το βιβλίο αυτό, που αποτελεί μεταγραφή του ημερολογίου που έγραψε ο Παύλος Μώτος, ο οποίος για ένα ολόκληρο χρόνο έζησε μακριά από την οικογένειά του, σε στρατόπεδο εργασίας στη χιτλερική Γερμανία.
     Τον Αύγουστο του 1944, δύο περίπου μήνες πριν από την  απελευθέρωση, οι κατοχικές δυνάμεις πραγματοποίησαν ένα από τα τελευταία τους μπλόκα στην Αθήνα. Η συνεχής ανάγκη του χιτλερικού καθεστώτος για περισσότερους μάχιμους άντρες, λόγω των τεράστιων απωλειών στα πεδία των μαχών της Σοβιετικής Ένωσης, οδηγούσαν σε επιστρατεύσεις που αποστερούσαν τη γερμανική πολεμική-κυρίως- βιομηχανία, αλλά και άλλους κλάδους της οικονομίας, από πολύτιμο προσωπικό. Για να καλύψουν τις ανάγκες σε εργατικό δυναμικό, οι δυνάμεις κατοχής σε όλες τις κατεχόμενες χώρες, προχωρούσαν σε μπλόκα, στα οποία συλλάμβαναν νέους, υγιείς και ικανούς για εργασία άντρες και τους έστελναν στη Γερμανία, όπου εργάζονταν όπου υπήρχε ανάγκη. Ο Παύλος Μώτος συνελήφθη μαζί με πολλούς άλλους και στάλθηκε ως εργάτης-όμηρος, στο στρατόπεδο εργασίας στο Κάισλινγκεν του κρατιδίου Βάδης-Βυτεμβέργης. «Περπάτησα κάμποσο έως ότου συνάντησα τους πρώτους τσολιάδες. Τους ρώτησα που έπρεπε να πάω και μου είπαν τα σχετικά. Συνέχισα τη διαδρομή κι έφτασα στο Δρουγούτι. Εκεί ανακατώθηκα με το πλήθος και περίμενα να δω τι θα απογίνουμε. Βρήκα μερικούς γνωστούς και καθίσαμε μαζί. Στο μεταξύ, Γερμανοί και τσολιάδες με τα όπλα στα χέρια έκοβαν βόλτες γύρω μας και μας έβριζαν. Από τη νευρικότητα και την αγριότητα της συμπεριφοράς τους άρχισα να διαισθάνομαι ότι αυτή η ιστορία δεν θα είχε αίσιο τέλος».
     Ένα χρόνο μετά, και αφού είχε απελευθερωθεί από τις συμμαχικές δυνάμεις και αφού μετά από κόπους, καθυστερήσεις, βάσανα και αγωνίες κατάφερε να επιστρέψει στο σπίτι του, κατέγραψε την εμπειρία του σε ημερολόγιο το οποίο παρέμεινε ανέκδοτο για επτά σχεδόν δεκαετίες. Στη συνέχεια μέσω του γιού του, έφτασε στα χέρια της ιστορικής ερευνήτριας Μαρίας Σαμπατακάκη. Αυτή το μετέγραψε σε πιο «λογοτεχνική» μορφή, ώστε να γίνει πιο ευκολοδιάβαστο. Επίσης έγραψε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον επίμετρο σχετικά με την εργασία στο Γ! Ράιχ και πως χρησιμοποιούσε την εργασία η ναζιστική ιδεολογία και προπαγάνδα.
     Το σημαντικό αυτό βιβλίο, στο οποίο συνυπάρχουν η προσωπική μαρτυρία και η επιστημονική έρευνα, συμπληρώνει μια πολύ χρήσιμη για περαιτέρω μελέτη βιβλιογραφία και μερικές φωτογραφίες.