Ο Γιώργος
Μαρτινίδης γεννήθηκε το 1982 στην Θεσσαλονίκη και είναι ψυχολόγος. Έχει
σπουδάσει στο Λονδίνο και έχει δημοσιεύσει διάφορα επιστημονικά άρθρα, κυρίως
γύρω από την ιστορία της ψυχολογίας και των ψυχικών διαταραχών. Έργα του «Από
Το Πουθενά» (2011, Γράμματα), «Φυγή Κεφαλαίων» (2019, Bell),
«Στη Θέση Ενός Νεκρού» (2021, Bell).
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο
σας «Στη Θέση Ενός Νεκρού»;
Δεν θυμάμαι ακριβώς γιατί συνήθως υπάρχουν
αρκετές διαφορετικές πηγές έμπνευσης που μπλέκονται σταδιακά στο μυαλό μου
μέχρι να δημιουργήσουν τις απαρχές της πλοκής ενός βιβλίου. Σίγουρα η
σημαντικότερη είναι η ίδια η Καστοριά και η ανάγκη μου να απεικονίσω αυτή την
πανέμορφη πόλη.
Θέλετε να μεταφέρετε κάποιο μήνυμα με το
αυτό και ποιο είναι αυτό;
Το βιβλίο δεν γράφτηκε με την πρόθεση να
μεταφέρει κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα, αλλά νομίζω ότι προέκυψαν αρκετά στην
πορεία: Πώς οι γονείς μας μπορούν να μας καταστρέψουν τη ζωή. Πόσο ξένη είναι η
έννοια της ευτυχίας για κάποιον που δεν την έχει βιώσει ποτέ. Τι φρικτές τάσεις
κοινωνιοπάθειας μπορεί να κρύβει μέσα του ένας άνθρωπος.
Στο βιβλίο σας, κάνετε αναφορές σε θέματα
που απασχολούν κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο του σήμερα. Η λογοτεχνία μπορεί να είναι
μια κοινωνική πράξη;
Νομίζω ότι, πλέον, η λογοτεχνία είναι
αναπόφευκτα μια κοινωνική πράξη. Ή, έστω, σίγουρα αντανακλά την οπτική του
συγγραφέα της στα συγκεκριμένα θέματα. Το ζήτημα είναι να μην φτάσει στο άλλο
άκρο, όπου η πλοκή γίνεται απλά μια αφορμή για να διατυπωθεί μια κοινωνική ή
πολιτική θέση. Σ’ αυτή την περίπτωση χάνει την αξία της ως λογοτεχνία.
Μπορεί η λογοτεχνία να δρομολογήσει
αλλαγές σε κοινωνικό επίπεδο;
Φοβάμαι ότι πολύ σπάνια μπορεί να γίνει κάτι
τέτοιο. Το “To
Kill
a
Mockingbird”
της Harper
Lee, για
παράδειγμα, που είναι ένα από τα σημαντικότερα βιβλία που έχουν γραφτεί ποτέ,
σίγουρα έχει επηρεάσει τη στάση αρκετών γενιών απέναντι στον ρατσισμό στις ΗΠΑ.
Στην Ελλάδα του σήμερα, όμως, με ένα αφοσιωμένο αλλά μικρό αναγνωστικό κοινό,
δεν νομίζω ότι η λογοτεχνία μπορεί να δρομολογήσει αλλαγές σε κοινωνικό
επίπεδο. Ειδικά όταν φαίνεται πως κραυγαλέα γεγονότα ή συνεχή σκάνδαλα δεν
μπορούν να έχουν αυτό το αποτέλεσμα.
Η κατάσταση στα ΑΕΙ όπως την περιγράφετε
στο βιβλίο σας (συμπεριφορά καθηγητών, έλλειψη πόρων, χαμηλές αμοιβές για τα
νέα μέλη του διδακτικού προσωπικού, απουσία υποδομών κλπ) απηχεί την
πραγματικότητα ή η εικόνα που δίνετε έχει στοιχεία υπερβολής;
Υπάρχουν κάποια στοιχεία υπερβολής ή έστω μη
αντιπροσωπευτικά, που μπαίνουν καθαρά για λόγους πλοκής. Ωστόσο, με βάση την
δική μου προσωπική εμπειρία από αρκετά διαφορετικά ΑΕΙ της χώρας, η γενικότερη
κατάσταση που περιγράφω ανταποκρίνεται στη λυπηρή πραγματικότητα. Ειδικά τα
τελευταία χρόνια υπάρχει μια συστηματική προσπάθεια υποβάθμισης των ΑΕΙ. Είτε
ως αποτέλεσμα της παράλογης λιτότητας που επιβάλουν τα μνημόνια, είτε με στόχο
να επωφεληθούν οι φίλοι ορισμένων, που έχουν ιδιωτικά κολέγια.
Η ελληνική κοινωνία έχει αρχίσει να
αλλάζει σε θέματα ρατσισμού και σεξισμού (ζητήματα που θίγετε στο βιβλίο σας) ή
απέχουμε πολύ από το να είμαστε μια ανεκτική κοινωνία;
Νομίζω ότι η απάντηση βρίσκεται κάπου στη
μέση. Συνειδητοποιώ ότι ευτυχώς υπάρχει σημαντική διαφορά σε σχέση με
παλιότερα, ειδικά στις νεότερες γενιές. Αλλά, ταυτόχρονα, ακόμα απέχουμε αρκετά
από το να είμαστε μια ανεκτική κοινωνία με τον τρόπο που αυτό έχει επιτευχθεί
σε πολλές χώρες της δυτικής Ευρώπης. Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι την τελευταία
διετία φαίνεται να κάνουμε βήματα προς τα πίσω σ’ αυτόν τον τομέα.
Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε
συγγραφέας;
Υποθέτω κάποια στιγμή στην παιδική μου
ηλικία. Θυμάμαι να γράφω την –εικονογραφημένη- βιογραφία της γάτας μου, ή, κάποια
χρόνια αργότερα, να προσπαθώ με έναν φίλο μου από το δημοτικό να γράψουμε τη
συνέχεια του Jurassic
Park. Οι
πρώτες «πιο σοβαρές» προσπάθειες έγιναν αρκετά αργότερα, στην εφηβεία μου. Τότε
έπαψε να είναι ένα παιχνίδι και ήξερα ότι ήθελα να γράφω μυθιστορήματα.
Ποια ήταν τα συναισθήματα που νοιώσατε,
όταν πήρατε τυπωμένο το πρώτο σας έργο;
Η αλήθεια είναι ότι δεν θυμάμαι πολύ καθαρά.
Η επιθυμία δεκαετιών μπορεί να γίνει πολύ γρήγορα κάτι δεδομένο. Το πρώτο μου
έργο που τυπώθηκε ήταν το «Από το Πουθενά», το 2011. Υποθέτω ότι ένιωσα ένα
αίσθημα ολοκλήρωσης για το ότι εκπληρώθηκε κάτι που ήθελα από παιδί, όπως εξηγώ
παραπάνω.
Τι
συμβαίνει στους ήρωες των βιβλίων σας, όταν τελειώνει η συγγραφή;
Εξαρτάται
από τον ήρωα. Κάποιοι, όπως ο Στέφανος στο «Στη Θέση ενός Νεκρού», είναι
προορισμένοι για να χρησιμοποιηθούν μία φορά. Κάποιοι άλλοι, όπως ο Μπεν
από
το «Από το Πουθενά» ή ο αστυνόμος
Τσέλιος από τη «Φυγή Κεφαλαίων» εξακολουθούν να βρίσκονται στο πίσω μέρος του
μυαλού μου για να χρησιμοποιηθούν ξανά. Ήδη ο αστυνόμος Τσέλιος είχε μια “guest” εμφάνιση στο «Στη Θέση
ενός Νεκρού».
Έχετε βιώσει συναισθήματα παρόμοια με αυτά
των ηρώων σας;
Κατά καιρούς ναι. Και νομίζω ότι αυτό με
έχει βοηθήσει να παρουσιάσω τα συναισθήματα των ηρώων με πιο ζωντανό τρόπο. Κάποια
απ’ αυτά είναι πιο συγκεκριμένα, και κάποια πιο «καθολικά». Ποιος άνθρωπος
μεταξύ 30 και 40, άλλωστε, δεν έχει νιώσει την απόγνωση του Στέφανου μπροστά
στα επαγγελματικά και προσωπικά αδιέξοδα που έχει προκαλέσει η αέναη οικονομική
κρίση;
Σας μοιάζει κάποιος από τους ήρωες σας;
Όχι απόλυτα, αλλά σαφώς έχω «δανειστεί»
μεμονωμένα στοιχεία από τον εαυτό μου και από ανθρώπους που γνωρίζω για να
φτιάξω τους χαρακτήρες των βιβλίων μου. Για παράδειγμα, ο Μπεν, ο Στέφανος, ή ο
ψυχίατρος από τη «Φυγή Κεφαλαίων» έχουν κάποια σκόρπια στοιχεία από μένα αλλά
από εκεί και μετά προσπάθησα να τους εξελίξω ως ξεχωριστούς χαρακτήρες και
προϊόντα του περιβάλλοντος τους. Όταν ο ήρωας είναι απλώς ένας λογοτεχνικός
κλώνος του συγγραφέα το βλέπω ως τρανταχτή απόδειξη έλλειψης φαντασίας και
ενσυναίσθησης.
Ποιος είναι ο πρώτος αναγνώστης των
κειμένων σας;
Έχω δυο-τρεις κοντινούς φίλους που ξέρω ότι
διαβάζουν μανιωδώς και τους χρησιμοποιώ ως πρώτους αναγνώστες, ώστε να πάρω μια
πρώτη ιδέα για το πώς φαίνεται το καινούργιο μου κείμενο σε κάποιον τρίτο ή αν
μου έχει ξεφύγει κάτι.
Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης για σας;
Δεν έχω υπ’ όψιν κάποιο «ιδανικό» προφίλ
αναγνώστη. Οποιοσδήποτε απολαμβάνει την αστυνομική λογοτεχνία και θα βρει κάτι
ενδιαφέρον στα βιβλία μου, ακόμη κι αν σχηματίσει αρνητική εντύπωση συνολικά,
είναι ευπρόσδεκτος ως αναγνώστης όσον με αφορά.
Γράφοντας, έχετε ανακαλύψει πράγματα για
τον εαυτό σας;
Ναι. Κάποιες φορές, κυρίως όταν «δανείζομαι»
δικά μου στοιχεία ή εμπειρίες για κάποιους χαρακτήρες των βιβλίων μου, μου
συμβαίνει να συνειδητοποιήσω καλύτερα τι συναισθήματα μου προκαλούν αυτές οι
εμπειρίες αφού τις αποτυπώσω στο κείμενο.
Υπήρξε κάτι στη διάρκεια της συγγραφής που
σας ανέτρεψε κάποια πεποίθηση;
Υπήρξαν περιπτώσεις όπου το να περιγράψω τη
συμπεριφορά, τις σκέψεις και τα κίνητρα κάποιου χαρακτήρα με βοήθησε να
καταλάβω καλύτερα την οπτική που έχει κάποιος αντίστοιχος άνθρωπος. Ωστόσο, αν
και είμαι πολύ ανοιχτός στο να επανεξετάζω τις πεποιθήσεις μου, δεν θα έλεγα
ότι μέχρι στιγμής έχει ανατραπεί κάποια πεποίθηση μου μέσω της συγγραφής.
Σας αρέσει να συνομιλείτε με τους αναγνώστες
σας;
Πολύ. Ιδιαίτερα όταν έχουν κάτι περισσότερο
να μου πουν από ένα «μπράβο, πολύ ωραίο». Το εκτιμώ όταν έχουν να μου
προτείνουν κάποιο άλλο βιβλίο το οποίο τους θύμισε το δικό μου, όταν τους
κάνουν εντύπωση συγκεκριμένοι χαρακτήρες, όταν έχουν απολαύσει τις
ανατροπές στην πλοκή, όταν έχουν παρατηρήσει κάτι που δεν το έχω προσέξει ο
ίδιος, ή όταν μου επισημαίνουν κάτι που δεν τους άρεσε. Γενικά βρίσκω την
αρνητική κριτική πιο χρήσιμη από τη θετική, αρκεί φυσικά να είναι σωστά
τεκμηριωμένη ώστε να την αξιοποιήσω για να βελτιωθώ.
Σε συζητήσεις με αναγνώστες, έτυχε να σας
«υποδείξουν» πτυχές του έργου σας, που εσείς δεν είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν;
Ναι, και αυτό είναι από τα πιο ενδιαφέροντα
κομμάτια της συγγραφής για μένα. Έτυχε αρκετές φορές κάποιος αναγνώστης, ή
κάποιος δημοσιογράφος ή blogger, να
μου υποδείξει μια πτυχή των βιβλίων μου που πράγματι υπάρχει αλλά δεν το είχα
συνειδητοποιήσει νωρίτερα.
Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θεωρείτε
ότι σας επηρέασε;
Υπάρχουν σίγουρα πολλοί, και αρκετοί απ’
αυτούς με έχουν επηρεάσει υποσυνείδητα, πράγμα που αντιλαμβάνομαι μόνο εκ των
υστέρων. Κάτι τέτοιο ισχύει π.χ. για τα θρίλερ του Robert Goddard, τα οποία κατάλαβα ότι με
επηρέασαν στο «Στη Θέση ενός Νεκρού» αφού είχα γράψει το μεγαλύτερο κομμάτι
του. Πέρα απ’ αυτό, σίγουρα με έχουν επηρεάσει ο Philip Kerr και ο Ian Rankin ως αγαπημένοι εκπρόσωποι
της νεότερης εκδοχής του κλασικού αστυνομικού μυθιστορήματος.
Είναι εύκολη ή δύσκολη διαδικασία η
συγγραφή και τι είναι το γράψιμο για σας;
Το γράψιμο είναι διάφορα πράγματα για μένα.
Είναι ένα χόμπι, ένας τρόπος έκφρασης της δημιουργικότητας που νιώθω, και μια
διαδικασία ψυχοθεραπευτικού χαρακτήρα. Συνολικά θα έλεγα ότι η συγγραφή
είναι μια δύσκολη διαδικασία. Ακόμα κι αν έχω μια ξεκάθαρη ιδέα ή τον σκελετό
της πλοκής στο μυαλό μου, χρειάζομαι ησυχία και χρόνο για να γράψω αναπόσπαστα.
Με τον φόρτο εργασίας που –ευτυχώς ή δυστυχώς- έχω αυτή τη στιγμή από τις
«κανονικές» δουλειές μου (προφανώς δεν βιοπορίζομαι από τη συγγραφή) κάτι
τέτοιο είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί.
Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, το βιβλίο
κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ετοιμάζετε κάτι άλλο; Έχετε «υλικό» έτοιμο στο συρτάρι
σας;
Έχω κάποιες αρχικές ιδέες για επόμενα
μυθιστορήματα αλλά αυτή τη στιγμή δεν έχω τον χρόνο να τις αναπτύξω και να
ξεκινήσω να τα γράφω, για τους λόγους που εξήγησα παραπάνω. Αυτό που όντως
ετοιμάζω είναι ένα αστυνομικό διήγημα για μια συλλογή νουαρ ιστοριών με φόντο
τη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν μπορώ να σας πω περισσότερα προς το παρόν.
Σας
ευχαριστώ πολύ!