ΙΩΑΝΝΑ ΜΠΟΥΡΑΖΟΠΟΥΛΟΥ
Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Σελ. 397, Μάρτιος 2011
Είναι ορισμένα-λίγα-βιβλία, που από τις πρώτες σελίδες σε συναρπάζουν και σου δίνουν την αίσθηση ότι αυτό που ακολουθεί είναι απολαυστικό. Μου συμβαίνει σπάνια να έχω αυτή την αίσθηση. Τα περισσότερα βιβλία, αποκτούν ενδιαφέρον όσο προχωρά η ανάγνωση. Και να που αυτή η αίσθηση μου δόθηκε με το μυθιστόρημα της Ιωάννας Μπουραζοπούλου.
Βρισκόμαστε σε μια φανταστική Ευρώπη, όπου μετά από αναίμακτη επανάσταση, το παλιό καθεστώς έχει καταλυθεί κι έχει αντικατασταθεί από τη Συντεχνιακή Δημοκρατία. Οι άνθρωποι ανήκουν σε συγκεκριμένες κάστες, στις οποίες κατατάσσονται λόγω οικογενειακών καταβολών και οι οποίες καθορίζουν τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό. Η αποχώρηση από την κάστα και η ένταξη σε διαφορετική αποτελεί όνειδος τόσο για τον «αποστάτη», όσο και για την οικογένεια, αλλά και την κάστα. Η έννοια του «πολίτη» έχει αντικατασταθεί από αυτή του «επαγγελματία».
Ο Ιωσήφ Εράλης, είναι μπαρμπέρης νεκρών και ανήκει στην έσχατη βαθμίδα της κάστας των καλλιτεχνών. «Το φθαρμένο του κουστούμι βαμμένο αδέξια στο χρώμα των μπαρμπέρηδων-το γαλάζιο της ακουαμαρίνας-η μπογιά δεν είχε πιάσει στα μανίκια, δείγμα ανέχειας μα επιμονής, και την τσάντα με το έμβλημα της κατώτερης καλλιτεχνικής συντεχνίας, εκείνης των κουρέων για πτώματα, Ντυμένος στο γαλάζιο του νεκρομπαρμπέρη, της φαινόταν σαν ελάφι ντυμένο με τομαριά γουρουνιού».
Ο φίλος του, που είναι γνωστός με το όνομα Πελαργός, είναι εκφωνητής επικήδειων. «Οι εκφωνητές επικήδειων είναι η ταπεινότερη συντεχνία των Διανοούμενων, φλύαροι και μονότονοι, απαγγέλουν κατευόδια που μόνο οι ίδιοι καταλαβαίνουν και δύσκολα τους ξαναφέρνεις στο νου μετά την κηδεία. Παρ’ όλα αυτά, τους χρειάζεται η ψυχή στην έξοδό της απ’ το σώμα, γιατί ε επικήδειος είναι το λυχνάρι του νεκρού στο αφώτιστο κατώφλι του χάους».
Στους δύο φίλους ανατίθεται μια περίεργη και ασυνήθιστη αποστολή: διορίζονται-ενώ οι ίδιοι νομίζουν ότι αποφασίζουν αυτοβούλως- από την Εθνοσυνέλευση, συνοδοί κάποιου αθώου κρατούμενου που αντιμετωπίζει την ποινή του θανάτου. Η δίκη του διεξάγεται δημόσια, όσο οι φίλοι οδηγούν το ειδικά διαμορφωμένο όχημα, απ’ τη μια άκρη της Ευρώπης στην άλλη. Στην πορεία τους, φιλοξενούνται από τις πόλεις-κάστρα, πόλεις-θέατρα, πόλεις-σανατόρια, πόλεις-μοναστήρια, πόλεις-βιβλιοθήκες, πόλεις-οίκοι ανοχής, που αποτελούν τις έδρες των αντίστοιχων συντεχνιών και παράλληλα είναι μέλη του δικαστηρίου (εισαγγελέας, συνήγορος υπεράσπισης κλπ). Ένορκοι είναι όλοι οι πολίτες οι οποίοι καλούνται να αποφανθούν υπέρ της αθωότητας ή της ενοχής του κατηγορούμενου και κατ’ επέκταση (με την τροπή που έχει δώσει στη δίκη η Εθνοσυνέλευση), το μέλλον του καθεστώτος.
Το βιβλίο βρίθει αλληγοριών και συμβολισμών. Κι επειδή ο κάθε αναγνώστης «ερμηνεύει» τις αλληγορίες και τους συμβολισμούς με βάση τις εμπειρίες και το υπόβαθρό του, δεν θέλω να προκαταλάβω κανέναν, δίνοντας τις δικές μου «ερμηνείες». Αυτό που μπορώ όμως να κάνω χωρίς κανένα ενδοιασμό, είναι να σας προτείνω να διαβάσετε αυτό το μυθιστόρημα, που είναι κάτι ανάμεσα στο πολιτικό θρίλερ και το γοτθικό παραμύθι. Θα προβληματίσει, θα «θυμίσει» καταστάσεις πολύ οικείες και σημερινές, θα ταράξει πολλές βεβαιότητες για την αστική δημοκρατία, τη θρησκεία, τη φιλοσοφία και άλλες εκφάνσεις της ζωής. Αλλά πάνω και πέρα από αυτά, θα σας συναρπάσει αφού είναι ένα εμπνευσμένο, ευρηματικό και καλογραμμένο μυθιστόρημα, με σφιχτοδεμένη δομή, εικόνες που παραπέμπουν ενίοτε στον κινηματογράφο, με πλοκή και χαρακτήρες που μας είναι «ξένοι», αλλά ταυτόχρονα τόσο οικείοι. Ένα βιβλίο που θα ανακαλείτε ξανά και ξανά για πολύ καιρό μετά την ανάγνωσή του.
Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1968. Συγγραφεί μυθιστορήματα και θεατρικά. Από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά «Το Μπουντουάρ Του Ναδίρ» (2003), «Το Μυστικό Νερό» (2005), «Τι Είδε Η Γυναίκα Του Λωτ;» (2007, Βραβείο του περιοδικού δε(κατα) «Athens Prize For Literature») καθώς και το βιβλίο για παιδιά «Το Ταξίδι Των Τρολ» (2009).