Εκδόσεις ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ
Σελ. 301, Δεκέμβριος 2012
Σήμερα, έχω τη χαρά να σας παρουσιάσω ένα εξαιρετικό έργο του Χ. Χριστοδούλου.
Το βιβλίο είναι η βιογραφία του Χασάν Ταχσίν Πασά, ο οποίος όντας διοικητής της 8ης στρατιάς του τουρκικού στρατού, αποφάσισε να μην αντισταθεί, όταν ο ελληνικός στρατός έφτασε τον Οκτώβριο του 1912 έξω από τη Θεσσαλονίκη, αλλά να παραδώσει αμαχητί την πόλη. «Σκοπός να παρουσιαστεί και να δοθεί νόημα στη ζωή του ελληνοσπουδαγμένου Αλβανού στρατηγού του οθωμανικού στρατού, του Χασάν Ταχσίν Πασά, γνωστού έως τώρα στο ευρύ κοινό, μόνον από τη συμμετοχή του στην παράδοση της Θεσσαλονίκης». Απέφυγε έτσι μια ανώφελη αιματοχυσία, όχι μόνο ανάμεσα στους άνδρες των δύο στρατευμάτων, αλλά κυρίως στους άμαχους και διέσωσε την πόλη από την καταστροφή. «Έχω τουλάχιστον την παρηγοριά ότι παραδίδω τη Θεσσαλονίκη στους Έλληνες ανέπαφη και άθικτη όπως αξίζει σε μια τέτοια πόλη. Και όλους τους κατοίκους της σώους και αβλαβείς όπως το θέλει ο Θεός». Μάλιστα στη συνέχεια αντιστάθηκε σθεναρά στις πιέσεις των Βουλγάρων (συμμάχων τότε των Ελλήνων) που απαιτούσαν να παραδοθεί και σ’ αυτούς η Θεσσαλονίκη ή μέρος της, λέγοντας την περίφημη φράση: «Μια Θεσσαλονίκη υπάρχει κύριοι κι αυτή την παρέδωσα στους Έλληνες που ήταν αντίπαλοί μου σε όλα τα πεδία της μάχης, από το Σαραντάπορο και τα Γιαννιτσά μέχρι εδώ. Εσάς δεν σας είδα πουθενά. Δεύτερη Θεσσαλονίκη δεν υπάρχει για να την παραδώσω και σε σας».
Το βιβλίο ξεκινά από τη μέρα της παράδοσης και στη συνέχεια ξετυλίγεται ο μίτος της ζωής του Πασά, με αναφορά σε όλους τους σημαντικούς σταθμούς της καριέρας του.
Ο Χασάν Ταχσίν Πασάς, γεννήθηκε γύρω στα 1840-1845, στη Μεσσαριά της Νότιας Αλβανίας. Ξεκίνησε από πολύ χαμηλά στην ιεραρχία του στρατού και γρήγορα έφτασε σε υψηλά αξιώματα. Έλαβε ελληνική παιδεία, όπως και όλα τα παιδιά του, στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων. Η πρώτη σημαντική του τοποθέτηση, ήταν στην Κρήτη το 1889, ως διοικητής επίλεκτου σώματος χωροφυλακής. Άφησε άριστες εντυπώσεις σε τούρκους και έλληνες. Γνωρίστηκε με τον Ελ. Βενιζέλο και αναπτύχθηκε μεταξύ τους, αμοιβαία εκτίμηση, που όπως λέγεται, έχει τη σημασία της, στις εξελίξεις για τη Θεσσαλονίκη. Στη συνέχεια συμμετείχε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Το 1900 τοποθετείται ως φρούραρχος στη Θεσσαλονίκη και αργότερα στη Μέση Ανατολή. Το 1910, αναλαμβάνει τη νομαρχία Ιωαννίνων, όπου φαίνεται ότι θα τερματίσει την καριέρα του. Όμως με το ξέσπασμα του πολέμου, θα επανέλθει στο στράτευμα και θα του ανατεθεί η διοίκηση της νεοσυσταθείσας 8ης στρατιάς, που είχε ως καθήκον την υπεράσπιση της Θεσσαλίας. Όμως η στρατιά ηττήθηκε στο Σαραντάπορο, υποχώρησε στα Γιαννιτσά αρχικά και στη Θεσσαλονίκη στη συνέχεια με τη γνωστή κατάληξη.
Μετά την παράδοση της Θεσσαλονίκης, ο Πασάς, ο οποίος είχε ήδη καταδικαστεί ερήμην σε θάνατο επί εσχάτη προδοσία, από το Ανώτατο Στρατοδικείο της Κωνσταντινούπολης, μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Στη συνέχεια ταξίδεψε για λόγους υγείας στη Γαλλία και την Ελβετία, όπου πέθανε το 1918, από αναπνευστικά προβλήματα. Λόγω του Α! παγκοσμίου πολέμου και η διακοπή των μεταφορών, θάφτηκε στη Λωζάνη, με δαπάνη της ελληνικής πολιτείας. Αυτή ήταν η πρώτη ταφή. «Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, με τη φροντίδα του γιού του Κενάν και σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία, τα οστά του Χασάν Ταχσίν Πασά, μεταφέρθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Η ταφή τους έγινε πλάι στο γιο του Εκραίμ, στο ίδιο πάντοτε Αλβανικό Νεκροταφείο στο συνοικισμό της Αγίας Φωτεινής στην Τριανδρία…Αυτή ήταν η δεύτερη ταφή…». Το 1983, λόγω της επέκτασης του σχεδίου πόλεως της Τριανδρίας, το Αλβανικό Μπεχτασικό νεκροταφείο διαλύθηκε. Τα οστά του Πασά και των γιών του Κενάν και Εκραίμ, βρέθηκαν και μεταφέρθηκαν στο οστεοφυλάκιο της Μαλακοπής. Το 2002, ο Ινής Μεσαρέ, εγγονός του Πασά έγραφε: « “Ο τάφος-μνημείο του παππού και του πατέρα στο Στρατιωτικό Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων (τέως έπαυλη Μοδιάνο, αγρόκτημα Τόψιν), έχει προχωρήσει αρκετά. Τα οστά μεταφέρθηκαν ήδη και η κρύπτη σφραγίστηκε.” Τότε έγινε η τρίτη ταφή του Χασάν Ταχσίν Πασά».
Το βιβλίο είναι καλογραμμένο, περιλαμβάνει πολλά νέα στοιχεία από παλιές εφημερίδες και περιοδικά καθώς και από ελληνικά, τουρκικά, αλβανικά, οθωμανικά και αγγλικά αρχεία. Επίσης πολλά στοιχεία που αφορούν πτυχές της ζωής της πολυπολιτισμικής Θεσσαλονίκης της εποχής. Καταφέρνει δε με τον καλύτερο τρόπο το στόχο που είχε θέσει ο συγγραφέας του: «να καταστήσει ιστορικά οικείο τον ευεργέτη της Θεσσαλονίκης».
Το βιβλίο κοσμείται με φωτογραφίες, πολλές από τις οποίες δημοσιεύονται για πρώτη φορά και εκτενή ξένη κι ελληνική βιβλιογραφία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου