ΤΕΣΥ
ΜΠΑΪΛΑ
Εκδόσεις
ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Σελ.
531, Ιούνιος 2013
Το τρίτο μυθιστόρημα της Τέσυ Μπάιλα
παρουσιάζω σήμερα.
Μέσα από την αφήγηση της κεντρικής
ηρωίδας, της Κατίνας, περνά όλη η ιστορία μιας οικογένειας στην Κρήτη (και στον
Πειραιά) και καλύπτει πολλές δεκάδες χρόνια. Παράλληλα σε ένα δεύτερο επίπεδο
μέσω αυτής της αφήγησης, περνούν έθιμα, παραδόσεις, πτυχές της κοινωνικής ζωής,
αλλά και σελίδες της Ιστορίας της Κρήτης. Η αφήγηση ξεκινά με την απαγωγή της
μητέρας της από τον πατέρα της, όταν ακόμη ήταν ανήλικοι και οι δύο! Η
οικογένεια της κοπέλας αποδέχτηκε το γεγονός (σε αντίθετη περίπτωση θα
ακολουθούσε αιματοχυσία) και όταν δυο-τρία χρόνια αργότερα παντρεύτηκαν, έκαναν
μια όμορφη οικογένεια. Το τελευταίο παιδί αυτής της οικογένειας είναι η Κατίνα.
Δεν ανήκαν στους πιο ευκατάστατους του χωριού, αλλά ζούσαν καλά. Η μικρή
αγαπούσε τους γονείς της, αλλά σε όλη της τη ζωή δεν μπόρεσε να τους συγχωρήσει
το γεγονός ότι ενώ ήταν άριστη μαθήτρια, δεν της επέτρεψαν να συνεχίσει στο
γυμνάσιο αφού τελείωσε το δημοτικό. Αντίθετα, την έστειλαν σε μια θεία της, η
οποία με τη σειρά της την έστειλε σε μοδίστρα για να μάθει την τέχνη. Αυτή η
άρνηση την έκανε να θέλει πάντα να φύγει από το χωριό και να ζήσει σε μεγάλη
πόλη.
Η ζωή της άλλαξε, όταν-μετά τον πόλεμο- η
αδελφή της παντρεύτηκε και πήγε να ζήσει με τον άντρα της στον Πειραιά. Η
Κατίνα απαίτησε και κατάφερε να πάει μαζί της, με πρόσχημα για να τη βοηθάει
στο νοικοκυριό, αλλά κυρίως για να πραγματοποιήσει το όνειρό της: να φύγει από
το χωριό της, το Αρμενοχώρι.
Ο γαμπρός της ο Λευτέρης, είχε ένα φίλο
τον Θέμελη. Δεν μπορούμε να πούμε ότι ήταν το καλύτερο παιδί, αλλά ο Λευτέρης
επειδή ήθελε να «ξεφορτωθεί» την Κατίνα γιατί έπρεπε να τη φροντίζει και η
γενικότερη οικονομική κατάσταση δεν ήταν καλή, του την προξένεψε. Όταν ο
Θέμελης την είδε, σκέφτηκε ότι «η Κατίνα θα μπορούσε να γίνει μια
ολοφώτεινη χαραυγή στη ζωή του» και ότι θα μπορούσε να νοικοκυρευτεί. Από
την άλλη και της Κατίνας της άρεσε. «Μόλις τον είδα, είπα: Αυτός είναι που θα
γίνει άντρας μου, πάει και τελείωσε. Τον έβλεπα με το μαύρο του μαλλί
χτενισμένο κοκοράκι κι έλεγα μέσα μου πως αυτόν θα πάρω».
Μετά το γάμο στην αρχή όλα πήγαιναν καλά.
Όμως, σύντομα, ο Θέμελης επέστρεψε στις παλιές του συνήθειες: το ποτό, το
χασίς, την τεμπελιά και τη…Ρόζα, μια γυναίκα που γνώρισε στον αγαπημένο του
τεκέ. Η ζωή της Κατίνας μετατρέπεται σε κόλαση. Ζει στην απόλυτη ένδεια. Πολλές
φορές δεν είχε ούτε μια μπουκιά να δώσει στον μονάκριβο γιό της και ζει χάρη
στην βοήθεια της αδερφής της, ενώ το ξύλο ήταν συχνή πρακτική. Κι όμως…η Κατίνα
δε σκέφτηκε ούτε μια φορά να φύγει από κοντά του, παρά το γεγονός ότι «για
εκείνη ένας ζυγός ήταν αυτός ο άνθρωπος και τίποτε παραπάνω. Μια φυλακή που
κλείδωσε την ψυχή της κι έγινε ο άντρας της ο δεσμοφύλακας, κομματιάζοντάς της
τα φτερά».
Την ιστορία αφηγείται η ίδια η ηρωίδα στη
νύφη της, όταν ηλικιωμένη χήρα πια, ζει με τον γιό της, αφού δεν είναι ικανή να
αυτοεξυπηρετηθεί. «Προσπαθώ να τη φέρω στο νου όπως θα ήταν αρκετά χρόνια πριν. Τότε που,
κοπέλα ακόμη, προσπαθούσε να ζήσει την οικογένειά της. Τότε που μεγάλωνε
εντελώς μόνη της, το παιδί της, μ’ έναν άντρα που, αν και την αγάπησε βαθιά,
ποτέ δεν κατάφερε να την κάνει ευτυχισμένη. Τη φαντάζομαι βουτηγμένη στη
φτώχεια, ντυμένη ωστόσο την αξιοπρέπεια της περηφάνιας της. Κοντούλα και
μικροκαμωμένη με όμορφα κατάμαυρα μαλλιά μέχρι τους ώμους κι έναν μόνιμο φόβο
να διαπερνά το βλέμμα της».
Για μια ακόμη φορά η Τέσυ Μπάιλα μας
εκπλήσσει ευχάριστα. Στο βιβλίο της αυτό, αναλαμβάνει να συνθέσει και να
αφηγηθεί μια πολυπρόσωπη και με μεγάλη χρονική έκταση ιστορία και τα καταφέρνει
με τον καλύτερο τρόπο. Πιο ώριμη από ποτέ, συναρπάζει τον αναγνώστη με τη
γραφή, το μύθο και την ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων που αναπτύσσει αναλυτικά, εύστοχα
και με μαεστρία. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι τελευταίες σελίδες, οι οποίες
εξηγούν το πώς και το γιατί της σχέσης Κατίνας-Θέμελη και κυρίως γιατί η Κατίνα
έμεινε σε ένα γάμο «θηλιά» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η συγγραφέας.
Συγκινητικές και «διδακτικές» (για όσους δεν τις ξέρουν ή επιμένουν να τις
αγνοούν) είναι και οι περιγραφές των όσων υπέστησαν οι Κρητικοί από τους
γερμανούς κατακτητές. Κάτι ακόμα που μου έκανε μεγάλη εντύπωση, είναι το ότι η
συγγραφέας καταφέρνει να δώσει την αίσθηση της κρητικής λαλιάς, χρησιμοποιώντας
ελάχιστες, αλλά καίριες λέξεις κι εκφράσεις
Αξιοπρόσεκτο βιβλίο, που διαβάζεται εύκολα
(κι αυτό δεν είναι ψόγος, είναι έπαινος) και κρατά αδιάπτωτο το ενδιαφέρον του
αναγνώστη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου