ΠΕΤΡΟΣ ΑΥΛΙΔΗΣ
Εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
Σελ. 251, Ιανουάριος 2012
Όταν ο Π. Αυλίδης στα τέλη της δεκαετίας του ’70, άκουγε με τους φίλους του το δίσκο του Lou Reed «Berlin», ίσως να μη φανταζόταν ότι η πόλη αυτή θα τον σημάδευε τόσο έντονα.
Είχε πάντα μέσα του την επιθυμία να την επισκεφτεί, αλλά χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι να το καταφέρει. Το Μάρτιο του 1980, «φρέσκος γιατρός, είχα παρατήσει το οικείο περιβάλλον κι ερχόμουν στην πόλη για ειδικότητα. Ήταν πρόφαση, δεν το ήξερα. Έβλεπα τη συγκεκριμένη πόλη σαν πύλη εισόδου σε διαφορετικά περιβάλλοντα παντός είδους, και πάλευα να την ανοίξω».
Μετά από προτροπή φίλων επισκέπτεται το μαγαζί της Φώφης, συζύγου του ζωγράφου Αλέξη Ακριθάκη, που ήταν κάτι μεταξύ μπαρ, εστιατόριου και καφενείου και μάλιστα στην πρόσοψη είχε την πινακίδα «Εστιατόριο» γραμμένη στα ελληνικά. Η επίσκεψη αυτή υπήρξε σημαντική, γιατί στο κοσμοπολίτικο αυτό μαγαζί, είχε την ευκαιρία να γνωρίσει και να συγχρωτιστεί με μεγάλα ονόματα της πολιτικής, της μουσικής, του κινηματογράφου, του θεάτρου. Κι αυτό επειδή «Ο Ακριθάκης, ήταν σαράντα ένα τότε. Δεν ζωγράφιζε, έψαχνε ατελιέ, μάλωνε τηλεφωνικά με τον Ιόλα για διάφορα, έκανε διάλειμμα απ’ τα χόμπι του κι έπινε. Κι επειδή η πόλη ήταν από τότε φουλ στο αλκοόλ-κοντρόλε, έψαχνε για σοφέρ, κάποιο στεγνό. Νυχτερινό ωράριο. Είχε και αϋπνίες. Ταίριαζα στο κοντσέπτ. Με προσέλαβε».
Έτσι, γυρνώντας από στέκι σε στέκι, κάνοντας τον «σοφέρ» του Ακριθάκη, γνώρισε πολλούς καλλιτέχνες και είδε κάποιους να ξεφεύγουν από τη μάζα και να γίνονται γνωστοί. Αλλά και αυτούς που ήταν ήδη γνωστοί, τους γνώρισε σε στιγμές πιο χαλαρές, κατά τις οποίες δεν χρειαζόταν να υπερασπίζονται τη δημόσια εικόνα τους, αφού βρισκόταν σε οικείο περιβάλλον με φίλους. Ή τέλος, έζησε μαζί τους, στιγμές μοναδικές, όπως αυτή, στην οποία η Nico- εμβληματική μορφή της ροκ, γνωστή από τη συμμετοχή της στους Velvet Underground- τραγούδησε ένα βράδυ σχεδόν ψιθυριστά, για να μην ακούν οι γύρω, στον Ακριθάκη και τον Αυλίδη, σε άπταιστα ελληνικά το γνωστό ρεμπέτικο «Γεννήθηκα Για Να Πονώ».
Στο μεταξύ καταφέρνει, παρά τα ξενύχτια, να τελειώσει με την ειδικότητα (ψυχίατρος) και να εργαστεί για το γερμανικό δημόσιο, στα νοσηλευτικά ιδρύματα του οποίου, έζησε ουκ ολίγες και άλλου είδους αξιομνημόνευτες περιπέτειες.
Το βιβλίο τελειώνει τη βραδιά που πέφτει το Τείχος. Όμως η αφήγηση της ζωής του συγγραφέα αλλά και της πόλης του Βερολίνου, όπως αυτός τη βίωσε , δεν τελειώνει. Θα ακολουθήσουν δύο ακόμη βιβλία, τα οποία θα περιμένω με αγωνία κι ελπίζω να μην αργήσουν για να απολαύσω την εξαιρετική γραφή, (με τις ένθετες μικρές προτάσεις) και την αφηγηματική ικανότητα του συγγραφέα.
Ο Πέτρος Αυλίδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1955. Πήρε το πτυχίο Ιατρικής το 1979. Έζησε στο Βερολίνο από το 1980 ως το 1998 και εργάστηκε ως ψυχίατρος. Έργα του: «Λοβανφερινσορτκατς-Ψιλοκομμένο Πάθος» (1999, Γαβριηλίδης) και «Κάψα-Χιτ/Φουλ Μιξ (2008, Γαβριηλίδης). Διηγήματα και κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά Δρομολόγια, Κωπηλάτες και Άθενς Βόις.