30 Νοε 2015

ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΑΚΙ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ

JOHN DICKSON CARR
Μετάφραση: ΝΕΟΚΛΗΣ ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ
Σελ. 333, Μάιος 2015

     Ο αμερικανός συγγραφέας Τ. Ν. Καρ (1906-1977), εξέδωσε βιβλία με διάφορα ψευδώνυμα. Έζησε πολλά χρόνια στην Αγγλία γι’ αυτό και διαδραματίζονται εκεί, οι υποθέσεις των βιβλίων του. Δημιούργησε αρκετούς χαρακτήρες, ένας από τους οποίους είναι ο δικηγόρος κι ερασιτέχνης ντετέκτιβ σερ Χένρι Μεριβέιλ, που «πρωταγωνιστεί» σε αυτό το βιβλίο, το οποίο ανήκει στην παράδοση των ιστοριών μυστηρίου του «κλειδωμένου δωματίου» και πρωτοεκδόθηκε το 1938.
     Το Δεκέμβρη του 1936, ο νεαρός Τζιμ Άνσγουελ, «γνώρισε τη Μαίρη Χιουμ κατά τη διάρκεια της κοινής τους παραμονής σε ένα φιλικό σπίτι στο Σάσεξ, τις ημέρες των Χριστουγέννων. Μεταξύ τους, αναπτύχθηκε ένα αίσθημα αιφνίδιο και σοβαρό. Δώδεκα μόλις ώρες αφότου πρωτογνωρίστηκαν, είχαν αρχίσει τις σχετικές συζητήσεις και την Πρωτοχρονιά ήταν ήδη αρραβωνιασμένοι».
     Οι γονείς του Τζίμι δεν ζουν πια, ενώ ο χήρος πατέρας της Μαίρης είναι ικανοποιημένος από την εξέλιξη, αφού ο μέλλον γαμπρός του είναι κληρονόμος μιας καλής περιουσίας. Μετά την επιστροφή του στο Λονδίνο, ο Τζίμι, δέχεται ένα τηλεφώνημα από τον πεθερό του, με το οποίο τον καλεί στο σπίτι του, για να γνωριστούν και να συζητήσουν. Όταν φτάνει στο σπίτι παραξενεύεται από την μάλλον ψυχρή υποδοχή που του επιφυλάσσει ο Έιβορι Χιουμ. Για να τα πουν με την ησυχία τους, τον καλεί στο «γραφείο». Αυτό είναι ένα δωμάτιο του σπιτιού, ειδικά διαμορφωμένο, με ατσάλινα παντζούρια και βαριά ξύλινη πόρτα. Ο Χιουμ, είχε διατελέσει στο παρελθόν διευθυντής μιας τράπεζας και ήθελε αυτόν τον ασφαλή και απαραβίαστο χώρο, για να είναι βέβαιος ότι τα έγγραφα που κατά καιρούς έφερνε από την τράπεζα, δεν θα έπεφταν σε λάθος χέρια. Ο Χιουμ κερνά τον Τζίμι ένα ποτό. Όταν… συνέρχεται από τη λιποθυμία, βρίσκει τον οικοδεσπότη νεκρό, με ένα από τα «βέλη τρόπαια» που είχε πάνω από το τζάκι του, καρφωμένο στην καρδιά. Τα παντζούρια είναι κλειστά και το δωμάτιο κλειδωμένο από μέσα!
     Τα στοιχεία είναι συντριπτικά εναντίον του Τζίμι που κατηγορείται για τη δολοφονία και αντιμετωπίζει την αγχόνη. Όμως ο ιδιόρρυθμος δικηγόρος του, σερ Χένρι Μεριβέιλ, δεν έχει πει ακόμη την τελευταία του λέξη.

     Μια ξεχωριστή ιστορία δικαστικού μυστηρίου, από έναν δεξιοτέχνη του είδους. 

24 Νοε 2015

ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΑΡΜΕΝΙΟΥ

ΝΙΚΟΣ ΤΑΚΟΛΑΣ
Εκδόσεις ΠΗΓΗ
Σελ. 547, Μάιος 2014

     Έναν κόσμο στον οποίο δεν θα θέλαμε να ζούμε, μας δείχνει το μυθιστόρημα (της Κρίσης όπως το χαρακτηρίζει) του Ν. Τακόλα.
     Στα τέλη της δεκαετίας του ΄70, το τσίρκο Gardano, φτάνει για σειρά παραστάσεων στη Λάρισα. Τη νύχτα της πρεμιέρας όμως, συμβαίνουν μια σειρά από ατυχή γεγονότα. Στο δρόμο από τον οποίο διήλθε η φαντασμαγορική παρέλαση που διοργάνωσαν οι καλλιτέχνες του τσίρκου για να διαφημίσουν τις παραστάσεις, γίνεται δολοφονική επίθεση εναντίον μιας γηραιάς κυρίας. Λίγο αργότερα, εξαφανίζεται ένας από τους ελέφαντες, ο ήρεμος και αγαθός Μάρμο. Στο νούμερο με τον άνθρωπο-οβίδα που εκτοξεύεται από ένα κανόνι, ο ακροβάτης που το εκτελεί τραυματίζεται αρκετά σοβαρά. Ο πρωτοδίκης της περιοχής, σταματά την παράσταση, γιατί διατείνεται ότι ο ιδιοκτήτης του τσίρκου, καταπάτησε την περιοχή στην οποία εγκαταστάθηκε το τσίρκο. Και το αποκορύφωμα: διατάζει τη σύλληψη του Λέο Κάρτενακ, του επονομαζόμενου και «Κάνον», του ακροβάτη δηλ. που έκανε το ρόλο του ανθρώπου-οβίδα, με την κατηγορία ότι αυτός είναι ο δολοφόνος της γηραιάς κυρίας. «…παρουσιάζοντας μάλιστα αυτόπτη ψευδομάρτυρα, ο οποίος περιέγραψε τα γεγονότα με μια μυθιστορηματική εκδοχή… Μάταια ο ίδιος αλλά και το προσωπικό του τσίρκου επέμεναν ότι την ώρα του φόνου βρισκόταν στην παρέλαση του Τυρνάβου και όχι της Λάρισας».
     Ο Κάνον καταδικάζεται, εκτίει την ποινή του και αποφυλακίζεται μετά από τριάντα χρόνια. Βρίσκεται σε έναν κόσμο εντελώς διαφορετικό από αυτόν που άφησε όταν φυλακίστηκε. Είναι φυσικό σε ένα τέτοιο χρονικό διάστημα να γίνουν πολλές αλλαγές, αλλά αυτό που αντικρίζει ο Κάνον, είναι κάτι πολύ διαφορετικό. «Ο κόσμος είχε αλλάξει. Το τοπίο έμοιαζε αστρικό. Αχανές, αδιάβατο, επικίνδυνο και εχθρικό. Ναι, υπήρχε μια πόλη στο βάθος. Η νέα Λάρισα; Τα φώτα της φαίνονταν σαν μάτια γάτας στο σκοτάδι, εκεί μακριά. Μα δεν εξέπεμπε τίποτα φιλικό… Τώρα η πόλη φαινόταν εχθρική. Πόλη αγνώριστη, γεμάτη γιγάντια συγκροτήματα κτιρίων».
     Πλησιάζοντας την πόλη, συναντιέται και με μερικούς ανθρώπους που επιτείνουν την αίσθηση ότι στη διάρκεια της φυλάκισής του, είχε συμβεί κάτι τρομακτικό που ο εγκλεισμός του, δεν του επέτρεψε να αντιληφθεί. «Οι άνθρωποι έδειχναν φρικτά ταλαιπωρημένοι, μαδημένοι, ενώ αυτός περίμενε ένα τέλος της φτώχιας με την τεχνική πρόοδο. Όλοι φορούσαν κουρέλια, ήταν κάτισχνοι, μαζεμένοι σε ομάδες κι αγγίζονταν σαν τα ζώα που σταβλίζονται…». Όταν αποτολμά να τους πλησιάσει, είναι εχθρικοί και γίνονται επιθετικοί. Μετά βίας βρίσκει ένα μέρος για να περάσει το βράδυ του.
     Το επόμενο πρωί, η συνάντησή του με κάποιους λιγότερο εχθρικούς άντρες, θα του λύσει πολλές απορίες: Οι κρατικές οντότητες έχουν διαλυθεί. Το πολιτικό σύστημα έχει καταλυθεί. Ανθρώπινα δικαιώματα δεν υπάρχουν. Οι κοινωνία έχει χωριστεί στα δύο. Όσοι είναι χρήσιμοι στην μικρή παγκόσμια κάστα, στις αγορές και τις πολυεθνικές που κυβερνούν τον κόσμο, ζουν εντός των τειχών. Κυριολεκτικά. Προστατευμένοι από τους φύλακες, ρομπότ και την εξελιγμένη τεχνολογία. Πάντα όμως σε επισφαλή θέση. Υπήρχε διαρκώς ο φόβος πως μόλις εφευρίσκονταν το μηχάνημα που θα τους αντικαθιστούσε με επιτυχία, θα κατέληγαν κι αυτοί με τον υπερβάλλοντα κι άχρηστο πληθυσμό, εκτός των τειχών. Που ζούσε μια ζοφερή, εφιαλτική ζωή, στερημένος από τα πάντα. Σπίτι, τροφή, νερό, ρούχα. Αλλά κυρίως από οικογένεια, φίλους, κοινωνικές δομές. Ο καθένας πάλευε για τον εαυτό του, σε μια γη κατεστραμμένη από μια ανυπολόγιστη οικολογική καταστροφή που έφερε η «ανάπτυξη». Ο Κάνον φαίνεται ότι έφτασε την κατάλληλη στιγμή. Οι συνθήκες για έναν ξεσηκωμό είναι ώριμες. Αυτή τη φορά οι πιθανότητες επιτυχίας φαντάζουν περισσότερες από τις προηγούμενες  προσπάθειες που έγιναν και αντιμετωπίστηκαν σκληρά και βάναυσα. Οι «δεξιότητες» που απέκτησε στη φυλακή θα είναι χρήσιμες. Και με ανέλπιστη εκ των έσω βοήθεια θα προσπαθήσουν να ανατρέψουν την κατάσταση.
     Αυτός είναι ο μύθος του βιβλίου. Το οποίο όμως είναι πολυεπίπεδο και αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον. Γιατί σε δεύτερο επίπεδο υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις, πολιτικές, οικονομικές, φιλοσοφικές, οικολογικές. Ο Ν. Τακόλας αποκαλύπτει τις δράσεις των διεθνών οργανισμών και των διάφορων think tank , χωρίς να συνωμοσιολογεί (κάτι που κατά κόρον συμβαίνει τα τελευταία χρόνια) και κυρίως μας βάζει να σκεφτούμε. Να σκεφτούμε πολύ και σοβαρά για το τι θα συμβεί αν πάρουν το πάνω χέρι οι διαχειριστές του αεριτζίδικου κεφαλαίου και αν εμείς ο καθένας ξεχωριστά και κυρίως όλοι μαζί δεν αντιδράσουμε σε αυτήν την προοπτική.

     Τέλος, πρέπει να αναφέρω ότι ένα από τα θετικά είναι και η γραφή του βιβλίου, που είναι εξαιρετική. Ο συγγραφέας γνωρίζει καλά ελληνικά και ξέρει επίσης να τα χειρίζεται, με αποτέλεσμα να μας παρουσιάζει ένα καλογραμμένο κείμενο του οποίου την ανάγνωση απολαμβάνεις.   

15 Νοε 2015

ΠΑΝΤΑ ΘΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΩ

ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ
Εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
Σελ. 364, Ιούνιος 2015

     Ένα εξαιρετικό βιβλίο είναι το «Πάντα Θα Επιστρέφω» και έχει κι αυτό-κατά σύμπτωση όπως και αυτό της προπροηγούμενης παρουσίασης-θέμα τη μετανάστευση.
     Είναι η αφήγηση της ζωής της Έλενας, μιας γυναίκας ιδιαίτερης, η οποία έζησε όλα τα μεγάλα γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. «Η Έλενα γεννήθηκε το 1932 στη Χρυσοπηγή, ένα μικρό χωριό κοντά στα Γρεβενά. Το όνομα είχε τη βάση του. Και πηγή υπήρχε και κάποιες φορές το νερό είχε μια κίτρινη απόχρωση σαν να περιείχε χρυσό, που όμως μάλλον ήταν θειάφι. Δύο μεγάλα πλατάνια δίπλα τη σκίαζαν και κάποιος είχε την ιδέα να στήσει εκεί μερικά τραπεζάκια και καρέκλες. Έτσι έγινε η πλατεία γύρω από την πηγή, όπως τα σπίτια είχαν χτιστεί γύρω από την εκκλησία, που ήταν αφιερωμένη στην Παρθένο Μαρία».
     Σε πολύ νεαρή ηλικία, χάνει τον πατέρα της (τον εκτέλεσαν οι Γερμανοί) και λίγο αργότερα τη μητέρα της (την εκτέλεσαν οι αντάρτες). Την μεγάλωσε ο παπάς του χωριού με την γυναίκα του, που ήταν άκληροι. Μεγαλώνοντας η Έλενα, έγινε μια όμορφη κοπέλα. Εκείνη την εποχή, αμέσως μετά την Κατοχή, τα παιδιά στα σχολεία, είχαν διάφορες και παράταιρες, σε σχέση με το ποια τάξη παρακολουθούσαν, ηλικίες. Κι αυτό γιατί, στη διάρκεια της Κατοχής, ιδιαίτερα στα χωριά, δεν υπήρχαν δάσκαλοι. Οπότε αν κάποιο παιδί μετά την απελευθέρωση ήθελε να τελειώσει το δημοτικό, με το τετραετές αναγκαστικό «διάλειμμα», μπορούσε να έχει φτάσει και στην εφηβική ηλικία. Η 17χρονη πια Έλενα, τελειώνοντας το Δημοτικό, ερωτεύεται το νεαρό δάσκαλό της, τον Γιάννη. Το αίσθημα είναι αμοιβαίο και παρά την «αντίδραση» της κοινωνίας του χωριού, οι δύο νέοι παντρεύονται. Όμως τα χρόνια είναι «δίσεκτα» και σύντομα το «αντεθνικό» οικογενειακό ιστορικό του Γιάννη, τον οδηγεί στην απόλυση και στην ανεργία.
     Σύντομα η Έλενα και ο Γιάννης, αντιλαμβάνονται ότι ο μόνος δρόμος για να επιβιώσουν είναι η μετανάστευση. Πρώτη επιλογή η Αμερική. «Όλοι ονειρεύονταν την Αμερική. Ποιος δεν είχε ακούσει ιστορίες για μετανάστες που είχαν πάει ξυπόλυτοι κι έγιναν εκατομμυριούχοι;». Στην Αμερική όμως δε γίνεται να πάνε, αφού ο Γιάννης σεβόμενος την οικογενειακή παράδοση, αρνείται να υπογράψει ένα από τα απαραίτητα έγγραφα. «Ήταν η πασίγνωστη παράγραφος που απαιτούσε από τους υποψήφιους μετανάστες να μην είχαν αριστερό παρελθόν και να απαρνιόταν οποιαδήποτε σχέση με αριστερές ιδέες στο μέλλον». Πρώτη εναλλακτική η Αυστραλία. Αφού ξεπέρασαν κάποια εμπόδια, τον Οκτώβριο του 1951 ξεκινούν για την χώρα των καγκουρό. Αλλά αυτή ήταν μόνο η αρχή…

     Η Έλενα ξεκινά την αφήγηση από το σήμερα και με συχνές αναφορές στο παρελθόν, ξεδιπλώνει την πορεία της ζωής της. Μια ζωή μεστή, γεμάτη με χαρές και λύπες που όμως η Έλενα αντιμετωπίζει στωικά και με φιλοσοφική διάθεση. Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης δημιουργεί έναν εξαιρετικό χαρακτήρα. Με μοναδικό τρόπο αφηγείται τη ζωή της Έλενας, αφήνοντας μέσα από την υπέροχη αφήγηση, να περάσουν τα μεγάλα γεγονότα της ελληνικής ιστορίας.  

7 Νοε 2015

ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΩΝ ΕΞΩΓΗΙΝΩΝ

ΜΠΑΜΠΗΣ ΔΕΡΜΙΤΖΑΚΗΣ
Εκδόσεις ΑΛΔΕ
Σελ. 140, 2014

     Το βιβλίο που μας απασχολήσει στη σημερινή παρουσίαση, δεν είναι το πρώτο του Μ. Δερμιτζάκη, είναι όμως το πρώτο του μυθιστόρημα και είναι πάντα επίκαιρο, αν και γράφτηκε πριν από 25 χρόνια!
     Ο Μάικ, είναι ένας νεαρός δικηγόρος που ζει κι εργάζεται στην Αθήνα κι έχει μια εμμονή: τους εξωγήινους. Πιστεύει ότι όχι μόνο υπάρχουν, αλλά και ότι επισκέπτονται τη γη «… μέχρι που ένας φίλος του τού δάνεισε τους «Εξωγήινους» του Άρθουρ Κλαρκ. Έτυχε τότε κάποιοι σε κάποια πόλη του εξωτερικού, να δουν ιπτάμενους δίσκους. Έγινε ντόρος στις εφημερίδες, ο Μάικ άρχισε να ενδιαφέρεται και χωρίς να το καλοκαταλάβει, ρίχτηκε με τα μούτρα και διάβαζε κάθε τι σχετικό. Η ιδέα ότι δεν είμαστε τα μόνα νοήμονα όντα στο σύμπαν τον συγκινούσε. Την εύρισκε εξάλλου σύμφωνη με τον αντιχριστιανικό αθεϊσμό του. Τι κορωνίδα της δημιουργίας και κουραφέξαλα, μέσα στο σύμπαν είμαστε εντελώς τυχαίοι και σίγουρα όχι οι καλύτεροι». Η κοπέλα του η Σόφη, δεν συμμερίζεται τις απόψεις του συντρόφου της. Πιστεύει τη βιβλική περιγραφή της δημιουργίας και είναι πιο κοντά στην θρησκεία και τις διδαχές της. «Την ύπαρξή της την ένιωθε ασήμαντη, όμως αισθανόταν ανακουφισμένη που ένα ανώτερο Ον, ο Θεός, ήταν εκεί ψηλά και κάπου μέσα στις μύριες σκέψεις Του, βρισκόταν και αυτή».
     Ένα σαββατοκύριακο που πήγαν να επισκεφτούν ένα φιλικό τους ζευγάρι που είχε μια εξοχική μονοκατοικία, συμβαίνει το αναπάντεχο. Ένας ιπτάμενος δίσκος προσγειώνεται στην αυλή του σπιτιού! Οι εξωγήινοι, απαγάγουν τον Μάικ και τη Σόφη και τους μεταφέρουν στον τόπο από τον οποίο προέρχονται.
     Αυτή η ιστορία, χρησιμοποιείται ως πρόσχημα από τον συγγραφέα. Η παραμονή του ζευγαριού στον άγνωστο τόπο (σκόπιμα δεν αποκαλύπτω ποιος είναι αυτός ο τόπος και ποια τα πλάσματα που τον κατοικούν), του δίνει την ευκαιρία να θίξει ζητήματα που απασχόλησαν, απασχολούν και θα εξακολουθήσουν να απασχολούν τον άνθρωπο και να παραθέσει τις απόψεις του. Όπως η πίστη στον Θεό, αν η γνώση είναι δύναμη, ευλογία ή κατάρα, ο έρωτας, η αγάπη, η εμπειρία, ο παράδεισος και η κόλαση, η αιωνιότητα και άλλα που προκύπτουν από τις συζητήσεις με τους κατοίκους του τόπου αυτού, με τους οποίους συναναστρέφονται οι δύο απαχθέντες.